«Ἐκ νυκτὸς ἔργων, ἐσκοτισµένης πλάνης Ἰλασµὸν ἡµῖν Χριστὲ τοῖς ἐγρηγόρως, Νῦν σοι τελοῦσιν ὕµνον, ὡς εὐεργέτη, Ἔλθοις πορίζων εὐχερῆ τε τὴν τρίβον, Καθ’ ἣν ἀνατρέχοντες, εὕροιµεν κλέος»1.
Ὁ ὕµνος αὐτός θέλει να τονίσει ἐµφαντικά τήν ἐπιθυµία τοῦ ὑµνωδοῦ νά ἔλθει ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ σὲ µᾶς τώρα πού βρισκόµαστε σε εγρήγορση, κα- θώς τότε ἤµασταν θολωµένοι ἀπό τά ἔργα τοῦ σκότους καί τῆς πλάνης. Τώρα, λοιπόν, που ψάλλουµε ὕµνους σε Σένα, ὅπως στόν εὐεργέτη µας, ἀφοῦ µᾶς κά- νεις εὐκολοδιάβατο το δρόµο τοῦ οὐρανοῦ, τὸν ὁποῖον διαβαίνουµε, εἴθε να βροῦµε δόξα οὐράνια.
Παρά τή δυσκολία τοῦ ὕµνου, ἄν ἐξετάσουµε βαθύτερα τή σηµασία του καί τήν συνδέσουµε ιστορικά µέ τή ζωή καί τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, θα διαπιστώσουµε τήν ἀντιπαράθεση τοῦ πρό Χριστοῦ κόσµου καί τόν µετά Χριστόν κόσµου. Τότε ἤµασταν πλανεµένοι καί δοῦλοι τῶν στοιχείων τοῦ κόσµου καί ἀφ’ ὅτου γνωρί- σαµε τόν Χριστό βγήκαµε από τα σκοτάδια τῆς πλάνης καί τῆς σύγχυσης. Χρειά- στηκε, ὅµως, νά ἔρθει τό φῶς τὸ ἀληθινόν, τό φωτίζον καί ἁγιάζον πάντα ἄνθρω- πον ἐρχόµενον στόν κόσµο. Τώρα πού ὁ δρόµος γιά τόν οὐρανό ἔγινε εὐκολοδιά- βατος, τώρα πού ἦρθε ὁ ἱλασµός και ή συγχώρεση, τώρα πού βρισκόµαστε σε συνεχῆ ἐπαγρύπνηση, σάν τίς λογικές παρθένες τοῦ Εὐαγγελίου, ὀφείλουµε να ψάλλουµε ἀκατάπαυστα στόν εὐεργέτη Θεό ὕµνους καί ὠδές πνευµατικές γιά τίς εὐεργεσίες Του. Τοῦτο συµβαίνει γιατί εἴµαστε σίγουροι ὅτι βαδίζουµε το δρόµο πού µᾶς χάραξε ὁ Χριστός.
Πιστεύουµε ὅτι θά φτάσουµε στη δόξα πού προσφέρει ὁ Χριστός σ’ αὐτούς πού ἀγωνίζονται µέχρι τέλους στό δρόµο τῆς τε- λειότητος, τῆς ἐγκράτειας, τῆς ἀγάπης, στο δρόµο τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος.
Καί τίθεται εὔλογο τό ἐρώτηµα: Γιατί νά ὑπάρχει τόση σκληρότητα, τόση ἁµαρτία, τόσος πόνος, τόσος στεναγµός, τόσοι πόλεµοι καί κακουχίες πού προ- σφέρουν θάνατο καί ἀπογοήτευση, πού δηµιουργοῦν ἀνέστιους ἀνθρώπους, πρόσφυγες καί µετακινήσεις λαῶν; Αὐτά εἶναι ἀποτελέσµατα τῆς ἀποξένωσής µας ἀπό τό Θεό γιατί θεοποιοῦµε τόν ἑαυτό µας, ὅσο κι ἄν προσπαθοῦµε µέ ὡραῖα κοινωνικά λόγια, νά παρουσιάσουµε τήν πνευµατική γυµνότητά µας. Ἄν ἀνατρέξουµε στήν ἱστορία µας, πολλά ἔργα ξεκίνησαν µέ κοινωνικό πρόσηµο ἀλλά κατέληξαν σε ἀπάνθρωπα κοινωνικά καθεστῶτα µερικά ἀπό τά ὁποῖα ἔχουµε καί οἱ ἴδιοι γνωρίσει καί βιώσει. Ἡ ἐσχάτη πλάνη καθίσταται χείρων τῆς πρώτης, ἐπειδή τότε, ή πλάνη περιορίζονταν σέ εἴδωλα ἐνῶ ἡ σηµερινή θεοποιεῖ τόν ἄνθρωπο καί τό χρῆµα. Λέγει ὁ Χριστός: «οὐ δύνασθε δυσί κυρίοις δουλεύειν καί Θεόν καί Μαµωνᾶ».
