Δεν ξέρω πόσες ώρες ήμουν αγκυλωμένη σε αυτόν τον καναπέ, γιατί το σώμα μου το ένιωθα βαρύ, ανυπότακτο να υπακούσει στις σκέψεις, που μου υπαγόρευαν με ταχύ ρυθμό: “Σήκω! Δεν πάει άλλο, κάτι πρέπει να κάνεις…Και να το κάνεις τώρα!».
Κάρφωσα το βλέμμα μου στο ξύλινο ταβάνι, εστιάζοντας στη μαύρη κουκίδα που άφηνε το ξύλο σε εκείνο το σημείο και θυμήθηκα… Αλκοόλ ,χάπια, αλκοόλ, εξάρτηση. “Πώς βγαίνεις από όλα αυτά Άννα; Έχεις την δύναμη;”. Σκέψεις, σκέψεις ,σκέψεις… Το αλκοόλ μου έδινε την εύκολη λύση της λήθης για λίγες ώρες, ειδικά τις κρίσιμες εκείνες που βαραίνει η μέρα και όλα θολώνουν. Η ώρα της νύκτας, του σκοταδιού, της ακινησίας της ζωής. Ποτέ δεν μου άρεσε η νύχτα, γιατί ποτέ δεν μου άρεσε το σκοτάδι.
“Άννα, η ζωή σου είναι πολύτιμη και εσύ διαλέγεις έναν άχαρο τρόπο να την εκμηδενίσεις. Σταμάτα να πίνεις, δεν ωφελεί… Η ψυχή σου χρειάζεται συγκρότηση, όχι διάσπαση”. “Γιάννη, έχεις δίκιο…Το ξέρω και το ξέρεις. Η μοναξιά, όμως, της νύχτας, μου προκαλεί μια βαθιά θλίψη και ένας κρύος τρόμος εγκαθίσταται στην καρδιά μου και δεν ξέρω πώς να τον εξαφανίσω!” “Άννα, ξέρω ότι έχεις περάσει πολλά, γνωρίζω την ψυχική σου κατάσταση, μα είναι καιρός να το τελειώσεις όλο αυτό, δεν ωφελεί πουθενά…Θα καταστρέψεις τον εαυτό σου! Έχεις την ωριμότητα, νομίζω, να το βγάλεις από τη ζωή σου. Είναι όμορφη η ζωή και ακόμα πιο όμορφη θα’ ναι για εσένα όταν την δεις με νηφάλιο, καθαρό μυαλό. Δεν υπάρχει μονό το γκρι ή το μαύρο, υπάρχουν και χρώματα, πολλά χρώματα γύρω μας! Δεν θα’ σαι μόνη στον αγώνα αυτό, θα έχεις κι εμένα δίπλα σου…”. Όλος αυτός ο διάλογος ανάμεσα σε εμένα και τον καλό μου φίλο και γιατρό περνούσε ξανά και ξανά στο μυαλό μου, εδώ και ένα μήνα.
Έφτασα τριάντα εννιά και η ζωή μου σταμάτησε μια δεκαετία πριν, όταν μου χτύπησε την πόρτα έτσι ξαφνικά, χωρίς λόγο και χωρίς κάλεσμα ο τρόμος της ύπαρξης, το χάος της αβύσσου.
