Επιμέλεια: Γιάννης Αγγελάκης
Οι χοροί της Κρήτης εκφράζουν τον πλούσιο εσωτερικό κόσμο του λαού. Mε τον χορό και το τραγούδι ετοιμάζεται για τις μάχες του, με τον χορό ερωτεύεται, εκφράζει τον ενθουσιασμό, τη χαρά και τη λύπη του.
Παρ’ όλο που όλοι οι κρητικοί χοροί χορεύονται σ’ ολόκληρο το νησί και έχουν τις ρίζες τους στις αρχαίες μινωικές τελετές κάθε χορός έχει και κάτι ξεχωριστό. Υπάρχει δε μια άγραφη παράδοση που τους κατατάσσει κατά επαρχίες. Έτσι ο συρτός θεωρείται χορός της Δ. Κρήτης (Ν.Χανίων), η σούστα της Κεντρικής και Δυτικής (Ν. Ρεθύμνου, Ν Ηρακλείου, ο μαλεβιζιώτης της Κεντρικής (Ν.Ηρακλείου) και το πεντοζάλι της Ανατολικής Κρήτης(Ν. Λασιθίου).
Παρακάτω, θα σας παρουσιάσουμε σπάνιο φωτογραφικό υλικό από τις παραδόσεις, και τους χορούς της Κρήτης από διάφορες περιοχές της Κρήτης, από περισσότερο ή λιγότερους γνωστούς φωτογράφους, με γνωστούς και άγνωστους μουσικούς της κρητικής παράδοσης.
Όπου μπορούμε συνοδεύουμε τις φωτογραφίες με την πηγή τους καθώς και τον φωτογράφο που τις τράβηξε. Δυστυχώς, σε αρκετές περιπτώσεις δε μπορούσαμε να βρούμε όλα τα στοιχεία. Μέρος του υλικού έχει αντληθεί από Greece, Music and Dance, Cretan Music, Old Crete, howtoseewithoutacamera.tumblr.com
Τις φωτογραφίες ακολουθεί ενδιαφέρον κείμενο με αποσπάσματα από το βιβλίο του Ιωάννη Τσουχλαράκη “Οι χοροί της Κρήτης – Μύθος, ιστορία, παράδοση“, (Αθήνα 2000) σχετικά με την ιστορία των χορών.
Οι χοροί της Κρήτης
Σύμφωνα με τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, ο χορός πρωτο-εμφανίστηκε στην Κρήτη, όπου αναπτύχθηκε ως τέχνη κάτω από θεία έμπνευση και καθοδήγηση, και από εκεί διαδόθηκε στον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο.
Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται στη γέννηση του χορού, αποδίδοντας την πατρότητά του στη Μητέρα των Θεών (Ρέα ή Κυβέλη), η οποία τον δίδαξε στους Κρήτες και συγκεκριμένα στους Κουρήτες, κάποια φυλή ή υποδιαίρεση του κρητικού λαού, αρχαιότατη αν κρίνουμε από την παράδοση που τους ονομάζει «γιους της Γης», ή μια ιερατική οικογένεια θεραπευτών – καθαρτών, που εκτελούσαν χαρακτηριστικούς χορούς, προκειμένου να επιτύχουν τον εξαγνισμό. Γι αυτό και θεωρείται ότι οι περισσότεροι χοροί της κλασικής αρχαιότητας ανάγονται στην Κρήτη.
Ο πιο φημισμένος κρητικός χορός ήταν ο πυρρίχιος και με τη γενική ονομασία «πυρρίχη» χαρακτηρίζονταν όλοι οι πολεμικοί χοροί της αρχαιότητας. Οι πηγές μας πληροφορούν ότι με τα χρόνια ο χορός εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα και η κάθε πόλη που άρχιζε να τον χορεύει, δίνοντάς του και διαφορετικό όνομα, φιλοδοξούσε την πατρότητά του. Από το 300 μ.Χ. τον πυρρίχιο αρχίζουν να χορεύουν και οι γυναίκες και από τότε κάποιες παραλλαγές του παίρνουν χαρακτήρα χορού ερωτικού.
Οι περισσότεροι μελετητές σήμερα είναι πεπεισμένοι ότι αρκετούς χορευτικούς τύπους οι αρχαίοι Έλληνες τους διδάχτηκαν από την Κρήτη.
Για πολλούς από τους παραδοσιακούς χορούς της Κρήτης, μπορούμε να πούμε πως αποτελούν απόηχους των χορών των Κουρητών ή των χορών της πυρρίχης, ως παραλλαγές ή άλλες ονομασίες τους, μετασχηματισμένες στο πέρασμα των αιώνων.
Ιδιαίτερα ονομαστοί στην Κρήτη, από τη μινωική εποχή, ήταν επίσης οι τελετουργικοί κυκλικοί χοροί, κλειστοί και ανοιχτοί, ως απαραίτητα στοιχεία των θρησκευτικών τελετουργιών. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι οι Κρήτες είχαν εφεύρει αυτού του είδους τις τελετουργίες με τους συρτούς χορούς, που χορεύονταν κατά τη διάρκεια θυσίας γύρω από το βωμό.
Το ότι η πλουσιότατη μουσικοχορευτική κληρονομιά της Κρήτης, η οποία διαμορφώθηκε και επιβίωσε μέχρι τους νεότερους χρόνους, αναπτύχθηκε ως συνέχεια της αρχαιότερης τοπικής και συμπληρώθηκε επηρεασμένη από τις μακρόχρονες ιστορικές περιπέτειες του νησιού, φαίνεται, επίσης, από το γεγονός ότι μέχρι τα μέσα περίπου του 20ού αιώνα ο μουσικός βρισκόταν στο κέντρο του χορευτικού κύκλου, που όπως επιβεβαιώνεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα συνέβαινε στην Κρήτη της αρχαιότητας.
