23.8 C
Chania
Friday, March 29, 2024

Μετά την πανδημία: Οι επικείμενες οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις μιας ιστορικής μετάβασης

Ημερομηνία:

Άρθρο του Jean Pisani-Ferry (Bruegel, Peterson Institute for International Economics, European University Institute) [ Τίτλος πρωτοτύπου: The Challenges of the Post-Pandemic Agenda ]

Μετάφραση: Ευάγγελος Ι. Γενεράλης

Πηγή: The Challenges of the Post-Pandemic Agenda, project-syndicate.org

Η κρίση που επέφερε η πανδημία του COVID-19 σε όλο τον πλανήτη αρχίζει σιγά-σιγά να επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις πως περνάμε πλέον στο τελικό στάδιο εκείνου του μοντέλου ανάπτυξης που γεννήθηκε τέσσερις δεκαετίες πριν, με τη στροφή στο νεοφιλελευθερισμό των Reagan και Thatcher, τη μετεξέλιξη του κρατικού καπιταλισμού της Κίνας και τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Η πανδημία του κορωνοϊού κατέδειξε [1] το πόσο ευάλωτες είναι στην πραγματικότητα οι κοινωνίες μας, αλλά παράλληλα θωράκισε τα επιχειρήματα υπέρ των επιτακτικών δράσεων που απαιτούνται για την αντιμετώπιση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής. Ενίσχυσε επίσης την κυριαρχία των κυβερνήσεων [2], υπονόμευσε αισθητά την ήδη ετοιμόρροπη παγκοσμιοποίηση και μας ανάγκασε να επανεκτιμήσουμε την κοινωνική αξία της απλής, καθημερινής εργασίας. Οι προσταγές για “λιγότερο κράτος” και το οικοδόμημα της ελεύθερης αγοράς ξαφνικά δείχνουν αφόρητα ξεπερασμένα.

Η ιστορία έχει αποδείξει πως οι μεταβάσεις μεταξύ σταδίων στην εξέλιξη του καπιταλισμού ενδέχεται να είναι τραχιές και γεμάτες αβεβαιότητα. Ας μην ξεχνάμε πως το μεταπολεμικό αναπτυξιακό μοντέλο πήρε σάρκα και οστά χάρη στην καταλυτική συμβολή του Σχεδίου Μάρσαλ και πως η μεταβατική περίοδος από το στασιμοπληθωρισμό (stagflationary) της δεκαετίας του 1970 στην κυριαρχία της αγοράς, ως αναπτυξιακό μοντέλο, διήρκεσε μια δεκαετία. Φαίνεται λοιπόν πως έχουμε μπροστά μας μια δύσκολη πορεία.

Δεν είναι μόνο η έλλειψη σιγουριάς για το μέλλον η μεγαλύτερη πρόκληση. Συνήθως, για να μπορέσει να αναδειχθεί ένα νέο συνεκτικό πλαίσιο, πρέπει να υποχωρήσει πρώτα κάποιο άλλο. Το ίδιο συνέβη και στα τέλη της δεκαετίας του 1940, όταν οι ιδιοκτήτες ακινήτων στην Ευρώπη αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν το ρεύμα του εκσυγχρονισμού, αλλά και τη δεκαετία του 1980, όταν ο οργανωμένος κόσμος της εργασίας υπαναχώρησε απέναντι στην προέλαση του χρηματο-οικονομικού μονοπωλίου του καπιταλισμού. Αυτό φαίνεται να συμβαίνει και στις μέρες μας, καθώς δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμα το τοπίο των προτεραιοτήτων μας.

“ Οι προσταγές για “λιγότερο κράτος” και το οικοδόμημα της ελεύθερης αγοράς ξαφνικά δείχνουν αφόρητα ξεπερασμένα. “

Ας πάρουμε για παράδειγμα την κλιματική αλλαγή. Αν και ο απεγκλωβισμός μας από τον άνθρακα είναι μονόδρομος για να διατηρήσουμε την ευημερία μας, είναι αναπόφευκτες οι διαταραχές που θα προκληθούν στον τρόπο ζωής ανθρώπων που έχουν συνηθίσει να οδηγούν SUV και να θερμαίνουν τα σπίτια τους με παρωχημένα συστήματα θέρμανσης.

Ένα γλαφυρό παράδειγμα των κοινωνικών αντιδράσεων που μπορεί να προκαλέσει η επιβολή φόρων στα καύσιμα (και στην ενέργεια που βασίζεται στον άνθρακα γενικότερα) είναι αυτό των Κίτρινων Γιλέκων στη Γαλλία. Ακόμη κι αν παραβλέψουμε τον κακό σχεδιασμό και το οπισθοδρομικό νομοθετικό πλαίσιο των φόρων αυτών, το πρόβλημα παραμένει βαθύτερο: στην πορεία για τη μετάβαση από το “καφέ ή μαύρο” στο “πράσινο” κεφάλαιο, θα απαιτηθούν επιπλέον επενδύσεις (για τις οποίες, οι συντηρητικές εκτιμήσεις [3] υπολογίζουν ένα 1% του ΑΕΠ κάθε χρόνο για τις επόμενες δεκαετίες) σε ενεργειακά αποδοτικότερες βιομηχανικές υποδομές, κατασκευές και συγκοινωνίες. Εφόσον διατηρηθούν σταθεροί οι αγοραστικοί δείκτες και οι καθαρές εξαγωγές, αυτό συνεπάγεται μια πτώση στην ιδιωτική αγοραστική δύναμη της τάξης του 1% του ΑΕΠ, ή αντίστοιχη μείωση κατά 2% σε τάξη μεγεθών.

