Φωτογραφίες και κείμενα φωτογραφιών: Λίζα Έβερτ
Εισαγωγικά κείμενα: Γεράσιμος Αποστολάτος, Πέλλη Φωτιάδη
Η νησιωτική Ελλάδα ήταν και είναι γνωστό σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Πέρα, όμως, από τα γνωστά μεγάλα νησιά, περιλαμβάνει και ένα μεγάλο αριθμό μικρών νησιών με λιγότερους από 1.000 κατοίκους. Μερικά, όπως η Σίκινος, η Φολέγανδρος και τα Ψαρά είναι πολύ γνωστά. Άλλα, όπως η Θύμαινα, η Τέλενδος και η Σαρία είναι σχεδόν άγνωστα. Τα περισσότερα είναι της άγονης γραμμής. Έχουν ελάχιστα μελετηθεί και φωτογραφηθεί και, μέχρι σήμερα, δεν παρουσιάστηκαν ποτέ σ’ ένα τόμο.
Στο βιβλίο «Πενήντα Μικρονήσια της Ελλάδας» τα νησιά αυτά προβάλλονται, για πρώτη φορά, με φωτογραφίες και βασικά κείμενα για την ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ απ’ τα πανάρχαια χρόνια μέχρι τις ημέρες μας. Μαζί περιλαμβάνονται και μερικά, ακατοίκητα τώρα νησάκια, που, όμως, παρουσιάζουν εξαιρετικό αρχαιολογικό ή ιστορικό ενδιαφέρον.
Το λεύκωμα αυτό, φιλοδοξεί να μας ταξιδεύσει από το ανατολικότερο σύνορο της Ελλάδας και της Ευρώπης, το Καστελλόριζο (στο Λυκιακό Πέλαγος) και μέχρι τις Διαπόντιους Νήσους, τους Οθωνούς, την Ερεικούσα και το Μαθράκι, το δυτικότερο σύνορό μας, εκεί όπου σμίγουν το Ιόνιο Πέλαγος με την Αδριατική.
Μεταξύ τους, δεκάδες άλλα μικρά νησιά, παραμεθόρια τα περισσότερα, όπου οι κάτοικοι, ως ακρίτες, κρατούν ζωντανά, κάτω από δύσκολες και αντίξοες συνθήκες, τα πανάρχαια έθιμα της ελληνικής φυλής, μαζί με τις δικές τους τοπικές παραδόσεις.
Αυτή την Ελλάδα θέλει να αναδείξει η έκδοση αυτή.
(Σημείωση απ’ τη Σύνταξη της εφημερίδας μας: Τόσο αναγκαίο, τόσο απαραίτητο σήμερα να ξέρομε την ιστορία της κάθε σπιθαμής γης μας)
Καστελλόριζο ή Μεγίστη
Κατ’ αρχάς ζητάμε συγγνώμη απ’ τους παράγοντες του βιβλίου επειδή η απόδοση της φωτογραφίας δεν έχει την αξία και την ομορφιά ούτε στο χιλιοστό της πρωτότυπης φωτογραφίας που είναι στο συγκεκριμένο βιβλίο. Είναι η φωτογράφιση υπέροχη στο βιβλίο: «Πενήντα Μικρονήσια της Ελλάδας». Αλλά επειδή στις μέρες μας αμφισβητείται το Καστελλόριζο από τους Τούρκους, σας μεταφέρομε, έστω κι έτσι φωτογραφίες του και την ιστορία του Καστελλόριζου για να την μάθουν όσοι δεν την ξέρουν και να την θυμηθούν όσοι την ξέχασαν. Λοιπόν:
Βρίσκεται στα ανατολικά της Ρόδου. Έκταση (μαζί με τα γύρω νησάκια) περίπου 10τ.χλμ. Μόνιμος πληθυσμός: περίπου 275 κάτοικοι.
Το ακριτικό Καστελλόριζο, κυρίως κατά την περίοδο του Μεσαίωνα και μετά, δέχτηκε αλλεπάλληλες, αναρίθμητες καταλήψεις εξαιτίας της στρατηγικής σημασίας γεωγραφικής θέσης του, στο δίαυλο με τα Μικρασιατικά παράλια, και του πλεονεκτήματος ότι διαθέτει ασφαλές φυσικό λιμάνι, κατάλληλο για τη ναυσιπλοΐα. Σήμερα, αποτελεί το ακρότατο νοτιοανατολικό σημείο της Ελλάδας.
