Του Τάσου Κωστόπουλου
«Οι Κρητικοί δεν θα έμπαιναν στον κόπο να ρισκάρουν τη ζωή τους δίχως την κατάλληλη πληρωμή»
Αλεξάντερ «Ξαν» Φίλντινγκ (έκθεση προς το Κάιρο, 5/5/1942)
Υπήρξε ένας από τους τρεις σημαντικότερους Βρετανούς πράκτορες που έδρασαν στην Κρήτη κατά τη διάρκεια της Κατοχής, μαζί με τον συγγραφέα Πάτρικ Λι Φέρμορ και τον αρχαιολόγο Τομ Ντανμπάμπιν.
Τα απομνημονεύματά του, με τίτλο «Το Κρυφτό», κυκλοφόρησαν στο Λονδίνο το 1954, η ελληνική τους όμως έκδοση είδε το φως μόλις το 1993, με αξιοσημείωτες μάλιστα διαφορές από το αγγλικό πρωτότυπο.
Οι κατοχικές εκθέσεις του προς το Κάιρο (όσες διασώθηκαν και αποχαρακτηρίστηκαν σχετικά πρόσφατα) αποκαλύπτουν, ωστόσο, μια πολύ διαφορετική εικόνα για τη δράση αλλά και για τα συναισθήματά του απέναντι στον τόπο και τους κατοίκους του.
Ο λόγος για τον Αλεξάντερ «Ξαν» Φίλντινγκ (Ινδία 1918 – Παρίσι 1991), δημοσιογράφο και ιδιοκτήτη μπαρ στην Κύπρο τη δεκαετία του 1930, πράκτορα της Υπηρεσίας Εκτέλεσης Ειδικών Επιχειρήσεων (SOE) στην Κρήτη, τη Γαλλία και την Απω Ανατολή στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, πράκτορα της Ιντέλιτζενς Σέρβις το 1945 στη Γερμανία και μέλος της επιτροπής παρατηρητών του ΟΗΕ στις ελληνικές εκλογές του 1946.
Παρασημοφορημένος από τη χώρα του στη διάρκεια του πολέμου (1942) και από την κυβέρνηση Μητσοτάκη κατά τον πανηγυρικό εορτασμό της 50ής επετείου της μάχης της Κρήτης (1991), ο Φίλντινγκ έχει καταγραφεί ως αδιαπραγμάτευτα φιλέλληνας.
Μετά θάνατον, η στάχτη του μεταφέρθηκε, μάλιστα, στη μεγαλόνησο.
Η διασταύρωση των δημόσιων γραπτών του με όσα ο ίδιος ανέφερε στις υπηρεσιακές εκθέσεις του παρουσιάζει, ως εκ τούτου, ευνόητο ενδιαφέρον.
Ενα βιβλίο, δύο εκδοχές
Και στις δύο εκδοχές του, «Το Κρυφτό» αποτελείται από 19 κεφάλαια και πέντε άτυπα μέρη:
Μια τρίτη αποστολή του στην Κρήτη τον Ιούνιο του 1944, την οποία πληροφορούμαστε από τη σχετική έκθεσή του (HS 5/726/163-169), αποσιωπάται πλήρως, ενώ η τέταρτη, στη διάρκεια των Δεκεμβριανών (6/12/1944-1/2/1945), μνημονεύεται μόνο παρεμπιπτόντως, σε λιγότερο από μια παράγραφο (σ. 258).
Χώρος δράσης του Φίλντινγκ στην Κρήτη υπήρξε το δυτικό τμήμα του νησιού (οι Νομοί Χανίων και, λιγότερο, Ρεθύμνης).
Σε γενικές γραμμές, η αφήγησή του εστιάζεται κυρίως στα πιο φαντασμαγορικά και περιπετειώδη σημεία της δράσης του, υποβαθμίζοντας τις ουσιαστικότερες και, κυρίως, τις πολιτικές πλευρές της.
Με κάθε λεπτομέρεια πληροφορούμαστε λ.χ. όσα συνέβησαν κατά τις αποβιβάσεις του σε ερημικές παραλίες του νησιού και τις αναχωρήσεις του (ή κάποιων συναγωνιστών του) από αυτές, όπως και στις λιγοστές περιπτώσεις που ο ίδιος ήρθε σε επαφή με τον εχθρό: τρεις μικροσυμπλοκές, αλλεπάλληλες μετακινήσεις, διασταυρώσεις με την ψυχή στο στόμα αλλά και παρακινδυνευμένες συμμετοχές incognito σε μικτά γλέντια.
Λεπτομερέστατα περιγράφεται επίσης ο φόνος ενός συνεργάτη της Βέρμαχτ και ενός Γερμανού λιποτάκτη που δεν γεννούσε επαρκή εμπιστοσύνη.
Με σπάνιες εξαιρέσεις, η περιγραφή αυτών των στιγμών είναι ιδιόμορφα «αντιηρωική».
Η ουσιαστική δραστηριότητα του Φίλντινγκ για τη συγκρότηση αντιστασιακών και κατασκοπευτικών δικτύων σκιαγραφείται, απεναντίας, πολύ λακωνικά.
