Του Καθηγητή Jeffrey Levett *
- Στην Ελλάδα η τάση είναι να εξαφανίζεται ό,τι είναι πολύτιμο (Έλληνας λόγιος).
- Εμπρός τα παιδιά της Πατρίδας, ιερή αγάπη γι’ αυτήν που ευτυχώς η δόξα δεν έχει εγκαταλείψει …Τα όπλα των πολίτων: η υγεία, η φιλοσοφία και η λατρευτή Ελευθερία.
Θα μιλήσω, αν θέλετε, για την πατρίδα, γνωρίζοντας καλά ότι το έτος του 2024 μπορεί να είναι πιο δύσκολο από πέρσι, όμως και ευκολότερο από τα έτη που έρχονται. Η δημόσια υγεία και η φιλοσοφία έχουν μερικώς «αποκλειστεί από την ατζέντα» της Ελλάδας. Ωστόσο, χωρίς φιλοσοφία και ένα υγιές πολίτευμα δεν είναι δυνατό να οικοδομηθεί ένα καλύτερο ειρηνικό αύριο. Οι Έλληνες πολιτικοί σήμερα δεν φαίνεται να το πιστεύουν αυτό!
Το 1828, μετά απ’ το θάνατο του Βύρωνα από ελονοσία και την επιδημία χολέρας που ενέσκηψε, ο Καποδίστριας προσπάθησε να οργανώσει τη δημόσια υγεία. Εκατό χρόνια αργότερα, το 1929, σε μια λίγο διαφορετική Ελλάδα, ιδρύθηκε η Υγειονομική Σχολή Αθηνών (ΥΣΑ, 1929). Το λογότυπό της ήταν η κόρη του Ασκληπιού και θεά της Υγείας. Η επιγραφή, στην αρχική περγαμηνή της Σχολής, έγραφε: «Χωρίς Υγεία, Άβιος Βίος», δηλαδή ελλείψει υγείας, η ζωή είναι ανυπόφορη. Με κατάφωρο τρόπο, ωστόσο, στους Αμπελόκηπους, η έννοια της ΥΣΑ, 1929 και ΕΣΔΥ, 1994, σκόπιμα υπονομεύτηκε εξ’ αρχής, ενώ στην πορεία τα σημαντικά για την Ελλάδα επιτεύγματά της «κρύβονταν κάτω από το χαλί».
Τέσσερις διαφωτιστικές τότε παρατηρήσεις λογίων:
- Στα επίσημα εγκαίνια της ΥΣΑ, από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ένας δημοσιογράφος ρώτησε: «Λοιπόν, γιατί χρειαζόμαστε τη Σχολή Δημόσιας Υγείας της Αθήνας, όταν έχουμε την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών; Ο Αλέξανδρος Παππάς απάντησε «δεν είναι το ίδιο!» Συνέχισε λέγοντας ότι οι αρχές και οι πρακτικές των ιατρικών σχολών είναι διαφορετικές από τις σχολές δημόσιας υγείας, σε όλο τον κόσμο. Ένας γιατρός είναι ένα πράγμα, ένας γιατρός δημόσιας υγείας είναι ένα άλλο. Έδωσε σαφείς ορισμούς της ιατρικής και της δημόσιας υγείας και περιέγραψε πώς διαφέρουν ως προς την πρακτική τους σημασία.
- Ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρής , σπουδαίος φυσικομαθηματικός και Σύμβουλος του πρωθυπουργού για τη παιδεία, έγραψε στη Πηνελόπη Δέλτα ότι σε δύο εβδομάδες στην Αμερική, κατάφερε για την Ελλάδα όσα κατάφερε σε δύο χρόνια στην Ελλάδα.