Στη ζωντανή χορευτική κληρονομιά της Κρήτης περιλαμβάνονται είκοσι πέντε, περίπου, παραδοσιακοί χοροί. Μέχρι πριν μερικά, μόλις, χρόνια οι περισσότεροι από αυτούς ήταν περιορισμένης διάδοσης. Γνωστοί σε όλη την Κρήτη ήταν μόνο: η σούστα, ο σιγανός, ο μαλεβιζώτης, ο χανιώτικος (συρτός) και το πεντοζάλι. Να σημειωθεί, πάντως, ότι και οι χοροί αυτοί (πλην του σιγανού) μέχρι το Μεσοπόλεμο δεν ήταν παγκρήτιας εμβέλειας. Πιο συγκεκριμένα, η σούστα ήταν ευρέως γνωστή στο νομό Ρεθύμνου, ο μαλεβιζώτης στο νομό Ηρακλείου και ο χανιώτικος και το πεντοζάλι στο νομό Χανίων. Μόνο ο σιγανός ήταν γνωστός, σε παραλλαγές, στους νομούς Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Λασιθίου.
Οι υπόλοιποι, λιγότερο γνωστοί, χοροί είναι: η γιτσικιά σούστα, η γλυκομηλίτσα και το ρόδο, που χορεύονται στην επαρχία Κισσάμου, ο φτερωτός συρτός (παραλλαγή του χανιώτικου με διαφοροποιημένη τη χορογραφία του), που ήταν γνωστός σε μερικά χωριά των νομών Χανίων και Ρεθύμνου, ο κουτσαμπαδιανός και ο τριζάλης, που χορεύονται στην επαρχία Αμαρίου, ο πηδηχτός, που συναντάμε στην επαρχία Μυλοποτάμου, ο απανωμερίτης και το μικρό μικράκι, χοροί γνωστοί σε ορισμένες περιοχές των νομών Ρεθύμνου και Ηρακλείου, ο μπρ(α)ϊμιανός – πρινιώτης, ο αγκαλιαστός, ο ξενομπασάρης και ο ζερβόδεξος, που χορεύονται στις επαρχίες Ιεράπετρας και Μιραμπέλλου, ο πηδηχτός, που συναντάμε στο νομό Λασιθίου (με τις παραλλαγές του, στειακός στη Σητεία και ιεραπετρίτικος στην Ιεράπετρα), ο λαζότης και τα ντουρνεράκια, που είναι γνωστοί σε διάφορες περιοχές του νησιού.
Στην Κρήτη υπάρχουν αρκετοί χοροί, από διαφορετικά μέρη του νησιού, που μοιράζονται την ονομασία σιγανός, καθώς και πολλοί άλλοι, επίσης από διαφορετικά μέρη, που μοιράζονται την ονομασία πηδηχτός. Με λίγα λόγια, έχουμε πολλούς διαφορετικούς πηδηχτούς και πολλούς διαφορετικούς σιγανούς στην Κρήτη.
Να πούμε, λοιπόν, ότι έχουμε:
σιγανό στο νομό Ρεθύμνου, σιγανό στο νομό Ηρακλείου, σιγανό στο νομό Λασιθίου, τις τελευταίες δεκαετίες σιγανό (πεντοζάλι) και στο νομό Χανίων (!!), πηδηχτό στην επαρχία Μυλοποτάμου (Ρεθύμνου), πηδηχτό στην επαρχία Μαλεβιζίου (Ηρακλείου), πηδηχτό στην επαρχία Καινουργίου (Ηρακλείου), πηδηχτό στην επαρχία Μονοφατσίου (Ηρακλείου), πηδηχτό στην επαρχία Σητείας (Λασιθίου), πηδηχτό στην επαρχία Ιεράπετρας (Λασιθίου), ενώ δεν πρέπει να παραλείψουμε να πούμε ότι το πεντοζάλι λεγόταν παλαιότερα και πηδηχτός.
Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, οι μελετητές των κρητικών παραδοσιακών χορών, όπως και κάποιοι συγγραφείς, προσέδωσαν στην ονομασία του κάθ’ ενός από τους χορούς αυτούς, επιπροσθέτως, έναν επιθετικό προσδιορισμό με ρίζα την ονομασία της επαρχίας στην οποία αυτός διαμορφώθηκε ή ακόμα και του χωριού στο οποίο τον συνάντησαν ή τον κατέγραψαν, ενώ τα τελευτά χρόνια ακόμα και με βάση την καταγωγή αυτού ή αυτών που τον απέδιδαν.
Έτσι προέκυψαν οι ονομασίες: ρεθεμνιώτικος σιγανός, ηρακλειώτικος σιγανός, λασιθιώτικος σιγανός, χανιώτικο σιγανό (πεντοζάλι), μυλοποταμίτικος πηδηχτός, ανωγειανός πηδηχτός, μαλεβιζώτης, καστρινός πηδηχτός, εθιανός πηδηχτός, πηδηχτός μονοφατσίου, λασιθιώτικος πηδηχτός, ιεραπετρίτικος πηδηχτός, στειακός πηδηχτός κ.λπ.
