Όπως αναλύθηκε στο χθεσινό άρθρο, στην απόπειρα να ανατρέψει την πολιτική της λιτότητας που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα και την ευρωζώνη, η κυβέρνηση ηττήθηκε κατά κράτος. Η συνθηκολόγηση συνοδεύεται από επαχθείς όρους, αλλά ήταν αναγκαστική κίνηση καθώς δεν υπήρχαν σοβαρές εναλλακτικές λύσεις και καμιά προετοιμασία των πολιτών. Δίνει επίσης τον χρόνο ώστε η κυβέρνηση και η χώρα να χαράξουν την στρατηγική τους, στις νέες, δυσκολότερες συνθήκες.
Όπως ουδέν κακόν αμιγές καλού, έτσι και η μάχη των τελευταίων 5 μηνών, προκάλεσε παράπλευρες θετικές εξελίξεις. Η πρώτη είναι ότι το ζήτημα του μη βιώσιμου χρέους τέθηκε σε διεθνές επίπεδο. Από τον Σόιμπλε μέχρι την Μέρκελ που αντιτάχθηκε μόνο σε ένα «κλασικό» κούρεμα, μέχρι και τις χθεσινές γερμανικές εφημερίδες που αναρωτιούνται για την καλύτερη λύση, όλοι πλέον αναγνωρίζουν ότι υπάρχει πρόβλημα και πρέπει να επιλυθεί.
Η δεύτερη ενδιαφέρουσα εξέλιξη είναι ότι η εγωιστική, τιμωρητική πολιτική της Γερμανίας, που η Ελλάδα βιώνει από το 2010, μαθεύτηκε στο παγκόσμιο χωριό. Ακόμη και αν είναι υπερβολικές οι φωνές κορυφαίων Γερμανών διανοούμενων, πως η Μέρκελ κατέστρεψε στις Βρυξέλλες, σε μια νύχτα ότι η χώρα της έκτιζε από τον πόλεμο και μετά, το βέβαιο είναι ότι η στάση του Βερολίνου προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις. Υπήρξαν κριτικές ακόμη και από γαλλικές εφημερίδες όπως οι Le Monde – Liberation που είχαν κρατήσει εχθρική στάση απέναντι στην νέα ελληνική κυβέρνηση και εκθείαζαν τα προηγούμενα χρόνια το γερμανικό μοντέλο, ενώ ανάλογη ήταν η στάση μιας σημαντικής μερίδας του υπόλοιπου διεθνούς τύπου.
Ακόμη πιο σημαντικό όμως από την τρέχουσα επικαιρότητα ή και την συμπάθεια μέρους της διεθνούς κοινής γνώμης για την ελληνική τραγωδία και τα μαρτύρια Τσίπρα στη βελγική πρωτεύουσα, είναι το γεγονός ότι η πεντάμηνη κρίση ανέδειξε τις συστημικές αδυναμίες της ευρωζώνης. Σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, η Γερμανία έχει κερδίσει από το ξέσπασμα της κρίσης 193 δις ευρώ, περισσότερα δηλαδή από το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της Ελλάδας και πολλών άλλων χωρών μελών της ευρωζώνης. Αυτή όμως η ανισορροπία, που πλήττει και ισχυρές χώρες όπως η Γαλλία ή η Ιταλία, δεν μπορεί να συνεχιστεί: είτε η ευρωζώνη θα διορθώσεις τις αδυναμίες της με πρωτοβουλία της Γερμανίας ή αργά ή γρήγορα θα διαλυθεί, τουλάχιστον με την σημερινή της μορφή.
Η τρίτη θετική εξέλιξη από την κρίση είναι ότι το παλιό πολιτικό προσωπικό της χώρας τέθηκε στο περιθώριο. Οι πολίτες καταλαβαίνουν ότι ο Α. Τσίπρας έκανε λάθη, του αναγνωρίζουν όμως την ειλικρίνεια των προθέσεων καθώς και το γεγονός ότι πάσχισε με όλες του τις δυνάμεις και μέχρι την τελευταία στιγμή, εκεί που οι προκάτοχοι του δεν προσπάθησαν ποτέ. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της χώρας, απέτρεψε το σχέδιο πραξικοπήματος για την εκπαραθύρωση του που ξεκίνησε αμέσως μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου και αποτελεί το απαραίτητο πρόσωπο με το οποίο εταίροι και δανειστές θα πρέπει να συνδιαλέγονται. Η τύχη της χώρας βρίσκεται στα χέρια του.
Γι’ αυτό, με πρωθυπουργική πρωτοβουλία, πρέπει τώρα:
– Να προωθηθούν το ταχύτερο όλες οι μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να είχαν γίνει ανεξάρτητα από τα μνημόνια, από την πάταξη των καρτέλ και της διαφθοράς μέχρι την αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας της Δικαιοσύνης και της αξιοκρατίας. Κανείς δεν πρόκειται να επενδύσει σε μια χώρα, αν γνωρίζει ότι τα δικαστήρια της θα χρειαστούν 5-10 χρόνια για να επιλύσουν την όποια διαφορά προκύψει.
– Αυτές οι αλλαγές μπορούν να βελτιώσουν το κλίμα υπέρ της χώρας στη διεθνή κοινή γνώμη. Σε ένα επόμενο στάδιο, εφ’ όσον φυσικά οριστικοποιηθεί η συμφωνία, χρησιμοποιώντας και τα – όποια οικονομικά – αποτελέσματα από τις αλλαγές, ο Α. Τσίπρας θα πρέπει να επιδιώξει μια νέα συμφωνία – συνθήκη ειρήνης με την Γερμανία. Τόσο για το χρέος όσο και επειδή η συμφωνία των Βρυξελλών δεν είναι βιώσιμη, όπως όλοι πλέον αναγνωρίζουν.
Μια τέτοια θετική εξέλιξη δεν είναι καθόλου βέβαιη καθώς, όπως σημειώθηκε χθες, ο Σόιμπλε θα συνεχίσει τις προσπάθειες του για την εκπαραθύρωση της Ελλάδας. Επειδή η Γερμανία είναι σε θέση ισχύος, η ενδεχόμενη συνέχιση των εκβιασμών και των εξευτελισμών, θα φέρουν την Ελλάδα σε δυσμενέστερη θέση.
Γι’ αυτό ακριβώς η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός έχουν υποχρέωση να προετοιμάσουν αυτή τη φορά ένα plan B. Όχι με την πραξικοπηματική νοοτροπία μιας μυστικής ομάδας που φτιάχνει UFO στα γραφεία του υπουργείου ή σχεδιάζει κατάληψη του Νομισματοκοπείου. Οι πολίτες πρέπει να είναι απολύτως ενήμεροι και προετοιμασμένοι, και αυτό πρέπει να είναι το συμβόλαιο, που θα επιδιώξει να υπογράψει μαζί τους η σημερινή ή η επόμενη κυβέρνηση Τσίπρα: θα κάνουμε πρώτα απ ‘όλα γενναίες μεταρρυθμίσεις, θα παλέψουμε αμέσως μετά για το χρέος και για ελάφρυνση της συμφωνίας. Αλλά αν ο φον Σόιμπλε συνεχίσει το βιολί του, θα διαπραγματευθούμε την συντεταγμένη αποχώρηση μας. Από μια ευρωζώνη που θα πνέει, έτσι κι αλλιώς, τα λοίσθια.