- Ο Νικόλαος Μακρίδης, διάσημος γιατρός της Κωνσταντινούπολης, ειδικός στον τομέα της κοινωνικής ιατρικής, είπε ότι οι τοπικοί γιατροί, πολιτικοί και συνεργάτες του τότε ΓΓ στην Ελλάδα, ο Τύπος, οι υπουργοί και οι δημόσιοι υπάλληλοι-γραφειοκράτες εμποδίζουν τους ξένους εμπειρογνώμονες, έτσι ώστε να σταματήσουν οι διεθνείς προσπάθειες για μεταρρύθμιση της δημόσιας υγείας στην Ελλάδα,
- Ο Βασίλης Βαλαώρας, απόφοιτος της Υγειονομικής Σχολής Αθηνών, περιγράφοντας τις συνθήκες στη Βόρεια Ελλάδα αναφέρθηκε σε ένα εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο υγείας και έναν σε μεγάλο βαθμό και συστηματικά υποσιτιζόμενο πληθυσμό, ρημαγμένο από τον λιμό, τις μεταδοτικές ασθένειες κ.ο.κ.
- ο Norman White, πρώτος διευθυντής της Υγειονομικής Σχολής Αθηνών, έφυγε άρον άρον και αρνήθηκε από κει και πέρα να μιλήσει για τη δυσμενή του εμπειρία στην Ελλάδα.
Πριν από εκατό χρόνια επικρατούσε η άποψη ότι οι Έλληνες πρέπει να ζουν και να αναπτύσσονται κάτω από υγιεινές συνθήκες και να μην αντιμετωπίζουν προβλήματα όπως η φτώχεια, ο υποσιτισμός, οι μολυσματικές ασθένειες και η έλλειψη συστημάτων ύδρευσης, υγιεινής και πρόληψης ασθενειών. Σήμερα; Ο Χώρος Υγείας [ΧΥ] παραμένει μη αρτιμελής, ενώ η δημόσια υγεία βρίσκεται ακόμα «κολλημένη πάνω στο διάδρομο της απογείωσής της». Η πρακτική φιλοσοφία δεν βρίσκεται πουθενά. Τίποτα από αυτά δεν θα εξέπληττε τον Καποδίστρια, τον Βενιζέλο ή τον Καραμανλή.
Για την ιστορία, η δημόσια υγεία προέκυψε ως αποτέλεσμα της δυστυχίας των λαών, ενώ το κράτος πρόνοιας προέκυψε ως αποτέλεσμα του πολέμου. Πριν από ενενήντα πέντε χρόνια, στους Αμπελόκηπους, έγινε μια βραχύβια επανάσταση στη δημόσια υγεία, που προχώρησε μέσω θαρραλέων αποφάσεων του Ελευθέριου Βενιζέλου, με την ίδρυση της Υγειονομικής Σχολής Αθηνών. Ξεκίνησε από σκέψεις και έργα του Κ. Σάββα και του Ι. Καρδαμάτη, μετά από χρόνια ερωτήματα. Ο Καρδαμάτης αναφερόταν στους πολιτικούς καυγάδες, στην εξαφάνιση των δασών από την φωτιά και τον άνθρωπο, ενώ η κοινωνία τον περιφρονούσε και τον λοιδορούσε, απονέμοντάς του το παρατσούκλι «ο Μύγας».
Σαφώς, η επένδυση στην κοινωνική λειτουργία του κράτους για να βελτιώσει την υγεία των πολιτών ενός έθνους, τόσο σωματικά όσο και εγκεφαλικά, είναι η πιο σημαντική πράξη του. Όσο μεγαλύτερη είναι αυτή η επένδυση, τόσο πιο ανεπτυγμένη είναι η νοοτροπία του κράτους, ηθικά, ανθρωπιστικά και φιλοσοφικά. Η επένδυση αυτή εκφράζεται ως ποσοστό του ΑΕΠ, που δαπανάται κυρίως στην κλινική ιατρική και σχεδόν καθόλου στη δημόσια υγεία, γενικά, ενώ οι κύριες τάσεις είναι προς έναν πιο περιορισμένο δημόσιο τομέα και μια πολύ πιο κερδοφόρα κλινική ιατρική. Εκείνο που ειπώθηκε 120 χρόνια πριν, εγώ το επαναλαμβάνω σήμερα: «Είναι λυπηρό ότι εδώ που άκμασε εξ’ αρχής η Υγιεινή, η πολιτική σκότωσε τη Σχολή της, με «ψήφο θανάτωσης», από την Ελληνική Βουλή (2019). Έτσι, το μέτρο μου για τους πολιτικούς είναι η στάση τους, όσον αφορά τη δημόσια υγεία ή/και την κλασική φιλοσοφία και πιο συγκεκριμένα, το τί έκαναν για τη σωτηρία της ιστορικής Υγειονομικής Σχολής Αθηνών (ΥΣΑ), που ιδρύθηκε το 1929 και μετονομάστηκε-εξελίχθηκε σε Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας το 1994, ή για την αναγνώριση του Παγκόσμιου Φιλοσοφικού Φόρουμ Αθηνών. Λίγοι είναι οι άνθρωποι που έχουν κάνει κάτι θετικό και μπορώ να τους μετρήσω με το ένα μου χέρι. Όσον αφορά δε την ελίτ, καλύτερα να μη μιλήσουμε για την πλήρη αδιαφορία της! Απλώς, επαναλάμβανε τις προηγούμενες σκέψεις των Ελλήνων ειδικών, ότι η ιατρική μελέτη δεν επαρκεί ώστε να παράσχει τις σχετικές γνώσεις, που θα καταστήσουν τον γιατρό ειδικό στην υγιεινή, ικανό να αναλάβει υπηρεσία για την υγεία του πληθυσμού.