Το ίδιο, τροποντινά, πρέπει να πούμε ότι ισχύει και για την ονομασία του χανιώτη ή χανιώτικου (συρτού), καθώς τα παλαιότερα χρόνια (αλλά ακόμα και σήμερα οι παλαιότεροι) στο νομό Χανίων οι χορευτές ζητούσαν από τους οργανοπαίχτες να τους παίξουν είτε τον «Πρώτο», είτε το «Σελινιώτικο», είτε τον «Ενάντιο», είτε τον «Πρώτο Λουσακιανό», είτε την «Ηλέκτρα», είτε το «Νέο Σελινιώτικο», είτε τον «Κολυμπαριανό» κ.ά., δηλαδή έλεγαν τον τίτλο της μελωδίας (δημιουργία ενός λαϊκού μουσικού) πάνω στην οποία ήθελαν να χορέψουν και βέβαια κάθε φορά χόρευαν τα ίδια βήματα, κάτι που, όπως είπαμε, διατηρείται ακόμη και σήμερα στα Χανιά.
Από τα παραπάνω επιβεβαιώνεται, εμμέσως πλην σαφώς, ότι οι λεγόμενοι παγκρήτιοι χοροί τα παλαιότερα χρόνια ήταν τοπικής μόνο διάδοσης.
Ας πούμε, όμως, δυο λόγια για κάθε έναν από τους κρητικούς χορούς.
Γιτσικιά σούστα
Είναι χορός της επαρχίας Κισσάμου του νομού Χανίων. Ανήκει στην κατηγορία των πηδηχτών χορών. Στις μέρες μας χορεύεται μόνον από άνδρες, παλαιότερα όμως ήταν μικτός χορός. Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4, τα βήματά του 6 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων (με λυγισμένους τους αγκώνες).
Τα τελευταία χρόνια ο χορός λέγεται και Ρουματιανή σούστα. Την ονομασία αυτή έδωσε στο χορό ο πρωτομάστορας της κρητικής μουσικής Κωνσταντίνος Παπαδάκης, ο περίφημος λαϊκός βιολάτορας Ναύτης (1920-2003) από το Καστέλι Κισσάμου, επειδή τις τελευταίες δεκαετίες χορευόταν μόνο από άτομα που κατάγονταν από το χωριό Παλαιά Ρούματα της επαρχίας Κισσάμου.
Χανιώτικος ή χανιώτης
Η παλαιότερη μορφή του χορού εντοπίζεται στην επαρχία Κισσάμου Χανίων. Ανήκει στην κατηγορία των συρτών χορών. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι τις τελευταίες δεκαετίες ακούγεται περισσότερο ως χανιώτικος συρτός. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό μέτρο του είναι 5/8, τα βήματα του 11 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Χορεύεται σε κύκλο.
Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την οποία κατέγραψε ο Ναύτης στο βιβλίο του Κρητική λύρα, ένας μύθος (Χανιά, 1989), ο χορός διαμορφώθηκε στα μέσα του 18ου αιώνα στην επαρχία Κισσάμου Χανίων, πιθανόν μετασχηματίζοντας τα βήματα κάποιου παλαιότερου συρτού χορού. Κατά τη λαϊκή πίστη, η παλαιότερη μελωδία του χανιώτικου, «ο πρώτος», δημιουργήθηκε με βάση δύο μελωδίες που είχαν συνθέσει οι Κρήτες εθελοντές μαχητές της Κωνσταντινούπολης στα 1453, οι οποίοι, ως γνωστόν, ήταν και οι τελευταίοι υπερασπιστές της. Οι μελωδίες αυτές, που όσοι από τους αγωνιστές σώθηκαν επιστρέφοντας τις έφεραν στην Κρήτη, διατηρήθηκαν για δύο αιώνες ως τραγούδια.
Σύμφωνα, πάντα, με τη λαϊκή μαρτυρία, η πρώτη οργανική εκτέλεση της μουσικής του χορού αποδίδεται στον Κισσαμίτη βιολάτορα Στέφανο Τριανταφυλλάκη ή Κιώρο (18ο αιώνα) και η πρώτη βηματική απόδοση του από Κισσαμίτες στον οικισμό Πατεριανά του χωριού Λουσακιές. Ο χανιώτικος έγινε ευρέως γνωστός στην υπόλοιπη Κρήτη την περίοδο του Μεσοπολέμου, αποκτώντας στη συνέχεια παραλλαγές στο ύφος και την έκφραση της μουσικής, του βηματισμού και της φόρμας του.
Είναι χορός μοναδικός και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, λόγω του ξεχωριστού χορευτικού τρόπου απόδοσης της παλαιότερης μορφής του, που διατηρείται στην επαρχία Κισσάμου, καθώς στον κύκλο του χορού χορεύουν πάντα οι εκάστοτε δύο πρώτοι, ενώ οι υπόλοιποι περπατάνε, αλλά και του πολύ μεγάλου αριθμού συνοδευτικών μελωδιών (μουσικών σκοπών), που οι περισσότερες είναι δημιουργίες σπουδαίων μουσικών του 19ου και του 20ού αιώνα.
Πεντοζάλι
Ανήκει στην κατηγορία των πηδηχτών χορών. Στις μέρες μας αποδίδεται από άνδρες και γυναίκες, παλαιότερα όμως χορευόταν μόνον από άνδρες. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 1ο και η λαβή από τους ώμους με τα χέρια τεντωμένα. Χορεύεται σε κύκλο.
Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την οποία επίσης κατέγραψε ο Ναύτης στο βιβλίο του, αλλά και τα πολλά ιστορικά στοιχεία που συμφωνούν με αυτήν, ο χορός έλαβε τη σημερινή μουσικοχορευτική μορφή και ονομασία του στην επαρχία Κισσάμου, την περίοδο της Επανάστασης του Δασκαλογιάννη στα 1770-71 (ίσως βέβαια μετασχηματίζοντας έναν παλαιότερο πυρρίχιο ή υπορχηματικό χορό) και αποκτώντας συμβολισμούς στην ονομασία, το βηματισμό και τη μουσική του.
