Γράφει ο Βαγγέλης Πάλλας
Δημοσιογράφος, Ερευνητής, Αναλυτής AEJ/IFJ
Όλες οι δυσάρεστες καταστάσεις που ζούμε τα τελευταία χρόνια δεν είναι τίποτα άλλο από ένα ζέσταμα για την ακόμη μεγαλύτερη κρίση που θα πρέπει να περιμένουμε σύμφωνα με τους FINANCIAL TIMES. Ενώ η διεθνής οργάνωση εργασίας, αναμένει μέσα στα επόμενα 4 χρόνια στην ευρωζώνη αλλά επιπλέον 5 εκατομμύρια ανέργους.
Είναι εκπληκτικό το γεγονός το πόσο βαθιά ριζωμένη έχει καταστεί η ηγεμονική ιδεολογία. Πολλοί άνθρωποι μπορούν να φανταστούν το τέλος του κόσμου αλλά τους είναι αδιανόητη η ανατροπή του καπιταλισμού. Ακόμα και σήμερα, που διανύουμε τον πέμπτο χρόνο της παγκόσμιας κρίσης, της μεγαλύτερης στην ιστορία του καπιταλισμού, που δεν υπάρχει ούτε μια πρόβλεψη για ανάκαμψη ή σύντομη έξοδο, που κανένας από τους λαλίστατους αστούς οικονομολόγους και πολιτικούς δεν έχει να εισηγηθεί κάτι πέραν από βραχυπρόθεσμα διαχειριστικά μέτρα που απλά σπρώχνουν τα προβλήματα 1-2 χρόνια παρακάτω, δεν αρθρώνεται ένας αντικαπιταλιστικός λόγος με την αποφασιστικότητα και την σοβαρότητα που αρμόζει στην εποχή της απόλυτης σήψης του συστήματος.
Η βαρβαρότητα ήταν πάντοτε χαρακτηριστικό του καπιταλισμού – όμως την χρυσή του Κεϋνσιανή εποχή, σε κάποιες περιοχές του πλανήτη τουλάχιστον, είχε επιτρέψει κάποιου είδους αντιπροσωπευτική δημοκρατία, είχε δημιουργήσει μια μεσαία τάξη και είχε θεσπίσει κάποια στοιχειώδη εργατικά δικαιώματα και κοινωνική πρόνοια. Σήμερα η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι η διαχείριση της επιθυμίας των διεθνών αγορών, η μεσαία τάξη ένα κλάσμα του τι ήταν πριν 30 χρόνια, τα εργατικά δικαιώματα και η κοινωνική πρόνοια είδος προς εξαφάνιση. Το χάσμα των κοινωνικών ανισοτήτων αυξάνεται, η διαδικασία της φτωχοποίησης συνεχίζει ακάθεκτη, η οικολογική κρίση εντείνεται και το πολιτικό πεδίο, μέσα από το οποίο μπορεί να επιτευχθεί αλλαγή πορείας συρρικνώνεται – από τα πάνω μέσα από την μετάθεση της εξουσίας στους δήθεν ουδέτερους τεχνοκράτες και από τα κάτω μέσα από την απαξίωση του πολιτικού συστήματος που σε συνάρτηση με την κυριαρχία του μεταμοντέρνου σχετικισμού και της ιδεολογικής ισοπέδωσης μετατρέπεται απλά σε αποπολιτικοποίηση.
Κανάλια, εφημερίδες, περιοδικά, ιστοσελίδες και ραδιόφωνα έχουν βαλθεί λίγο πολύ να μας πείσουν πως πρέπει να εκλαμβάνουμε το σκλάβωμά μας στις επιταγές των «δανειστών» και την επίθεση στα δικαιώματα και στη ζωή μας σαν τη θεόσταλτη ευκαιρία για να σωθούμε κάποτε από την κακοδαιμονία που μαστίζει την κοινωνία και το κράτος «μας», από τις «στρεβλώσεις» δηλαδή, τους «αναχρονισμούς» και τις «καθυστερήσεις». Και να μπορέσουμε να ξεπληρώσουμε φυσικά και το απεχθές δημόσιο χρέος… Ναι, πράγματι, όπως λένε, «η Ελλάδα μπορεί» να ξεκινήσει έναν νέο, «ενάρετο κύκλο» ευημερίας, αρκεί να βάλουμε «όλοι μαζί» ένα χεράκι! Προφανώς, όσοι πιστεύουν πως αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για «να τα καταφέρουμε», μάλλον δεν ξέρουν εκείνο το παλιό ανέκδοτο με τον γάιδαρο του Χότζα: πάνω που ο Χότζας είχε μάθει τον γάιδαρό του να μην τρώει, εκείνος ο μπαγάσας πήγε και ψόφησε!
