Την οργή του πατέρα του Βασίλη Μάγγου προκαλεσε η απόφαση να ξηλωθεί το μνημείο του γιού του, που είχε τοποθετηθεί στην πρόσοψη των Δικαστηρίων του Βόλου.
Ο Γιάννης Μάγγος σε ανάρτησή του κάνει λόγο για «απολύτως προβλέψιμη» και «μικρόψυχη» απόφαση.
«Τους ενοχλεί το γεγονός, ότι ο κόσμος δεν ξεχνάει πως εκεί μπροστά στα δικαστήρια, έγινε ένα έγκλημα. Που δεν ξεχνάει τον Βασίλειο Μάγγο» τονίζει ο Γιάννης Μάγγος προσθέτοντας ότι όσοι αποφάσισαν να κατέβασαν την πλακέτα «κάνουν ένα μεγάλο λάθος. Η μνήμη είναι στο μυαλό και στην καρδιά των ανθρώπων και όχι σε μία πλακέτα, που ομολογουμένως ήταν με τέχνη δουλεμένη. Και το σημείο που τον χτύπησαν θα είναι πάντα αυτό μπροστά στα δικαστήρια, παντοτινό αγκάθι στη συνείδησή τους» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο πατέρας του Βασίλη Μάγγου με μακροσκελή ανάρτησή του στον προσωπικό λογαριασμό του στο facebook, απευθύνει δριμύ κατηγορώ σε όσους κατέβασαν την πλακέτα μνήμης για τον θάνατο του γιού τονίζοντας ότι «αυτοί που έδωσαν την εντολή, θα ήθελαν να ξεχαστεί ότι οι εγκληματίες αστυνομικοί (ναι, αυτοί που όλοι τους αποκαλούν μπάτσους) με την ενέργειά τους οδήγησαν το παιδί μας στο θάνατο».
«Η πλακέτα τοποθετήθηκε προς τιμήν της μνήμης του παιδιού μας, την οποία οι θλιβεροί εντολοδόχοι την ξήλωσαν προτάσσοντας (ως συνήθως) σε μία πράξη τιμής, μία πράξη ατιμίας. Σε μία πράξη μνήμης, μία πράξη μίσους. Σε ένα έργο τέχνης, μία πράξη βαρβαρότητας», τονίζει ο Γ. Μάγγος.
«Ας γνωρίζουν η ΕΛΑΣ και η πολιτική της ηγεσία ότι ο αγώνας μας για δικαιοσύνη δεν πρόκειται να σταματήσει ποτέ. Δικό μας όπλο είναι η αλληλεγγύη των ανθρώπων του κινήματος, η αλληλεγγύη της κοινωνίας» σημειώνει ο ίδιος.
Σημειώνεται ότι η πλακέτα είχε τοποθετηθεί σε συγκέντρωση στις 13 Ιουλίου 2024, ημερομηνία συμπλήρωσης τεσσάρων χρόνων από το θάνατό του Β. Μάγγου, με απόφαση του Συντονισμού Συλλογικοτήτων Βόλου κατά της καύσης σκουπιδιών.
Επιπλέον, ο συντονισμός Συλλογικοτήτων στον Βόλο, εξέφρασε την αγανάκτησή του για την αφαίρεση της επιγραφής, επισημαίνοντας ότι η κίνηση αυτή ενοχλεί την ελίτ της πόλης, η οποία φέρεται να προσπαθεί να θάψει στη λησμονιά τα εγκλήματά της και αποτελεί μέρος της προετοιμασίας του κράτους για τη δίκη των βασανιστών του Βασίλη στις 20 Σεπτεμβρίου.
Αναλυτικά η ανάρτηση του Γιάννη Μάγγου:
«ΠΡΟΣ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΞΗΛΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΛΑΚΕΤΑ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΜΑΓΓΟΥ
Πληροφορήθηκα ότι ξηλώθηκε η πλακέτα που τοποθετήθηκε προς τιμήν του παιδιού μας Βασίλειου Μάγγου, στο σημείο που τον χτύπησαν έξω από τα δικαστήρια.