Με εμφανείς, επιπλέον, εξιδανικεύσεις κι ακόμη σημαντικότερες αποσιωπήσεις ή παραποιήσεις όσων ο ίδιος ανέφερε στις εκθέσεις του προς το Γραφείο Κρητικών Υποθέσεων της SOE στο Κάιρο.
Δεν γνωρίζουμε, βέβαια, σε ποιο βαθμό αυτές οι αλλοιώσεις οφείλονταν σε επιλογή του ίδιου του Φίλντινγκ ή επιβλήθηκαν από την περιβόητη υπηρεσία λογοκρισίας του Φόρεϊν Οφις με το ψευδώνυμο «Βιβλιοθήκη», όπου υποβάλλονται για προληπτικό έλεγχο όλες οι αυτοβιογραφίες διπλωματών και πρακτόρων του βρετανικού στέμματος. (Για τον μηχανισμό αυτό και ορισμένες επιδόσεις του όσον αφορά την Ελλάδα, βλ. Γιάνης Γιανουλόπουλος, «Ο μεταπολεμικός κόσμος», Αθήνα 1992, σ. 250-4.)
Κάπως σαφέστερη εικόνα προκύπτει από τη σύγκριση των δύο εκδόσεων.
Από την ελληνική του 1993 απουσιάζουν κάμποσα αποσπάσματα της πρώτης –σχετικά λ.χ. με τις προσωπικές τριβές στο εσωτερικό της SOE ή τη διαβίωση των πρακτόρων, ως αδειούχων, στα μετόπισθεν της Μ. Ανατολής (σ. 98-100, 104, 105, 107-8 της αγγλικής).
Μεταξύ άλλων, αποσιωπάται και η αρχική πληροφορία πως ο συγγραφέας κι ένας συμπολεμιστής του χρεώθηκαν από την υπηρεσία (με κρατήσεις μισθού) για τα «υπερβολικά υψηλά» έξοδά τους σε κάποιο πολυτελές ξενοδοχείο της Βηρυτού, το φθινόπωρο του 1942· το ελληνικό κείμενο σταματά στη βεβαιότητα των δύο ηρώων πως η SOE «θα κάλυπτε τη δαπάνη, ως συνήθως» (σ. 103).
Η ελληνική έκδοση έχει, πάλι, εμπλουτιστεί με πληροφορίες για την τοπική πολιτική που αποσιωπήθηκαν το 1954 –με πιο χτυπητό παράδειγμα μια σύντομη (αλλά εν μέρει παραπλανητική, όπως θα δούμε παρακάτω) περιγραφή της ιστορικής σύσκεψης ΕΑΜ-ΕΟΚ στο Θέρισο, τον Νοέμβριο του 1943.
Οπως πληροφορούμαστε από τον ηλεκτρονικό κατάλογο του προσωπικού αρχείου του Φίλντινγκ, που έχει κατατεθεί στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Σκοτίας, η τροποποίηση της ελληνικής έκδοσης έγινε το 1990-91 με «υπομνηματισμό» του ίδιου και του Πάτρικ Λι Φέρμορ σ’ ένα αντίτυπο του 1954.
Διαφορετική είναι επίσης η αφιέρωση του βιβλίου σε κάθε έκδοση.
Το 1954 ο Φίλντινγκ το αφιερώνει «στην Κριστίνα Γκράνβιλ» (το γένος Σκάρμπεκ), την Πολωνή πράκτορα της SOE που του έσωσε τη ζωή στη Γαλλία το 1944 και δολοφονήθηκε στο Λονδίνο το 1950.
Η ελληνική έκδοση αφιερώνεται απεναντίας «στους Κρητικούς συμπολεμιστές» του συγγραφέα, έχουν δε αφαιρεθεί οι δύο τελευταίες παράγραφοι της αρχικής, όπου καταγγελλόταν η μεταπολεμική εγκατάλειψη της Κριστίνα από το βρετανικό κράτος.
Από την ελληνική έκδοση απουσιάζει, τέλος, η παρεξηγήσιμη ρήση του καπετάν Μανόλη Μπαντουβά, που είχε τεθεί ως προμετωπίδα στην αρχική: «Ο αγών θέλει αίμα».
«Πυγμαίοι της Μεσογείου»
Η πιο χτυπητή διαφορά μεταξύ βιβλίου και υπηρεσιακών εκθέσεων έγκειται στην απροκάλυπτη περιφρόνηση που ο 24χρονος πράκτορας εκφράζει τακτικά στις δεύτερες για τον πληθυσμό του νησιού.
Η περιφρόνηση αυτή οφείλεται συνήθως στη διαπίστωση της απροθυμίας πολλών ντόπιων επαφών του να ρισκάρουν το κεφάλι τους, σε μια εποχή που η ανάμνηση των μαζικών εκτελέσεων που ακολούθησαν τη δυναμική αντίσταση του 1941 είναι ακόμη εξαιρετικά νωπή.
Εξίσου ευδιάκριτη είναι, ωστόσο, και η αποικιοκρατική νοοτροπία που διακατέχει τον νεαρό εκπρόσωπο της θαλασσοκράτειρας –τέκνο, άλλωστε, αξιωματικού του βρετανικού στρατού στην Ινδία.
