Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης
[…] Η βαθιά ανάγκη που με σπρώχνει να επικοινωνήσω πιο καλά με την πρωτόγονη ψυχήν αυτονών των ανθρώπων, μ’ έκανε να πολεμώ πεισμωμένα να μπω μες στο νόημα του γλωσσικού τους ιδιώματος. Είναι ένα σλαβικό παρακλάδι με πολλά τούρκικα και ρωμέικα στοιχεία. […] Αυτοί εδώ οι χωριάτες, που τη γλώσσα τους την καταλαβαίνουν περίφημα κι οι Βουργάροι κι οι Σέρβοι, αντιπαθούνε τους πρώτους γιατί τους πήρανε τα παιδιά τους στο στρατό. Μισούν τους δεύτερους που τους κακομεταχειρίζουνται για Βουργάρους. Και κοιτάνε με αρκετά συμπαθητική περιέργεια εμάς τους περαστικούς Ρωμιούς επειδή είμαστε οι γνήσιοι πνευματικοί υπήκοοι του Πατρίκ, δηλαδή του “Ορθόδοξου Πατριάρχη της Πόλης”. Γιατί η ιδέα του απλώνεται ακόμα, τυλιγμένη μέσα σε μια θαμπή μυστικοπάθεια πολύ παράξενη, πάνου σ’ αυτό τον απλοϊκό χριστιανικό κόσμο. Επειτα οι τάφοι των παλιώ τους προεστών έχουνε πάνω στις πέτρες σκαλισμένα ελληνικά γράμματα. Τα ίδια γράμματα που ’ναι γραμμένα πάνου στα σκεβρωμένα κονίσματά τους, και στα παλιά εκκλησιαστικά βιβλία των εκκλησιώ τους. Ωστόσο, δε θέλουν να ’ναι μήτε “Μπουλγκάρ”, μήτε “Σρρπ”, μήτε “Γκρρτς”. Μοναχά “Μακεντόν ορτοντόξ”.
— Στράτης Μυριβήλης, Η ζωή εν τάφω
Δεν είναι όλα τα ΟΧΙ στη Συμφωνία των Πρεσπών για το όνομα της Μακεδονίας ίδια και ούτε έχουν τους ίδιους σκοπούς οι εκπρόσωποι τους ενώ ένα μόνο από αυτά, τολμώ να πω, είναι το μόνο ορθό και αναγκαίο ενώ υπάρχει και το συριζαίικο ΝΑΙ που “επικράτησε” τελικά. Στο κείμενο που ακολουθεί θα επιχειρήσω μία σύνοψη όλων αυτών.
Το εθνικιστικό ΟΧΙ
Αρχικά έχουμε το εθνικιστικό ΟΧΙ το οποίο αρνείται το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του Μακεδονικού λαού και γενικότερα αμφισβητεί την ύπαρξη μακεδονικού έθνους και γλώσσας στο όνομα της πανάρχαιας αποκλειστικής ιδιοκτησίας μιας περιοχής που μέσα στο πέρασμα των αιώνων λογιών φυλές πέρασαν και διαμόρφωσαν την ιδιαίτερη ταυτότητα της, αδιαφορώντας ότι στις αρχές του προηγούμενου αιώνα οι κάτοικοι της περιοχής αυτοπροσδιορίζονταν ως “μακεντόν ορτοντόξ” δηλαδή “Μακεδόνες ορθόδοξοι” (στο θρήσκευμα – το παραθέτει ο συγγραφέας Στράτης Μυριβήλης στο μυθιστόρημα “Η ζωή εν τάφω”) κι αυτό αποτελούσε το στοιχείο που τους έφερνε ενάντια στον ελληνικό, γιουγκοσλάβικο, βουλγάρικο και τούρκικο αλυτρωτισμό. Το εθνικιστικό ΟΧΙ επίμονα αρνείται μια πραγματικότητα παρουσιάζοντας ως τη μόνη αλήθεια διάφορες θεωρίες συνομωσίας ότι η ύπαρξη μακεδονικής εθνότητας καλλιεργεί αλυτρωτικές διαθέσεις ενάντια στην ελληνική Μακεδονία αδιαφορώντας για την ύπαρξη της αντίστοιχης μειονότητας στην περιοχή και αδιαφορώντας επίσης, αν όχι αγνοώντας, ότι το ίδιο το ελληνικό κράτος στη δεκαετία του 1920 αναγνώριζε -και πολύ ορθά- την ύπαρξη της μειονότητας (η έκδοση σχετικού αλφαβηταρίου στη μακεδονική γλώσσα το αποδεικνύει περίτρανα) . Οι ίδιες θεωρίες αρνούνται και τις εθνοκαθάρσεις που πραγματοποιήθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας όπου ήταν αδίκημα να μιλάς τη μακεδονική γλώσσα. Είναι μάλιστα τόσο παράλογες αυτές οι θεωρίες οι οποίες μέσα στην ηθελημένη τυφλότητα τους παραβλέπουν ότι μια αδύναμη χώρα όπως η Μακεδονία αδυνατεί να εφαρμόσει το οτιδήποτε ενάντια στην Ελλάδα, ακόμα κι αν το ήθελε δηλαδή(!), ενώ την ίδια ώρα η Ελλάδα έχει μετατρέψει τη χώρα, ήδη από τη δεκαετία του ’90, σε ένα οικονομικό προτεκτοράτο.
