Της Νεφέλης Ευαγγέλου
Σου γράφω δύο μέρες μετά την επίσκεψη, στον λοφίσκο, που – στην ουσία – δεν φιλοξενεί κάτι άλλο, πέρα από μικρά οικογενειακά «μαυσωλεία». Δηλαδή μαρμαρένιες πλάκες με σταυρό και καντήλι. Γνωρίζω πως δεν υπάρχεις εκεί. Πήγα, όμως, με την ελπίδα πως ίσως να χαιρόσουν, αν μπορούσες να το νοιώσεις, πως βρισκόμουν σε αγαπημένα, δικά σου λημέρια.
Μικρό παιδάκι έζησες εκεί, όταν επιτάχτηκε το σπίτι σας στην πόλη, την περίοδο τη φρικτή για όλους τους έλληνες πατριώτες.
Ατέλειωτες οι μνήμες, αν και γεννήθηκες στο ηρωικό έπος – όπως συνήθιζες να μου λες, όμως, πολλά θα τα άκουσες από τους γονείς και τα μεγαλύτερα αδέλφια. Ήσασταν μεγάλη οικογένεια και όμορφη, βεβαίωναν όσοι σας εγνώριζαν.
Ένοιωθα έντονη επιθυμία να φέρω μία μεγάλη ανθοδέσμη, με κόκκινα τριαντάφυλλα για να τιμήσω τα γενέθλια της καρδιάς. Τα δικά σου!
Ανηφόριζα τη μικρή απόσταση από την ισιάδα κάτω, με τη βοήθεια του Μανώλη. Είναι πιο πολύ φίλος παρά μεταφορέας. Τον συμπαθούσες. Σε συμπαθούσε και εκείνος. Κάθε φορά που μπαίνω στο ταξί, μιλάμε για σένα. Να ξέρεις, σε υποστηρίζει!
«Είχε στυλ», λέει, όταν αναφέρεται σε σένα. «Έκανε έξυπνη επιλογή». Αυτό, τώρα, γιατί το λέει; Τι εννοεί ο «ποιητής»; Πάντως, για χωρατό δεν μου μοιάζει.
Όταν τον ρωτώ, απαντά πως υπήρχε μία εμπιστοσύνη από σένα τυφλή, στο πρόσωπό μου και εγώ δείχνω εξαρτημένη, ακόμη, από σένα. Μου αρέσει αυτό. Κάτι τέτοιο, θέλω να το ακούω. Νομίζω, συνέβαινε αυτό και για ‘μένα ακόμη ισχύει.
Τυφλή εμπιστοσύνη… Μεγάλη κουβέντα!
Δεν θα μπορούσα να το ‘πω για μένα. Ήξερα πως είχες ήθος στις σκέψεις, τα λόγια, σε πάρα πολλές πράξεις σου. Πάλευες, με τον εαυτό σου, σε εξωτερικές προκλήσεις και ερεθισμούς μα, δεν κατάφερνες να μην υποτάσσεται συχνά σε όποιο κάλεσμα δεχόσουν.
Εκεί, δεν σε εμπιστευόμουν. Σε ήξερα. Ύστερα, εγνώριζα και τις μεθοδεύσεις εκείνων, που, όταν ήθελαν κάτι, το επεδίωκαν και με στοίχημα! Θλιβερές διαπιστώσεις, στην πορεία τής κοινής ζωής μας. Δεν περίμενα να αντιμετωπίσω και μάλιστα σε κύκλο ανθρώπων με λεοντή διανοούμενων – τέτοιες καταστάσεις. Μπροστά στα μάτια μου! Σαν να τα επέτρεπε όλα η διανόηση, στους «επιδερμικούς διανοούμενους». Στο όνομα της ατομικής ελευθερίας, τα όπλα στραμμένα στον αντίπαλο και δεν έμενε, παρά να ακουστεί πυροβολισμός.
Δεν άκουσα, είναι αλήθεια! Όμως, κάποιες φορές, ο ήχος της σιωπής μπορεί να γίνει εκκωφαντικός!