Ονομάστηκε πεντοζάλι, και όχι πεντοζάλης, γιατί συμβολίζει το πέμπτο ζάλο (δηλαδή βήμα), όπως ειπώθηκε η θεωρούμενη πέμπτη κατά σειρά ελπίδα των Κρητικών για απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους και όχι γιατί έχει πέντε βήματα, όπως αβασάνιστα έχουν πει αρκετοί. Έχει δέκα βήματα, σε ανάμνηση της 10ης Οκτωβρίου του 1769, οπότε λήφθηκε η απόφαση των Σφακιανών για την πραγματοποίηση της επανάστασης, και η μουσική του αποτελείται από δώδεκα πάρτες, δηλαδή δώδεκα μουσικές φράσεις (γυρίσματα ή σκοπούς τις λένε στην Κίσσαμο), προς τιμήν των δώδεκα πρωτεργατών της εξέγερσης.
Αξιοσημείωτο είναι ότι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 οι κάτοικοι των επαρχιών Κισσάμου και Σελίνου όταν χόρευαν το πεντοζάλι, στο άκουσμα κάθε σκοπού της μουσικής του χορού, φώναζαν το όνομα του καπετάνιου που αντιστοιχούσε ο μουσικός σκοπός, τιμώντας έτσι τη μνήμη του Δασκαλογιάννη των βασικών συνεργατών του και της εξέγερσής των.
Να τονισθεί ότι τα ονόματα των πρωτεργατών της επανάστασης του Δασκαλογιάννη διατηρήθηκαν στη λαϊκή μνήμη μέσω του πεντοζαλιού, δηλαδή μέσα από το συνδυασμό δύο αλληλένδετων μορφών παράδοσης, της ιστορικής προφορικής και της χορευτικής. Αυτό, όμως, που είναι εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της πολυετούς έρευνας που πραγματοποίησα για τους κρητικούς χορούς εντόπισα σε ένα ιστορικό κείμενο του 1877 τα ονόματα των πρωταγωνιστών της επανάστασης του Δασκαλογιάννη, τα οποία ταυτίζονται απόλυτα (απλώς αναφέρονται με διαφορετική σειρά) με αυτά που διατηρήθηκαν στο «ιστορικό» διαμόρφωσης και την τελετουργία του χορού. Τα στοιχεία αυτά, όπως και πολλά άλλα, πρωτοδημοσιεύτηκαν στο βιβλίο μου Οι χοροί της Κρήτης, μύθος, ιστορία, παράδοση.
Από τα μέσα του 20ου αιώνα, ο χορός, γνωστός πλέον σε όλη την Κρήτη, άρχισε πολλάκις να μετασχηματίζεται. Έτσι διαμορφώθηκαν τα λεγόμενα σιγανά πεντοζάλια, που στην πραγματικότητα είναι οι διάφορες μορφές του σιγανού χορού, και τα οποία χορεύονται ως εισαγωγή, ως το πρώτο μέρος του πεντοζαλιού, που προηγείται του γρήγορου (δεύτερο μέρος). Δηλαδή, δυστυχώς, έγινε μία μορφή νόθευσης και στους δύο χορούς. Ατράνταχτες αποδείξεις των παραπάνω αποτελούν δύο σημαντικότατες διαπιστώσεις: α) σε τίποτα δεν διαφέρει ο ρεθεμνιώτικος σιγανός από το ρεθεμνιώτικο σιγανό πεντοζάλι και β) σε τίποτα δεν διαφέρει ο ηρακλειώτικος σιγανός από το ηρακλειώτικο σιγανό πεντοζάλι.
Ρόδο
Είναι, επίσης, χορός της επαρχίας Κισσάμου Χανίων. Ανήκει στην κατηγορία των συρτών χορών. Στις μέρες μας αποδίδεται κυρίως από γυναίκες, παλαιότερα όμως ήταν μικτός χορός. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 17 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Χορεύεται σε κύκλο.
Το όνομά του συνδέεται με τις πάμπολλες μαντινάδες με αναφορά στο ρόδο, που τραγουδιόνται κατά την εκτέλεση του χορού. Παρακάτω, αναφέρουμε ορισμένες σχετικές παλαιές μαντινάδες
Ρόδο μου μη μαραίνεσαι, μη χάνεις τη θωριά σου,
κράτα τη δροσεράδα σου, την τόση ομορφιά σου.
Ρόδα και τριαντάφυλλα κι άνθη του παραδείσου
εσύναξεν ο έρωτας κι έφτιαξεν το κορμί σου.
–
Ρόδο και ‘συ, ρόδο κι εγώ, μαζί να φυτευτούμε,
να σμίξουμε τους κλώνους μας να σφιχταγκαλιαστούμε.
Γλυκομηλίτσα
Είναι και αυτός χορός της επαρχίας Κισσάμου Χανίων. Ανήκει στην κατηγορία των συρτών χορών. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4 , τα βήματά του 12 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων.
Ο χορός παίρνει το όνομά του από το ριζίτικο τραγούδι Το μήλον όσο κρέμεται εις τη γλυκομηλίτσα, με το οποίο μοιράζεται και την ίδια μελωδία.
Η αναβίωση του χορού, η οποία είναι εξαιρετικά πρόσφατη, είναι αποτέλεσμα της ερευνητικής προσπάθειας του πολιτισμολόγου Θρασύβουλου Τσουχλαράκη.