“Τί είμαστε, ποιοι είμαστε και που πάμε…” Δεν λέω, ήταν θέματα που με ταλάνιζαν από παιδί, αλλά στα είκοσι εννιά μου πήραν τεράστιες διαστάσεις κι απειλητικά κατέκλυσαν τις ίνες του εγκεφάλου μου, με σβούριζαν από εδώ και από εκεί χωρίς να μπορώ να επιβληθώ. Στην αρχή, τρόμαξα τόσο που όλη μέρα και όλη νύχτα επεδίωκα να είμαι με ανθρώπους δίπλα μου, λες κι εκείνοι ήταν ικανοί να διώξουν τα θεριά που με απειλούσαν… Έπειτα, ούτε κι εκείνοι χαλάρωναν τον τρόμο στην ψυχή μου. Αντίθετα, ένιωθα πιο μόνη από ποτέ, όταν ήμουν κοντά τους. Τι ήθελα; Τι έψαχνα; Να βρω την αλήθεια. Ποια αλήθεια..; Γιατί είμαι σε αυτό τον κόσμο, από πού ήρθα και πού πάω..! Όλα, μα όλα άρχισαν να μου φαίνονται μικρά ,ασήμαντα κι ελεεινά. Έβλεπα τους ανθρώπους σαν τους πιο πρoσωρινούς επισκέπτες πάνω στη γη, έβλεπα εμένα, ίδια με εκείνους! Μα, χωρίς ένα σκοπό η ζωή μου..; Αυτό είμαστε; Ένα τίποτα; Άρχισα να τρέχω από το έναν ψυχίατρο στον άλλο. Διαφορετικές προσεγγίσεις από τον καθένα τους, για την κατάσταση μου…Στην αρχή, διαγνώστηκε “Αγχώδης συναισθηματική διαταραχή…” με συμπτώματα ήπιας κατάθλιψης , έπειτα διαφώνησαν οι “ειδικοί” και αποκάλεσαν απλά “κατάθλιψη” την κατάστασή μου! Ένας άλλος είπε ότι “υπέφερα από καταναγκαστικό ψυχικό ιδεασμό” και μου πρότεινε τη δική του θεραπεία… Χάπια, χάπια και ξανά χάπια… Κανείς τους όμως δεν στεκόταν στην υπαρξιακή μου αγωνία, κοιτούσαν βιβλιογραφίες και έψαχναν να ονοματίσουν αυτή μου την κραυγή με ένα σωρό ψυχιατρικές ορολογίες.
Το αποτέλεσμα, λέει ο σοφός λαός μας, μετράει και το αποτέλεσμα στην δική μου περίπτωση ήταν χάπια και πάλι χάπια… Κι εγώ όλο και υπέφερα κι οι φόβοι μου μεγάλωναν και οι ανησυχίες δεν σταματούσαν. Τα φάρμακα αδυνατούσαν να κατευνάσουν το πνεύμα μου, που το ένιωθα αδηφάγο και αχόρταγο, μόνο τα συμπτώματα ανέστελναν και είχα λίγο καλύτερο ύπνο και ηπιότερο τρόπο ομιλίας… Τι ήπιο, δηλαδή..; Αρνούμουν να μιλήσω, ένιωθα πως μόνο εγώ είμαι έτσι, σε αυτόν τον κόσμο κανείς δεν θα με καταλάβει και όλα είναι προϊόντα κάποιας τρέλας, επερχόμενης του μυαλού…
Ω, ναι…Άρχισα να πιστεύω πως τρελάθηκα και το πίστεψα τόσο πολύ που όταν, μετά από παραίνεση μιας καλής παιδικής φίλης, να δω ένα ψυχοθεραπευτή, με έπιασαν γέλια…Αυτά τα νευρικά, που μας κρατούν ώρα και με τίποτα δεν σταματούν. Η φίλη μου με κοίταζε με απορία, σαν να σκεφτόταν: “Λες..;”.
Πήγα. Άλλωστε, κυνηγούσα την ελπίδα της μάταιης σωτηρίας μου και προσδοκούσα ότι, τουλάχιστον, από εκεί θα φύγω χωρίς χάπια. Δεν λέω, αυτό με βοήθησε αρκετά να προσδιορίσω φόβους και διλήμματα, να εξωτερικεύσω τον πόνο που είχα συσσωρεύσει από παιδί και να τον δω κατάματα. Μα, γιατρειά δεν βρήκα, στις υπαρξιακές μου ανησυχίες… Ντρεπόμουν. Δεν ήθελα να ομολογήσω ότι εμένα με ενδιέφεραν αλλά πράγματα, βαθύτερα και ουσιαστικότερα! Και έτσι, με μισή επιτυχία στέφθηκε και η διαδρομή μου από την ψυχοθεραπεία.
