Η δήλωση του Μ. Γλέζου:
Μου προκαλεί ανησυχία το κλίμα διχόνοιας, μισαλλοδοξίας και εχθρότητας που επιχειρείται να δημιουργηθεί ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία και το οποίο, αν εδραιωθεί, απειλεί να οδηγήσει σε εθνικιστικές οξύτητες που σε καμιά περίπτωση δεν διευκολύνουν την επίλυση των προβλημάτων.
Απευθύνω έκκληση τόσο προς τις δύο πλευρές όσο και προς τον Τύπο να αφήσουν τα εθνικιστικά παραληρήματα και να κυριαρχήσει η ψυχραιμία, η νηφαλιότητα, η λογική και το δίκαιο.
Ωστόσο, υπάρχουν δύο εκκρεμή ζητήματα ανάμεσα στις δύο χώρες. Αυτά είναι:
(α) Οι Οφειλές της Γερμανίας προς την Ελλάδα για τις καταστροφές που προκάλεσε το Γ΄ Ράιχ στη χώρα και
(β) Τα χρέη που δημιούργησαν τα δάνεια για τη σωτηρία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, με εμπνευστή και πρωτουργό εκτελεστή τη σημερινή ηγεσία της Γερμανίας.
Βεβαίως δεν θεωρούμε το σημερινό λαό της Γερμανίας υπεύθυνο για τα εγκλήματα του Γ΄ Ράιχ εναντίον του ελληνικού λαού ‒ και όχι μόνο. Επίσης, σε καμιά απολύτως περίπτωση δεν ταυτίζουμε τον Χίτλερ με τους σημερινούς ηγέτες της Γερμανίας, αλλά ούτε και συμψηφίζουμε το ένα θέμα με το άλλο.
Ζητώντας την εξόφληση των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, δεν το κάνουμε για να εκδικηθούμε κανέναν, αλλά για να αποκαταστήσουμε το Δίκαιο.Αξιώνουμε την άρση της αδικίας και την αποκατάσταση του Δικαίου. Ein Unrecht must gesühnt Werden.
Προσωπικά, ποτέ μου δεν έθιξα ούτε τη Μέρκελ ούτε τον Σόιμπλε. Στον Γερμανό υπουργό, όμως, όποτε ισχυρίζεται ότι το θέμα θεωρείται λήξαν, έλεγα και λέγω: «Πότε και πώς έληξε;» Και απάντηση μέχρι σήμερα δεν έχω πάρει.
Σταθερά επιδιώκω τη φιλία ανάμεσα στους δύο λαούς και επαναλαμβάνω όσα είπα πρόσφατα στη Γερμανική Σχολή στην Αθήνα: «Υποχρέωση των δύο Λαών είναι να αποτελέσουν τους παραστάτες για τη γέφυρα φιλίας ανάμεσα στους Λαούς της Ευρώπης». Στόχος μας αταλάντευτος πρέπει να είναι η συναδέλφωση των ευρωπαϊκών Λαών. Τότε μόνο η αποστροφή του Ομήρου για όποιον αγαπά τον πόλεμο θα αφορά κάθε πολίτη της Ευρώπης: «Αφρήτωρ, αθέμιστος, ανέστιος έστιν εκείνος, ός πολέμου έραται επιδημίου οκρυόεντος» (Ιλιάδα Ι 63-64).