Οι κακές διαθέσεις φαίνονται ήδη από την πρώτη έκθεση (3/4/1942): «Οσοι Κρητικοί δεν έχουν ακόμη παραδοθεί στην απαθή κατήφεια ή στη σκυθρωπή αδιαφορία, τρέμουν από φόβο», αποφαίνεται ύστερα από δυόμισι μήνες στο νησί.
«Ακόμη και η περίφημη κρητική φιλοξενία εξαφανίστηκε μπροστά στη γερμανική βία ή απειλή βίας. Οι Βρετανοί, εμού συμπεριλαμβανομένου, έχουν πάνω από μια φορά αποπεμφθεί από τις πόρτες χωρικών που ήταν είτε υπερβολικά φοβισμένοι για να μας στεγάσουν είτε υπερβολικά καχύποπτοι ότι μπορεί να ήμασταν μεταμφιεσμένοι Γερμανοί».
«Η επιδημία του φόβου», συνεχίζει, «έχει απλωθεί και στους ντόπιους ηγέτες, πολλοί από τους οποίους μου ζήτησαν να κανονίσω τη διαφυγή τους, καθώς δεν βλέπουν προοπτική εισβολής μας στην Κρήτη στο ορατό μέλλον. Ως εκ τούτου, η συνεργασία τους είναι τώρα σχεδόν άνευ αξίας. Ο Αντυ [συνταγματάρχης Παπαδάκης] κρύβεται στα βουνά. Ο Τζόε [ταγματάρχης Τζιφάκης] εκνευρίζεται επικίνδυνα από τη γειτνίαση οποιουδήποτε Αγγλου, ο δε Τρότσκι [στρατηγός Μάντακας] αρνείται να έχει οποιαδήποτε σχέση μαζί μας. Οι ελπίδες πραγματοποίησης οποιασδήποτε επικίνδυνης δουλειάς, όπως σαμποτάζ, είναι συνεπώς ελάχιστες».
Ακόμη και σε περίπτωση βρετανικής απόβασης, εκτιμά, «οι Κρητικοί, στην τωρινή τους διανοητική κατάσταση τρομώδους παραλύσεως, θα δίσταζαν να πάρουν τα όπλα από τον φόβο των αντιποίνων, εκτός αν η νίκη μας εδώ ήταν 100% εξασφαλισμένη»(HS 5/725/5).
Στην απογοήτευση και τον φόβο, στην επόμενη έκθεση (5/5/1942) προστίθεται η ανησυχητική διαπίστωση πως «η πίστη [των κατοίκων] στη Ρωσία είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι η πίστη στη Βρετανία».
Η υπομονή του πράκτορα αρχίζει να εξαντλείται κι οι διατυπώσεις του εκτραχύνονται:
«Οι Κρητικοί καθίστανται επικίνδυνα αδιάφοροι απέναντι στη γερμανική κατοχή. Το παλιό πνεύμα αντίστασης και εξέγερσης έχει εξατμιστεί. […]
Η φυσική τάση των Κρητικών για κακόκεφη δουλοπρέπεια συνδυασμένη με μια πολύ φτηνιάρικη επίδειξη ψευτοπαλικαρισμού ουδέποτε υπήρξε εμφανέστερη απ’ ό,τι τώρα» (HS 5/725/8).
Στον απολογισμό του Ιουλίου, ο Φίλντινγκ είναι πια κατηγορηματικός:
«Οσο λιγότερα ειπωθούν για το ηθικό των Κρητικών, τόσο το καλύτερο. […]
Οι Κρητικοί έχουν αποδείξει πως είναι γενναίοι άντρες όταν δεν υπάρχει κίνδυνος και ανδρείοι πολεμιστές όταν ο εχθρός έχει ηττηθεί» (HS 5/725/29).
Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει αυτού του είδους τις εκρήξεις προϊόν ελλιπούς εξοικείωσης του νεαρού (και ουσιαστικά απόλεμου) συντάκτη τους με τη ρευστή πραγματικότητα του αντάρτικου;
Ενδεχομένως. Ο Φίλντινγκ όμως επανέρχεται στο ίδιο μοτίβο και πολύ αργότερα, στα τέλη του 1943, κατά τους τελευταίους μήνες της δεύτερης αποστολής του.
«Στα δυο χρόνια της στενής σχέσης μου με το νησί», γράφει στις 25/10/1943, «μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα, οι ίδιοι οι Κρητικοί με τις ενέργειές τους έχουν συγκεντρώσει ένα βουνό αποδεικτικών στοιχείων ενάντια στον ψευδή ισχυρισμό τους περί εθνικής αρετής και ανδρείας. Δεν αφήνομαι πια να τυφλωθώ από τους θρύλους ηρωικής αντίστασης κατά των Τούρκων, από τους μύθους προσωπικής και συλλογικής αυτοθυσίας στον αγώνα για ελευθερία, που απεικονίζονται στις ρομαντικές λιθογραφίες του 19ου αιώνα κι εξυμνούνται από τα ντόπια δημοτικά τραγούδια, όταν έχω μπροστά μου καθημερινά τη ζωντανή εικόνα, που ποικίλλει μόνο όσον αφορά την προστυχιά της: της κρητικής δειλίας, εξαπάτησης, προδοσίας και κλεψιάς.