Τα φάρμακα, εννοείται, δεν λιγόστεψαν, αντιθέτως αυξήθηκαν, καθώς άρχισα κι αυτόν τον λίγο ύπνο που είχα περιμαζέψει από εδώ και από κει να τον χάνω και πάλι… Νέες σκοτούρες βάλθηκαν να εισχωρούν στο μυαλό μου, σαν πέθανε ο πατέρας μου. Εκεί βρισκόταν πια το μεγαλείο της αναζήτησης…Ζωή μετά θάνατον..; Ανάγκη καθημερινή πια, να μάθω, να είμαι σίγουρη, ότι ο μοναδικός αγαπημένος μου στη ζωή μου δεν χάθηκε έτσι απλά…Κάπου είναι, αλλά πού; “Γρίφοι άλυτοι”, έλεγαν οι φίλοι μου, η οικογένειά μου: “Τι τα θες και τα σκαλίζεις;
Δεν βλέπεις που κατάντησες;”. Στράφηκα στα βιβλία. Αγόρασα ένα σωρό εγχειρίδια Ψυχολογίας, Ψυχοπαθολογίας, Κατευθυντικής Ψυχοθεραπείας. Και τι δεν αγόρασα, και τι δεν διάβασα…Περισσότερο μπερδεύτηκα! Άλλες θεωρίες ο ένας, άλλες θεωρίες ο άλλος, άντε να ξεμπερδέψεις τα νήματα και να βρεις την πιο άρτια καθοδήγηση. Στο τέλος, τόσο πολύ που με κούρασαν αυτές μου οι αναζητήσεις, στράφηκα η ίδια στην πιο εύκολη και ακούραστη λύση, το αλκοόλ.
Απομακρύνθηκα από όλους και από όλα, κλείστηκα ερμητικά στον εαυτό μου και όταν ερχόταν εκείνη η ώρα που ζωντάνευαν σαν τα θηρία οι σκέψεις μου κι αντάριαζε η ψυχή μου, τα έπνιγα όλα, μονομιάς, στο ουίσκι. Έτσι, έχασα φίλους και μια σχέση που με μύρια μέσα την κρατούσα ζωντανή πέντε χρόνια, κι αυτό, γιατί ήμουν ερωτευμένη..! Ναι, ήμουν ερωτευμένη, ή μάλλον, πίστευα ότι ήμουν! Ή, για να το θέσω ορθότερα, ήθελα να πιστεύω ότι είμαι ερωτευμένη, για να έχω από κάπου να κρατηθώ! Το αλκοόλ, όμως, δεν είναι ένα εύκολο όπλο, στα χεριά ενός ανθρώπου που δεν ξέρει να το διαχειριστεί σωστά. Είναι όπλο με καταστροφικές συνέπειες, όταν θελήσεις να κάνεις αλόγιστα τη χρήση του. Στην αρχή, το μούδιασμα που σου δίνει και η ανάλαφρη αίσθηση του σώματός σου, σε κάνουν να πιστεύεις ότι “Να! Εδώ υπάρχει η σωτηρία, εδώ θα στραφώ να χαλαρώσω από τις σκέψεις…”. Νιώθεις πως έβαλες στη ζωή σου έναν καλό φίλο και σύντροφο και συμπορεύεσαι μαζί του, κρατώντας πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού σου ότι ανά πάσα στιγμή μπορείς να τον διώξεις από κοντά σου, αν δεν σου κάνει. Μακάρι να ήταν τόσο απλά τα πράγματα. Δεν είναι εύκολο να τον διώξεις, όταν έχεις ήδη μπει στην αδυσώπητη κι ανελέητη εξάρτησή του. Όχι μόνο τα άλυτα δεν λύθηκαν, αλλά αμέτρητα άλλα προβλήματα βάλθηκαν να εισχωρούν στη ζωή μου.
Οι αναζητήσεις μου έγιναν ακόμη πιο ισχυρές φωνές, η υγεία μου βάδιζε από το κακό στο χειρότερο, όλοι με είχαν εγκαταλείψει, είχα μείνει χωρίς δουλειά και μοναχά μια Μάνα, στοργική, υπομονετική, γεμάτη αγάπη κι ελπίδα μου είχε μείνει…Η μάνα μου και ένας παλιός, αγαπημένος φίλος, ο Γιάννης.