Τι σκέφτομαι, τώρα… ήρθα σήμερα, για να τιμήσω την ημερομηνία της γέννησής σου. Δέκα τρείς του Φλεβάρη, ήρθες στον κόσμο τον σκληρό, τον συχνά απάνθρωπο, για να εκπληρώσεις, ένα προορισμό. Όλοι γι’ αυτόν ερχόμαστε και γι’ αυτόν πασχίζουμε να αναδειχτούμε νικητές. Αν δεν καταφέρουμε να νικήσουμε, αξίζει – τουλάχιστο – να αγωνιστούμε, αφού η ζωή είναι αδιάκοπος αγώνας. Τι άλλο!..
Ήρθα αποφασισμένη να δοκιμάσω την τύχη μου. Πέντε χρόνια, δεν είχα την ευκαιρία να αναζητήσω απαντήσεις, σε εξωτερικούς χώρους. Μετά το γράμμα, «χωρίς προσφώνηση», ένα μόνο έγραψα για την επέτειο των πέντε χρόνων απουσίας. Τώρα, όμως, συμβαίνουν πολλά, που πρέπει να ξέρεις.
Ετοιμάζομαι για ταξίδι. Πρέπει να βοηθήσω, στην περίοδο της γέννας της νύφης μας, την οικογένεια. Υπάρχει, όπως σου έγραψα και ένα κοριτσάκι, που – σε λίγους μήνες – συμπληρώνει τα τρία χρόνια. Σκοπεύω να μείνω για καιρό, στο εξωτερικό. Δεν το θέλω, αλλά πρέπει. Προχώρησα και το θέμα της κάρτας υγείας. Είμαι σε αναμονή…
Τώρα υποβάλλω το ερώτημα: «Χαίρεσαι που ήρθα, για τον λόγο που ανέφερα; Θέλω απάντηση»!
Το είπα δυνατά. Ήταν αυθόρμητο και δεν μπορούσα να το πάρω πίσω. Με άκουσε ο Μανώλης και έδειξε ξαφνιασμένος. «Θα σου πω αργότερα. Μη δίνεις σημασία», είπα και τον έπεισα πως έπρεπε να ξεχάσει το γεγονός. Εγώ, όμως, αγωνιούσα για τη συνέχεια.
Πήρα τον μικρό γουβά, από τον τσιμεντένιο αυλόγυρο του ναού, και πλησίασα σε μικρή, χωμάτινη επιφάνεια, που ήταν καρφωμένος σε τσιμεντένια βάση ο σωλήνας βρύσης. Μόλις άνοιξα τη στρόφιγγα, έπεσε το βλέμμα στη βάση του σωλήνα. Μου έπεσε ο γουβάς από το χέρι που άρχισε να τρέμει από συγκίνηση. Αν υπάρχει κυριολεκτικά «κλαυσίγελως», τον ένοιωσα σε όλο το μεγαλείο του. Έκλαιγα και γελούσα μαζί. Τρόμαξε ο άνθρωπος μα, δεν τόλμησε να αρθρώσει λέξη. Τι να πει. Το απέδωσε στην ατμοσφαιρική στιγμή. Τότε ένοιωσα την ανάγκη να του εξηγήσω, τι συνέβη. «Αυτά είναι τα «μη με λησμόνει», Μανώλη. Είναι απάντηση στο ερώτημά μου και είναι δύο! Χάρηκε που είμαι εδώ, που τιμώ τα γενέθλιά του, που τον σκέπτομαι τόσο πολύ, ακόμη». Δεν πείστηκε, όμως, έμεινε σιωπηλός. Εγώ, έκοψα τα δύο μωβ λουλουδάκια και τα τύλιξα σε βρεγμένη χαρτοπετσέτα. Τα πήρα μαζί μου. Χάϊδεψα τη φωτογραφία σου. Αποχαιρέτησα τα κόκκινα τριαντάφυλλα στο μαρμάρινο, βαρύ ανθοδοχείο και κατηφορίσαμε το σύντομο τσιμεντένιο δρομάκι. Απέναντι, περιστεροφωλιές με κάμποσα περιστέρια να τσιμπάνε – στο μικρό ταρατσάκι που ξεχώριζε από το σπίτι – σπόρια ή κάτι άλλο που έρριξαν για τροφή τους. Γουργούριζαν, έσπρωχναν τα πιο μικρά, για να έχουν τη μερίδα του λέοντα αλλά, τελικά, όλα λίγο – πολύ έφαγαν κάτι.