Η Συμφωνία των Πρεσπών απλά επικυρώνει και την ελληνική πολιτική κηδεμονία πάνω στη χώρα επιβάλλοντας την αλλαγή στο συνταγματικό της όνομα ως όρο για να συμμετέχει ως πλήρες μέλος η Μακεδονία στο ΝΑΤΟ – η ίδια η Συμφωνία αποτελεί τμήμα της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ στην περιοχή και όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, όσο κι αν το παίζουν “αδιάφορες” κι “αρνητικές” σε μια τέτοια πραγματικότητα, στήριξαν μια λύση στο όνομα με αυτό ακριβώς ως στόχο και για να εδραιώσουν τη θέση του ελληνικού καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού ως του καταλληλότερου και ισχυρότερου διαχειριστή κι εκφραστή των αμερικάνικων συμφερόντων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και σε σχέση με τον “προαιώνιο” εχθρό, την Τουρκία. Η συμμαχία Ελλάδας-Ισραήλ-Αιγύπτου και Κύπρο, που καλλιεργήθηκε από την μνημονιακή κυβέρνηση Παπανδρέου και που υποστήριξαν όλες οι επόμενες κυβερνήσεις, είναι στην ακριβώς ίδια κατεύθυνση.
Στην πραγματικότητα το εθνικιστικό ΟΧΙ και πέρα από τους ευσεβείς πόθους διαφόρων αποτέλεσε μία προσπάθεια της ΝΔ, της Εκκλησίας και της ακροδεξιάς να στρέψουν την οργή του κόσμου για την κοινωνική εξαθλίωση μακριά από τους πραγματικούς υπεύθυνους της κρίσης, για να δημιουργήσουν πολιτική υπεραξία χρήσιμη για τις επόμενες εκλογικές μάχες, η οποία όμως απέτυχε ερχόμενη σε σύγκρουση με το υπαρκτό κίνημα ενάντια στα κλεισίματα και τις απολύσεις, τον ρατσισμό και τον φασισμό που δεν κλονίστηκε από τις αυταπάτες εθνικιστικού μεγαλείου, αναδεικνύοντας την αναγκαιότητα για κοινή πάλη μεταξύ της ελληνικής και μακεδονικής εργατικής τάξης ενάντια στους εθνικιστές εντός των ελληνικών και μακεδονικών συνόρων, ενάντια στους πολεμοχαρείς ρήτορες της εθνικής ομοιογένειας, ενάντια στους καπιταλιστές που μέσα στην κρίση τους ολοένα κι αυξάνουν τις προσπάθειες τους για να αποτρέψουν την εργατική τάξη, τοπικά και διεθνώς, να συνειδητοποιήσει το πραγματικό της συμφέρον. Μόνο αποτέλεσμα που είχε το εθνικιστικό ΟΧΙ, και με ευθύνη της ΝΔ που οργάνωσε τα εθνικιστικά συλλαλητήρια – όσο κι αν ο Δένδιας το “παίζει” πρότυπο κοινοβουλευτικού “αντιφασίστα”, ήταν να δοθεί βήμα στην υπόδικη ναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής ενώ ανέδειξε και την γύμνια της “πατριωτικής” Αριστεράς (ΛΑΕ, εφημερίδα “Ο δρόμος της Αριστεράς”) που στο όνομα του “αλυτρωτισμού” των άλλων, συμπορεύθηκε με τους απόγονους του Χίτλερ, του Γεώργιου Πούλου και των σουμπεριτών.