Μέχρι την ημέρα που, γυρνώντας από το σούπερ μάρκετ -γιατί είχα ξεμείνει από τσιγάρα και ποτό- βρήκα τη μάνα μου στον καναπέ, ακίνητη, να κοιτάει πέρα μακριά, με παγωμένο και άδειο βλέμμα… Δεν χρειαζόταν να δω πολλά για να καταλάβω περισσότερα…Πήρε το δρόμο του Πατέρα μου, δεν άντεξε να ζει άλλο…Η καρδιά της την πρόδωσε. “Εγώ τη σκότωσα, εγώ!”, φώναζα. Ούρλιαζα. Χτυπιόμουν. Τύψεις φρικτές, λυσσοφάγες, με κυρίευσαν και δεν με άφησαν ούτε στην κηδεία της να παρευρεθώ…Κούρνιασα σε μια γωνιά στο δωμάτιό μου για μέρες ολόκληρες. Ίσως ήταν κι εβδομάδες αυτές που πέρασαν, κλαίγοντας… Είχα απέναντι μου το μπουκάλι με το ουίσκι, μα δεν το άγγιζα. Το κοίταζα μόνο με μίσος, με φθόνο…Σαν να ήταν εκείνο η αιτία που μου στέρησε τα πάντα! Όχι, όχι…Ήξερα, δεν μου τα στέρησε αυτό, εγώ στέρησα στον εαυτό μου την ελπίδα και την χαρά του να ζεις χωρίς να αναρωτιέσαι τι θα κάνεις και που θα βρίσκεσαι όταν δεν θα ζεις πια…
Ότι η ζωή είναι δώρο Θεού, που μας το δίνει απλόχερα για να χαρούμε την κάθε μέρα και την κάθε στιγμή, την κάθε ανάσα που παίρνουμε σε αυτή. Γιατί, ακόμα και οι υπαρξιακές μας αγωνίες είναι και αυτές δώρα, για να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι .
Κατάλαβα ότι για μια ζωή, θα συμπορεύομαι με το θάνατο γιατί είμαστε αδέρφια, θα με βασανίζει το χάος της αβύσσου, μα θα με συναρπάζει και μια ανθισμένη αμυγδαλιά μες στο καταχείμωνο, θα με βυθίζει σε έκσταση η ύπαρξη των αγαπημένων μου ανθρώπων δίπλα μου… Τώρα, ξέρω. Έπρεπε να μπω στο σκοτάδι, για να βρω το φως. Έπρεπε να χάσω, για να εκτιμήσω. Πέταξα το μπουκάλι στα σκουπίδια. Τώρα, έμεινα στ’ αλήθεια μόνη. Αποκοιμήθηκα. Με ξύπνησε το άχαρο ξυπνητήρι. Σηκώθηκα μετά από μεγάλη προσπάθεια. Μπήκα στο μπάνιο, άνοιξα τη βρύση κι έχωσα από κάτω το κεφάλι μου, αφήνοντας το παγωμένο νερό να μυρμηγκιάσει και το τελευταίο κύτταρο του εγκεφάλου μου. Κοίταξα το είδωλο μου στον καθρέπτη. Ήμουν νέα ακόμη, όμορφη, τίποτα δεν είχε χαθεί… Κάτι έπρεπε να κάνω, κι έπρεπε να το κάνω τώρα! Το τηλέφωνο χτύπησε. “Άννα, καλημέρα! Ο Γιάννης είμαι…Έχει ωραία μέρα έξω…Τι λες, πάμε μια βόλτα;”. “Πάμε!”.
*(Στο αλκοόλ τα προβλήματα δεν πνίγονται, απλά επιπλέουν!)
Τρόμος στον πλανήτη επικρατεί μετά την κλιμάκωση στον ρωσοουκρανικό πόλεμο, καθώς η Μόσχα απάντησε στα…
Θέση εμμέσως εναντίον της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά από την Κ.Ο. της ΝΔ, χωρίς να τον κατονομάζει,…
Του Αργύρη Αργυριάδη Δικηγόρου Εδώ και λίγες ημέρες το ΠΑΣΟΚ αποτελεί την αξιωματική αντιπολίτευση της…
Στο πλαίσιο των δράσεων του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για το Κλίμα, συνεχίζονται το Σαββατοκύριακο και ολοκληρώνονται…
Ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας συναντήθηκε σήμερα 22/11, στον Περισσό,…
Την Κυριακή διεξάγονται οι εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάδειξη νέου προέδρου, σε μια…
This website uses cookies.