Επιμέλεια: Στρατής Παπαμανουσάκης
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ – IOANNIS CAPODISTRIAS
(Κέρκυρα 1776 – Ναύπλιο 1831)
Κορυφαίος πολιτικός και Κυβερνήτης της νεώτερης Ελλάδας (1827), διαπρεπής διπλωμάτης στην υπηρεσία της Ρωσίας και δημιουργός του ομοσπονδιακού πολιτεύματος της Ελβετίας. Από επιφανή κερκυραϊκή οικογένεια (conte Capo d’ Istria), με σπουδές ιατρικής, νομικής και φιλοσοφίας στην Πάντοβα, Γραμματέας Επικρατείας της Ιονίου Πολιτείας κατά τη ρωσική κατοχή, παραβρέθηκε στο Συνέδριο της Βιέννης ως υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας από το 1815 μέχρι το 1822. Αναλαμβάνοντας το νέο ελληνικό κράτος από το μηδέν, κατόρθωσε να θέσει τις οργανωτικές βάσεις της διοίκησης, του στρατού, της δικαιοσύνης, της εκπαίδευσης και να λάβει μέτρα για την οικονομία, τη γεωργία και την αντιμετώπιση των μεγάλων κοινωνικών και άλλων προβλημάτων. Η συγκεντρωτική του όμως πολιτική, αγνοώντας τη μακρά ελληνική παράδοση και η επιδίωξη άμεσου εκσυγχρονισμού του κράτους, οδήγησε σε σοβαρές αντιδράσεις με αποτέλεσμα την τραγική δολοφονία του.
Έργα: Επισκόπησις της πολιτικής μου σταδιοδρομίας από το 1798 μέχρι το 1822, Αυτοβιογραφία Ιωάννη Καποδίστρια (1826), Επιστολαί, Κείμενα.
Βιβλιογραφία: [Έκδ. Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, Κέρκυρα (1976-1987), 8 τόμ.], Σ. Θεοτόκης, La correspondance du Comte Capodistrias, Παπαδόπουλος – Βρεττός, Mémoires biographiques et politiques sur la présidence de la Grèce, Paris (1837), Α.Μ. Ιδρωμένος, Ιωάννης Καποδίστριας (1900), Βροκίνης, Σύντομος αφήγησις του βίου του κόμητος Καποδίστρια, Α. Ιδρωμένος, Ιωάννης Καποδίστριας, 1900, Σ. Λάσκαρις, Kapodistrias avant la révolution (1918), Οικονόμου, Essai sur la vie de Capodistrias (1926), K. Mendelson Bartholdy, Johann Kapodistrias (1864), Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου (άρθρ. Α. Καμπάνη).
Εικονογραφία: Νομίσματα Καποδιστρίου, Προσωπογραφία, πίνακας, Διον. Τσώκος, Ανδριάντας, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ:
«Ο κυβερνήτης χάλασε την Ελλάδα γιατί την έκανε αμέσως φραγκική, ενώ έπρεπε στην αρχή να την κάνει τρία φραγκική και εφτά τούρκικη, ύστερα μισή και μισή και κατόπιν να γίνει φραγκική ολόκληρη» (Θ. Κολοκοτρώνης).
ΚΕΙΜΕΝΑ: ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ ΛΟΝΔΙΝΟΥ 22-1/3-2-1830
** ** **
Αλλά η ίδια αυτή πορεία του δικαίου φαίνεται σε κάθε στιγμή της εφαρμογής του. Κάθε διαταραχή της ομαλής κατάστασης δημιουργεί έναν αυτοματισμό εκδίκησης. Είναι η αρχική ατομική ή οικογενειακή ανταπόδοση και αργότερα η κοινωνική αντίδραση και η νομοτέλεια της κοσμικής δικαιοσύνης. Το σύστημα του κράτους δικαίου και η δίκη. Σ’ αυτή τη στάση εμφανίζεται ο αντίλογος των σοφιστών για το κράτος και το νόμο, ως προπύργιο των ισχυρών, για την κατοχύρωση των συμφερόντων τους. Αυτή την αντίληψη καταπολεμεί το φυσικό δίκαιο, ως όριο της δεσμευτικότητας των κανόνων του θετικού δικαίου. Ύστερα η αναγνωρισμένη αναγκαιότητα της έννομης τάξης βρίσκει την άρνησή της στην αντίσταση και στην αναρχία. Ο αυστηρός νόμος στην επιείκεια. Έτσι η αντίσταση χαρακτηρίζεται δικαίωμα και η δικαιοσύνη μεσότητα. “Μήτ’ ἀνάρχετον βίον/ μήτε δεσποτούμενον” (Αισχύλος, Ευμενίδες, 526-7), “τὸ δίκαιον μέσον τὶ ἄν εἴη” (Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1131a 15-16), “ἡ δικαιοσύνη μεσότης τις ἄν εἴη ὑπεροχῆς καὶ ἐλλείψεως καὶ πολλοῦ και ὁλίγου, ὅ τε γὰρ ἄδικος τῷ ἀδικεῖν πλεῖον ἔχει, καὶ ὁ ἀδικούμενος δὲ τῷ ἀδικεῖσθαι ἒλαττον τὸ δὲ γε μέσον τούτων δίκαιον ἐστί” (Αριστοτέλης, Μεγάλα Ηθικά, 1193b 25-29).
Αλλά και η πορεία από το θετικό στο φυσικό δίκαιο, από τους κανόνες δικαίου στις ηθικές αξίες συγκροτεί μια διαλεκτική σχέση. Το δίκαιο συγκροτεί μια συστηματική τάξη δεσμευτική, που δεν εκφράζει απόλυτες και ακατάλυτες αξίες, αλλά έχει σκοπό τη διαφύλαξη ή την αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης. Οι κανόνες δικαίου όμως για να εφαρμοσθούν πρέπει πρώτα να ερμηνευθούν. Και η ερμηνεία δεν μπορεί να γίνει χωρίς αναγωγή σε αφηρημένες δικαιϊκές αρχές, όπως είναι ο σεβασμός του ανθρώπου, η ίση μεταχείριση, η δίκαιη δίκη, η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, ουσιαστικά δηλαδή από το φυσικό δίκαιο. Αυτές πάλι οι δικαιϊκές αρχές, για να πραγματωθούν, πρέπει να εξειδικευθούν σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Έτσι το θετικό δίκαιο συγκροτείται όχι μόνο από κανόνες δικαίου, αλλά και από δικαιϊκές αρχές. Η διαλεκτική ακριβώς σχέση κανόνων και αρχών αμβλύνει την αντίθεση θετικού και φυσικού δικαίου και αποδίδει την ορθή δικαιοσύνη, το κοινό κτήμα της πολιτισμένης (ή τουλάχιστον της δυτικής) ανθρωπότητας (Μπέης, Το πρόβλημα του δικαίου και των ηθικών αξιών).