Το “αντιμπεριαλιστικό” και “πατριωτικό” ΟΧΙ
Εκφράζεται κυρίως από το ΚΚΕ. Εδώ μπορεί ο καθένας να εντοπίσει, τουλάχιστον αυτός που δεν φοράει παρωπίδες, μια ενδιαφέρουσα αντίφαση. Ενώ το κόμμα αναγνωρίζει, και πολύ σωστά, ότι το ελληνικό κεφάλαιο θέλει να εντάξει τα Δυτικά Βαλκάνια στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ με τους δικούς του όρους και με την κυβέρνηση του Τσίπρα να κάνει αυτό ακριβώς, την ίδια στιγμή που αγκαλιάζεται με τον Τραμπ και τη Μέρκελ, παράλληλα το ΚΚΕ “συμπορεύεται” με την εθνικιστική αφήγηση γράφοντας στον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου (19-20/1/2019) ότι:
“Γίνεται προσπάθεια να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις από την αναγνώριση ‘μακεδονικής’ ιθαγένειας και γλώσσας, με διαχωρισμό από την αρχαία ιστορία της Μακεδονίας. Να σημειωθεί εδώ ότι η κυβέρνηση υπερασπίζεται τα στοιχεία αυτά της συμφωνίας με το αντιδραστικό ιδεολόγημα του ‘αυτοπροσδιορισμού’, που ανοίγει την πόρτα για κάθε λογής επικίνδυνα σχέδια. Το ίδιο πρόβλημα γεννάνε και οι αναφορές στον ‘μακεδονικό λαό’. …Μακεδονικό έθνος δεν υπήρξε ποτέ στη Βαλκανική, ούτε βέβαια μακεδονική γλώσσα. Και μόνο το γεγονός ότι ο όρος ‘Μακεδόνας’ συνεχίζει να υπάρχει για τον προσδιορισμό των κατοίκων της συγκεκριμένης χώρας, έστω και με τον ‘μανδύα’ της ιθαγένειας, γεννάει πολλά ερωτήματα και ανησυχίες για το πώς μπορεί να αξιοποιηθεί στο μέλλον. Το ίδιο και οι αναφορές σε ‘μακεδονική’ γλώσσα”.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ηγεσία του ΚΚΕ εκφράζει τέτοιες θέσεις. Ο Ριζοσπάστης της 26-27 Μάη του 2018 δημοσίευε ένα σημείωμα του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ από το 1995, που επαναλάμβανε τις ίδιες θέσεις: “δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος (και αντίστοιχα ύπαρξη μακεδονικής εθνικής μειονότητας, ως κομμάτι αυτού του έθνους που έμεινε έξω από τα σύνορά του)… Η γλώσσα, από μόνη της, δεν προσδιορίζει το έθνος”. Αν κάτι άλλαξε από το μακρινό 1995 είναι ότι σήμερα η ηγεσία του ΚΚΕ δεν αναγνωρίζει καν τη μακεδονική γλώσσα…
Έτσι το ΚΚΕ χάνει το δίκιο του και διαστρεβλώνει την πραγματικότητα αφού “συναγωνίζεται”, με τους χειρότερους όρους, το αντίπαλο στρατόπεδο και παραβλέποντας ότι η σωστή θέση περί της δράσης και της επέκτασης του ελληνικού κεφαλαίου μπορεί να αποτελέσει την αφετηρία της αριστερής, διεθνιστικής απόρριψης της Συμφωνίας. Όμως, η ηγεσία του ΚΚΕ -και του 1995 αλλά και η σημερινή- επιλέγει να δανειστεί “επιχειρήματα” από το οπλοστάσιο της δεξιάς και της εθνικοφροσύνης. Με αυτό τον τρόπο πετάει στο καλάθι των αχρήστων την ίδια την ιστορία του. Κι είναι μια τόσο πλούσια ιστορία που δεν ξέρω τι να αναφέρω από αυτή.