Απολύτως προβλέψιμη η ενέργεια αυτών που έδωσαν την εντολή να ξηλωθεί. Και μικρόψυχη.
Τους ενοχλεί το γεγονός, ότι ο κόσμος δεν ξεχνάει πως εκεί μπροστά στα δικαστήρια, έγινε ένα έγκλημα. Που δεν ξεχνάει τον Βασίλειο Μάγγο. Και κάνουν ένα μεγάλο λάθος. Η μνήμη είναι στο μυαλό και στην καρδιά των ανθρώπων και όχι σε μία πλακέτα, που ομολογουμένως ήταν με τέχνη δουλεμένη.
Και το σημείο που τον χτύπησαν θα είναι πάντα αυτό μπροστά στα δικαστήρια, παντοτινό αγκάθι στη συνείδησή τους.
Η πλακέτα τοποθετήθηκε προς τιμήν της μνήμης του παιδιού μας, την οποία οι θλιβεροί εντολοδόχοι την ξήλωσαν προτάσσοντας (ως συνήθως) σε μία πράξη τιμής, μία πράξη ατιμίας. Σε μία πράξη μνήμης, μία πράξη μίσους. Σε ένα έργο τέχνης, μία πράξη βαρβαρότητας.
“Κατανοώ” το γεγονός ότι αυτοί που έδωσαν την εντολή δεν επιθυμούν να γίνονται συγκεντρώσεις φόρου τιμής στην μνήμη του.
“Κατανοώ” το γεγονός, ότι αυτοί που έδωσαν την εντολή θα ήθελαν με το ξήλωμα της πλακέτας να ξεχαστεί ότι η εγκληματική αυτή ενέργεια έγινε μπροστά στα δικαστήρια, κυριολεκτικά μπροστά στα μάτια της δικαιοσύνης, μπροστά στα μάτια του κόσμου, μπροστά στα μάτια όλης της χώρας.
“Κατανοώ” ότι αυτοί που έδωσαν εντολή να ξηλωθεί η πλακέτα, θέλουν να ξεχαστεί το γεγονός ότι αστυνομικοί υπάλληλοι του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, τέσσερεις της ΟΠΚΕ και δύο της Ασφάλειας, υποκαθιστώντας τους θεσμούς, πήραν το νόμο στα χέρια τους, έγιναν τιμωροί και χτύπησαν, βασάνισαν, τιμώρησαν το παιδί μας για την συμμετοχή του στην πορεία κατά της καύσης σκουπιδιών από τη Lafarge στις 13-6-2020 και για την πολιτική του δράση.
“Κατανοώ” το γεγονός ότι αυτοί που έδωσαν την εντολή, θέλουν να ξεχαστεί ότι το παιδί μας χτυπήθηκε ξανά και βασανίστηκε απάνθρωπα μέσα στο άντρο της Ασφάλειας Βόλου και κατόπιν πετάχτηκε έξω σαν ένα τίποτα.
“Κατανοώ” το γεγονός ότι αυτοί που έδωσαν την εντολή, δεν θα ήθελαν να είχε γραφεί ποτέ στο Βιβλίο Συμβάντων της αστυνομίας της 14-6-2020 ότι τίποτα δεν προέκυψε εις βάρος του, ότι δλδ. το παιδί μας δεν έκανε τίποτα μπροστά στα δικαστήρια και όλα έγιναν μόνο και μόνο επειδή ήταν στοχοποιημένος.
“Κατανοώ” το γεγονός πως ενώ οι ίδιοι αστυνομικοί ισχυρίζονται ματαίως ότι δεν το χτύπησαν γιατί τέτοιοι ανεύθυνοι είναι, ποτέ δεν θα ήθελαν να υπάρχει η παραδοχή για το αντίθετο.