Σειρά παίρνει η ανάγκη για λιγότερη εξάρτηση από τις διεθνείς αγορές για τον εφοδιασμό σε στοιχειώδη αγαθά. Παρά το γεγονός πως η συμμετοχή της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία χτύπησε βάναυσα τους εργάτες, οι καταναλωτές επωφελήθηκαν αισθητά. Όπως παρατήρησαν ο Robert Feenstra και οι συνεργάτες του από το Πανεπιστήμιο Davis της Καλιφόρνια [4], η είσοδος της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001 έριξε το κόστος παραγωγής κατά 1% ετησίως, ανεβάζοντας παράλληλα την αγοραστική δύναμη κατά 0.3%. Βάσει μιας άλλης μεθοδολογίας, οι Lionel Fontagné and Charlotte Emlinger του ινστιτούτου CEPII στο Παρίσι απέδειξαν πως [5] έως το 2010 οι εισαγωγές από χώρες με χαμηλά αμειβόμενη εργασία έκαναν το μέσο νοικοκυριό στη Γαλλία πλουσιότερο κατά 8%. Με την ίδια μέθοδο, υπολογίζουμε πως αυτό το ποσοστό έχει φτάσει σήμερα στο 10% σε Ευρώπη και Η.Π.Α.

Πόσο όμως στοιχίζει η μεγαλύτερη οικονομική αυτονομία; Αν υποθέσουμε πως αυτή προϋποθέτει την παραχώρηση του ενός τετάρτου από την κατά 8% αύξηση που οφείλεται στην παγκοσμιοποιημένη αγορά, η πραγματική αγοραστική δύναμη θα μειωθεί επιπλέον κατά 2%.

Όμως υπάρχει και συνέχεια: Οι εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου [6] και του ΟΟΣΑ [7] επισημαίνουν πως έως το 2021 η αναλογία του ΑΕΠ επί του δημοσίου χρέους για τις ανεπτυγμένες οικονομίες θα σημειώσει αύξηση της τάξης του 20% τουλάχιστον. Οι περισσότερες χώρες μπορούν να αντέξουν το κόστος αυτό εφόσον διατηρήσουν μηδενικά επιτόκια, όμως μετά το τέλος της πανδημίας, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να μειώσουν αισθητά τους δείκτες χρέους ώστε να δημιουργήσουν τα απαραίτητα δημοσιονομικά αναχώματα για την αντιμετώπιση πιθανών ανεξέλεγκτων υποτροπών. Ας υποθέσουμε λοιπόν, πάλι με συντηρητικούς όρους, πως οι αυξήσεις των ποσοστών αυτών επιστρέφουν μέσω αναδρομικών φόρων στα νοικοκυριά εντός μιας περιόδου δέκα ετών. Αυτό σημαίνει πως θα επιβληθεί επιπλέον μείωση στα εισοδήματα της τάξης του 1% του ΑΕΠ και, εφόσον όλα τα υπόλοιπα νούμερα μείνουν ως έχουν, μια ακόμα μείωση κατά 2% στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Συνολικά για τη δεκαετία αυτή, η μείωση στην ετήσια καταναλωτική μεγέθυνση αγγίζει το 0.6%.

Ωστόσο, τα πραγματικά εισοδήματα δεν προβλέπεται να αυξηθούν αισθητά. Όπως κατέδειξε μια διεξοδική μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας [8], οι ετήσιοι δείκτες παραγωγικότητας (δηλαδή η ατμομηχανή της οικονομικής ανάπτυξης) έχουν πάψει να ανεβαίνουν παγκοσμίως από το ξεκίνημα της κρίσης το 2008, με τα ποσοστά αύξησης να παραμένουν σταθερά υπό του 1% ετησίως -κι αυτό μόνο στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Αν συνεχιστεί η στασιμότητα στην παραγωγικότητα και σε συνδυασμό με το δημογραφικό πρόβλημα, δεν μένει χώρος για άνοδο στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών εντός της προσεχούς δεκαετίας.

