Πήγα μια βδομάδα στην Κρήτη. Στα Σφακιά συγκεκριμένα, δηλαδή στα χωράφια του Παύλου Πολάκη. Ξέρετε βέβαια τι σημαίνει Κρήτη, αν δούμε τα εκλογικά αποτελέσματα του 2015. Σα να επισκέπτεσαι παράρτημα της Κουμουνδούρου. Στον νομό Χανίων ας πούμε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τέσσερις βουλευτές στους τέσσερις του νομού. Να σας πω τι κατάλαβα απ’ την επίσκεψη μου; Ότι θα πάθουν ζημιά που θα την φυσούν και δεν θα κρυώνει.
Δεν υπερβάλω. Αν άνοιξα είκοσι συζητήσεις με ντόπιους -και το ‘κανα συστηματικά και επίτηδες- δεν βρήκα ούτε έναν να μου μιλήσει ανοικτά υπέρ της κυβέρνησης. Έστω έναν για δείγμα. Βρήκα κάμποσους που την έβριζαν ανοικτά. Άλλους που μουρμούριζαν για την φορολογία, τα ανύπαρκτα έργα υποδομής ή τις υπηρεσίες που υπολειτουργούν, αποφεύγοντας τις απευθείας πολιτικές αναφορές. Βρήκα μερικούς που υποστήριζαν τον Κυριάκο κι άλλους που στραβομουτσούνιασαν στο άκουσμα του ονόματος του ή της Φώφης. Βρήκα έναν-δυο που είπαν ότι δεν γουστάρουν κανέναν και ότι δεν θα πάνε να ψηφίσουν. Συνάντησα και κάποιον που μύριζε ακροδεξιά, αλλά στην Κρήτη –ξέρετε- δεν λες εύκολα ότι είσαι Χρυσαυγίτης διότι σε προγκάνε οι γύρω-γύρω. Και οπαδό του ΚΚΕ βρήκα και προβληματισμένο Ποταμίσιο βρήκα. Μόνο έναν δεν πέτυχα. Αυτόν που θα έλεγε ευθαρσώς «εγώ είμαι με τον Αλέξη».
Δεν εννοώ φυσικά ότι τα ποσοστά του μέχρι πρότινος κραταιού ΣΥΡΙΖΑ έχουν εκμηδενιστεί. Προφανώς όχι και ειδικά στην Κρήτη όπου η οικονομική κρίση χτύπησε λιγότερο από άλλες περιοχές, λόγω των πολλαπλών παραγωγικών δυνατοτήτων του νησιού. Άλλο πράγμα έχει χαθεί. Ο οπαδός που θα βγει στο καφενείο, στην παρέα ή στην τυχαία συζήτηση και θα πει δίχως να κομπιάσει ότι η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι καλή και πρέπει να επανεκλεγεί. Αυτό το είδος του πολίτη έχει χαθεί από προσώπου γης. Εκείνον που θα πει ότι δεν γουστάρει τον Κυριάκο ή την Φώφη θα τον βρεις. Αλλά αυτόν που θα φωνάξει ευθέως ότι ο Αλέξης είναι μια χαρά πρωθυπουργός, πρέπει να ψάξεις πολύ για να τον συναντήσεις και πάλι αμφιβάλω αν θα ‘χεις αποτέλεσμα.
Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; Όχι μόνο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πια της μόδας, αλλά ότι οι εναπομείναντες οπαδοί του έχουν πια μπει στην ψυχολογία της μειονότητας. Κλείνονται στο καβούκι τους, πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν ακροατές για τα λόγια τους ή δεν νιώθουν εμπιστοσύνη στα ίδια τους τα επιχειρήματα και προτιμούν να σιωπούν ακόμα κι όταν ακούνε τους άλλους να βρίζουν τον Αλέξη και τους υπουργούς του. Αυτό ξέρετε πως το ‘λεγαν οι παλιοί κομματάρχες που έλεγχαν τα χωριά και τις γειτονιές; «Έχασε τη μάχη του καφενείου.» Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; Ότι έχασε τον αέρα της νίκης. Κι όποιος χάσει τον αέρα της νίκης, δεν κερδίζει εκλογές. Αυτοί που σήμερα δεν μιλούν, αύριο δεν θα πάνε να μοιράσουν ψηφοδέλτια και μεθαύριο δεν θα πάνε στην προεκλογική συγκέντρωση του κόμματος. Κάποιοι απ’ αυτούς, στο τέλος μπορεί και να λακίσουν μπροστά στην κάλπη. Όλα μια γραμμή είναι, το ένα φέρνει το άλλο.
Πως θα πάνε έτσι σε εκλογές; Μόνο μέσα από τις τηλεοράσεις και όντας εξαφανισμένοι στην υπόλοιπη κοινωνία; Με οπαδούς όχι μόνο λιγότερους από παλιά, αλλά και δίχως κουράγιο; Δίχως μαχητικούς υποστηρικτές που μπαίνουν με αέρα στις συζητήσεις; Με σιωπηλούς οπαδούς που αφήνουν τους αντιπάλους να αλωνίζουν δίχως αντίλογο; Πρόκειται για συνταγή εκλογικής καταστροφής. Βέβαια, αυτοί πιστεύουν ότι θα βγάλουν πάλι μπροστά τον Τσίπρα, οποίος μαζί με τους μπουναμάδες του θα σαρώσει όπως κάποτε. Ξεχνώντας πως τον καιρό που ο Αλέξης συνέπαιρνε τις ενθουσιώδεις μάζες στις πλατείες, υπήρχε και από ένας τοπικός Αλέξης σε κάθε καφενείο και σε κάθε δρόμο, που αναπαρήγαγε τον αρχηγό με μέγιστο ενθουσιασμό και πειστικότητα. Τώρα που χάθηκαν αυτοί;