Αν ο πληθυσμός τελικά πολεμήσει, το 70% θα το κάνει χάριν λεηλασίας, οι δε υπόλοιποι θ’ αδράξουν την ευκαιρία για να τακτοποιήσουν προσωπικούς λογαριασμούς. Εκείνοι που θα πολεμήσουν πιο ασυγκράτητα απ’ όλους θα είναι ίσως οι σημερινοί προδότες, ελπίζοντας ότι τα μελλοντικά κατορθώματά τους θα συσκοτίσουν τα παρελθόντα εγκλήματά τους» (HS 5/726/57).
Το αποκορύφωμα έρχεται στις 23/12/1943, λίγες μέρες πριν από την αναχώρησή του για το Κάιρο:
«Τα γερμανικά στρατεύματα στην Κρήτη είναι από τώρα εν μέρει ηττημένα και θα είχαν ηττηθεί πλήρως», αποφαίνεται, «αν οι Κρητικοί επιδείκνυαν έστω και τη μισή παλικαριά για την οποία με τόση περηφάνια κοκορεύονται. Είναι φανερό, ωστόσο, πως αυτή η καυχησιολογία είναι σκέτος θόρυβος δίχως την παραμικρή ουσία. Οι Κρητικοί αποδείχτηκαν αυτοί που είναι πραγματικά: δειλοί, προδότες, κλεφταράδες κι απατεώνες» (HS 5/726/128).
«Ηλπιζα», γράφει στην έκθεσή του, «πως αυτές οι επιδρομές θα είχαν αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό των ένοπλων φυγάδων στα βουνά. Στην πραγματικότητα είχαν αποτέλεσμα την αύξηση του αριθμού των προδοτών, καθώς οι περισσότεροι Κρητικοί φαίνεται ότι προτιμούν να υπηρετήσουν τον εχθρό παρά να διάγουν έναν ρομαντικό αλλά ολίγον ψειριασμένο βίο στις σπηλιές» (HS 5/726/128).
Ο οφθαλμοφανής πανικός του απ’ αυτήν την εξέλιξη τον ωθεί σ’ ένα ξέσπασμα απροκάλυπτα ρατσιστικό:
«Οι Κρητικοί δεν φαίνεται να συνειδητοποιούν ότι σε καιρό πολέμου είναι φυσιολογικό ένας άνθρωπος να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του.
Περίεργο ψυχολογικό φαινόμενο: τούτοι εδώ οι Πυγμαίοι της Μεσογείου, γυμνοί, υποσιτισμένοι και αγράμματοι, μ’ ένα επίπεδο ζωής χαμηλότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή φυλή, εξαιρέσει ίσως ορισμένων τμημάτων της Αλβανίας, Μακεδονίας, Βουλγαρίας και Θράκης, να γαντζώνονται τόσο απελπισμένα στη ζωή, ενώ οι Αγγλοαμερικανοί, με όλα τα διανοητικά και φυσικά χαρίσματα της γης, θα ‘ταν διατεθειμένοι να τα θυσιάσουν όλα» (HS 5/726/130).
Ιδιαίτερα σοκαρισμένος δείχνει από την καινοφανή προπαγανδιστική εξόρμηση των κατοχικών και δωσιλογικών αρχών, με κεντρικό άξονα τον αντικομμουνισμό: ομιλίες επισήμων στα χωριά «εναντίον των κομμουνιστικών στοιχείων, των ζωοκλεφτών και των Βρετανών πρακτόρων», αλλά και συγκρότηση ενός «συμβουλίου τιμής» σε κάθε κοινότητα, με αρμοδιότητα και καθήκον «να ενημερώνει τις γερμανικές αρχές και να συνεργάζεται μαζί τους στην περίπτωση που αντιληφθεί “ύποπτους ξένους”, είτε αυτοί είναι κομμουνιστές είτε ληστές είτε Βρετανοί».
Η φαινομενική επιτυχία αυτής της στρατηγικής, που απευθυνόταν στους ίδιους συντηρητικούς κύκλους και κοινωνικά στρώματα που αποτελούσαν τη βάση της αντικομμουνιστικής Εθνικής Οργάνωσης Κρήτης (ΕΟΚ), του προκαλεί βαθιά θλίψη:
«Οι Κρητικοί παίζουν εντελώς το παιχνίδι των Γερμανών, που πρέπει να το διασκεδάζουν πολύ παρακολουθώντας όλους αυτούς τους γενειοφόρους πολεμιστές να έχουν γονατίσει με την παραμικρή απειλή» (HS 5/726/129-130).
Οι διαπιστώσεις αυτές αφορούν ουσιαστικά την εγχώρια εθνικοφροσύνη, που συγκροτήθηκε εκείνο τον καιρό (όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα) μέσω της αναγόρευσης του ΕΑΜ σε πρωταρχικό «εθνικό» και κοινωνικό «κίνδυνο».
Γιατί οι εκθέσεις του Φίλντινγκ σκιαγραφούν εν θερμώ και μια εντελώς διαφορετική κατηγορία Κρητικών, έστω κι αν πολιτικο-διπλωματικοί λόγοι δεν επέτρεψαν την αντικειμενική περιγραφή της στο βιβλίο.
Το ΕΑΜ και το «γαϊδούρι»
Η οπτική του «Κρυφτού» όσον αφορά την ενδοελληνική διένεξη μεταξύ του ΕΑΜ και της δεξιάς Εθνικής Οργανώσεως Κρήτης (ΕΟΚ) είναι καθαρά ψυχροπολεμική.
