«Είχαμε μια φιλική και εποικοδομητική συζήτηση με τον πρόεδρο Γιούνκερ, αργότερα και με το επιτελείο του. Την παρέα μας, αργότερα, πλαισίωσε και ο Γερούν Ντάισελμπλουμ.
Το συμπέρασμα αυτής της συζήτησης είναι πως η πρόταση που έχει καταθέσει η ελληνική πλευρά παραμένει η μόνη ρεαλιστική και εποικοδομητική πρόταση στο τραπέζι. Βεβαίως από τις προτάσεις που ακούσαμε από την πλευρά των τριών θεσμών θέλω να κρατήσω, ως βάση συζήτησης, τα χαμηλά, τα χαμηλότερα σε σχέση με τα προηγούμενα προγράμματα, πλεονάσματα. Και, βεβαίως, υπάρχουν και πολλά άλλα κοινά σημεία. Υπάρχουν, όμως, και σημεία τα οποία κανείς δεν θα μπορούσε να προσεγγίσει, διότι όλοι πρέπει να γνωρίζουμε ότι μιλάμε για μία χώρα που τα τελευταία πέντε χρόνια έχει υποστεί μια μεγάλη οικονομική καταστροφή, χάσαμε το 25% του ΑΕΠ από πέντε χρόνια σκληρής λιτότητας.
Προτάσεις, λοιπόν, που επαναφέρουν στο τραπέζι ιδέες όπως το να κοπεί το ΕΚΑΣ στους χαμηλοσυνταξιούχους, ή να αυξηθεί ο ΦΠΑ στον ηλεκτρισμό 10 μονάδες είναι προτάσεις που φυσικά δεν μπορούν να έχουν καμία βάση συζήτησης. Παρόλα αυτά υπήρξε από την πλευρά της Κομισιόν εποικοδομητική διάθεση να φτάσουμε σε έναν κοινό τόπο.
Οι προτάσεις, που ούτως ή άλλως η ελληνική κυβέρνηση έχει καταθέσει, αποτελούν τον μέχρι τώρα κοινό τόπο. Οι συζητήσεις θα συνεχιστούν και νομίζω ότι το θετικό της σημερινής ημέρας είναι η απόδειξη, από την πλευρά της κομισιόν, τουλάχιστον -των συνομιλητών μας, δηλαδή- ότι υπάρχει η διάθεση προκειμένου πολύ σύντομα να καταλήξουμε σε μια συμφωνία ρεαλιστική. Και, επαναλαμβάνω, ότι η ρεαλιστική βάση της συζήτησης παραμένει η πρόταση της ελληνικής πλευράς.
Οι συζητήσεις θα συνεχιστούν το επόμενο διάστημα, τις επόμενες μέρες, και μπορώ να πω ότι όσο κανείς συζητάει με ειλικρίνεια τόσο πιο κοντά βρίσκεται στο να προσεγγίσει μια κοινά αποδεκτή λύση».