Έτσι είναι. Αντί να μιλούν για τη διαρθρωτική βία που γίνεται όλο και πιο βάρβαρη και ανορθολογική, με την έννοια ότι αγνοεί τη ζωή και τους ανθρώπους προκειμένου να εξασφαλίσει τις κατάλληλες συνθήκες αναπαραγωγής και επέκτασης του κεφαλαίου, αυτό που τους κόφτει πάνω απ’ όλα είναι το πώς θα αποτρέψουν το ανεξέλεγκτο, αιφνίδιο ξέσπασμα της υποκειμενικής βίας, πώς θα αποφύγουν την πιθανή μετατόπιση του «σημείου διαρραφής» των σημαινόντων, του σημείου «νοηματοδότησης», το οποίο μπορεί να μετατοπιστεί επικίνδυνα, και να λειτουργήσει ως «passage à l’ acte», μια αποφασιστική χειρονομία σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, ικανή να αλλάξει ριζικά τα πάντα. Αναθεματίζουν γι’ αυτόν το λόγο κάθε δυναμική αντίσταση, είτε πρόκειται για τις «παράνομες και καταχρηστικές» απεργίες που «κρατάνε όμηρο ολόκληρη την κοινωνία» είτε για το αντάρτικο πόλης, το οποίο ταυτίζουν με το «κοινό ποινικό έγκλημα» ή παραδίδουν την ερμηνεία του στη δικαιοδοσία της ψυχανάλυσης, ως την καθ’ ύλην αρμόδια να ασχοληθεί με τις ψυχώσεις.
Παρόλο που κάθε αρχή του νεοφιλελευθερισμού έχει χρεοκοπήσει όχι μόνο στη θεωρία αλλά πλέον και στην πράξη, συνεχίζει να συγκροτεί το βασικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξάγεται η πολιτική. Αυτό είναι μάλλον ενδεικτικό της βαθιάς αντεπανάστασης που συντελέστηκε στο τέλος του 20ου αιώνα και που είχε σαν αποτέλεσμα την πλήρη εξουδετέρωση και της σοσιαλδημοκρατίας ως μεταρρυθμιστική δύναμη. Διότι πλέον η ριζική μεταρρύθμιση του υφιστάμενου συστήματος μέσα από εθνικοποιήσεις και δημόσιο έλεγχο των τραπεζών και την κατάργηση των δημόσιων χρεών δεν είναι κάποια προχωρημένη και ευφάνταστη κίνηση για μια πορεία προς τον κομμουνισμό, αλλά αυτό που είναι πλέον αυτονόητο και κοινή λογική. Δεν είναι καθ’ αυτό κάποιο προοίμιο για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, είναι σήμερα προϋπόθεση για την διατήρηση των ψεγμάτων δημοκρατίας που ακόμα υφίστανται.
Το σίγουρο είναι ότι ο καπιταλισμός με την σημερινή του μορφή δεν είναι βιώσιμος. Η ελεύθερη πτώση δεν φαίνεται να ανακόπτεται και ο πάτος δεν έχει καν φανεί. Τα επόμενα χρόνια αναμένεται να είναι χρόνια κοινωνικής αναταραχής και αυξημένων συγκρούσεων τόσο εσωτερικών όσο και εξωτερικών. Η στρατιωτικοποίηση των εθνικών και διεθνών πολιτικών καταστολής, η άνοδος της ακροδεξιάς και του νεοφασισμού, η αύξηση του μέρους του παγκόσμιου πληθυσμού που θεωρείται πλέον από το σύστημα πλεονάζον και άρα η αναπαραγωγή του αδιάφορη, δεν προμηνύουν καθόλου ελπιδοφόρες εξελίξεις. Αλλά είναι ακριβώς μέσα σε αυτές τις συνθήκες που καλείται η παγκόσμια ριζοσπαστική αριστερά να δράσει και να αλλάξει την ιστορία της ανθρωπότητας.