Το ΕΑΜ, διαβάζουμε, «παρίστανε το πατριωτικό κίνημα» επιδιδόμενο σε «δόλια τοπική προπαγάνδα» (σ. 178) και «διασπορά στα χωριά δογμάτων κομμουνιστικής έμπνευσης» (σ. 177), ο δε ΕΛΑΣ αναφέρεται περιφρονητικά σαν «ο Μάντακας και τα τσιράκια του» (σ. 181).
Για τη στάση του Φίλντινγκ απέναντί τους, αποκαλυπτική είναι η δήλωσή του στον συνταγματάρχη Κοντεκάκη, μετέπειτα διοικητή της 5ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ, πως οι Κρητικοί οφείλουν να αποδεχτούν όποιον αρχηγό τούς επιβάλει αυτός, ως εκπρόσωπος του συμμαχικού στρατηγείου, «ακόμη και αν είναι γαϊδούρι!» (σ. 178).
Για την ΕΟΚ, που στις εκθέσεις μνημονεύεται ως «η οργάνωσή μας» (HS 5/726/37 κ.α.), το βιβλίο έχει, αντίθετα, μόνο καλά λόγια· ισχυρίζεται δε πως «όλοι οι Κρητικοί χωρικοί, με την εξαίρεση ελαχίστων», της «έμειναν πιστοί», γεγονός που αποδίδει στη«φυσική ευφυΐα» τους (σ. 179).
Για χάρη της ο Φίλντινγκ διαπράττει μάλιστα έναν χοντροκομμένο αναχρονισμό, τοποθετώντας χρονικά την ονοματοδοσία της σε συνάντησή του με τον κατοχικό δήμαρχο Χανίων, Νικόλαο Σκουλά, τον Απρίλιο του 1942 (σ. 66).
Στην πραγματικότητα, η ΕΟΚ ιδρύθηκε από τον Ντανμπάμπιν στον Νομό Ηρακλείου τον Οκτώβριο του 1942 κι επεκτάθηκε στα Χανιά μόλις τον Ιούλιο του 1943.
Ο μεταξικός και «φανατικός αντικομμουνιστής» Σκουλάς, επικεφαλής της Ν.Ε. Χανίων της ΕΟΚ, πιστώνεται επίσης την αποφυγή ενδοκατοχικού εμφυλίου (σ. 179), παρ’ όλο που ομολογείται ότι πρόβαλε αντιρρήσεις στη συνεννόηση με το ΕΑΜ (σ. 217).
Τη μερίδα του λέοντος από τους ύμνους αποσπά όμως ο Μάρκος Σπανουδάκης, «ένας μελαχρινός, εμφανίσιμος λοχαγός και μηχανικός, που εκείνη την εποχή [1942] δούλευε ως πολίτης στη θέση του συμβούλου αμυντικών έργων για τους Γερμανούς»και, σε αντίθεση με τους περισσότερους συμπατριώτες του, «εύκολα παραδεχόταν την άγνοιά του για θέματα που δεν καταλάβαινε και ήταν πάντα πρόθυμος να ζητήσει πληροφορίες για να διαφωτιστεί» από τη βρετανική αποστολή (σ. 66).
Πολύ λογικά, αφού από τη SOE του Καΐρου περιγράφεται ως «ο βασικός μας πράκτορας» (HS 5/671/58).
Εντελώς διαφορετικές είναι, ωστόσο, οι εν θερμώ αποτιμήσεις του ΕΑΜ στις εκθέσεις του Φίλντινγκ.
Η αντικομμουνιστική οπτική δεν αναιρείται, φυσικά· αλλάζει όμως η εκτίμηση για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτού του εσωτερικού αντιπάλου, σε σύγκριση ιδίως με εκείνα της ΕΟΚ.
Αν η αρνητική εικόνα του στρατηγού Μάντακα (ψευδώνυμο «Τρότσκι») τροποποιείται ελάχιστα, οι κομμουνιστές και η ΠΟΕΝ (Παγκρήτια Οργάνωση Ελευθέρων Νέων), το τοπικό δηλαδή παρακλάδι της ΕΠΟΝ, αναγνωρίζονται εδώ ως οι πιο αξιόπιστοι μαχητές στην υπηρεσία του συμμαχικού αγώνα.
«Για τους περισσότερους Ελληνες», εκτιμά ο Φίλντινγκ την 1/2/1943, μια ηγετική θέση στον αντιστασιακό αγώνα ισοδυναμεί με πρόκριμα για μεταπολεμική πολιτική σταδιοδρομία, με αποτέλεσμα να βλέπουν «σε κάθε άνθρωπο έναν δυνητικό πολιτικό αντίζηλο. Μοναδική ίσως εξαίρεση σ’ αυτόν τον κανόνα αποτελούν στην Κρήτη οι κομμουνιστές που πιστεύουν ότι μάχονται για ανώτερα ιδανικά που αποκλείουν τη μικροπολιτική. Γι’ αυτόν τον λόγο το Κομμουνιστικό Κόμμα -ακριβέστερα, το ΕΑΜ (Επαναστατικό Απελευθερωτικό Μέτωπο)- είναι η μόνη οργάνωση στην Κρήτη που μπορεί να ειπωθεί πως εδράζεται σε επαρκή βάση και μπορεί να μας χρησιμεύσει αρκετά αργότερα» (HS 5/725/45).
