Φτωχότερη από σήμερα η οικογένεια του ελληνικού κινηματογράφου, καθώς το πρωί ο ΣταύροςΤσιώλης «έφυγε» από κοντά μας σε ηλικία 82 ετών, όπως έγινε γνωστό από ανακοίνωση των οικείων του Έλληνα δημιουργού στο Facebook γράφοντας επίσης το εξής:
«Ταξίδεψε στους ουρανούς, πέταξε προς έναν άλλο πολύχρωμο γαλαξία, ένα καλύτερο κόσμο όπου οι ψυχές χαίρονται το λίκνισμα των αστεριών και δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να προσεύχονται για όλους και όλα τα μικρά σπάνια και ταπεινά πράγματα που αγάπησαν σ΄αυτή τη ζωή… Μόνο λύπη γι όλα αυτά που μας χώρισαν και άγια τύχη γι όλα αυτά που ένωσαν».
Ο αγαπημένος των σινεφίλ, ο ιδιόρρυθμος δημιουργός της νέας εποχής του ελληνικού κινηματογράφου, είχε δουλέψει από το 1958 ως βοηθός σκηνοθέτη σε 54 ταινίες για να ακολουθήσουν 12 δικές του από το 1969.
Γνωστός για την εμβληματική ταινία «Ας περιμένουν οι γυναίκες» (1998), που μαζί με το «Παρακαλώ, γυναίκες μην κλαίτε» (1992) και το «Γυναίκες που περάσατε από δω», που συμπληρώνει την τριλογία, κυκλοφόρησε το χειμώνα στις αίθουσας μετά από δεκατρία χρόνια απουσίας και κέρδισε έξι βραβεία.
Ο σπουδαίος σκηνοθέτης γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1937 και σπούδασε κινηματογράφο στη Σχολή Κινηματογράφου Τηλεόρασης Λ. Σταυράκου στην Αθήνα. Από το 1958, πολλές από τις οποίες της Φίνος Φιλμ.
Η πρώτη δική του ταινία, η οποία βασίστηκε και σε δικό του σενάριο ήταν Ο μικρός δραπέτης για τη Φίνος Φιλμ το 1968. Το 1970 έκανε διεθνή επιτυχία με την ταινία Κατάχρησις Εξουσίας. Κατόπιν εγκατέλειψε τον κινηματογράφο για μια δεκαπενταετία και επανήλθε το 1985.
Η ταινία του «Μια Τόσο Μακρινή Απουσία» απέσπασε έξι πρώτα βραβεία στο φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης (1985) ενώ οι «Ακατανίκητοι Εραστές» το (1988) προβλήθηκε στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης.
Εκτός από σενάρια για τη μεγάλη οθόνη είχε γράψει και έργα για το θέατρο, τα οποία έχουν καταγραφεί στο βιβλίο «Θεατρικά» και είναι τα εξής: «Τα κοκκινομπλέ πατίνια» (2006), «Ταξιδεύοντας με τον ΠΑΟΚ, μια ιστορία του Σταθμού Λαρίσης» (2011), «Η πόρτα» ή «Ο σωρός των φασολιών» (2012), ««Η δημοπρασία» και «Η γυναίκα του αστροναύτη»
Πέντε ατάκες που εγραψαν ιστορια από την ταινία “Ας περιμένουν οι γυναίκες”
Ο Σταύρος Τσιώλης, ο σπουδαίος σκηνοθέτης που έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών, άφησε πίσω του πολλά κινηματογραφικά “διαμάντια”, αλλά και στίχους λαϊκών τραγουδιών.
Ωστόσο, η πιο πολυσυζητημένη και αγαπημένη ταινία του είναι το “Ας περιμένουν οι γυναίκες”, μέρος της τριλογίας που ολοκληρώθηκε πριν δύο χρόνια (Παρακαλώ γυναίκες μην κλαίτε-1992, Ας περιμένουν οι γυναίκες-1998, Γυναίκες που περάσατε από εδώ-2018).
Ο Πάνος (Ζουγανέλης) και ο Μιχάλης (Μπακιρτζής), μπατζανάκηδες μικροβιοτέχνες από τη Θεσσαλονίκη, ξεκινούν ένα ταξίδι για τη Θάσο, όπου βρίσκονται ήδη οι οικογένειές τους. Μια τυχαία συνάντηση με μία κοπέλα στη λίμνη Βόλβη θα προκαλέσει την ψυχολογική κατάρρευση του Πάνου, ο οποίος την ερωτεύεται, καταρρέει ψυχολογικά και επιχειρεί να αυτοκτονήσει. Ο Μιχάλης καλεί τον Αντώνη (Μπουλάς), τον τρίτο μπατζανάκη και πολιτευτή του ΠΑΣΟΚ, για βοήθεια. Όμως η παρουσία του Αντώνη δεν έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα και οι γυναίκες τους ακόμα τους περιμένουν στη Θάσο.
Οι ατάκες των πρωταγωνιστών της ταινίας (Σάκης Μπουλάς, Γιάννης Ζουγανέλης, Αργύρης Μπακιρτζής), έγραψαν ιστορία. Ας απολαύσουμε 5 από αυτές.
1. “Ο Σκαρτάδος, οι αγροκαλλιεργητές από τη Λακωνία και ο ορισμός του πέναλτι (κυρία μου)”
2. “Διότι οι άνθρωποι δεν συγχωρούν όσους από έρωτα εκπέσανε”
3. “Ψήφισε η μάνα μου Νέα Δημοκρατία;”
4. “Αυτοί στην Κασσάνδρα δεν μένανε; Γιατί φάγαν εδώ και ανακάτεψαν τη Βόλβη;”
5. “Κύριε Αντώνη, τώρα που ακούσαμε την ιστορία του μπαμπά σας θα ψηφίζουμε ΠΑΣΟΚ”
Bonus: “Τα έχω με τον εαυτό μου” και οι λέρες της Πελοποννήσου