Φτερωτός συρτός
Ο χορός, που λέγεται και ντάμα στο Ρέθυμνο ή πάσο στα Χανιά, αποτελεί παραλλαγή του χανιώτικου με διαφοροποιημένη τη φόρμα του.
Ο χορός την περίοδο της Αποκριάς, αλλά κι εν γένει σε εύθυμες περιστάσεις, έπαιρνε τη μορφή παιχνιδιού.
Κουτσαμπαδιανός
Λέγεται και κα(ρ)τσιμπα(ρ)διανός ή κατσαμπαδιανός ή κουτσιστός. Είναι χορός της επαρχίας Αμαρίου Ρεθύμνου. Χορεύεται μόνον από άνδρες σε κύκλο. Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4 , τα βήματά του 10 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων.
Στην ουσία πρόκειται για παραλλαγή του πεντοζαλιού, κάτι που επιβεβαιώνεται από τη σχετική με τη διαμόρφωση του χορού προφορική παράδοση.
Υπάρχει και μία δεύτερη εκδοχή για τον τυπικό βηματισμό του χορού, με 16 βήματα, η οποία όμως αποδυναμώνεται από την ασυμφωνία της με το παραδιδόμενο χρονικό δημιουργίας του χορού, που αναφέρουμε παρακάτω.
Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την οποία διέσωσε ο λυράρης Γιώργος Μουζουράκης (1904–2001) από την Παντάνασσα Αμαρίου, καταθέτοντάς την σε συνέντευξη που μου παραχώρησε το 1995, το ιστορικό διαμόρφωσης του χορού έχει ως εξής: Αρκετά χρόνια μετά την επανάσταση του Δασκαλογιάννη, εκεί γύρω στα 1800, ένας καπετάνιος από την Αμπαδιά, κουτσός στο αριστερό του πόδι, μετά από μία μάχη με Τούρκους στη Λοχριά της Αμπαδιάς, θέλησε να χορέψει πεντοζάλι. Οι μουσικοί, που έπαιξαν για αυτόν, και οι χορευτές, που χόρεψαν μαζί του, τον τίμησαν, προσαρμόζοντας το ρυθμό της μουσικής του πεντοζαλιού και τα βήματα του χορού, αντίστοιχα, στα ζάλα ενός κουτσού άνδρα. Εκείνος, παρ’ ότι κουτσός, χόρεψε και ο χορός του έμεινε στην παράδοση της επαρχίας Αμαρίου ως κουτσαμπαδιανός ή κα(ρ)τσιμπα(ρ)διανός ή κατσαμπαδιανός ή κουτσιστός για να θυμούνται όλοι το χορό του κουτσού από την Αμπαδιά.
Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές (στις οποίες επανειλημμένως τα τελευταία χρόνια έχω αναφερθεί μέσα από τα κείμενά μου), ανάμεσα σε αυτούς που συμμετείχαν στην επανάσταση του Δασκαλογιάννη, στα 1770-71, ήταν και ο σπουδαίος οπλαρχηγός Ιωσήφ Δασκαλάκης ή Σηφοδασκαλάκης (πατήρ) από την Αμπαδιά Ρεθύμνου, ο οποίος, μάλιστα, ήταν από αυτούς που επέζησαν του αγώνα, αλλά έμεινε χωλός στο αριστερό του πόδι. Να σημειωθεί ότι ο Σηφοδασκαλάκης ήταν σφακιανής καταγωγής και ο γιος του, που ήταν σημαιοφόρος στο στράτευμα του Δασκαλογιάννη, σκοτώθηκε στις αρχές της επανάστασης. Θεωρώ, λοιπόν, ότι είναι πολύ πιθανόν ο Σηφοδασκαλάκης να είναι ο κουτσός Αμπαδιανός (ή Αμπαδιώτης), που συνδέεται με το παραδιδόμενο ιστορικό του χορού.
Διαπιστώνουμε ακόμη ότι το ιστορικό του πεντοζαλιού ενισχύεται από εκείνο του κουτσαμπαδιανού (1770 το πεντοζάλι, 1800 ο κουτσαμπαδιανός). Το γεγονός δε ότι οι δύο χοροί αυτοί έχουν κοινά πολλά τεχνικά στοιχεία, κάνει ακόμα πιο ισχυρή τη θεώρηση που θέλει τον κουτσαμπαδιανό να προκύπτει από το πεντοζάλι.
Σούστα
Είναι χορός του νομού Ρεθύμνου. Ανήκει στην κατηγορία των πηδηχτών χορών. Χορεύεται από ένα ή περισσότερα ζευγάρια (άνδρας με γυναίκα). Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4 και τα βήματά του 6. Ξεκινάει σαν κύκλιος χορός. Άνδρες και γυναίκες, με λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων, αφού χορέψουν έναν κύκλο χωρίζονται σε δύο ομάδες (ανδρών και γυναικών), η μια απέναντι από την άλλη, φροντίζοντας να βρεθούν αντικριστά οι χορευτές που θα αποτελέσουν ζευγάρι. Στη συνέχεια κάθε άνδρας πλησιάζει το ταίρι του. Από εκεί κι έπειτα αναπτύσσεται μεταξύ των χορευτών του κάθε ζευγαριού ένας χορευτικός διάλογος, γεμάτος συμβολισμούς, με τα ζευγάρια αρχικά σε παράλληλη διάταξη και κατόπιν σε ελεύθερη. Ένα καλό ζευγάρι χορευτών μπορεί να εκφράσει στη σούστα το χρονικό μιας ερωτικής ιστορίας, από τη στιγμή της γνωριμίας μέχρι την ώρα του γάμου
Τα βασικά βήματα του χορού, που μοιάζουν με πηδηματάκια και κάνουν τα σώματα των χορευτών σαν να ωθούνται από κάποιο ελατήριο, πιστεύω ότι ίσως να ήταν ο λόγος που ο χορός, κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας, μετονομάστηκε σε σούστα από την ομώνυμη ιταλική λέξη, που σημαίνει ελατήριο, έλασμα. Θεωρώ, λοιπόν, πιθανόν οι Βενετοί να έδωσαν την ονομασία αυτή, από τη στιγμή που άρχισαν να χορεύουν τον αντικριστό ερωτιάρικο χορό των Κρητών, αφού από τον Αντρέα Κορνάρο, ιστορικό της εποχής (τέλη 16ου αιώνα), πληροφορούμαστε πως στις γιορτές και στις δεξιώσεις που δίδονταν στο παλάτι του δούκα, στο Χάνδακα, χορεύονταν εκτός από τους ιταλικούς και οι κρητικοί χοροί, που άρεσαν πολύ στους Βενετούς αξιωματούχους και στις κυρίες τους. Μπορεί, βέβαια, και να διαμορφώθηκε τότε ο χορός, μετασχηματίζοντας έναν παλαιότερο.
