Για την Ορθόδοξη Εκκλησία η επικείμενη ΑΜΣ  της Κρήτης θα είναι η πρώτη , μετά το 787 μ.Χ. και το σχίσμα , που ακολούθησε μεταξύ Ανατολής και Δύσης.

Ο κ. Βαρθολομαίος είπε στην ομιλία του : «Ήλθομεν εδώ στην Έφεσο διά να εμπνευσθώμεν και να λάβωμεν φωτισμόν , ώστε εις την Κρήτην και ημείς προσωπικώς ως έχοντες τον πρώτον λόγον και την ευθύνην να εύρωμεν χάριν και έλεον και θείαν βοήθειαν προς επιτυχίαν του ιερού Συνοδικού έργου.

Χαρακτήρισε την ΑΜΣ «ιερό και όσιο εγχείρημα», στο οποίο , είπε,  θα παρίσταται η επί γης στρατευομένη και η εν ουρανοίς θριαμβεύουσα Εκκλησία. Γι’ αυτό, πρόσθεσε, «διακατεχόμεθα από αγωνία  και διά τούτο ήλθομεν εις την Έφεσον της Τρίτης Οικουμενικής Συνόδου διά να προσευχηθώμεν και να ζητήσωμεν τας ευχάς και ευλογίας των Θεοφόρων Πατέρων».

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπεραμύνθηκε του δόγματος και της παράδοσης της Εκκλησίας, επεσήμανε όμως ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει σήμερα να δει τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου και να εκπέμψει λόγο παρηγορητικό σε όλη την ανθρωπότητα.

Επίσης, ο κ. Βαρθολομαίος υπογράμμισε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία στρατεύεται στον κόσμο «για να ενώνει τον άνθρωπο με τον Θεό, τον άνθρωπο με τον άνθρωπο, τον άνθρωπο με την κτίστη φύση και ολόκληρη την κτιστή φύση με τον Θεό».

Το πλήρες κείμενο της ομιλίας είναι το ακόλουθο:

Ἱερώτατοι ἅγιοι ἀδελφοί,

Εὐγενεστάτη κυρία Γενικὴ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος ἐν Σμύρνῃ,

Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Χριστὸς ἀνέστη!

Καταλαμπόμενοι ὑπὸ τοῦ Φωτός, τῆς Εἰρήνης καὶ τῆς Χαρᾶς τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀνοίξεως, τῆς ἄλλης ἀναστάσεως, τῆς κτιστῆς φύσεως, χαίρομεν διότι ἀπόψε τελοῦμεν μαζί σας τὴν ἀκολουθίαν τοῦ ἑσπερινοῦ εἰς τὸν ἱστορικὸν αὐτὸν χῶρον ὅπου συνεκροτήθη ἡ Γ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Ἡ Σύνοδος αὐτὴ περιέσωσεν ἀπὸ τῆς λύμης τῆς αἱρέσεως καὶ ἀνέδειξεν ἀνόθευτον τὴν Ὀρθόδοξον Ἀποστολικὴν Πίστιν, ὅπως αὐτὴ εἶχε διατυπωθῆ ὑπὸ τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐν Νικαίᾳ τῆς Βιθυνίας, ἡ ὁποία ἐδογμάτισεν ὅτι ὁ σαρκὶ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεὸς Λόγος.

Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει πολλὰ εἰς τὴν πόλιν αὐτὴν τῆς Ἐφέσου, τῆς πρώην πόλεως τῆς Ἀρτέμιδος, εἰς τὴν ὁποίαν ἐκηρύχθη τὸ εὐαγγέλιον ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ ἐν συνεχείᾳ ὑπὸ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Τὰ γεγονότα τὰ ὁποῖα συνέβησαν εἰς τὴν πόλιν αὐτὴν τῶν Ἐφεσίων ἤλλαξαν κυριολεκτικῶς τὴν πορείαν τῆς ἀνθρωπότητος. Τοῦτο δέ, διότι ἐδῶ ἡ Ἐκκλησία μας ἔδωσε μίαν τῶν πλέον σημαντικῶν καὶ ἡρωϊκῶν καὶ νικηφόρων μαχῶν μὲ τὴν αἵρεσιν καὶ μὲ τὸ παλαιὸν εἰδωλολατρικὸν κατεστημένον.