Στο ίδιο νησιωτικό σύμπλεγμα ανήκουν τα νησιά Ρω στα δυτικά και Στρογγύλη στα νοτιανατολικά, καθώς και οι νησίδες Άγιος Γεώργιος, Ψωραδιά, Ψωμί, Αγριελιά, Τραγονέρα κ.ά.
Για την αρχαία ονομασία του νησιού, Μεγίστη, υπάρχουν διαφορετικές ερμηνείες ποικίλης προέλευσης. Ο Όμηρος στον Κατάλογο των Πλοίων αναφέρεται στο μέγη, που ωστόσο δεν μπορεί να συνδεθεί άμεσα με το νησί. Ο Στέφανος Βυζάντιος αναφέρει ως πρώτο οικιστή του νησιού το Μεγιστέα. Είναι, όμως, πιθανό το νησί να ονομάστηκε Μεγίστη είτε επειδή είναι το μεγαλύτερο από τα γύρω νησιά είτε κατ’ ευφημισμόν, εξαιτίας της μικρής έκτασής του.
Διάφορες απόψεις έχουν διατυπωθεί και για τη βυζαντινή ονομασία του, Καστελλόριζο. Έχει υποστηριχθεί ότι πρόκειται για παραφθορά του Castello Rosso, ονομασία που αποδίδεται είτε στο ερυθρό χρώμα των βράχων του είτε στο ερυθρό οικόσημο του 8ου Μεγάλου Μαγίστρου των Ιπποτών της Ρόδου. Η επικρατέστερη ετυμολογία, σύμφωνα με τις σύγχρονες γλωσσολογικές μελέτες, αποδίδει το πρώτο συνθετικό του ονόματος στη χρήση των λατινικών όρων κάστελλος και καστέλλι από τους Βυζαντινούς και το δεύτερο στο γεγονός ότι το Καστελλόριζο είναι κτισμένο στους πρόποδες του βουνού, στα ριζοβούνια, όπως λένε στην περιοχή. Οπότε η παραφθορά του βυζαντινού ονόματος σε Casstello Rosso ή Castel Rougio οφείλεται στους Ιππότες, που κατέλαβαν τον νησί τον 14ο αιώνα.
Η αρχαιότερη κατοίκηση του Καστελλόριζου ανάγεται στη Νεολιθική περίοδο. Θραύσματα πήλινων προϊστορικών αγγείων έχουν εντοπισθεί στην περιοχή του σύγχρονου νεκροταφείου, ενώ στη θέση Βίγλα επισημάνθηκε κυκλώπειο μυκηναϊκό τείχος, στο μικρό νησάκι Ρω έχει εντοπισθεί πήλινη σαρκοφάγος του 11ου π.Χ. αιώνα.
Ακόμη περισσότερα ευρήματα της Κλασσικής, Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής περιόδου. Κατά τις περιόδους αυτές η Μεγίστη, που ανήκε στους δήμους της Περαίας και εξαρτιόταν οικονομικά από τη Ρόδο, είχε δικά της νομίσματα που έφεραν στη μία όψη κεφαλή του Διόνυσου στεφανωμένη με φύλλα κισσού και στην άλλη βότρυ με την επιγραφή «Μεγιστέων». Στο νησί λατρεύονταν ο Δίας και ο Απόλλωνας Μεγιστεύς.
Την εξάρτηση της Μεγίστης από τη Ρόδο κατέλυσε, στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα, ο τύραννος της Αλικαρνασσού Ιδριεύς. Στη συνέχεια, το νησί περιήλθε στον έλεγχο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και κατόπιν στη δικαιοδοσία του απογόνου του, Πτολεμαίου Λάγου.
Στη θέση του μεσαιωνικού, του λεγόμενου Κόκκινου Κάστρου, στο λόφο του Άη-Νικόλα, το αρχαίο οχυρό έκτισε πρώτος ο Σωσικλής Νικαγόρας, επιστάτης της Μεγίστης από την Άμο της Ρόδου, σύμφωνα και με επιγραφές της ύστερης Κλασικής περιόδου, που έχουν βρεθεί στην περιοχή. Δυστυχώς, εξαιτίας της μεταγενέστερης μεσαιωνικής επισκευής δεν διασώζονται ίχνη του κλασικού και ελληνιστικού αυτού οχυρού. Σε κλιτύ του λόφου, κάτω από το Κόκκινο Κάστρο, διασώζεται, ιδιαίτερα προσεγμένος, λαξευμένος στο βράχο, τάφος του γνωστού στη Λυκία και την Καρία ναόσχημου τύπου που χρονολογείται στα τέλη του 5ου ή τις αρχές του 4ου π.Χ. αιώνα.
