Του Παντελή Πετράκη
Η αποστροφή του πρωθυπουργού ότι “είδε” το “πρόσωπο μια καλύτερης Ελλάδας στα νέα παιδιά που διαδήλωσαν βουβά και ειρηνικά”, για να τους πνίξει λίγο αργότερα στα χημικά, έχει τόση αξία όση και η “μεγάλη ΣΥΓΓΝΩΜΗ” που ζητά αφού είδε ότι δεν έπιασαν τα περί “ανθρώπινου λάθους”.
Δακρυγόνα και κρότου λάμψης ήταν η απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης στους συγκεντρωμένους που διαδήλωναν ειρηνικά στο Σύνταγμα για το σιδηροδρομικό έγκλημα των Τεμπών.
Δεν είναι -ασφαλώς- η πρώτη φορά που η αστυνομία επιτίθεται σε ειρηνικούς διαδηλωτές και δεν θα είναι -δυστυχώς- η τελευταία, όμως η συγκυρία στην οποία έρχεται μόνο ως πολλαπλασιαστής της οργής και της αγανάκτησης μπορεί να λειτουργήσει.
Η ΕΛΑΣ με τα ΜΑΤ και την εγκληματική συμμορία ΔΡΑΣΗ επιτέθηκε σε ανθρώπους που θρηνούσαν, που ζητούσαν δικαίωση για ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα σε βάρος του πληθυσμού τούτης της χώρας. Για τον θάνατο δεκάδων συνανθρώπων μας σε μία προαναγγελθείσα τραγωδία.
“Το πρόσωπο της καλύτερης Ελλάδας είδαμε, επίσης, στους επιβάτες που ρίσκαραν τη ζωή τους για να σώσουν τους συνεπιβάτες τους. Στις Ελληνίδες και τους Έλληνες που έσπευσαν ενωμένοι να δώσουν αίμα. Αλλά και στα νέα παιδιά που διαδήλωσαν βουβά και ειρηνικά, κρατώντας ένα κερί και με σύνθημα «φταίει η κακιά η (χ)ώρα». Ένα σύνθημα που η αλήθεια του μας πονά όλους”
Αυτά ανέφερε -μεταξύ άλλων- το πρωί της Κυριακή ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε ανάρτησή του. Δεν πέρασαν παρά λίγες ώρες για να δείξει ο πρωθυπουργός την πραγματική του διάθεση απέναντι “στα νέα παιδιά που διαδήλωσαν βουβά και ειρηνικά”.
Η επίθεση της ΕΛΑΣ στους συγκεντρωμένους ανέδειξε την σημερινή ανάρτηση του πρωθυπουργού ως αυτό που πραγματικά είναι: ένα μνημείο υποκρισίας και μία απόπειρα επικοινωνιακής απομάκρυνσης από το φιάσκο της πρώτης βιαστικής πρωθυπουργικής δήλωσης που έκανε λόγο για “κυρίως ανθρώπινο λάθος”.
Μία δήλωση για την οποία έγινε σαφές στο τετραήμερο που μεσολάβησε από το έγκλημα των Τεμπών ότι όχι μόνο δεν είχε τα αναμενόμενα, από το επικοινωνιακό επιτελείο του Μαξίμου, αποτελέσματα αλλά ενέτεινε την αμφισβήτηση και την οργή για τις προθέσεις και τους χειρισμούς της κυβέρνησης.
Πλέον είναι η ίδια η πραγματικότητα που ξεγυμνώνει την υποκρισία των κυβερνώντων και την τεράστια απόσταση που τους χωρίζει από τον ανθρώπινο πόνο, από εκείνους που χάθηκαν, από εκείνους που έχασαν δικούς τους ανθρώπους, από εμάς που από τύχη δεν ήμασταν στο μοιραίο τρένο.
Η αποστροφή του πρωθυπουργού ότι “είδε” το “πρόσωπο μια καλύτερης Ελλάδας στα νέα παιδιά που διαδήλωσαν βουβά και ειρηνικά”, για να τους πνίξει λίγο αργότερα στα χημικά, έχει τόση αξία όση και η “μεγάλη ΣΥΓΓΝΩΜΗ” που ζητά αφού είδε ότι δεν έπιασαν τα περί “κυρίως ανθρώπινου λάθους”.