Στή σηµερινή ἐποχή συµβαίνει συχνά χαµένοι µέσα στο διαδίκτυο νά δυσκο- λευόµαστε νά διαχωρίσουµε τό άληθινό ἀπό τό ψεύτικο καί στήν προσπάθειά µας νά φαινόµαστε ὅπως τά νέα πρότυπα ὁρίζουν χάνουµε τήν πραγµατική οὐσία τῆς ζωῆς. Ἀφήνουµε τήν σκέψη µας νά τήν ὁρίζουν ἄλλοι, ἀκόµα καί ἄψυ- χες, ἀπρόσωπες µηχανές, ὅπως ἡ τεχνητή νοηµοσύνη, στίς ὁποῖες δίνουµε ἄνευ ὅρων πρόσβαση στή ζωή µας.
Στήν ἀκολουθία τοῦ Ἀποδείπνου παρακαλοῦµε τό ∆εσπότη Χριστό νά µᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τά «πεπυρωµένα βέλη τοῦ πονηροῦ τά καθ’ ἡµῶν δολίως κινού- µενα» καί ἐπειδή ή πλάνη εἶναι κατάσταση διανοητική ἄρα δύσκολα κατανοεῖται γιά νά τήν προλάβουµε καί ἔρθουµε εἰς ἑαυτόν µετανοώντας καί ἀλλάζοντας τό κοσµικό φρόνηµα σε σχέση πνευµατική καί ἐνάρετη, ἐπιβάλλεται ἡ σύγκριση µέ τό νεογέννητο βρέφος, τόν Χριστό καί τή διδασκαλία του, προκειµένου νά π βαίνουµε σε ἔργα ἀρετῆς καί δοξολογίας πρός τόν Θεόν προσπαθώντας νά π σφέρουµε ἀγάπη ἀντί µίσους, χαρά ἀντί λύπης, δοξολογία ἀντί βλασφηµ εὐλογία ἀντί κατάρας σε ὅλους τούς ἀνθρώπους, σέ ὅλη τή δηµιουργία.
Ἀγαπητά µου παιδιά.
Τα Χριστούγγενα πού σήµερα ἑορτάζουµε, ἄν καί ἐπαναλαµβανόµενα ἕ στον ἔτος, εἶναι τὰ ἴδια µέ τήν ἅπαξ καί διά παντός «ἐν χρόνῳ» γέννηση τοῦ σ ανθρώπου. Στόν καθένα ἀπό µᾶς συντελεῖται τό Μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσε τοῦ Λόγου προσωπικά, κάθε ὥρα καί κάθε στιγµή. Ἀρκεῖ ἡ προσπάθειά µας βγοῦµε ἀπό τήν πλάνη τῆς ἀθεΐας, τῆς οἰνοποσίας, πού κατά τόν Ἀπόστα Παῦλο εἶναι εἰδωλολατρεία, καί γενικότερα τῆς ἁµαρτίας. Επιβάλλεται να γνω σουµε ὅτι τά παραδοσιακά Χριστούγεννα δέν εἶναι κρεπάλη καί ἀσωτία, ξενύχ καί χοροί ἀλλά ἑορτή χριστιανική, ἑορτή τῆς οἰκογένειας, ὅπου ὅλοι µαζί ἀφ προσέλθουµε στή θ. Λειτουργία καί κοινωνήσουµε τόν Χριστό να συνεχίσου τήν οἰκογενειακή µας χαρά καί εὐλογία σε πνεῦµα ἐνότητος, ἀγάπης καί συγχ ρητικότητας. Ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ καί ή δική µας εἰρηνική διαβίωση εἶναι ἔννοι ταυτόσηµες. «∆όξα τιµή καί εἰρήνη, ἀδελφοί µου, παντί τῷ ἐργαζοµένῷ τό ἀν θόν».