Η ΠΟΕΝ, πάλι, την οποία τον Φλεβάρη του 1943 υποπτεύεται σαν δημιούργημα των Γερμανών (HS 5/725/57), ένα μήνα μετά κερδίζει την εκτίμησή του:
«Είναι μια αξιόλογη οργάνωση που δουλεύει σε συνεργασία με τα Πεντάδυμα [QUINS, το κατασκοπευτικό δίκτυο που λειτουργούσε στα Χανιά με επικεφαλής τον Σπανουδάκη]. Αντάλλαξα επιστολές μ’ έναν από τους βασικούς εκπροσώπους της, τον οποίο προτίθεμαι να συναντήσω σύντομα» (HS 5/725/66).
Ακόμη μεγαλύτερος ενθουσιασμός τον καταλαμβάνει στα τέλη Απριλίου:
«Η ΠΟΕΝ μ’ εντυπωσιάζει ως μία από τα ενεργητικότερες οργανώσεις στην Κρήτη. Τα μέλη της υπήρξαν εξ ολοκλήρου υπεύθυνα για την αντιγερμανική προπαγανδιστική καμπάνια με κιμωλία στους τοίχους των Χανίων. […]. Η ΠΟΕΝ ανέλαβε επίσης την αφισοκόλληση με προκηρύξεις που ετοιμάζουμε εμείς, και θα ενημερωθώ για το αποτέλεσμά της τις ερχόμενες μέρες. Επιπλέον, υπό την αιγίδα αυτής της οργάνωσης σχηματίζονται κι εκπαιδεύονται μυστικά ανταρτοομάδες στα χωριά, καθώς και υποψήφιοι για απλά σαμποτάζ. Ορισμένοι απ’ αυτούς τους νεοσύλλεκτους έχουν επίσης δηλώσει διατεθειμένοι να σκοτώσουν όποιον προδότη ενδιαφερθώ να υποδείξω» (HS 5/725/89).
Για τη σύγκριση των δύο αντιστασιακών οργανώσεων, καταλυτική είναι, τέλος, η έκθεση που στέλνει στις 31/10/1943 (HS 5/726/56):
«Δεν υπάρχει αμφιβολία πως, από οργανωτική άποψη, το ΕΑΜ έχει κάνει θαύματα. Αυτή η οργάνωση, δίχως έξωθεν χρηματική βοήθεια, δίχως επίσημη αναγνώριση του Γενικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής, κατάφερε, στον Νομό Χανίων τουλάχιστον, να στρατολογήσει σχεδόν κάθε αξιωματικό του στρατού, να στήσει ένα εντυπωσιακά αποτελεσματικό δίκτυο επικοινωνιών μεταξύ των χωριών, να απορροφήσει ολόκληρη την ΠΟΕΝ, που προηγουμένως εργαζόταν για εμάς. Οποια και να είναι τα κίνητρά τους, το σύστημά τους αποτελεί ζωντανό εύσημο υπέρ τους.
Η δική μας οργάνωση, από την άλλη, μολονότι ενδεχομένως αγκαλιάζει μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού κι απολαμβάνει και κάποια οικονομική βοήθεια και επίσημη αναγνώριση, έχει στρατολογήσει αμελητέο αριθμό αξιωματικών του στρατού, ενώ η επικοινωνία μεταξύ των χωριών διεξάγεται σε αποτελεσματική κλίμακα μόνο στις περιοχές όπου έδρασα προσωπικά».
Λαμβάνοντας υπόψη το θεώρημα για τάσεις μονοπώλησης του αγώνα (αποκλειστικά) από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αξίζει να αναφερθεί εδώ η επιχειρηματολογία του Φίλντινγκ, τον Αύγουστο του 1943, υπέρ της άνευ όρων απορρόφησης του ΕΑΜ από τη νεοσύστατη ΕΟΚ.
Απορρίπτοντας το αίτημα των ΕΑΜικών συνομιλητών του για παράλληλη βρετανική υποστήριξη των δύο οργανώσεων, ο Βρετανός πράκτορας ξεκαθαρίζει ότι «στην Κρήτη, περισσότερο από παντού, δυαδική οργάνωση [της Αντίστασης] δεν είναι επιθυμητή» (HS 5/726/27).
Κατά συνθήκην νύστα
Η συνάντηση των ηγεσιών του ΕΑΜ και της ΕΟΚ στο Θέρισο (6-7/11/1943) υπήρξε καθοριστική για την αποφυγή ενδοκατοχικού εμφυλίου στην Κρήτη, ανάλογου με τη σύρραξη ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ στην Ηπειρο.
Τόσο στο βιβλίο όσο και στις εκθέσεις του ο Φίλντινγκ διεκδικεί την πατρότητα της πρωτοβουλίας, όταν ναυάγησαν τα σχέδιά του για απορρόφηση του ΕΑΜ από την ΕΟΚ.
Στην αρχική έκδοση δεν υπάρχει η παραμικρή μνεία του γεγονότος, σε αντίθεση με την ελληνική, όπου καταλαμβάνει ολόκληρο τετρασέλιδο (σ. 216-9).