“Κατανοώ” το γεγονός ότι δεν θα ήθελαν να υπάρχει η παραδοχή της πράξης τους από τον διεξάγοντα την ΕΔΕ ταξίαρχο Καρανάσιο, από την εισαγγελέα Πλημμελειοδικών κ. Βαΐτση, από τον εισαγγελέα Πρωτοδικών κ. Παπαϊωάννου, από την εισαγγελέα Εφετών Λάρισας κ. Σάκουλα, από τον Συνήγορο του Πολίτη, από τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη κ. Χρυσοχοΐδη.
“Κατανοώ” ότι δεν θα ήθελαν να υπάρχουν το βίντεο και οι φωτογραφίες που καταγράφουν το γεγονός, ούτε τα έγγραφα του νοσοκομείου, από τα οποία αποδεικνύονται όλα όσα υπέστη το παιδί μας.
“Κατανοώ” το γεγονός ότι αυτοί που έδωσαν την εντολή, θα ήθελαν να ξεχαστεί ότι οι εγκληματίες αστυνομικοί (ναι, αυτοί που όλοι τους αποκαλούν μπάτσους) με την ενέργειά τους οδήγησαν το παιδί μας στο θάνατο.
Ότι παρά την προσπάθεια συγκάλυψης, όλα βγήκαν στο φως.
-Δεν κατανοώ την ανελέητη αγριότητα με την οποία οι αστυνομικοί χτύπησαν και βασάνισαν αναίτια το παιδί μας.
Δεν κατανοώ την βαρβαρώδη συμπεριφορά της ελληνικής αστυνομίας εις βάρος πολιτών, η οποία παραπέμπει σε βαθιά σκοτάδια της ιστορίας του ανθρώπινου πολιτισμού. Τα παραδείγματα είναι εκατοντάδες, βοά ο τόπος.
Ως πολίτης δεν κατανοώ την κατασταλτική πολιτική της κυβέρνησης για πολιτικούς λόγους. Η επίδειξη δύναμης, το ξύλο, η βία, τα βασανιστήρια, οι δολοφονίες, η ατιμωρησία των ενόχων, μόνο αδυναμία σημαίνουν και θυμίζουν καθεστώτα δημοκρατορίας.
Ας γνωρίζουν η ΕΛΑΣ και η πολιτική της ηγεσία ότι ο αγώνας μας για δικαιοσύνη δεν πρόκειται να σταματήσει ποτέ. Δικό μας όπλο είναι η αλληλεγγύη των ανθρώπων του κινήματος, η αλληλεγγύη της κοινωνίας.
-Συντασσόμαστε και συμφωνούμε απόλυτα με την απάντηση που έδωσε το παιδί μας για όλα τα παραπάνω, στην καταγγελία που έκανε όταν χτυπημένος από τους εγκληματίες αστυνομικούς νοσηλεύονταν στο νοσοκομείο στις 16-6-2020:
“Ξέρω πως η επίθεση εναντίον μου ήταν στοχευμένη. Ξέρω πως δεν τους νοιάζει να βαράνε μπροστά́ στα μάτια του κόσμου και να κάνουν επίδειξη εξουσίας. Ξέρω πως δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι σε σχέση με τον ρόλο της αστυνομίας, όσα και να αποκαλυφθούν για αυτούς, αφού είναι οι εντολοδόχοι εκτελεστές του κρατικού μηχανισμού. Αλλά αν θεωρούν πως μας φοβίζουν, εκεί κάνουν ένα μεγάλο λάθος: δεν μας φοβίζουν, μας εξοργίζουν. Οι ιδέες μας, όσους κι από μας αν σκοτώσουν, δεν θα πεθάνουν ποτέ, θα κατοικούνε πάντα στα μυαλά των ελεύθερων ανθρώπων. Ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε πάντα εδώ, ενάντια σε κάθε τι που μας πνίγει και δεν μπορούμε να ανασάνουμε, ενάντια στο άδικο, για την ελευθερία όλων μας, σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Κι ας μην νικήσουμε ποτέ… Θα πολεμάμε πάντα!!”
Τίποτα δεν πρόκειται να ξεχαστεί. Βασίλης Μάγγος παρών!».