Άλλη σημαντική θέση του 5ου και 4ου π. Χ. αιώνα, είναι το Παλαιόκαστρο ή Παλιόγκαστρο όπου –κάτω από τις μεσαιωνικές οχυρώσεις– σώζονται μεγάλα τμήματα των ελληνιστικών οχυρωματικών έργων. Στο αρχαίο τείχος διακρίνονται τουλάχιστον τρεις πυργόσχημες κατασκευές. Από την ίδια περιοχή προέρχεται σημαντικός αριθμός αρχαίων επιγραφών.
Στην περιοχή του Αγίου Γεωργίου βρέθηκε, σε σαρκοφάγο, χρυσή στέφανος σε σχήμα φύλλων αμπέλου με βότρυς, πιθανώς του 4ου π.Χ. αιώνα, η οποία φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Στην ίδια θέση ανασκάφησαν, αργότερα, 22 άλλοι συλημένοι τάφοι της ίδιας περιόδου.
Κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου, το 2ο π. Χ. αιώνα, απεστάλησαν από τη Ρόδο στη Μεγίστη 36 πλοία, με επικεφαλής τον Εύδαμο, με σκοπό να παρεμποδίσουν την έλευση του Αννίβα στο Αιγαίο. Το νησί απέκτησε για ένα διάστημα σχετική αυτονομία, που καταργήθηκε από το Βεσπασιανό, το 387 π.Χ.
Κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής περιόδου, το Καστελόριζο ανήκε αρχικά στη λεγόμενη επαρχία των νήσων με πρωτεύουσα τη Ρόδο και αργότερα στο ναυτικό θέμα των Καράβων, Καραβησιανών ή Κιβυρραιωτών, που είχε έδρα την Κίβυρρα της Παμφυλίας.
Από την Παλαιοχριστιανική περίοδο διασώζονται τα ίχνη τρίκλιτης βασιλικής κοντά στο ναό του Αγίου Γεωργίου Σαντραπέ. Στο Παλαιόκαστρο σώζεται τμήμα βυζαντινού ψηφιδωτού που, πιθανώς, ανήκει στη Μονή της Παναγιάς.
Το 1306, το νησί καταλήφθηκε από τους Ιππότες του Αγίου Ιωάννη με επικεφαλής το Μέγα Μάγιστρο Φούλκ ντε Βιλλαρέτ. Κατά την περίοδο της κατοχής του, χρησιμοποιήθηκε, κυρίως, ως ορμητήριο και τόπος εξορίας. Ο ντ’ Ερεντιά ανέλαβε άμεσα την ανοικοδόμηση του Κόκκινου Κάστρου, το οποίο αποτέλεσε, στη συνέχεια, το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα του λιμανιού του νησιού.
Το 1440, το Καστελλόριζο λεηλατήθηκε από τον αιγυπτιακό στόλο του Τζελάλ Ελ Ντιν. Οι κάτοικοί του αιχμαλωτίσθηκαν και μεταφέρθηκαν στην Ανατολή.
Το νησί καταλήφθηκε, στη συνέχεια (1461) από τους Καταλανούς και αργότερα (1470) περιηλθε στο βασίλειο της Νεάπολης. Το 1480, οι Τούρκοι κατάλεβαν τον οικισμό και το Κάστρο. Το 1498 επανήλθε στην κατοχή της Νεάπολης, στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1512, οπότε κατελήφθη από τους Ισπανούς. Το 1570 έπεσε στα χέρια των Ενετών και από το 1635 βρέθηκε υπό τούρκικη κατοχή, έως το 1659, οπότε ανακτήθηκε από τη Βενετία.
Κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, ο Λάμπρος Κατσώνης πολιόρκησε (1788) και γκρέμισε το πολεμικό οχυρό. Το 1797, οι Τούρκοι επανήλθαν στο νησί μέχρι την κατάληψη του από το ρωσικό στόλο.
Στη συνέχεια, όμως, το ανέκτησαν και πάλι το διατήρησαν υπό την κατοχή τους μέχρι την Επανάσταση του 1821. Κατά την περίοδο έως το 1821, πολλοί κάτοικοι του νησιού μετέβησαν για ασφάλεια στην Αμοργό, την Κάρπαθο και την Κάσο, με συνέπεια ο πληθυσμός του να συρρικνωθεί στους 2.500 κατοίκους.