Τριζάλης
Είναι, επίσης, χορός της επαρχίας Αμαρίου Ρεθύμνου. Ανήκει στην κατηγορία των πηδηχτών χορών. Στις μέρες μας αποδίδεται κυρίως από γυναίκες, παλαιότερα όμως ήταν μικτός χορός. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4 , τα βήματά του 7 ( που εκτελούνται με δύο τρόπους) και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Χορεύεται σε κύκλο.
Πηδηχτός
Έτσι λέγεται ένας χορός της επαρχίας Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνου, που αποδίδεται μόνο από άνδρες. Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4 , τα βήματά του 12 (6 μπροστά, 6 πίσω) και η λαβή χιαστί. Χορεύεται σε κύκλο.
Τις τελευταίες δεκαετίες είναι περισσότερο γνωστός ως ανωγειανός πηδηχτός, επειδή προβλήθηκε ιδιαιτέρως από Ανωγειανούς μουσικούς και χορευτές.
Απανωμερίτης
Είναι χορός της Κεντρικής Κρήτης. Συναντάται σε αρκετές περιοχές των νομών Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Στις μέρες μας χορεύεται κυρίως από γυναίκες, παλαιότερα όμως ήταν μικτός χορός. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 10 και η λαβή από τις παλάμες με τα χέρια κάτω. Χορεύεται σε κύκλο.
Μικρό μικράκι
Είναι και αυτός ένας χορός που συναντάται σε αρκετές περιοχές των νομών Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Ανήκει στην κατηγορία των συρτών χορών. Στις μέρες μας αποδίδεται κυρίως από γυναίκες, παλαιότερα όμως ήταν μικτός χορός. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Για το βηματισμό του χορού υπάρχουν δύο εκδοχές, μία με 10 βήματα και μία με 18. Χορεύεται σε κύκλο.
Σιγανός
Είναι χορός αργός και ίσως γι αυτό ονομάστηκε έτσι. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Διάφορες μορφές του χορού συναντώνται στους νομούς Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Λασιθίου. Μέχρι πριν μερικά χρόνια ήταν ο χορός της νύφης στην Κεντρική και Ανατολική Κρήτη και το λέμε αυτό γιατί στις μέρες μας ο χανιώτικος (συρτός) έχει επικρατήσει να είναι ο χορός της νύφης στα περισσότερα μέρη της Κρήτης.
Στο νομό Ρεθύμνου ο χορός έχει μουσικό μέτρο 2/4, 8 βήματα και λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων ή θηλυκωτή.
Στο νομό Ηρακλείου ο χορός έχει μουσικό μέτρο 2/4, 6 βήματα και λαβή χιαστί.
Στο νομό Λασιθίου είδος σιγανού χορού αποτελεί ο ξενομπασάρης, που είναι χορός της επαρχίας Ιεράπετρας. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4 , τα βήματά του 6 και η λαβή χιαστί ή θηλυκωτή ή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Είναι χορός που βηματικά προσιδιάζει με το σιγανό που χορεύεται στο νομό Ηρακλείου, αν και δεν τον έλεγαν ποτέ έτσι στην Ιεράπετρα.
Η ονομασία του οφείλεται στη μαντινάδα που τραγουδιέται πάντα πρώτη κατά τη διάρκεια του χορού:
Ξενομπασαρικάκι μου ξενομπασάρικό μου,
σγουρό βασιλικάκι μου και να ‘σουνε δικό μου
Χορεύεται και στο Κάτω Μεραμπέλλο, όπου τον λένε σιγανό, αλλά και μανά, από το τσάκισμα «για το Θεό μανά μου», που λέγεται πάνω στις μαντινάδες.
Παλαιότερα ο σιγανός χορευόταν κυρίως από γυναίκες. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, επί Τουρκοκρατίας οι αγάδες συνήθιζαν να καλούν τις οικογένειες των Κρητικών σε δήθεν γλέντια, για να βάζουν τις γυναίκες και τις κόρες τους να χορεύουν στους οντάδες τους. Κατά την προφορική παράδοση, την οποία επίσης κατέγραψε ο Ναύτης στο βιβλίο του, οι Τούρκου έριχναν στο πάτωμα ρόβι για να γλιστρούν οι γυναίκες, να πέφτουν κάτω, να τις γελοιοποιούν και να τις προσβάλουν. Λέγεται, λοιπόν, ότι οι Κρητικοί, για να μην γίνεται το κέφι των Τούρκων, έλεγαν στους οργανοπαίχτες, που επί το πλείστον ήταν Χριστιανοί, να παίζουν το σιγανό, ώστε οι Κρητικές να αποφεύγουν τα «χορευτικά» ατυχήματα. Να σημειωθεί ότι δεν ξέρουμε αν ο χορός αυτός προϋπήρχε ή διαμορφώθηκε τότε για το σκοπό αυτό.
