Του Γιάννη Μυλόπουλου *
Για όσους αιφνιδιάστηκαν από το γεγονός ότι η πρώτη δασική πυρκαγιά φέτος συνέβη στα Πιέρια νωρίς την Άνοιξη και συγκεκριμένα στις αρχές Απριλίου, η Υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής Copernicus της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει την απάντηση.
Ο Φεβρουάριος 2024 ήταν ο θερμότερος Φεβρουάριος από την προβιομηχανική εποχή. Η θερμοκρασία που καταγράφηκε κατά το μήνα Φεβρουάριο ήταν κατά 1,77 βαθμούς Κελσίου μεγαλύτερη από τις αντίστοιχες θερμοκρασίες της προβιομηχανικής εποχής, τότε που δεν είχε αρχίσει ακόμη η μεγάλη συγκέντρωση θερμοκηπικών αερίων στην ατμόσφαιρα.
Κι ακόμη, κάθε μήνας από τον Ιούνιο του 2023 και μετά καταγράφει ρεκόρ θερμοκρασίας για την αντίστοιχη εποχή του χρόνου. Με τη θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας να είναι η πιο ψηλή που έχει καταγραφεί. Αντίστοιχα, οι πάγοι της Ανταρκτικής λιώνουν φέτος περισσότερο από ποτέ, με τον όγκο τους να έχει φτάσει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα.
Η αύξηση της θερμοκρασίας φέτος έσπασε το προηγούμενο ρεκόρ που είχε καταγραφεί το 2016, κατά 0,12 βαθμούς Κελσίου.
Αν συνδυαστεί η αύξηση της θερμοκρασίας κατά τον ψυχρότερο μήνα του χειμώνα, με το γεγονός ότι και οι βροχές του φετινού χειμώνα ήταν πολύ χαμηλές και τα χιόνια ελάχιστα, γίνονται κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους οι δασικές πυρκαγιές ξεκίνησαν τόσο πρόωρα.
Ακόμη και αν θεωρηθεί ότι η δασική πυρκαγιά στα Πιέρια όρη δεν είχε φυσικές αιτίες, όπως υποστηρίζεται από κάποιους, αλλά συνδέεται με τις αντιδράσεις των τοπικών παραγόντων στη χωροθέτηση αιολικού πάρκου στην περιοχή που σήμερα είναι καμένη και πάλι οι ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες ήταν αυτές που επέτρεψαν, Απρίλιο μήνα, τον φημολογούμενο εμπρησμό.
Το καλοκαίρι του 2024 φαντάζει σαν εφιάλτης, αν σκεφτεί κανείς τις προβλέψεις που το θέλουν να είναι ένα από τα θερμότερα και συγχρόνως και ξηρότερα καλοκαίρια των τελευταίων χρόνων.
Η αλήθεια είναι ότι τα ακραία φυσικά φαινόμενα των πολύ υψηλών θερμοκρασιών και των ιδιαίτερα χαμηλών βροχοπτώσεων από τον χειμώνα ακόμη είναι πια αναπόφευκτα και δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε παρόντα χρόνο.
Μόνος τρόπος αντιμετώπισης του φυσικού φαινομένου της κλιματικής κρίσης αυτού καθαυτού, είναι η καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου, μέσα από τις δράσεις της πράσινης μετάβασης. Που όμως είναι μια διαδικασία που θα αργήσει να φέρει αποτελέσματα.
Οπότε το ερώτημα είναι τι κάνουμε εντωμεταξύ, ώστε να αντιμετωπίσουμε τα ακραία φαινόμενα που μας πλήττουν καίγοντας δάση, ερημοποιώντας γη, καταστρέφοντας οικοσυστήματα και προκαλώντας τόσο λειψυδρία, όσο όμως και καταστροφικές πλημμύρες.
Η απάντηση είναι η προσαρμογή στις νέες δυσμενέστερες συνθήκες της κλιματικής κρίσης.