Παρά τις αλλεπάλληλες επιδρομές, που είχαν ως κύριο αντικείμενο την κατάληψη και κατοχή του Κάστρου, η ανάπτυξη του Καστελλόριζου δεν παρεμποδίστηκε και ο ελληνικός πληθυσμός παρέμεινε ανέπαφος. Οι κάτοικοι του μικρού νησιού στράφηκαν με ζήλο στους τομείς της ναυτιλίας και το διαμετακομιστικού εμπορίου, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα μία ιδιαίτερη, για τη μέτρα της εποχής, οικονομική και πολιτιστική άνθηση. Πάντως, για το νησί, ουδέποτε ίσχυσε διαρκής τουρκική κατοχή και σ’ όλες τις περιόδους οι κάτοικοί του απολάμβαναν ειδικό προνομιακό καθεστώς. Παρ’ όλα αυτά, όμως, τα προνόμια που τους ανατνωρίζονταν, οι Καστελλοριζιοί ξεσηκώθηκαν, αμέσως μόλις ξέσπασε η επανάσταση, προκειμένου να προσφέρουν κάθε δυνατή βοήθεια στην απελευθέρωση του έθνους, κυρίως με τη μετατροπή του εμπορικού στόλου τους σε πολεμικό, για την οργάνωση επιθετικών εξορμήσεων και τη συλλογή πληροφοριών για τις εχθρικές κινήσεις στην περιοχή.
Παρά τη συμμετοχή των κατοίκων του στον αγώνα, το Πρωτόκολλο του Λονδίνου (1830) δεν προέβλεψε την επιστροφή των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, γεγονός που παρέτεινε την τουρκική κατοχή, τους αγώνες και τις περιπέτειές τους.
Την 1η Μαρτίου 1913, οι κάτοικοι, με τη βοήθεια Κρητών αγωνιστών, κατέλυσαν τις οθωμανικές αρχές και κήρυξαν την ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Το κίνημα δεν έγινε, ωστόσο, δεκτό από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, που ήθελε να αποφύγει μείζον διεθνές επεισόδιο.
Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 28 Δεκεμβρίου 1915, οι Γάλλοι με επικεφαλής τον ναύαρχο Μορώ κατέλαβαν το νησί και το διατήρησαν υπό την κατοχή τους μέχρι την 1η Μαρτίου 1921, οπότε το μεταβίβασαν στους Ιταλούς. Έκτοτε, ξεκίνησε η περίοδος της μετανάστευσης των κατοίκων προς τη Ρόδο, τον Πειραιά αλλά και την Αίγυπτο, την Αμερική και την Αυστραλία.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το Καστελλόριζο αποτέλεσε, από πολύ νωρίς, βάση πολεμικών επιχειρήσεων των Συμμαχικών Δυνάμεων. Στις 24 Φεβρουαρίου 1941, Βρετανοί κομάντος αποβιβάστηκαν στο νησί, για να προκαλέσουν αντιπερισπασμό στους Ιταλούς. Την επομένη της ιταλικής συνθηκολόγησης, της 8ης Σεπτεμβρίου 1943, οι Βρετανοί ανακατέλαβαν το νησί, με συνέπεια να ακολουθήσουν σφοδροί γερμανικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί, που κατέστρεψαν σχεδόν ολοσχερώς το Καστελλόριζο και ανάγκασαν την πλειονότητα των κατοίκων του να το εγκαταλείψει για πάντα.
Το 1948, με την τελική επιστροφή του στην Ελλάδα, το νησί επανονομάστηκε Μεγίστη.
Επιλογή
από Άννα Κωνσταντουδάκη – Αγγελάκη
Στο Συμβούλιο της Επικρατείας προσέφυγαν έξι ομοσπονδίες, σωματεία κ.λπ. (μεταξύ αυτών και εργαζομένων στην ΕΥΔΑΠ…
Πανελλήνιο ρεκόρ στον αριθμό των αποβιωσάντων δοτών οργάνων καταγράφηκε φέτος, σύμφωνα με τον Ελληνικό Οργανισμό…
Οι χώρες της Ομάδας των Επτά (G7) ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη ζήτησαν σήμερα Τρίτη (26/11) σε δήλωσή…
Άκαμπτη η κυβέρνηση, αδιαφορεί για τις εκκλήσεις όλων των αρμόδιων φορέων που ζητούν επιτακτικά να…
H Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια κατηγόρησε την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σχετικά με τις…
Την άμεση κινητοποίηση των αρμόδιων αρχών και υπηρεσιών ζητούν πολίτες, για την διάσωση βενετσιάνικης έπαυλης…
This website uses cookies.