“ …μετά το τέλος της πανδημίας, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να μειώσουν αισθητά τους δείκτες χρέους ώστε να δημιουργήσουν τα απαραίτητα δημοσιονομικά αναχώματα για την αντιμετώπιση πιθανών ανεξέλεγκτων υποτροπών. “

"google ad"

Από την άλλη πλευρά, η υγειονομική κρίση τόνωσε την κοινωνική ευαισθησία πάνω στην αξία της εργασίας σε νευραλγικούς τομείς της πραγματικής οικονομίας. Το κοινό αίσθημα στις ανεπτυγμένες κοινωνίες τείνει να συμφωνεί (για την ώρα τουλάχιστον) στο ότι οι εργαζόμενοι στους τομείς αυτούς αξίζουν ένα εισόδημα αντάξιο της προσφοράς τους στο κοινό καλό. Θα είναι κάπως αμήχανο λοιπόν να διαπιστώσουν πως το καλύτερο που μπορούν να ελπίζουν είναι σε ένα στάσιμο εισόδημα.

Τί μπορούμε να περιμένουμε λοιπόν μελλοντικά και πώς θα κρατηθεί αυτό το οικοδόμημα χωρίς να υποχωρήσει κάποιος ή κάτι; Ρητά ή όχι, ο προβληματισμός αυτός πρόκειται να μονοπωλήσει το δημόσιο λόγο και την πολιτική διαβούλευση στο άμεσο μέλλον. Αναμφίβολα, ηγέτες όπως ο Donald Trump θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν επίμονα πως η κυριαρχία και η καταναλωτική ανάπτυξη θα πρέπει να προηγούνται έναντι της περιβαλλοντικής μέριμνας και του χρέους. Όσοι σκέφτονται διαφορετικά, θα πρέπει να φέρουν στο προσκήνιο προτάσεις μέσα από μια σειρά από ασαφείς, για την ώρα, στόχους.

“ …η υγειονομική κρίση τόνωσε την κοινωνική ευαισθησία πάνω στην αξία της εργασίας σε νευραλγικούς τομείς της πραγματικής οικονομίας. “

Με όλα αυτά κατά νου, η αποδοτικότητα είναι αυτή στην οποία πρέπει να δοθεί μέγιστη προτεραιότητα. Αυτό προϋποθέτει νέα κίνητρα για την παραγωγικότητα χωρίς όνειρα για απο-ανάπτυξη, μια ρεαλιστική οικονομικά προσέγγιση στην ¨πράσινη” μετάβαση και όχι άλλη σπατάλη πόρων εξαιτίας εσφαλμένων επενδυτικών επιλογών για απεξάρτηση από τον άνθρακα και τέλος, να ορίσουμε ξεκάθαρα τί σημαίνει οικονομική σταθερότητα, αντί να στοχεύουμε στην παραγωγική επανεγκατάσταση (reshoring), κάτι που δεν προσφέρει κάποιο συγκριτικό πλεονέκτημα για τις ανεπτυγμένες χώρες.

Παρόλα αυτά, η αποδοτικότητα δεν αρκεί από μόνη της για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που έχουμε μπροστά μας. Οι νέοι στόχοι για διατήρηση του επιπέδου των δημοσίων αγαθών και για οικονομική σταθερότητα και ενσωμάτωση θα πρέπει να τοποθετηθούν στο επίκεντρο, φέρνοντας σε δεύτερη μοίρα τα κέρδη των εκάστοτε μετόχων. Οι ανεπτυγμένες οικονομίες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν με αμεσότητα τα ζητήματα κατανομής και όχι να επιμείνουν σε μια θεώρηση της ανάπτυξης ως πανάκεια για τις πάσης φύσεως ανισότητες. Δε μένει παρά να ευελπιστούμε πως θα καταφέρουν να αποφύγουν τις σπασμωδικές αντιδράσεις που συνήθως συνοδεύουν όλες τις μεγάλες σε κλίμακα δομικές και πολιτικές αλλαγές.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Jean Pisani Ferry, Building a Post-Pandemic World Will Not Be Easy, project-syndicate.org

[2] Jean Pisani Ferry, The Uncertain Pandemic Consensus, project-syndicate.org

[3]  Jean Pisani Ferry, A Credible Decarbonization Agenda Can Help Strengthen Europe’s Economy, piie.com

[4China’s WTO entry benefits US consumers, voxeu.org

[5] Not made in France, cepii.fr

[6] A Crisis Like No Other, An Uncertain Recovery, imf.org

[7]  The world economy on a tightrope, oecd.org

[8]  Global Productivity: Trends, Drivers, and Policies, worldbank.org

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Θλίψη στον Δικηγορικό Σύλλογο Χανίων για τον θάνατο του Ιωάννη Αρετάκη

Ο Δικηγορικός Σύλλογος Χανίων με ιδιαίτερη θλίψη αποχαιρετά τον...

Προοπτικές ανάπτυξης ποδηλατικού τουρισμού στην Κίσσαμο

Ο ποδηλατικός τουρισμός μπορεί να συμβάλλει στην προσέλκυση υψηλού...

Επίκαιρα θέματα – Έσχατες λύσεις

Του Δημήτρη Κ. Τυραϊδή * Στην ηλικία που είμαι σήμερα...