Που σημαίνει πρόληψη των φυσικών καταστροφών και όχι μόνο εκ των υστέρων επέμβαση με σκοπό την καταστολή.
Στην περίπτωση των πυρκαγιών πρόληψη σημαίνει έγκαιρος καθαρισμός των δασών από την εύφλεκτη ύλη, που για φέτος έπρεπε να έχει ήδη ξεκινήσει. Ακόμη πρόληψη σημαίνει έγκαιρη διάνοιξη αντιπυρικών ζωνών και δασικών δρόμων. Όπως και αναβάθμιση της δασικής υπηρεσίας και γενναία αύξηση του προσωπικού της, προκειμένου να γίνονται εφικτές τόσο οι δράσεις έγκαιρης πρόληψης, όσο και καταστολής, με την κατάσβεση να επιχειρείται άμεσα στην πηγή και όχι όταν πια η πυρκαγιά έχει εξαπλωθεί σε μεγάλες δασικές εκτάσεις.
Η προσαρμογή όμως στις συνθήκες της κλιματικής κρίσης και η πρόληψη των φυσικών καταστροφών απαιτούν ριζική αλλαγή πολιτικής.
Η Βιώσιμη Ανάπτυξη στην οποία ομνύουν επικοινωνιακά οι κυβερνώντες προϋποθέτει δυο όρους που συστηματικά υποβαθμίζονται και καταστρατηγούνται σήμερα στη χώρα.
Προϋποθέτει πρώτα την ύπαρξη κοινών αγαθών και δεύτερον την εκπόνηση δημόσιων πολιτικών.
Η προσαρμογή στις νέες δυσμενείς συνθήκες δεν μπορεί να επιτευχθεί με ιδιωτικοποιήσεις των δασών με σκοπό την κερδοφόρα εκμετάλλευσή τους. Η «πράσινη» μετάβαση δεν μπορεί να γίνει άλλοθι για την καταστροφή της φύσης. Ούτε μπορεί να γίνει κίνητρο για εμπρησμούς στις προς εκμετάλλευση δασικές περιοχές.
Ακόμη και αν οι φήμες για εμπρησμό στα Πιέρια είναι αβάσιμες και αναληθείς, η δυνατότητα της μετέπειτα ιδιωτικοποίησης της καμένης γης με πρόσχημα την εγκατάσταση «πράσινων» αιολικών πάρκων δεν είναι καθόλου αβάσιμη. Είναι μια πραγματικότητα που χαρακτηρίζει την Ελλάδα μετά το 2019.
Τίποτε, όμως, δεν είναι πιο «πράσινο» από το αληθινό πράσινο της φύσης.
Οι ιδιωτικοποιήσεις συνιστούν εκχώρηση δημόσιας γης σε ιδιώτες. Που είναι συνώνυμη με την μετατροπή των δράσεων προσαρμογής στις νέες συνθήκες, σε δράσεις προσαρμογής στις ανάγκες κερδοφορίας των επιχειρηματικών συμφερόντων στα οποία εκχωρείται η δημόσια γη.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι ιδιωτικοποιήσεις είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της πρόληψης των φυσικών καταστροφών. Η προσαρμογή στις νέες συνθήκες της κλιματικής κρίσης για να γίνει πράξη, χρειάζονται κοινά αγαθά και άσκηση δημόσιων πολιτικών.
Αν αυτό δεν αλλάξει και συνεχίσει η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων δημόσιας γης, τα θερμά καλοκαίρια που μας περιμένουν θα γίνουν… κόλαση για τα ελληνικά δάση. Με απρόβλεπτες συνέπειες για το κλίμα, αλλά και για την οικονομική ανάπτυξη και για την κοινωνική ευημερία.
Η Ελλάδα θα γίνεται κάθε χρόνο και φτωχότερη, χάριν των συμφερόντων που θα πλουτίζουν από την καταστροφή της.
*Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