"google ad"

Τὰ γεγονότα αὐτὰ ἀναλογιζόμεθα, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, προσευχόμενοι ἀπόψε εἰς τὰ ἐρείπια αὐτῆς τῆς Βασιλικῆς.

Ἡ Σύνοδος τῶν 200 Πατέρων τῆς Ἐφέσου ἐπεβεβαίωσε τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἑνότητα∙ ἐπεβεβαίωσε δηλαδή, ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἀσυμβίβαστος μὲ τὰς διαιρέσεις. Αὐτὸ εἶναι τὸ μήνυμα, τὸ ὁποῖον μᾶς ἀπευθύνει σήμερον ἀπὸ τὰ ἐρείπιά της ἡ Βασιλικὴ αὐτὴ τῆς Ἐφέσου, ἡ Ἐκκλησία τῆς Τρίτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅτι: πραγματικὴ ἑνότης ἐκτὸς τῆς ἀληθείας τῆς ὀρθῆς πίστεως εἶναι ἀδύνατον νὰ ὑπάρξῃ. Καὶ ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας ἐκδηλώνεται μὲ τὴν ἐπιβεβαίωσιν τῆς διδασκαλίας τῆς πίστεως καὶ τῆς διδασκαλίας τῶν Ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν καὶ τῶν ἄλλων κανονικῶν τοπικῶν Συνόδων της.

Τὴν ἑνότητα αὐτὴν ἀκριβῶς ἔρχεται εἰς τὰς ἡμέρας μας νὰ ἐπιβεβαιώσῃ καὶ ἡ μέλλουσα νὰ συνέλθῃ ἐντὸς ἑνὸς περίπου μηνὸς Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, πρὸς συζήτησιν καὶ ἀντιμετώπισιν, αὐτὴν τὴν φοράν, ὄχι δογματικῶν, ἀλλὰ κυρίως ποιμαντικῶν καὶ ἄλλων προβλημάτων, τὰ ὁποῖα ἀπασχολοῦν ἐπὶ πολλοὺς αἰῶνας ὄχι μόνον μίαν ἢ μερικὰς τοπικὰς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ὁλόκληρον τὸ Ὀρθόδοξον πλήρωμα. Βεβαίως, ἂν καὶ δὲν θὰ ἀσχοληθῇ ἡ Μεγάλη αὐτὴ Σύνοδος μὲ τὸ ἅπαξ καὶ διὰ παντὸς καθορισθὲν καὶ διατυπωθὲν ἐν Συνόδοις Ὀρθόδοξον δόγμα ἀλλὰ μὲ πρακτικὰ περισσότερον προβλήματα, ἐν τούτοις δὲν δύναται κάποιος νὰ ἰσχυρισθῇ ὅτι ἡ ὑπὸ σύγκλησιν Σύνοδός μας αὐτὴ εἶναι ἄσχετος πρὸς τὸ δόγμα, διότι ἡ πρᾶξις, ἡ πρακτική, ἀποτελεῖ τὴν ἐφαρμογὴν τοῦ δόγματος εἰς τὴν ζωὴν τῶν πιστῶν. Τὴν πρᾶξιν εὑρίσκομεν εἰς θεωρίας ἐπίβασιν.