Πρόσφατα, ο Γιάννης Στουρνάρας, Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, αναφέρθηκε στα επιτυχημένα 20 χρόνια της Ελλάδας μετά τον εμφύλιο πόλεμο, χωρίς να αποδώσει καμία εύφημο μνεία στον Βενιζέλο και στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ – προηγουμένως ΥΣΑ).
Η ΥΣΑ, που γεννήθηκε από θαρραλέες επαναστατικές πολιτικές πράξεις το 1929 και έγινε μέρος της ελληνικής κουλτούρας, «εκτελέστηκε» τελικά, το 2019. Ούτε ένας διακεκριμένος συμμετέχων σε οποιοδήποτε από τα αναφερόμενα συμβάντα δεν ανέφερε τη θλιβερή κατάσταση της υγείας του ελληνικού λαού το 1821 ή το 1921 ή τη συμβολή της δημόσιας υγείας στη βελτίωση της κοινωνικής εξέλιξης με τις προσπάθειες του Καποδίστρια και αργότερα, του Ελευθερίου Βενιζέλου. Επιπλέον η κυβέρνηση ήταν σταθερά αδιάφορη!
Η Ελλάδα σήμερα, που βρίσκεται στην αρχή του τρίτου αιώνα μετά την απελευθέρωσή της (καθώς διανύουμε τον 21ο αιώνα), έχει διάφορες αδυναμίες που περιλαμβάνουν δυο αδύναμες αφηγήσεις: Η μια αφορά τη δημόσια υγεία και η άλλη τη φιλοσοφία. Οι εκφραστές που βρίσκονται στο υπόβαθρό τους είναι η πολιτική πόλωση και ορισμένα παράδοξα: Η χώρα έχει ξεφύγει από τη στάση της οικουμενικής ουδετερότητας, ενώ η επαφή της με το παρελθόν της έχει χαθεί. Παράλληλα, ο κόσμος πάσχει από κοινωνικοοικονομική άνοια, ενώ οι αποφάσεις λαμβάνονται με ελάχιστη φαιά ουσία. Επίσης σήμερα, η γη έχει εισέλθει σε πιο θυελλώδεις καιρικές και περιβαλλοντικές συνθήκες, όπου ελλοχεύουν κίνδυνοι ταχύτατης πυρηνικής ανάφλεξης, πράγμα που σημαίνει ότι η ανθρωπότητα απειλείται από πλήρη καταστροφή. Για την αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων (υπαρξιακά ζητήματα, καταστροφικά γεγονότα, δημογραφικό, ακρίβεια, λειψυδρία) απαιτείται μια νέα γλώσσα, εκείνη της δημόσιας υγείας, με φιλοσοφική απόχρωση.