Μαλεβιζώτης
Λέγεται και καστρινός πηδηχτός. Είναι χορός της επαρχίας Μαλεβιζίου του νομού Ηρακλείου. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4, τα βήματά του 16 (8 μπροστά και 8 πίσω) και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων (με λυγισμένους τους αγκώνες).
Μπρ(α)ϊμιανός – πρινιώτης
Είναι χορός της επαρχίας Ιεράπετρας. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4. Τον συναντούμε σε παραλλαγές, στην Ιεράπετρα, στον Κρούστα, στους Μεσελέρους (όπου τον λένε μεσελεριανό) και αλλού, καθώς και στο οροπέδιο Λασιθίου, όπου και παίρνει την ονομασία πρινιώτης, μία εξαιρετικά ξεχωριστή έκφραση του χορού, η οποία προσωπικά πιστεύω ότι έχει αρχαιότατες καταβολές, καθώς παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τον αρχαιοελληνικό χορό «όρμο», ο οποίος είχε υπορχηματικό χαρακτήρα.
Στα περισσότερα χωριά της επαρχίας Ιεράπετρας έχει 13 βήματα (6 μπροστά, 7 πίσω) και λαβή χιαστί ή από τους ώμους με τα χέρια τεντωμένα ή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων ή θηλυκωτή.
Στο οροπέδιο Λασιθίου ο πρινιώτης έχει 14 βήματα (7 μπροστά, 7 πίσω) και λαβή διπλή σταυρωτή.
Πηδηχτός
Είναι χορός του νομού Λασιθίου. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Έχει μουσικό μέτρο 2/4 και λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων (με τους αγκώνες λυγισμένους).
Τον συναντούμε σε παραλλαγές, στο ύφος του βηματισμού και στη συνοδευτική μουσική, ως στειακό στην επαρχία Σητείας, με16 βήματα (8 μπροστά και 8 πίσω), και ως ιεραπετρίτικο στην επαρχία Ιεράπετρας, με 14 βήματα (7 μπροστά και 7 πίσω).
Αγκαλιαστός
Είναι χορός της επαρχίας Ιεράπετρας. Είναι απλός, περπατητός. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε εύθυμες περιστάσεις. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4. Το όνομά του το πήρε από το ιδιόμορφο πιάσιμο των χορευτών, που μοιάζει να αγκαλιάζει κάθε χορευτής τον μπροστινό του. Ο μουσικός ή η «πλουμίστρα» (μια γυναίκα με πείρα στο χορό αυτό, που πιάνει στην αρχή του κύκλου) «πλουμίζει», δηλαδή «στολίζει», κάθε χορευτή και χορεύτρια με επαινετικά δίστιχα, ενώ ταυτοχρόνως εξελίσσεται η ομολογουμένως ξεχωριστή διαδικασία του αγκαλιάσματος, ξεκινώντας από τους τελευταίους του χορού, με τη διαμόρφωση αψίδας και πορείας φουρκέτας. Τον αγκαλιαστό ακολουθεί, σχεδόν πάντα, ως συνέχεια, ένας πηδηχτός χορός του νομού Λασιθίου.
Ζερβόδεξος
Είναι χορός της επαρχίας Ιεράπετρας. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες, με τον ένα πίσω από τον άλλον, στην αρχή σε κύκλο και μετά σε ελεύθερη πορεία. Έχει μουσικό μέτρο 2/4, 6 βήματα και ιδιόμορφη λαβή, που γίνεται με τη βοήθεια μαντηλιού. Οι χορευτές τεντώνουν το δεξί τους χέρι και πιάνουν το αριστερό του μπροστινού (μπροστά από τον αριστερό ώμο). Με το ξεκίνημα της μουσικής όλοι χορεύουν πηγαίνοντας προς τα εμπρός. Όταν ο μουσικός, βιολάτορας ή λυράρης, κάνει με το δοξάρι του ένα χαρακτηριστικό και κοφτό ήχο σαν στριγκλιά, τότε όλοι οι χορευτές αλλάζουν φορά. Έτσι ο πρώτος γίνεται τελευταίος και ο τελευταίος πρώτος. Στο χωριό Κρούστας ο ζερβόδεξος έχει 7 βήματα και χορεύεται με λαβή από τις παλάμες με τα χέρια κάτω.
Η ονομασία του χορού οφείλεται στην εναλλασσόμενη φορά του, μία μπροστά μία πίσω ή αλλιώς μία ζερβά (αριστερά) μία δεξιά. Οι παλιοί οργανοπαίχτες συνήθιζαν να παίζουν το χορό αυτό στα γλέντια, τις προχωρημένες ώρες, όταν ήθελαν να τονώσουν το κέφι.
Λαζότης
Είναι ένας εύθυμος κυκλικός χορός που χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε αρκετές περιοχές της Κρήτης. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 8 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων.
Να σημειωθεί ότι ο χορός δεν είναι πηδηχτός, παρότι, όπως πιστεύω, στο βηματισμό του ενσωματώνονται στοιχεία από δύο χορούς των Ποντίων, τους ομάλ απλό και τικ σο γόνατον.
Για τη διαμόρφωση του χορού υπάρχουν δύο απόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη, ο χορός προέκυψε από την επαφή των Κρητών με τους Ποντίους κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σύμφωνα με τη δεύτερη, από Πόντιους (Λαζούς) που βρέθηκαν στην Κρήτη το 19ο αιώνα.