Εὐχὴ καὶ διακαὴς πόθος καὶ προσπάθεια ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ τῶν πιστῶν εἶναι ἡ συγκληθησομένη Σύνοδος νὰ ἀνταποκριθῇ εἰς τὴν προσδοκίαν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος καὶ νὰ ἀναδειχθῇ αὐθεντικὴ ἔκφρασις τῆς Πατερικῆς παραδόσεως καὶ τῆς διαχρονικῆς ἐκκλησιαστικῆς πράξεως διὰ τὴν λειτουργίαν τοῦ συνοδικοῦ συστήματος ἐν τῇ Μιᾷ, Ἁγίᾳ, Καθολικῇ καὶ Ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ. Διὰ τοῦτο καὶ ἀπευθύνομεν ἔκκλησιν πρὸς πάντας νὰ ἑνώσωμεν τὰς προσευχάς μας πρὸς τὸν Δομήτορα καὶ Ἀρχηγὸν τῆς πίστεώς μας Ἰησοῦν Χριστόν, ὥστε αἱ ἀποφάσεις τῆς Συνόδου νὰ ληφθοῦν διὰ τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὰ ὁρισθέντα πρὸς συζήτησιν προβλήματα νὰ ἀντιμετωπισθοῦν μὲ θεῖον φωτισμόν, Πατερικὴν διαύγειαν καὶ ἐκκλησιολογικὸν τρόπον, ἐποικοδομητικὸν διὰ τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ.

Διότι ἡ Ἐκκλησία μας, διὰ τῶν Συνόδων της, ἐπουλώνει τὰς ἀνθρωπίνους ἐλλείψεις, παρεκτροπὰς καὶ σφάλματα καὶ τηρεῖ τὴν συνοχὴν καὶ τὴν ἑνότητά της. Αὐτὸς εἶναι ὁ πλέον σημαντικὸς στόχος τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου μας. Τοῦτο ἐπετεύχθη καὶ εἰς αὐτὴν ἐδῶ τὴν Βασιλικὴν ὑπὸ τῶν 200 Πατέρων, οἱ ὁποῖοι, κατόπιν πολλῶν ἀγώνων καὶ κόπων, ἀπέφυγον τὴν διάσπασιν καὶ διεκράτησαν μὲ πολλὰς θυσίας τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἑνότητα, τὴν ὁποίαν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐν τῷ συνόλῳ της θὰ ἐπαναβεβαιώσῃ καὶ εἰς τὴν Κρήτην, διότι «πύλαι Ἅδου οὐ κατισχύσουσι» τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ (πρβλ. Ματθ. ις΄, 18).

Εἰς τὴν σύγχυσιν καὶ τὸ πυκνὸν σκότος τοῦ «παρόντος αἰῶνος τοῦ ἀπατεῶνος» ὁ ἄνθρωπος ἀναζητεῖ αὐτὴν τὴν Ἀλήθειαν, ἡ ὁποία εἰς τὴν Ἐκκλησίαν μας δὲν εἶναι ἀπρόσωπος καὶ ἄγνωστος, ἀλλὰ ὑποστασιοποιεῖται εἰς ἕνα Πρόσωπον, τὸ Πρόσωπον τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ προσφερομένου εἰς τὸν κόσμον ὡς ἄρτος καὶ οἶνος, τὰ ὁποῖα ὅμως μετουσιώνονται διὰ τῆς Θείας Χάριτος εἰς Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ, εἰς θεανθρωπίνην ἁπτὴν παρουσίαν.