Στο σημείο αυτό εμφανίζεται επίσης, για πρώτη και τελευταία φορά, ο Κώστας Μητσοτάκης:
«Ο Μάρκος Σπανουδάκης έδειχνε κομψός και πολιτισμένος όπως πάντα –το ίδιο και οι δυο σύντροφοί του, τους οποίους μέχρι τότε γνώριζα μόνο εξ ακοής: ο Μιχάλης Μποτωνάκης και ο Κώστας Μητσοτάκης. Αυτοί οι τρεις, μαζί μ’ έναν πανέξυπνο νεαρό έφεδρο αξιωματικό, τον Μανούσο Μανουσάκη, ήταν οι στυλοβάτες του δικτύου μου στα Χανιά.
Αν ήξερα πόσο σημαντικό ρόλο επρόκειτο να παίξει ο Μητσοτάκης στη μεταπολεμική ζωή της Ελλάδας, θα τον είχα προσέξει περισσότερο, αλλά ήμουν τόσο εξαντλημένος από την εικοσάωρη πορεία μου ώστε μόλις κατάφερνα να κρατάω τα μάτια μου ανοιχτά. Τόση ήταν η κούρασή μου ώστε δεν μπορούσα να παρακολουθήσω απολύτως τις συζητήσεις που άρχισαν και κάθε τόσο γλάρωνα. Αυτό που με ξυπνούσε κατά διαστήματα από τη νάρκη μου ήταν η αντιπάθεια που εξέφραζε ο Σκουλάς, όχι μόνο απέναντι στον Μάντακα αλλά και απέναντι στους ίδιους τους νεαρότερους συνεργάτες του» (σ. 218).
Στην πραγματικότητα ο Φίλντινγκ είχε πολύ καλή εικόνα των διαμειφθέντων, αφού στην έκθεσή του περιγράφει λεπτομερώς την εκατέρωθεν ανταλλαγή επιχειρημάτων (HS 5/726/70-1).
Εξίσου παραπλανητική αποδεικνύεται η αναφορά του στην αντίπαλη αντιπροσωπεία.
«Εκτός από τον ίδιο τον Μάντακα», γράφει, «η ομάδα του ΕΑΜ αποτελείτο από τρεις άντρες από τα Χανιά. Με σύστησαν στους τρεις άντρες αλλά τα ονόματά τους -Αντώνιος Μαρής, Εμμανουήλ Ζεβελάκης, Στυλιανός Σφακιωτάκης- δεν μου έλεγαν τίποτα» (σ. 217).
Στην έκθεσή του, αντίθετα, τους κατονομάζει με κωδικούς που υποδεικνύουν προηγούμενη γνώση: «Η Κ.Ε. του ΕΑΜ εκπροσωπήθηκε από τον Μαρξ, τον Ενγκελς, τον Τρότσκι και το Φάντασμα» (HS 5/726/70).
Αποσιωπημένες αποστολές
Οπως είδαμε στην αρχή, ο Φίλντινγκ πραγματοποίησε το 1944 ακόμη δύο αποστολές στην Κρήτη, για τις οποίες «Το Κρυφτό» σιωπά.
Η πρώτη, τον Ιούνιο του 1944, αφορούσε τον σχεδιασμό μιας επιχείρησης με την κωδική ονομασία «Εκτέλεση», το περιεχόμενο της οποίας παραμένει απόρρητο (HS 5/726/166).
Από το αποχαρακτηρισμένο αντίγραφο της σχετικής έκθεσης (5/7/1944) έχει επίσης αφαιρεθεί ένα κεφάλαιο που αφορούσε το κλιμάκιο του ομόλογου αμερικανικού OSS.
Αναφερόμενος, τέλος, στην αντιπαράθεση ΕΑΜ-ΕΟΚ, ο Φίλντινγκ ξεκαθαρίζει ότι «το ζήτημα τον στενοχώρησε τόσο πολύ», ώστε «του είναι αδύνατο» να γράψει γι’ αυτό (HS 5/726/169).
Για λόγους που αγνοούμε, η αποστολή αυτή αποσιωπάται όχι μόνο από το βιβλίο, αλλά και από τη συνοπτική καταγραφή της δράσης του στον τελικό υπηρεσιακό απολογισμό της SOE (Kokonas 2004, σ. 146).
Τον Δεκέμβριο αποβιβάστηκε στην Αγία Γαλήνη (7/12) και επιθεώρησε τμήματα της ΕΟΚ που πολιορκούσαν, μαζί με τον ΕΛΑΣ, την εναπομείνασα «Οχυρά Θέση» της Βέρμαχτ γύρω από τα Χανιά.
Καθώς η διαθέσιμη έκθεση συντάχθηκε στις 26/12, αγνοούμε τις κινήσεις του τον επόμενο μήνα, μέχρι την αναχώρησή του (1/2/1945).