Πέρα από τον εν προκειμένω ασήμαντο σχετικά παράγοντα της ιδεολογίας –η οποία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση όμως να υποτιμάται ως πιθανό κίνητρο των λογής μεσαζόντων που αναλαμβάνουν τη βρομοδουλειά της προπαγάνδας–, συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα που ελέγχουν την πλειονότητα των μμε, και τα οποία έχουν αποδείξει ότι σε αντίθεση με την εργατική τάξη διαθέτουν οξυμμένο ταξικό ένστικτο, έχουν κάθε λόγο να υποστηρίζουν τη βίαιη αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και την περιστολή των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, με στόχο την κατίσχυση επί των δυνάμεων του ταξικού εχθρού και τον αφοπλισμό του από όποια μέσα διεκδίκησης και αντίστασης διαθέτει. Όπως επίσης έχουν κάθε λόγο να στηρίζουν την αποδιάρθρωση του (εκ συστάσεως καχεκτικού, διεφθαρμένου και ανεπαρκούς) κράτους πρόνοιας, διότι έτσι θα δημιουργηθούν νέες ευκαιρίες κερδοφόρων επενδύσεων σε τομείς που μέχρι χθες αποτελούσαν (έστω και εν μέρει) δωρεάν ή χαμηλού κόστους κοινωνικές παροχές, όπως η υγεία, η παιδεία, η ενέργεια, η υδροδότηση, οι δημόσιες μεταφορές, οι συγκοινωνίες. Ταυτοχρόνως, προσβλέπουν στον μέγιστο περιορισμό της συμμετοχής του κεφαλαίου στο κόστος συντήρησης και αναπαραγωγής της απαιτούμενης για την κερδοφορία του εργατικής δύναμης. Όσοι περισσεύουν, καθώς δεν χωράνε στα όχι και τόσο πρωτότυπα «εκσυγχρονιστικά» σχέδια, ντόπιοι ή μετανάστες, ας ριχτούν στον Καιάδα της απόλυτης φτώχιας ή, αν είναι πιο τυχεροί, ας ζήσουν στο όριο, ελαστικά απασχολούμενοι δια βίου, με πενιχρό εισόδημα και προδιαγεγραμμένο μέλλον. Ας είμαστε πραγματιστές.
Όλα αυτά παρουσιάζονται με περίσσιο θράσος και επιμονή ως η μοναδική θεραπεία για το πάσχον από χρόνια βαριά ασθένεια κοινωνικό σώμα. Δηλαδή της μίας και ομ(οι)ογενούς ελληνικής κοινωνίας, που δεν γνωρίζει κανέναν ταξικό διαχωρισμό, ούτε βλέπει την αξεπέραστη αντίφαση μεταξύ ενός αφηρημένου γενικού συμφέροντος («Να σώσουμε την πατρίδα») και των επί μέρους συγκεκριμένων συμφερόντων που επωφελούνται σκανδαλωδώς ενώ σε όλους τους υπόλοιπους επιβάλλεται να πληρώσουν τα σπασμένα. Ο εκβιαστικός τρόπος με τον οποίον το κράτος περιέκοψε το εισόδημα εκατοντάδων χιλιάδων συνταξιούχων και εργαζομένων του δημόσιου τομέα, συμψηφίζεται με το «ανελέητο κυνήγι της φοροδιαφυγής» των εχόντων. Πολλοί πληρώνουν με το ζόρι και ήδη βρίσκονται σε απόσταση ενός μόλις βήματος από την ένδεια, άλλοι «καλούνται να πληρώσουν», μειώνοντας τα κέρδη τους ή τις πολυτελείς δαπάνες τους.
