Με τα πιο μελανά χρώματα περιγράφει στη νέα του έκθεση ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (OOΣΑ) την κατάσταση που βιώνουν οι καρκινοπαθείς στη χώρα μας.
Παράλληλα, τονίζει δεκάδες σοβαρά προβλήματα του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), τα οποία, όπως υπογραμμίζει, προκαλούν τόσο μεγάλες καθυστερήσεις από τη διάγνωση μέχρι τη θεραπεία, που στην ουσία ωθούν τους καρκινοπαθείς στον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα να πληρώνουν την περίθαλψη από την τσέπη τους.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ αναλύει τα προβλήματα, τα πλεονεκτήματα, τις προκλήσεις και συγκεκριμένους τομείς δράσης για καθένα από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ, την Ισλανδία και τη Νορβηγία, με σκοπό την καθοδήγηση των επενδύσεων και των παρεμβάσεων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), εθνικό και περιφερειακό, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδίου για την καταπολέμηση του καρκίνου.
Τα προβλήματα του ΕΣΥ στην αντιμετώπιση των καρκινοπαθών
Σύμφωνα με την νέα έκθεση, που εκδόθηκε, χθες, Τετάρτη, η πρόσβαση στην φροντίδα του καρκίνου στην Ελλάδα περιορίζεται από πολλούς παράγοντες.
Μεταξύ τους βρίσκονται η συρρίκνωση του ΕΣΥ τα τελευταία χρόνια μετά από τις διαδοχικές δημοσιονομικές περικοπές λόγω των μέτρων λιτότητας, η απουσία εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο και εθνικού μητρώου καρκίνου, η έλλειψη εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού και τα κενά στην ιατρική εκπαίδευση στην ογκολογία.
Ανεπαρκής είναι και ο αριθμός γιατρών και νοσηλευτών, αλλά και τα υλικά που απαιτούνται για την άρτια παροχή υπηρεσιών ογκολογίας.
Παράλληλα, δεν εφαρμόζονται μηχανισμοί επιτήρησης, δεν διατίθενται άμεσα τα καινοτόμα φάρμακα, ενώ τα δεδομένα σχετικά με την ποιότητα της περίθαλψης είναι ελάχιστα.
Απουσία ολοκληρωμένης στρατηγικής
Η έκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρει ότι η Ελλάδα έχει απουσία ολοκληρωμένης εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο, κάτι που επηρεάζει όλες τις πτυχές της περίθαλψης της νόσου.
«Η Ελλάδα δεν έχει αναπτύξει, ούτε έχει εφαρμόσει τεκμηριωμένη ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για τον καρκίνο ή σχέδιο για τον καρκίνο στο πλαίσιο εθνικής στρατηγικής για τις μη μεταδοτικές νόσους. Η απουσία ολοκληρωμένης στρατηγικής για τον καρκίνο έχει σοβαρές επιπτώσεις στο άχθος του καρκίνου, στα ποσοστά», αναφέρει η έκθεση.
2,5 χρόνια για την έγκριση νέου φαρμάκου
Η έγκαιρη πρόσβαση σε νέες θεραπείες για τον καρκίνο και σε φάρμακα ογκολογίας ακριβείας είναι υψίστης σημασίας για τους καρκινοπαθείς, τονίζουν οι συγγραφείς της μελέτης του ΟΟΣΑ, ωστόσο, στην Ελλάδα οι ασθενείς θα πρέπει συχνά να περιμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα προκειμένου να λάβουν προσφάτως εγκεκριμένα για αποζημίωση και καινοτόμα φάρμακα.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της έκθεσης του ΟΟΣΑ, το 2021 ο διάμεσος χρόνος από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας έως την ένταξη νέων ογκολογικών φαρμάκων στον κατάλογο αποζημιούμενων φαρμάκων ήταν περίπου 840 ημέρες (δηλαδή 28 μήνες), όταν ο μέσος χρόνος μεταξύ της χορήγησης άδειας κυκλοφορίας και της πρώτης πρόσβασης στις 28 χώρες της ΕΕ ήταν σχεδόν ο μισός (398 ημέρες).
Ταχύτερη πρόσβαση σε φάρμακα είχαν οι ασθενείς στη Γερμανία (17 ημέρες), στη Βρετανία (22 ημέρες) και στην Αυστρία (31 ημέρες).
Χορηγούνται νέες θεραπείες δίχως τις απαραίτητες εξετάσεις
Οι ασθενείς αντιμετωπίζουν επίσης πρόβλημα όσον αφορά τα ογκολογικά φάρμακα ακριβείας για τα οποία απαιτούνται εξετάσεις βιοδεικτών, καθώς οι εξετάσεις αυτές είτε δεν είναι διαθέσιμες είτε δεν αποζημιώνονται.
Κατά συνέπεια, όπως αναφέρει η έκθεση, στους ασθενείς συνταγογραφούνται πολύ δαπανηρές και πολύπλοκες νέες θεραπείες ακριβείας, χωρίς να είναι γνωστό αν θα είναι επωφελείς γι’ αυτούς, ενώ η χώρα δαπανά χρήματα για θεραπείες οι οποίες ενδέχεται να μην ενδείκνυνται για τους ασθενείς που τις λαμβάνουν.
Στα χαμηλότερα επίπεδα της ΕΕ οι δαπάνες περίθαλψης καρκίνου
Η δαπάνη για την περίθαλψη του καρκίνου στην Ελλάδα συγκαταλέγεται στα χαμηλότερα επίπεδα στην ΕΕ.