«Πού να βρεθεί κάποιο άσπρο…» αναρωτήθηκα. Όλα ίδια. Γκριζοκαφετιά, με την χρυσοπράσινη τραχηλιά στο λαιμό. Τα αρσενικά, πιο μεγάλα και φουσκωτά, τα θηλυκά, πιο κομψά και μικρότερα. Ρώτησα τον Μανώλη, αν υπάρχει κάτι στο αυτοκίνητο, να το θρουλίσουμε για να το φάνε. «Υπάρχει μισό κουλούρι, στο ντουλαπάκι, μέσα σε νάϋλον», απάντησε. Ίσως, ήθελε να δείξει πως το φυλάει για ‘κείνον και το είχε προστατευμένο.
Ανοίγοντας την πόρτα του πίσω καθίσματος, αντικρύζω ένα, το μοναδικό, άσπρο περιστέρι σε μικρό αυληδάκι εγκαταλειμμένου σπιτιού. Ένοιωσα δέος! Έχω παραισθήσεις, σκέφτηκα. Δεν πίστευα αυτό που έβλεπα. Μου φάνηκε αδιανόητο. «Θα φέρω το κουλούρι, κυρία Νεφέλη» είπε ο Μανώλης.
«Φέρτο…», απάντησα εγώ.
Το περιστέρι φτερούγισε λίγο και απομακρύνθηκε από ‘μας.
Μόλις θρυμματίστηκε το κουλούρι στην αυλίτσα και γύρισε πίσω ο οδηγός, εμφανίστηκε το λευκό περιστεράκι, πάλι. Σκύβοντας το κεφαλάκι του, διέκρινα μία μεγάλη μαύρη κηλίδα και δεν είδα, αν υπήρχε άλλη. Ένοιωσα ένα δυνατό σκίρτημα κοντά στην καρδιά, όπως την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε, μετά την απόφαση να επιχειρήσουμε να δοκιμάσουμε την τύχη μας. Ως ζευγάρι, πια.
Δεν θα ανέφερα, ό, τι έζησα, σε κανένα. Θα με περνούσαν για τρελή ή φαντασιόπληκτη. Ούτε στα πιο έμπιστα – δύο – τρία – πρόσωπα. Ούτε στον «εξομολογητή» μου, που μιλάμε καθημερινά. Ξέρεις, ποια εννοώ! Είναι κάτι συγκλονιστικό αυτό που βίωσα. Απίστευτο! Είναι για μας τους δύο, μόνο. Να φανταστείς, πως ευχήθηκα να ‘δω άσπρο περιστέρι – το πλέον απίθανο – για να πιστέψω πως υπήρξα «η γυναίκα της ζωής σου», όπως ο ίδιος δήλωσες. Τώρα, αν υπάρχουν τόσες συμπτώσεις, δεν το ξέρω μα, νομίζω πως αρχίζω να το δέχομαι…
Σ’ ευχαριστώ.
Να είσαι καλά όπου, όπως και να είσαι.
Στις 20 Νοεμβρίου 2024 πραγματοποιήθηκαν οι αρχαιρεσίες της Ένωσης Λιμενικών Κρήτης, οδηγώντας στη συγκρότηση του…
Από την έναρξη της λειτουργίας της το 1984, έχει επιδείξει πλούσιο έργο στην εκπαίδευση νέων…
Την επίσημη έναρξη των πλούσιων εορταστικών εκδηλώσεων του Δήμου Χανίων για τα Χριστούγεννα 2024 και…
Με απόλυτη επιτυχία ολοκληρώθηκε η χθεσινή εσωκομματική διαδικασία της εκλογής προέδρου. Η μεγάλη και δυναμική…
Μια σημαντική επιστημονική εκδήλωση για τον Σακχαρώδη Διαβήτη θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη, 28 Νοεμβρίου 2024,…
Το νέο βιβλίο της Ζοέλ Λοπινό «Η αρχόντισσα του Ακρωτηρίου» θα έχει την ευκαιρία να…
This website uses cookies.