Οι νέοι άνθρωποι που βρίσκονται έξω συνυπολογίζουν στην απόφασή τους να μείνουν εκεί και τις ευκαιρίες που έχουν να βελτιώνονται και να εξελίσσονται. Εκθέσεις και μουσεία στις μεγάλες πρωτεύουσες της Ευρώπης δίνουν διαρκώς ερεθίσματα στους καλλιτέχνες, στους φοιτητές και σε όσους θέλουν να μορφωθούν μόνοι τους, χωρίς να ξοδέψουν πολλά λεφτά. Αρκετά πανεπιστήμια του εξωτερικού λειτουργούν πολύ καλά χωρίς να είναι πανάκριβα, ενώ υπάρχουν επιδόματα (ακόμα και για αλλοδαπούς) και ενισχύσεις, ώστε να κάνει κανείς το διάβασμά του χωρίς να σκέφτεται αν θα έχει να φάει.
Οι πληροφορίες για καλές θέσεις διαχέονται με δημοκρατικό τρόπο, συνήθως αρκεί απλώς να μπεις στο Ίντερνετ. Σε προγράμματα έρευνας συμμετέχουν όσοι έχουν καλούς βαθμούς και καλές ιδέες, ούτε γιοι ούτε σύζυγοι. Στις επιχειρήσεις, οι εργαζόμενοι δουλεύουν σε ανομοιογενή περιβάλλοντα με ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο, έρχονται σε επαφή με νέες πληροφορίες συνέχεια κι έτσι εξελίσσονται διαρκώς. Υπάρχουν βιβλιοθήκες που δεν λειτουργούν 8-1 σαν να είναι δημόσιες υπηρεσίες και παρέχουν φθηνή πρόσβαση σε υπολογιστές, βιβλιογραφία και πρόσφατα δεδομένα για όλους.
Οι άνθρωποι που δεν τους επιφυλάσσονται έτοιμες θέσεις ή έτοιμες προσβάσεις λόγω κληρονομικού «δικαιώματος» χρειάζονται περισσότερο αυτά τα περιβάλλοντα, ώστε να αναπτυχθούν οι ίδιοι και να αποκτήσουν τις ευκαιρίες και τις προσλαμβάνουσες που οι άλλοι βρήκαν έτοιμες. Βλέπω διάφορους Έλληνες και Ελληνίδες να σταδιοδρομούν σε επιχειρήσεις και οργανισμούς στο εξωτερικό. Να λαμβάνουν μεγάλες χρηματοδοτήσεις για την έρευνά τους. Να μιλάνε σε συνέδρια ή απλώς να βγάζουν χρήματα χωρίς να δουλεύουν ατέλειωτες ώρες.
Δεν σκέφτομαι ότι είναι λιγότερο πατριώτες. Σκέφτομαι ότι είναι λιγότερο κληρονόμοι, λιγότερο προικισμένοι από την τύχη με μια έτοιμη θέση κάπου. Πρόκειται, συχνά, για ανθρώπους που οι γονείς τους είχαν «απλώς» να τους σπουδάσουν, να τους βάλουν στο πανεπιστήμιο και μετά να τους ευχηθούν «καλή τύχη», χωρίς να τους κληροδοτήσουν κάποιο έτοιμο μαγαζί. Σ’ αυτούς τους ανθρώπους δεν αρέσουν τα κλειστά συστήματα όπου μπαίνεις μεν, αλλά είσαι πάντα στην περιφέρεια, επειδή λέγεσαι έτσι και όχι κάπως αλλιώς.
Αν οι άνθρωποι που πήγαν έξω για να δουλέψουν, γυρίσουν εδώ, θα αντικρίσουν πάλι αυτό που άφησαν πίσω τους και τους έδιωξε. Εξαιρέσεις, φυσικά, υπάρχουν (ευτυχώς!), αλλά η γενική εικόνα δεν είναι καλή. Θα δουν μπροστά τους μια χώρα παράδεισο της ομοιογένειας, της κλειστότητας και της οικογενειοκρατίας. Οι άνθρωποι που θέλουν να εξελίσσονται μάλλον δεν βρίσκουν ελκυστικό το να δουλεύουν σε περιβάλλοντα όπου όλοι μοιάζουν με όλους και έχουν αποφοιτήσει από τις ίδιες αίθουσες.
Επιπλέον, μάλλον δεν θέλουν να λογοδοτούν στον γιο, στην κόρη ή στον ανιψιό του ιδιοκτήτη και να είναι για όλη τους τη ζωή υπάλληλοι σε κάποια δυναστεία. Ακόμα χειρότερα, μάλλον δεν θα έχουν καμία όρεξη να δουλεύουν κάπου όπου υπάρχει ταβάνι στο τι μπορείς να πετύχεις αν δεν ανήκεις στην αγία ελληνική οικογένεια που τρέχει την επιχείρηση. Δεν μου φαίνεται περίεργο που πολλοί Έλληνες θέλουν να δουλέψουν κάπου απαλλαγμένοι από τον επαρχιωτισμό και την εσωστρέφεια της ελληνικής οικονομικής ζωής. Ούτε μου κάνει εντύπωση που νέοι άνθρωποι με προσόντα δεν έχουν καμία όρεξη να υπακούν σε ανιψιούς και συζύγους.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν θα γυρίσουν να δουλέψουν στη χώρα αν δεν τους δοθεί η εντύπωση πως δεν είμαστε μια κοινωνία ακραίας αδικίας, όπου μετράει υπερβολικά πολύ το πώς λέγεσαι και υπερβολικά λίγο το πόσο καλά και αποτελεσματικά κάνεις τη δουλειά σου. Μπορεί όσοι φεύγουν έξω να αναζητούν μια στοιχειώδη αίσθηση δικαιοσύνης. Για να γυρίσουν, πρέπει να μπορούν να τη βρουν και στον τόπο τους.