Το 2018 το εκτιμώμενο συνολικό κόστος του καρκίνου στην Ελλάδα υπερέβαινε ελαφρώς τα 2 δισ. ευρώ.
Περίπου το 48 % του ποσού αυτού αντιστοιχούσε σε άμεσες δαπάνες και περίπου το 15 % ήταν ευκαιριακό κόστος λόγω απώλειας χρόνου που οφείλεται στην παροχή μη αμειβόμενης φροντίδας από συγγενείς.
Το υπόλοιπο 37 % προέκυψε από απώλειες παραγωγικότητας που αποδίδονται στη νοσηρότητα και την πρόωρη θνησιμότητα.
Συνολικά, το κατά κεφαλήν οικονομικό κόστος του καρκίνου στην Ελλάδα ανήλθε σε 229 ευρώ, ποσό που είναι χαμηλότερο από τον μέσο όρο των 326 ευρώ της ΕΕ.
Ο 1 στους 4 θανάτους οφείλεται σε καρκίνο
Αν και υπάρχουν ζητήματα συλλογής στοιχείων, σε απόλυτους αριθμούς 1 στους 4 θανάτους το 2019 σχετιζόταν με τον καρκίνο (31.000 από τους 125.000 θανάτους).
Η χώρα μας, όμως, δεν βρίσκεται στη χειρότερη θέση της θνησιμότητας από καρκίνο από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).
Είναι λίγο πιο κάτω από τον μέσο όρο, καθώς καταγράφηκαν 241 θάνατοι ανά 100.000 άτομα, ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ ανήλθε σε 247 ανά 100.000 άτομα.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ, κατά την τελευταία δεκαετία η μείωση της θνησιμότητας από καρκίνο ήταν βραδύτερη στην Ελλάδα από ό,τι στην ΕΕ, ενώ η συνολική θνησιμότητα λόγω καρκίνου αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ η αποφευκτή πρόωρη θνησιμότητα συνδέεται με:
- Προβλήματα που αφορούν το ανθρώπινο δυναμικό σε μονάδες διάγνωσης και θεραπείας
- Παρωχημένες υποδομές
- Τον κατακερματισμός των υπηρεσιών
- Την άνιση κατανομή των πόρων
- Την ανεπαρκή πρόληψη
- Την έλλειψη στρατηγικών και προγραμμάτων για τον προσυμπτωματικό έλεγχο και
- Την έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου, καθώς και η αύξηση των παραγόντων κινδύνου στις πλέον ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
Στην Αττική τα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας
Αναφορικά με τη γεωγραφική κατανομή της θνησιμότητας από καρκίνο, το υψηλότερο ποσοστό στην Ελλάδα παρατηρείται στην περιφέρεια Αττικής, με 255 θανάτους ανά 100.000 άτομα το 2019.
Αυτό βέβαια οφείλεται στο ότι οι θάνατοι καταγράφονται όχι με βάση τον τόπο διαμονής του ασθενούς, αλλά σύμφωνα με το νοσοκομείο στο οποίο απεβίωσαν.
Και επειδή αρκετοί ασθενείς από την περιφέρεια μεταβαίνουν για θεραπεία σε νοσοκομεία της Αττικής, οι θάνατοι καταγράφονται στην εν λόγω περιφέρεια.
Το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας παρατηρείται στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (250 θάνατοι ανά 100 000 άτομα).
Οι περιφέρειες Βορείου Αιγαίου και Ηπείρου παρουσιάζουν τα χαμηλότερα ποσοστά, με 201 και 206 αντίστοιχα θανάτους ανά 100.000 άτομα.
Ο καρκίνος του πνεύμονα η πιο συχνή αιτία θανάτου
Ο καρκίνος του πνεύμονα και ο καρκίνος του παχέος εντέρου συνιστούν τις κύριες αιτίες θανάτου από καρκίνο στην Ελλάδα.
Το 2019 ο καρκίνος του πνεύμονα ήταν η πιο συχνή αιτία θανάτου από οποιονδήποτε τύπο καρκίνου στην Ελλάδα και ευθυνόταν για περίπου 59 θανάτους ανά 100.000 άτομα.
Ο καρκίνος του πνεύμονα ευθύνεται για το 5,7 % του συνόλου των θανάτων και εξακολουθεί να αποτελεί συνολικά την τρίτη αιτία θανάτου, μετά τις καρδιακές και τις εγκεφαλοαγγειακές νόσους στη χώρα μας, σύμφωνα με τα δεδομένα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) για το 2022.
Η κατάσταση αυτή μπορεί να εξηγηθεί, εν μέρει, λόγω του υψηλού ποσοστού καπνίσματος, καθώς το 25% των ενηλικών καπνίζει συστηματικά, όπως αναφέρει η έκθεση.
Το μέσο ποσοστό θνησιμότητας από καρκίνο του πνεύμονα στην ΕΕ μειώθηκε από 55 θανάτους ανά 100.000 άτομα το 2011 σε 50 θανάτους ανά 100.000 άτομα το 2019.
Η θνησιμότητα από καρκίνο του παχέος εντέρου έχει σημειώσει ελαφρά αύξηση κατά την τελευταία δεκαετία και ήταν η δεύτερη αιτία θανάτου από καρκίνο το 2019, με 22 θανάτους ανά 100.000 άτομα.