Εξίσου όμως καλά φαίνεται να βολεύει την κυρίαρχη τάξη και η επ’ αόριστον παράταση αυτής της «κρίσης». Αν δεν είχε ξεσπάσει όπως όλοι ανέμεναν, θα έπρεπε ίσως να την επινοήσουν οι ίδιοι οι καπιταλιστές, αφού οι συνθήκες που διαμορφώνονται εν μέσω κρίσης, εκτός του ότι ξεκαθαρίζουν το τοπίο του ανταγωνισμού από το λιγότερο αποδοτικό κεφάλαιο μέσω της «δημιουργικής καταστροφής», αναδιανέμοντας την πίτα σε όλο και λιγότερα κομμάτια, σπέρνουν τον πανικό σε ολόκληρη την κοινωνία και νομιμοποιούν την επιβολή «κατάστασης εκτάκτου ανάγκης». Προσφέρουν έτσι το τέλειο εργαλείο κοινωνικής πειθάρχησης. Στην κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, κάθε αυθαιρεσία της εξουσίας παίρνει τον χαρακτήρα «αναγκαίου μέτρου», ενώ αυτή η ίδια μπορεί να αθετεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το «συμβόλαιο με τον λαό» επισείοντας τον «άμεσο κίνδυνο» που απειλεί τη χώρα. Είναι μόνο υπό ανάλογες συνθήκες εφικτό να προωθηθούν «κατεπείγουσες δραστικές λύσεις», οδυνηρές μεν για την πλειονότητα του λαού, αναγκαίες δε για τη «σωτηρία» του.
Στηρίζουν έτσι ανεπιφύλακτα την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα προς ένα μοντέλο πειθαρχικού κράτους, ευέλικτου, σύγχρονου και λειτουργικού, ελάχιστα παρεμβατικού στην αγορά και την κίνηση του κεφαλαίου, αλλά πολύ πιο δραστήριου στην περίφραξη, στην καταστολή και στον κοινωνικό έλεγχο με σύγχρονα βιοπολιτικά μέσα. Αυτό που οι ίδιοι αποκαλούν αναγκαίο «εκσυγχρονισμό» ή/και «εξορθολογισμό» της οικονομίας και του κράτους, σημαίνει τη δική τους απαλλαγή από τα εμπόδια που θέτουν φραγμούς και προσκόμματα στην αέναη επέκταση των κερδών και της δύναμής τους. Απαλλαγή κυρίως από τις «αναχρονιστικές», «ανορθολογικές» δυνάμεις της κοινωνίας που αντιστέκονται, είτε προασπίζοντας το ιδιοτελές συμφέρον τους (το κινούν αίτιο κάθε ανθρώπινου πράττειν σύμφωνα με την ατομικιστική φιλελεύθερη αντίληψη για τη δημοκρατία), είτε επιδιώκοντας τη συνολικότερη ρήξη και το ξεπέρασμα του καπιταλισμού, του κράτους και της ταξικής κοινωνίας.
Σχετικά με την ενδοκοινοτική διακίνηση καρπών εσπεριδοειδών με φύλλα και ποδίσκο από την Διεύθυνση Αγροτικής…
Η Νέα Αριστερά Χανίων διοργάνωσε εκδήλωση την Παρασκευή, 1 Νοεμβρίου, με θέμα τον υπερτουρισμό, θέτοντας…
Αν υπάρχει μαγεία στον κόσμο μας, γι' αυτήν υπάρχει μία επιστημονική εξήγηση. Αυτό όμως -…
Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 69 ετών, ο δημοσιογράφος και συγγραφέας από το Ηράκλειο Νίκος Ψιλάκης.…
Έχει και η υποκρισία τα όρια της. Ο Σταϊνμάιερ, ηρθε στο μαρτυρικό τόπο της Καντάνου…
Είναι αυτή η τραγική πραγματικότητα. Η Γερμανία βρίσκει διαρκώς τρόπους να υπεκφεύγει των ευθυνών της…
This website uses cookies.