Ἡ κοσμοϊστορικὴ σημασία τοῦ γεγονότος τῆς ἐν Κρήτῃ Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου εἶναι προφανής. Διὰ πρώτην φορὰν μετὰ ἀπὸ αἰῶνας οἱ Προκαθήμενοι καὶ Ἱεράρχαι ὅλων τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἐκπροσωποῦντες ὁλόκληρον τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας, θὰ συνέλθωμεν διὰ νὰ συζητήσωμεν καὶ λάβωμεν ἀποφάσεις ἐπὶ σοβαρῶν ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων, ὅπως ἡ νηστεία, ἡ Ὀρθόδοξος Διασπορά, τὸ μυστήριον τοῦ γάμου καὶ τὰ κωλύματα αὐτοῦ, τὸ Αὐτόνομον καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ, αἱ σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον, ἡ ἀποστολὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τὸν σύγχρονον κόσμον, κλπ. Μετὰ δὲ τὸ πέρας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου θὰ ἐξαπολυθῇ ἐπίκαιρον μήνυμα αὐτῆς πρὸς τὴν οἰκουμένην καὶ πρὸς τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ μὴ πιστούς, διὰ τοῦ ὁποίου ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θὰ «βάλῃ τὴν χεῖρα ἐπὶ τὸν τύπον τῶν ἥλων» τῆς σπαρασσομένης ὑπὸ πολέμων, συγκρούσεων, φυσικῶν καταστροφῶν, προσφυγικῶν ρευμάτων καὶ ἐπινοήσεων ἐθνῶν καὶ βασιλέων, παγκοσμίου κοινότητος, καὶ θὰ ἐκφέρῃ τὸν ἑαυτῆς παρηγορητικὸν καὶ σωτήριον λόγον πρὸς ἀνάπαυσιν ψυχῶν καὶ ἀνακαίνισιν τῆς ἀνθρωπότητος διὰ τοῦ «τύπου τοῦ τιμίου Σταυροῦ», ὅπως διὰ τοῦ σταυρικοῦ τύπου ἀνεκαίνισεν ὁλόκληρον τὴν εἰδωλολατρικὴν οἰκουμένην ὁ Μέγας ἐν βασιλεῦσι Κωνσταντῖνος.

Μέλλοντες ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ὁ ἰδικός σας Πατριάρχης, τῇ Χάριτι τοῦ Κυρίου, νὰ προεδρεύσωμεν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης αὐτῆς Συνόδου, διακατεχόμεθα ἀπὸ μεγάλην συγκίνησιν πρὸ τοῦ ἱεροῦ καὶ ὁσίου ἐγχειρήματος, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ παρίσταται ἡ ἐπὶ γῆς στρατευομένη καὶ ἡ ἐν οὐρανοῖς θριαμβεύσουσα Ἐκκλησία, πάντες οἱ πρὸ ἡμῶν πατέρες καὶ ἀδελφοί, ἀλλὰ καὶ ὅλοι ἡμεῖς οἱ περιλειπόμενοι ἐν τῇ ζωῇ ταύτῃ. Ἐνώπιον μιᾶς τοιαύτης παρουσίας ἐπιγείων καὶ ἐπουρανίων ἀσφαλῶς καὶ εἶναι φυσικὸν νὰ δειλιῶμεν καὶ νὰ διακατεχώμεθα ὑπὸ ἀγωνίας.

Διὰ τοῦτο ἀκριβῶς ἤλθομεν ἀπόψε ἐδῶ, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, εἰς τὴν Ἔφεσον τῆς Τρίτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, κατὰ τὴν πασχαλινὴν καὶ προσυνοδικὴν αὐτὴν περίοδον, διὰ νὰ προσευχηθῶμεν μαζί σας καὶ νὰ ζητήσωμεν τὰς εὐχὰς καὶ εὐλογίας τῶν Θεοφόρων ἐκείνων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι συνῆλθον ἐδῶ, εἰς τὸν χῶρον αὐτὸν τὸν ὁποῖον πατοῦν οἱ πόδες μας. Ἤλθομεν, διὰ νὰ ἐμπνευσθῶμεν καὶ νὰ λάβωμεν φωτισμόν, ὥστε ὅλοι οἱ συνοδικοὶ Πατέρες τῆς Κρήτης καὶ ἡμεῖς προσωπικῶς, ὡς ἔχοντες τὸν πρῶτον λόγον τῆς εὐθύνης, νὰ εὕρωμεν χάριν καὶ ἔλεον καὶ εὔκαιρον θείαν βοήθειαν πρὸς ἐπιτυχίαν τοῦ ἱεροῦ Συνοδικοῦ ἔργου. Ὅπως ἐπέτυχον καὶ οἱ Πατέρες ἐκεῖνοι, «ὅλην συγκροτήσαντες τὴν τῆς ψυχῆς ἐπιστήμην» καὶ «συνδιασκεψάμενοι τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι», καὶ τοὺς ὁποίους θὰ προσπαθήσωμεν ἐν προσευχῇ νὰ μιμηθῶμεν καὶ ἡμεῖς.