Η πιο ενδιαφέρουσα επισήμανσή του αφορά εδώ την επείγουσα ανάγκη επισιτιστικής βοήθειας –και, ταυτόχρονα, την πολιτική διάσταση του ζητήματος:
«Το Σέλινο ιδίως», διαβάζουμε, «αποτελεί θλιβερό παράδειγμα ανθρώπινης ένδειας με τα πολλά πυρπολημένα χωριά, τις λεηλατημένες σοδειές και την κατεστραμμένη γεωργία του. Η Κίσσαμος είχε επίσης το μερίδιό της σε γερμανικές λεηλασίες. Είναι δε σε τούτη την περιοχή που το ΕΑΜ επέβαλε αναγκαστικά δάνεια για τη διατροφή των αστέγων και για να εκμεταλλευθεί αυτή τη φαινομενικά χριστιανική δραστηριότητα για προπαγανδιστικούς λόγους (“Ο ΕΛΑΣ βοηθά, η M-L κοιμάται”)» (HS 5/726/173).
Η έκθεση κλείνει με την υπενθύμιση των υλικών αναγκών της αποστολής: «300 χρυσές λίρες τον μήνα ανά σταθμό».
Διαβάστε
● Xan Fielding, Hide and Seek. The Story of a War-time Agent (Λονδίνο 1954, εκδ. Secker & Warburg). Η αρχική έκδοση των απομνημονευμάτων του Φίλντινγκ από την κατοχική δράση του ως πράκτορα της SOE στη Δυτική Κρήτη και τη Νότια Γαλλία.
● Ζαν Φήλντινγκ, Το Κρυφτό. Η Αντίσταση στην Κρήτη (Αθήνα 1993, εκδ. Βιβλιοπωλείο της Εστίας). H ελληνική μετάφραση του βιβλίου, με τις αλλαγές που επέφεραν σιωπηλά ο συγγραφέας και ο φίλος του, Πάτρικ Λι Φέρμορ.
● N. A. Kokonas (επιμ.), The Cretan Resistance, 1941-1945. The Official British Report of 1945 (Ηράκλειο 2004, εκδ. Mystis). Οι τελικές απολογιστικές εκθέσεις του Τομ Ντανμπάμπιν και του Τζακ Σμιθ Χιουζ για τη δράση της SOE στην κατοχική Κρήτη. Περιλαμβάνουν αρκετές πληροφορίες για τη δράση του Φίλντινγκ, αποσιωπούν όμως πλήρως την καλοκαιρινή αποστολή του το 1944. Η ελληνική μετάφραση των ίδιων ντοκουμέντων από τον απόστρατο υποστράτηγο Ελευθέριο Παπαγιαννάκη, που κυκλοφόρησε νωρίτερα από ακροδεξιό εκδοτικό οίκο (Τζακ Σμιθ Χιουζ, Απόρρητη αναφορά της δράσεως της SOE στην Κρήτη 1941-45, Αθήνα 1991, εκδ. Ελεύθερη Σκέψις), αντενδείκνυται, καθότι άθλια και γεμάτη παραπλανητικές προσθήκες ή παρερμηνείες.
● Ανδρέας Νενεδάκης, Ο εφεδροπατέρας (Αθήνα 1982). Βιογραφία και απομνημονεύματα του βενιζελικού συνταγματάρχη Ανδρέα Παπαδάκη, ηγέτη της πρώτης αντιστασιακής οργάνωσης της Κρήτης (ΑΕΑΚ), που ο Φίλντινγκ απομάκρυνε με δόλο στη Μ. Ανατολή για να ελέγξει την πιάτσα. Πάμπολλες αναφορές στον Φίλντινγκ και ειδικό κεφάλαιο (σ. 353-392) με εκτενή αποσπάσματα από το (αδημοσίευτο, τότε) «Κρυφτό», κατάλληλα σχολιασμένα.
● Μαρία Σπηλιωτοπούλου, «Η πορεία του Patrick Leigh Fermor στα βουνά της Κρήτης» (περ. Νεοελληνικά Ιστορικά, τ. Β’, Αθήνα 2010, σ. 87-126). Η δράση του πιο διάσημου από τα ηγετικά στελέχη της SOE στην Κρήτη, όπως αποτυπώνεται στα διασωθέντα αρχεία της υπηρεσίας. Εξαιρετικά διαφωτιστικό το τελευταίο κεφάλαιο, για την οργανωμένη διαχείριση της σχετικής ιστοριογραφίας από τον ίδιο τον Λι Φέρμορ.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει καθήκον να ξαναγίνει ένα σοβαρό και συγκροτημένο κόμμα, γι’ αυτό και έχουν…
«Δεν θα συμφωνήσω ότι έχει επικρατήσει η άποψη «’ότι το ΚΚΕ δεν θέλει να κυβερνήσει’», τόνισε ο…
Του Γιάννη Γ. Καλογεράκη Μαθηματικού Στατιστικολόγου Επιτ. Σχολικού Συμβούλου Μαθηματικών (Την αμαθίαν καταλύεται η αλήθεια)…
Ο κ. Ευτύχης Δαμηλάκης, Επικεφαλής της Μείζονος Αντιπολίτευσης Δήμου Καντάνου-Σελίνου και Αντιπρόεδρος της Δημοτικής Επιτροπής,…
Σήμερα, στο κέντρο της Αγοράς της πόλης των Χανίων, ολοκληρώθηκαν οι εορταστικές εκδηλώσεις που διοργάνωσε…
Αρκετά υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο το 2023 είναι ο αριθμός των θανατηφόρων τροχαίων δυστυχημάτων στην Ελλάδα (68…
This website uses cookies.