Ότι το ΣΕΚΕ (μετέπειτα ΚΚΕ) ιδρύθηκε από οργανώσεις που πάλευαν ενάντια στον εθνικισμό, τον πόλεμο και την Μεγάλη Ιδέα;
Ότι το 1925-26, ο γραμματέας του κόμματος, ο Παντελής Πουλιόπουλος, σύρθηκε σε δίκη από τη δικτατορία του στρατηγού Πάγκαλου, μαζί με άλλους 22 συντρόφους του, με την κατηγορία ότι συνωμοτούσαν για την «απόσχιση» της Μακεδονίας και με μια απολογία διάρκειας πέντε ωρών(!) που ήταν τόσο συγκλονιστική ώσπου τελικά το δικαστήριο τον αθώωσε ενώ παρόλα αυτά η δικτατορία τον έστειλε εξορία; (Κι έγραφε ο Πουλιόπουλος σχετικά με την υπεράσπιση του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση πως «στρέφει την αγανάκτηση των εθνικώς καταπιεζόμενων από τον εθνικιστικό στον αντικαπιταλιστικό δρόμο»).
Ότι ακόμα και στις αρχές της δεκαετίας του ‘30, που η επικράτηση του σταλινισμού είχε στερήσει από το ΚΚΕ τον επαναστατικό του χαρακτήρα, ότι παρόλα αυτά, το κόμμα δεν αμφισβητούσε την ύπαρξη του μακεδονικού έθνους και της γλώσσας ενώ αντίθετα, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αναδείξει την καταπίεση της μακεδονικής μειονότητας; Ότι το 1935-’36 που το ΚΚΕ έκανε την επιζήμια στροφή προς την αναζήτηση συμμαχιών με τμήματα της αστικής τάξης (η στρατηγική των Λαϊκών Μετώπων) και άρχισε να μιλάει για την “εθνική άμυνα” και τα “εθνικά συμφέροντα” ακόμα και τότε, πάλευε για το δικαίωμα της μειονότητας να μιλάει τη γλώσσα της να έχει τα δικά της σχολεία, παράλληλα με τους αγώνες για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της φτωχής αγροτιάς;
Ότι στις εκλογές του Γενάρη του 1936 οι υποψήφιοι και οι αγωνιστές του “Παλλαϊκού Μετώπου” στις περιοχές της μειονότητας αντιμετώπισαν καταστολή, απαγορεύσεις, επιθέσεις από χωροφύλακες, “αγανακτισμένους πολίτες” και με συντρόφους του να δικάζονται στην Θεσσαλονίκη ως “αυτονομιστές”; Αυτή η στάση έφερε ανάμεσα στα άλλα την ενίσχυση της εκλογικής επιρροής του ΚΚΕ σε αυτές τις περιοχές. Έτσι μπήκαν οι βάσεις και μπόρεσε η Αριστερά να κερδίσει τη στήριξη της πλειοψηφίας της μακεδονικής μειονότητας στην Αντίσταση ενώ και οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι φασίστες προσπάθησαν να κερδίσουν τη μειονότητα εκμεταλλευόμενοι το παρελθόν της καταπίεσης από το ελληνικό (και το σερβικό) κράτος, χωρίς επιτυχία.
Αποτέλεσμα, όπως παραθέτει σε άρθρο του ο Λέανδρος Μπόλαρης στην εφημερίδα Εργατική Αλληλεγγύη (όπου και όλα τα προηγούμενα στοιχεία) “οι Μακεδόνες να πυκνώσουν τις γραμμές των παρτιζάνων του Τίτο και στήριξαν μαζικά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ. Ρόλο σε αυτό έπαιξε και η απόφαση των οργανώσεων του ΚΚΕ στη δυτική Μακεδονία να οργανώσουν το “Σλαβομακεδονικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο” (ΣΝΟΦ) το φθινόπωρο του 1943 με στόχους όπως: «πλατειά διαφώτιση για την συναδέλφωση των Σλαβομακεδόνων και Ελλήνων και για την Ενιαία τους πάλη» και «Να δημιουργήσουμε Εθνική συνείδηση στο λαό μας, συνοχή και ενότητα κάνοντας χτήμα του ιδιαίτερα την Επαναστατική του Ιστορία του Ήλιντεν και ικανό να συνεχίζη τις καλές Λαϊκές παραδόσεις του».”