Προς το τέλος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα (2019), καταστράφηκε δια της Ελληνικής Βουλής ένας θεσμός δημόσιας υγείας, που στην αρχή του περασμένου αιώνα [1929-1934], έδωσε ώθηση σε μια επανάσταση που έσωσε την Ελλάδα. Το 2019, η κυβέρνηση, αντί της τυπικής και συνηθισμένης πολιτικής «μια στο καρφί και μια στο πέταλο», σκόπιμα «σκότωσε το άλογο». Ο θεσμός αυτός, γνωστός ως Υγειονομική Σχολή Αθηνών, ιδρύθηκε ως απάντηση στις άθλιες συνθήκες υγείας της εποχής εκείνης, με σκοπό τη διαμόρφωση και την ενίσχυση της διεπιστημονικής κουλτούρας και την οικοδόμηση σταθερής συνεργασίας της δημόσιας υγείας με τη διεθνή κοινότητα. Για καλή μας τύχη, ο θεσμός αυτός ρίζωσε παρά τα σκόπιμα νομικά κωλύματα, για να εξελιχθεί σε ακρογωνιαίο λίθο της κοινωνικής πολιτικής. Τα σημαντικά επιτεύγματα του: Η εκρίζωση της Ελονοσίας, ο έλεγχος της φυματίωσης, η ανάπτυξη προληπτικών υπηρεσιών και η ενίσχυση της επιστημονικής κουλτούρας. Το αποτέλεσμα: Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής και η τοποθέτηση της Ελλάδας στη κοινωνία των προοδευτικών κρατών.
Η «εξόντωση» της ιστορικής Σχολής της Δημόσιας Υγείας [ΕΣΔΥ, 1994 ή ΥΣΑ, 1929], ενός ιδρύματος-οργανισμού του δημόσιου τομέα και σπουδαίου μέρους της ελληνικής κληρονομιάς, ήταν εύκολο έργο για τους δήθεν σοσιαλιστές, δήθεν προοδευτικούς. Έγινε χωρίς την υποβολή κάποιας επιστημονικής έκθεσης και πιθανότατα, με μοναδικό σκοπό τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για μέλη του κόμματος. Ο «εκτελεστής» ήταν ο κύριος Κώστας Γαβρόγλου, Υπουργός Παιδείας, αλλά έγινε και με τη σύμφωνη γνώμη της τότε Ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας και η «αυτοεξυπηρέτηση» αυτή κατέστρεψε την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), λίγο πριν από τον Κορωνοϊό. Πρόκειται για τη θυσία των καλύτερων διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων χάριν πολιτικού οφέλους. Η προσπάθεια βελτίωσης αυτού που είναι καλό και αλλαγής του κακού ή του μετρίου προς το καλύτερο, δεν απαντάται στο πλαίσιο της σημερινής πολιτικής νοοτροπίας. Η Ελλάδα ήταν μια ευρωπαϊκή «πρωτιά». Στην Ισπανία, μια Σχολή δημόσιας υγείας, που είχε αρχικά την ίδια μοίρα, τελικά σώθηκε. Ουδείς, όμως, εδώ, διαμαρτυρήθηκε όταν καταστράφηκε η 90 ετών παράδοση πολιτισμού της δημόσιας υγείας. Ούτε η πνευματική ελίτ διαμαρτυρήθηκε ποτέ. Ποιος νοιάζεται αν τα νεογέννητα θα ζήσουν λιγότερα χρόνια από τους γονείς τους και θα έχουν χαμηλότερη ποιότητα ζωής;
Επιτρέψτε μου να τελειώσω με μια σύνθετη σειρά σκέψεων σε σχέση με την αδύναμη αφήγηση της δημόσιας υγείας: Ο Καποδίστριας πήρε έναν χώρο-μη κράτος και τον οδήγησε προς τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους, ενώ αναγνώρισε τη σπουδαιότητα της δημόσιας υγείας. Ο Βενιζέλος πρότεινε τη δημιουργία δύο Σχολών Δημόσιας Υγείας και η ΥΣΑ (1929) έβαλε την Ελλάδα στον ευρωπαϊκό χάρτη και εντός της κοινωνίας των προηγμένων εθνών, ενώ ο Καραμανλής, το 1975, που ήταν προηγουμένως εξόριστος στη Γαλλία, έφερε νέες ιδέες και προώθησε την αναζωογόνηση της ΥΣΑ.