Πρὸ δύο καὶ ἡμισείας περίπου χιλιετηρίδων, ἕνας ἀρχαῖος προχριστιανικὸς φιλόσοφος, Ἡράκλειτος ὁ Ἐφέσιος, εἶπεν εἰς τὴν πόλιν αὐτήν, τὴν σοφὴν ἀνθρωπίνην ρῆσιν: «μὴ εἰκῇ περὶ τῶν μεγάλων συμβαλλώμεθα», δηλαδὴ νὰ μὴ ἀσχολούμεθα ματαίως μὲ τὰ μεγάλα ζητήματα, ἐννοῶν ἀσφαλῶς τὰ θεῖα, καθὼς ἐπίσης καὶ ὅτι «ὕβριν χρὴ σβεννύναι μᾶλλον ἢ πυρκαϊήν», δηλαδὴ εἶναι προτιμότερον νὰ ἐξαλείφωμεν τὴν ὑπεροψίαν παρὰ τὴν πυρκαϊάν.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐφέσου καὶ ὅλοι οἱ λοιποὶ Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων τὴν ρῆσιν αὐτὴν τοῦ Ἡρακλείτου θεανθρωπίνως ἐπεβεβαίωσαν καὶ μᾶς ἐδίδαξαν τὴν μετριοπάθειαν καὶ τὴν σεμνότητα εἰς πᾶσαν προσπάθειάν μας διὰ νὰ ἐπιτυγχάνωμεν οἱ Πατριάρχαι καὶ οἱ Ἱεράρχαι τὸν σημαντικὸν στόχον, ὅπως αὐτὸν τὸν ὁποῖον ἔθεσεν ἡ ὑπὸ σύγκλησιν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδός μας.

Διὰ τοῦτο, εὔχεσθε, ἀδελφοί, ὥστε νὰ προσέλθωμεν οἱ ὁρισθέντες εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον, ἐν ταπεινώσει καὶ μετριοπαθείᾳ, μὲ συναίσθησιν τῶν δυσχερειῶν τὰς ὁποίας ἀντιμετωπίζουν οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί μας εἰς τὴν καθημερινὴν ζωήν των, ἔχοντες ὑπ᾿ ὄψιν ὅτι «τὰ πάντα ρεῖ καὶ οὐδὲν διαμένει» σταθερὸν εἰς τὸν ἀνθρώπινον βίον, ἀκόμη καὶ εἰς τὴν ζωὴν τῆς στρατευομένης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐκτὸς βεβαίως ἀπὸ τὴν πίστιν καὶ τὸ δόγμα. Διὰ τοῦτο καὶ χρήζουν θεραπείας αἱ ὑπὸ τῶν χρόνων καὶ τῶν καιρῶν καὶ τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν εἰσαχθεῖσαι εἰς τὴν ζωὴν τῆς παγκοσμίου Ὀρθοδοξίας ἀτέλειαι ἐν τῇ πρακτικῇ ἐφαρμογῇ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας ὑπὸ τῶν πιστῶν της.

Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Χριστῷ Ἀναστάντι,

Τὰ ἐρείπια αὐτὰ καὶ ἡ τελουμένη σήμερα ἱερὰ ἱκετήριος ἀκολουθία μας κρατοῦν εἰσέτι ἀνοικτὴν τὴν ἀποστολικὴν θύραν, περὶ τῆς ὁποίας γράφει ὁ θεῖος Παῦλος εἰς τὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολήν του (ις΄, 8-9): «ἐπιμενῶ δὲ ἐν Ἐφέσῳ ἕως τῆς πεντηκοστῆς· θύρα γάρ μοι ἀνέῳγε μεγάλη καὶ ἐνεργής, καὶ ἀντικείμενοι πολλοί».

