Από την παρακαταθήκη του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου

Γράφει ο Αρχιμανδρίτης
Ιγνάτιος Θ. Χατζηνικολάου

 

Ερχόμαστε στην ζωή, ευχαριστούμε γι’ αυτό τον Θεόν και τους γεννήτορές μας, αφισμένοι σε μια πορεία ανομοιόμορφη. Πάντως, όχι «αγγελικά πλασμένη», αφού αυτό δεν ισχύει από την πτώση των πρωτοπλάστων. Κουβαλάμε αρετές και κακίες. Μικρότητες και μεγαλείο. Πέφτομε και σηκωνόμαστε. Υγιαίνομε και αρρωσταίνομε. Χαιρόμαστε και θλιβόμαστε. Ηρεμούμε και αγριεύομε. Αγαπάμε και μισούμε. Λέμε το καλό των άλλων, και κακολογούμε άλλους. Καλύπτομε τις όποιες κακοτοπιές των άλλων, ξεσκεπάζομε – κουτσομπολεύομε άλλους. Πότε επιεικείς, πότε αυστηροί επικριτές των πότε θεωρούμε αδελφούς μας τους άλλους και πότε ανεπιθύμητους, βλαβερούς, ασυμπάθητους και στόχους βολής με άλλα λόγια, δεν τους αισθανόμαστε αδελφούς μας, δικά μας μέλη.
Μα, αδέλφια είμαστε όλοι κάθε φύλου και φυλής. Κάθε χρώματος και τρόπου ζωής. Αυτό το νέο έφερε ο Χριστός και βίωσαν , και το βιώνουν, οι απ’ αρχής χριστιανοί με τον απόστολον Παύλον να βροντοφωνεί: «Ουκένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ άρσεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού» (Γαλατ. 3,28).
Και, όμως: Δεν συνυπάρχομε οι περισσότεροι μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο. Και, επίσης, δεν θεωρούμε τον όποιον πλησίον μας δικό μας μέλος. Μέλος του σώματός μας. Του εαυτού μας. Και όταν αυτό δεν το αποδέχεσαι και δεν το ζεις, τότε παύει ο άλλον να είναι αντικείμενο αγάπης.
Ο απόστολος Παύλος θα μας μιλήσει και γι’ αυτό. Αφού μας πει ότι το σώμα μας έχει πολλά μέλη, και ότι όταν το ένα μέλος πονά, πονά όλο μας το σώμα. Ότι όταν δοξάζεται το ένα μέλος συγχαίρουν όλα τα μέλη, και έντονα θα μας τονίσει: «Υμείς σε εστέ σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους» (Α’ Κορινθ. (2,26). Και να μη ξεχνάμε ότι «Εσμέν αλλήλων μέλη» (Εφες. 4,25).
Γράφω τα παραπάνω και σκέπτομαι πόσοι και πόσοι δεν ζούμε αυτήν την σωτήρια πραγματικότητα και είτε προσπερνούμε, είτε με διαφόρους τρόπους πολεμούμε τα «αλλήλων μέλη», τον συνάνθρωπόν μας. Τα γράφω και συλλογίστηκα, συν τοις άλλοις τον Άγιον Προφύριον Καυσοκαλυβίτην (εορτάζει στις 2 Δεκεμβρίου), και το βιβλίον «Βίος και Λόγοι Γέροντος Πορφύριου», (εκδ. Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής, Χανιά 2007).
Από την παράγραφο «Η παρακαταθήκη του» μεταφέρω προς διδαχήν όλων μας ένα σχετικό απόσπασμα: «Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του, χωρίς να σωθούν και οι άλλοι. Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτόν του, για να σωθεί ο ίδιος. Είμαστε ένα ακόμη και με τους ανθρώπους που δεν είναι κοντά στην Εκκλησία. Να κάνουμε προσευχή ο Θεός να τους φωτίσει και να τους αλλάξει…
Για να διατηρήσουμε την ενότητά μας, θα πρέπει να κάνουμε υπακοή στην εκκλησία… Υπακούοντας στην εκκλησία, υπακούμε στον ίδιο τον Χριστό, Να πονάμε για την εκκλησία. Να μη δεχόμαστε να κατακρίνουν τους αντιπροσώπους της. Στο Άγιο Όρος το πνεύμα που έμαθα ήταν ορθόδοξο, βαθύ, άγιο, σιωπηλό, χωρίς έριδες, χωρίς καυγάδες και κατακρίσεις. Να μην πιστεύουμε τους ιεροκατήγορους. Και με τα μάτια μας να δούμε κάτι αρνητικό να γίνεται από κάποιον ιερωμένο, να μην το πιστεύομε, ούτε να το σκεφτόμαστε, ούτε να το μεταφέρουμε. Το ίδιο ισχύει και για τα λαϊκά μέλη της εκκλησίας και για κάθε άνθρωπο. Όλοι είμαστε εκκλησία. Όσοι κατηγορούν την εκκλησία για τα λάθη των εκπροσώπων της, με σκοπόν δήθεν να βοηθήσουν για τη διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία. Ούτε βέβαια τον Χριστό. Τότε αγαπάμε την Εκκλησία, όταν με την προσευχή μας αγκαλιάζομε κάθε μέλος της και κάνομε ότι κάνει ο Χριστός. Θυσιαζόμαστε, αγρυπνούμε, κάνομε το παν, όπως Εκείνος, ο οποίος «λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει» (Α’ Πέτρ. 2,23).