Η ίδρυση Σχολής Δημόσιας Υγείας θεωρήθηκε εξ αρχής περιττή, ευνοούμενη και ελιτίστικη από τους τότε Ακαδημαϊκούς και όταν έπαψε να υπάρχει το 2019, η φωνή της ελίτ δεν ακούστηκε. Το θαύμα είναι ότι επέζησε η ανεκτίμητη προσφορά της, ακόμη και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρότι υπήρξε εντελώς αγνοημένη στην Ελλάδα και τούτο μάλιστα συνέβη παρά το γεγονός ότι έχει αφήσει πλούσια νομοθετική ιστορία για τους πολιτικούς και αποτελεί βοήθημα για να αποφύγουν τα λάθη του παρελθόντος. Εκτιμώ ότι μέχρις ότου η κοινωνία και η Βουλή των Ελλήνων γίνουν δεκτικές στη μάθηση και στο πνεύμα του Σωκράτη, τα σημαντικά ζητήματα δεν θα επιλυθούν. Όμως ακόμα και τα απόνερα και τα απομεινάρια μιας μοναδικής Σχολής, μπορούν να μας διαφωτίσουν και να φανούν χρήσιμα. Είναι μια μοναδική ευκαιρία! Ελπίζω ότι θα εξετάσετε με καλό μάτι τη πρόταση μου να διοργανωθεί ημερίδα, με θέμα τα διδάγματα από την Υγειονομική Σχολή Αθηνών χωρίς δίδακτρα.
Το κείμενο της πρώτης μου ομιλίας στην Ελλάδα, σχετικά με την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Έθνος, το 1981, όπου τελείωνα λέγοντας «εγώ δηλώνω ότι η Αλλαγή έχει έρθει, Είναι όμως η Ελλάδα έτοιμη για την Αλλαγή;». Η απάντησή μου ήταν αρνητική. Την ίδια εποχή, έγραψα και άρθρα σχετικά με την αναγκαία ανάπτυξη της μετεκπαίδευσης στα γνωστικά αντικείμενα της βίο-ιατρικής τεχνολογίας, της ιατρικής φυσικής και της κλινικής μηχανικής, και σχετικά με την βιοτεχνολογία, τα προβλήματα υγείας όσον αφορά την παιδική παχυσαρκία, τα κυκλοφοριακά ατυχήματα στη νεολαία κλπ. Η Σχολή Δημόσιας Υγείας της Αθήνας έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία και ένα εντυπωσιακό ιστορικό επιτευγμάτων. Μπορεί να εξαγάγει κανείς πολλά ακόμα συμπεράσματα από τα δύσκολα ιστορικά της βήματα. Τα διαπιστευτήριά μου είναι ότι έζησα τα εγκαίνια του βρετανικού ΕΣΥ (NHS, 1948), τη γέννηση του αμερικανικού Medicaid και Medicare και του ελληνικού ΕΣΥ (1983). Ήρθα στην Ελλάδα το 1960 και είχα το προνόμιο να στεγαστώ αρχικά στο Άσυλο Ανιάτων Ψυχικών νοσημάτων της Δάφνης.
* Ο Jeffrey Levett (Τζέφρευ Λέβετ) είναι: Ομότιμος Καθηγητής της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, Αθήνα και Καθηγητής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ειρήνης και Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο της Ειρήνης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ΟΗΕ, Βελιγράδι.
Το 2019 έλαβε το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης Gusi (Gusi Peace Prize International), ένα από τα επιφανέστερα βραβεία στην Ασία. Θεωρείται το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης της Ανατολής και με αυτό έλαβε το κλειδί της πόλεως της Μανίλα (πρωτεύουσας των Φιλιππίνων). Το βραβείο δεν είναι χρηματικό και δίδεται με την προσδοκία και ευχή ο αποδέκτης να συνεχίσει τον αγώνα για την ειρήνη. Το βραβείο δόθηκε για τις υπηρεσίες του για την Παγκόσμια Δημόσια Υγεία, τη διάδοση της ελληνικής σκέψης και των αρχών της κλασσικής φιλοσοφίας.(Βλέπε Δημόσια Υγεία 1900-2018 : ο ραγισμένος καθρέφτης της παραμελημένης Κοινωνίας με κάλεσμα Θειϊκή παρέμβαση – Ξύπνα Θεά Υγεία για να μας δείξεις τη σωστή πορεία της πατρίδας).