Και όλα αυτά το ΚΚΕ τα προσπερνά τόσο επιπόλαια για να καταλήξει στην άρνηση της ύπαρξης του μακεδονικού έθνους και της μακεδονικής γλώσσας και με μια ιδιαίτερα προβληματική στάση που δεν βοηθάει ούτε το δυνάμωμα της αριστερής αντιπολίτευσης απέναντι στην κυβέρνηση του Τσίπρα που επιστρατεύει “μακεδονοφάγους” για να στηρίξουν την Συμφωνία των Πρεσπών, ούτε την κοινή πάλη των εργατών και εργατριών των Βαλκανίων ενάντια σε άρχουσες τάξεις και ιμπεριαλιστές. Βλέπετε, είναι φυσικώς αδύνατο να καλείς κάποιον σε κοινή αντιμπεριαλιστική πάλη όταν αμφισβητείς την ίδια του την ύπαρξη!
Το διεθνιστικό και εργατικό ΟΧΙ
Τα βασικά στοιχεία που αποτελούν το διεθνιστικό και εργατικό ΟΧΙ στη Συμφωνία των Πρεσπών έχουν ήδη αναφερθεί μέσα από την συνοπτική παράθεση των δύο προηγούμενων. Το μόνο που θέλω να σημειώσω είναι ότι το διεθνιστικό ΟΧΙ και ακόλουθα το ξεδίπλωμα εκείνης της αναγκαίας εργατικής επίθεσης σε κάθε αντεργατική και φιλοπόλεμη πολιτική που διαιωνίζει την ύπαρξη του καπιταλιστικού συστήματος πρέπει να ξεκινάει, απαραιτήτως, από την αφετηρία ότι οι εργάτες των Βαλκανίων είναι αδέρφια μας. Αυτοί και μόνο αυτοί έχουν το δικαίωμα να ονομάζουν τους εαυτούς τους όπως θέλουν ενάντια σε όλους τους νονούς (δεξιούς, ανανεωτικούς και ΚΚΕγενείς) που βάζουν όρους και προϋποθέσεις. Ας είμαστε ξεκάθαροι. Κανένα έθνος δεν είναι ενιαίο. Δεν πολεμάμε μαζί με τα αφεντικά της χώρας μας για να επιβάλουμε όρους στους γείτονες μας. Και διεκδικούμε ότι μόνο ενωμένοι οι εργάτες πέρα από σύνορα και ιδεοληψίες έχουν τη δύναμη να αντιπαλεύουν τις φιλοδοξίες της κάθε άρχουσας τάξης στην Αθήνα, στα Σκόπια, στο Βερολίνο, στην Ουάσιγκτον.
Με λίγα λόγια αυτή η πολιτική είναι μονόδρομος για να οργανώνουμε (όπως γίνεται εδώ και καιρό) κι άλλα αντιφασιστικά και απεργιακά συλλαλητήρια και όχι πατριωτικά, για να παλεύουμε για δουλειές, αυξήσεις, για το ξήλωμα των Μνημονίων και των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών αλλά και για να στείλουμε ξανά τους φασίστες στη φυλακή όπου ανήκουν. Όποιος και όποια δεν αναγνωρίζει αυτή την αναγκαιότητα, θα το πω κι αυτό, μόνο πολύ κακές υπηρεσίες έχει να προσφέρει.
Γράφει η Ιωάννα Μελάκη * Το μυαλό του μέσου Έλληνα, όσο αριστούχος της μαθηματικής εκπαίδευσης…
Σε μια συγκινητική εκδήλωση, οι μαθητές του 4ου Γυμνασίου Χανίων παρουσίασαν μια διασκευή του έργου…
Αποζημίωση για ιατρική αμέλεια ύψους περίπου 250 χιλιάδων ευρώ καλείται να πληρώσει το ΠΑΓΝΗ σε 39χρονο Κρητικό, επειδή ακρωτηριάστηκε…
«Σήμερα, Τετάρτη 20 Νοεμβρίου, είναι η τελευταία ημέρα των εκλογών του Επιμελητηρίου Χανίων. Είναι σημαντικό οι επιχειρηματίες…
Πέθανε σε ηλικία 72 ετών ο γνωστός ψυχίατρος Δημήτρης Σούρας. Ο Δημήτρης Σούρας πήγε στο νοσοκομείο με…
Το δρόμο για τη φυλακή πήρε την Τρίτη, μετά την απολογία του στην αρμόδια ανακρίτρια Ηρακλείου,…
This website uses cookies.