Την πρώτη άποψη ισχυροποιεί η μαρτυρία του γνωστού θεατρικού συγγραφέα Δημήτρη Ψαθά (1907-1979), την οποία κατέθεσε ο Γεώργιος Μουζουράκης σε συνέντευξη που μου παραχώρησε το 1995.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Ψαθά (αλλά και πολλούς άλλους που έζησαν τον εκπατρισμό των Ποντίων, ο οποίος άρχισε με την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου), οι Πόντιοι από τη μια άλλαζαν αμφίεση για να αποφεύγουν τους Τούρκους και από την άλλη για να αναγνωρίζονται μεταξύ τους όταν συναντιόνταν κατεβαίνοντας προς τη Βαλκανική, έλεγαν τη φράση «Η ΕΛΛΑΣ ΖΕΙ». Κρήτες εθελοντές αγωνιστές, που έλαβαν μέρος στους Μακεδονικούς και Ηπειρωτικούς αγώνες και οι οποίοι εξακολουθούσαν να βρίσκονται στη Βόρεια Ελλάδα, συνάντησαν τους Ποντίους σε κάποιες στρατοπεδειές, άκουσαν το συνθηματικό τους, αλλά, λόγω της ποντιακής προφοράς, το συγκράτησαν ως μια λέξη, «ΛΑΖΙ», γι΄ αυτό και τους είπαν «ΛΑΖΟΥΣ». Τους είδαν μάλιστα να χορεύουν, θαύμασαν τους χορούς τους και επηρεασμένοι απ΄ αυτούς δημιούργησαν έναν άλλο, τον οποίον ονόμασαν «λαζότη», αφού τον εμπνεύστηκαν από τους «Λάζους». Μετά το τέλος του πολέμου, οι Κρήτες που σώθηκαν, γυρίζοντας έφεραν το «λαζότη» στη Μεγαλόνησο.
Ο Γιώργος Μουζουράκης μου είχε πει ότι, από όσο θυμόταν, αυτός που έφερε το λαζότη στην Κρήτη ήταν ο λυράρης Γιάννης Αγγανάκης ή Γλεντούσης από τον Κουρνά Αποκορώνου.
Ντουρνεράκια
Είναι άλλος ένας χορός κεφιού, που, σύμφωνα με το Γιώργο Μουζουράκη, έκανε την εμφάνισή του στην Κρήτη ταυτόχρονα με το λαζότη. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 6 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Μοιάζει με το χασαποσέρβικο.
Επισήμανση:
Από τους 25 χορούς που αναφέραμε, σε άλλους συνηθίζονται οι αυτοσχεδιασμοί του πρώτου (ή μπροστινού) και σε άλλους όχι. Εκείνο που πρέπει απαραιτήτως να τονίσουμε είναι ότι ο κάθε αυτοσχεδιαστικός χορός έχει τους δικούς του κανόνες, θα λέγαμε, οι οποίοι υπαγορεύουν τους ιδιαίτερα ξεχωριστούς σε ύφος και κίνηση αυτοσχεδιασμούς (δηλαδή χορευτικούς σχηματισμούς – φιγούρες), που πρέπει να εκτελέσει με μέτρο και συνέπεια ο πρωτοσύρτης, εφόσον τους γνωρίζει ή τους εμπνευστεί, και χωρίς να χρησιμοποιήσει κινήσεις από τους χορευτικούς αυτοσχεδιασμούς άλλων χορών. Όταν δε ο «πρώτος» αυτοσχεδιάζει τον κρατάει πάντοτε ένας άλλος άνδρας και ποτέ γυναίκα, εκτός και τη χορεύει. Όταν ο «πρώτος» ολοκληρώσει τον αυτοσχεδιασμό του, ανάλογα με το χορό, είτε πηγαίνει στο τέλος του κύκλου, παραδίδοντας τη θέση του στο δεύτερο (χανιώτικος, πηδηχτός κ.λπ.), είτε παραμένει στη θέση του, κρατώντας ως δεύτερος το νέο «πρώτο», που κατέλαβε τη θέση του αποσπώμενος από το οποιαδήποτε σημείο του κύκλου (πεντοζάλι, μαλεβιζώτης κ.λπ.). Συνεπώς, ποτέ ο «πρώτος» δεν ανταλλάσσει τη θέση του με κάποιον άλλο, όπως βλέπουμε να γίνεται σε όλα σχεδόν τα σύγχρονα χορευτικά συγκροτήματα.
Σε έντονο ύφος καταγγέλλουν την κυβέρνηση και τα πολιτικά κόμματα για τις πολιτικές που ακολουθούνται…
Πολλοί έφηβοι στην Κρήτη, πίνουν μέχρι να γίνουν «λιώμα». Όπως λένε οι ειδικοί, το αλκοόλ…
Τεράστιο είναι το ενδιαφέρον που καταγράφεται τους τελευταίους μήνες από Ισραηλινούς μεγαλοεπιχειρηματίες που θέλουν να…
Οι ιχθυολόγοι του ΕΛΚΕΘΕ παρακολουθούν από το Παλαίκαστρο της Σητείας μέχρι το νοτιοδυτικότερο άκρο του…
Κάλεσμα απευθύνουν σωματεία για συμμετοχή στο νέο Παγκρήτιο συλλαλητήριο για την υγεία που θα λάβει…
«Τσίμπησε» προς τα πάνω η καταναλωτική εμπιστοσύνη τον Οκτώβριο, παρά τη γενικότερη επιδείνωση του οικονομικού κλίματος…
This website uses cookies.