Γράφει ο αρχιμανδρίτης ΙΓΝΑΤΙΟΣ Θ. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
Θεολόγος –τ. Λυκειάρχης
Ημέρες γιορτινές Πέρασαν τα Χριστούγεννα και να το Νέον Έτος. Στους κεντρικούς δρόμους: στις πλατείες, τα καταστήματα και στα σπίτια στολισμοί επίκαιροι, χαρούμενοι, ελκυστικοί ιδίως στα μαγαζιά. Πρόκληση για αγορές. Μια σωστή και τραγελαφική εμποροπανήγυρις, στην οποία έχομε μετατρέψει την πιο όμορφη γιορτή του χρόνου. Γενικά, δυστυχώς, η απουσία του πνευματικού περιεχομένου της εορτής των Χριστουγέννων, φιέστες, σπατάλες, παρά την οικονομική κρίση.
Εκείνο πια που, πέρα ακόμα και την εκμετάλλευση την εμπορική, ξεπερνά κάθε όριο αξιοπρέπειας και λογικής είναι η γελοιοποίησης του Αγίου Βασιλείου. Μια χοντρή, γελαστή κόκκινη φιγούρα, με τις άσπρες γούνες και την επίσης άσπρη μακριά γενειάδα που υποτίθεται πως κατεβαίνει από τις καμινάδες και αφήνει δώρα κάτω από το Χριστουγεννιάτικο δέντρο για τα «καλά παιδιά»! Γα τα «κακά παιδιά» έφερνε μαζί του ένα μαύρο ξωτικό για να τα μαστιγώσει!…
Παρ’ όλο που αυτή η ανεπίτρεπτη και ασεβέστατη φιγούρα, με το όνομα Santa Claus είναι επινόησης της Β. Αμερικής του 19ου αιώνος, οι ιστορικές ρίζες του μύθου οδηγούν πίσω στον Άγιο Νικόλαο. Γι’ αυτό και το όνομα Santa Claus (ονομάζεται επίσης και Saint Nicolas ή Saint Nick), είναι παραφθορά του Γερμανικού Sankt Nikolaus και του Ολλανδικού Sanct Herr Nicholaas ή Sinter Klaas.
Στην συνείδηση των Ευρωπαϊκών λαών του Βορρά, ο Άγιος της Ανατολής, τόσο ξακουστός για την γενναιοδωρία του και την συμπαράστασή του στους φτωχούς ανθρώπους, μπερδεύτηκε με τους ειδωλολατρικούς μύθους, το Ρωμαϊκό Befana και τους Γερμανικούς Berchta και Knecht Ruprecht.
Απ’ αυτό το ανακάτεμα βγήκε το αστείο γεροντάκι – που δεν έχει καμιά σχέση με τον μεγάλο Άγιο του οποίου το όνομα μεταχειρίζονται – χαρακτηριστική έκφραση της εποχής μας που δεν μπορεί, ή δεν θέλει, να αποφασίσει αν είναι χριστιανική ή ειδωλολατρική, που αφήνει να παρασυρθεί λίγο από το συναίσθημα, λίγο από τα όνειρα, αλλά που μεταχειρίζεται – εκμεταλλεύεται – τα πάντα για το οικονομικό κέρδος. Και δυστυχώς καμιά αντίδραση και από την εκκλησία και από τους λεγόμενους «πνευματικούς ανθρώπους» και από όποιον λογικό άνθρωπο.
Να έβλεπε, άραγε ο Άγιος Νικόλαος ή ο Άγιος Βασίλειος ο δικός μας , μέσα στη μεγάλη του σοφία, ότι θα ερχόταν εποχή που οι άνθρωποι θα μετέτρεπαν τα «σπλάχνα ελέους» τους σε εμπορική «ατραξιόν»; Ότι, αντί να βοηθούμε κρυφά όπως έκανε εκείνος – ανθρώπους που υποφέρουν με αξιοπρέπεια, χωρίς να ξέρει κανείς πόσες δυσκολίες και στερήσεις περνούν, γεμίζουν με δώρα ανθρώπους που τα έχουν όλα και δεν συγκινούνται πια από τίποτε;
Το παράξενο είναι ότι κανείς μας δεν είναι ευχαριστημένος απ’ αυτήν την κατάσταση, αλλά και κανείς δεν κάνει κάτι για να μπει κάπου μια τελεία. Όλοι γκρινιάζουμε με τους ατέλειωτους καταλόγους συγγενών και φίλων, που θα πρέπει να τους βρούμε δώρα για τις γιορτές. Πολλές φορές αγοράζουμε πράγματα για ανθρώπους, που δεν ξέρομε τι γούστο έχουν, που μπορεί να πετάξουν και στα σκουπίδια αυτά που τους πήραμε, όμως εμείς είμαστε «υποχρεωμένοι» να τους θυμηθούμε στις γιορτές! Να τους «θυμηθούμε» πώς; Σαν αγγαρεία; Σαν ένα ακόμη μπελά μέσα στις τόσες εορταστικές φροντίδες; Σαν ένα όνομα σ’ έναν κατάλογο που πρέπει να σβήσουμε; Απρόσωπα, αδιάφορα, καθηκοντολογικά; Ξεκινάμε να αγοράζομε πράγματα έτσι για να τελειώνομε κι απ’ αυτή τη δουλειά, «να βγάλομε κι αυτήν την υποχρέωση», χωρίς να θέλομε να δώσουμε χαρά και να πάρουμε χαρά.
Και δεν είναι μόνο στους ανθρώπους που μας είναι αδιάφοροι που το κάνομε αυτό. Η έντασης και η κούρασης που εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε στους εαυτούς μας είναι τόση, ώστε ακόμη και τους ανθρώπους που θέλομε να τους ευχαριστήσομε, δεν έχομε και πολύ καιρό να τους σκεφθούμε.
Τα Χριστούγεννα είναι σιωπή και χαρά και ηρεμία. Αληθινά Χριστούγεννα και αληθινό Άγιο Βασίλειο. Όχι γελοιοποίησης για εμπορικούς και μόνο λόγους. Τιμή και σεβασμό στους Αγίους μας.