Σήμερον, λοιπόν, ἀνοίγομεν καὶ πάλιν τὴν θύραν τῆς Ἐφέσου τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Μαρτύρων τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας: τοῦ Ἁγίου Τιμοθέου, τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Φιλίππου, τῆς Ἁγίας Ἑρμιόνης, τῆς Ἁγίας Ἰσαποστόλου Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς, τῶν ἑπτὰ κοιμωμένων ἐν τῷ σπηλαίῳ Παίδων, τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καὶ πολλῶν ἄλλων∙ ἀνοίγομεν καὶ πάλιν τὴν θύραν τῆς Συνοδικῆς παραδόσεως τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν τῷ συνόλῳ της∙ ἀνοίγομεν τὴν θύραν τῆς τελέσεως, καὶ ἐν τῇ περιοχῇ ταύτῃ τῆς καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, τῆς Θείας Λειτουργίας, ὡς προσφορᾶς τῆς ὅλης οὐσιωθείσης κτίσεως εἰς τὸν πλάσαντα αὐτὴν Κύριον∙ καὶ δεόμεθα εἰς τὸν ἐκ τάφου ἀνατείλαντα Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν νὰ κρατῇ τὴν θύραν αὐτὴν ἀνοικτὴν ἐσαεί, ὥστε πάντες οἱ προσερχόμενοι εἰς τὴν Ἔφεσον νὰ ἀναβαπτιζώμεθα εἰς τὰ ἀποστολικὰ διδάγματα καὶ νὰ πλατύνεται καὶ νὰ εὐρύνεται ἡ καρδία μας εἰς τὴν ἀγάπησιν τοῦ Χριστοῦ.

Εὐχόμεθα καὶ προσδοκῶμεν μαζί σας, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Κρήτης νὰ ἀνοίξῃ νέαν θύραν διὰ τὴν πορείαν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας∙ θύραν καλοῦσαν τοὺς πάντας καὶ ἐπιβραβεύουσαν τὴν ἑνότητα. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας στρατεύεται ἐν τῷ κόσμῳ διὰ νὰ ἑνώνῃ τὸν ἄνθρωπον μὲ τὸν Θεόν∙ τὸν ἄνθρωπον μὲ τὸν ἄνθρωπον∙ τὸν ἄνθρωπον μὲ τὴν κτιστὴν φύσιν∙ καὶ ὁλόκληρον τὴν κτιστὴν φύσιν μὲ τὸν Θεόν.

Χριστὸς ἀνέστη, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, καὶ ὁ Θεὸς ἐν τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν Του, νὰ μᾶς ἀξιώσῃ νὰ συνεορτάζωμεν αἰωνίως «σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις» εἰς τὴν ἀνέσπερον καὶ καινὴν ὀγδόην ἡμέραν τῆς βασιλείας Του. Εἰς τὸ πλῆθος αὐτὸ τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Κυρίου ἐμπιστευόμεθα ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ τὴν ἀνεωχθεῖσαν θύραν τῆς ἱερουργίας καὶ ἐν Ἐφέσῳ τοῦ μυστηρίου τῶν μυστηρίων, καθὼς καὶ τὴν θύραν πρὸς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον∙ τὴν θύραν πρὸς τὴν Ἀνάστασιν, τὸ Φῶς, τὴν Ζωήν, τὴν Εἰρήνην, τὴν Ἑνότητα, τὴν ὁποίαν ἐβεβαίωσαν καὶ ἐπεκύρωσαν οἱ συνελθόντες ἐν τῇ Βασιλικῇ ταύτῃ Πατέρες καὶ τὴν ὁποίαν, σὺν Ἁγίῳ Πνεύματι, θὰ ἐπικυρώσωμεν καὶ ἡμεῖς ἐν Κρήτῃ. Ἀμήν.

amen.gr