Διαρκώς αυξάνεται το ενδιαφέρον για την καλλιέργεια υποτροπικών φυτών στην Κρήτη. Όπως τονίζει στην «Παραγωγή» ο Δρ. Νεκτάριος Καβρουλάκης, υπεύθυνος του Εργαστηρίου στο Ινστιτούτο Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών στα Χανιά, ο κόσμος που τους προσεγγίζει για πληροφορίες είναι πολύ περισσότερος από παλαιότερα. Νέοι, άσχετοι με τη γεωργία, αλλά και παραγωγοί πηγαίνουν στο Ινστιτούτο για βοήθεια.
Στην Κρήτη υπάρχει ανάπτυξη τέτοιων καλλιεργειών, με το αβοκάντο να κρατά τα «σκήπτρα», ενώ ακολουθούν αρκετά είδη σε μικρότερη έκταση. Πάντως, το αβοκάντο «συμπεριφέρεται» πολύ καλά, γι’ αυτό και έχουν μπει χιλιάδες στρέμματα. Μάλιστα, όπως σημειώνει ο κ. Καβρουλάκης, πλέον έχουν περάσει στο δεύτερο στάδιο, αναζητώντας την πιο συμφέρουσα ποικιλία.
«Στο Ινστιτούτο έχουμε δοκιμάσει πολλά φυτά, αλλά λίγα βγήκαν στην παραγωγή. Άλλωστε, όλα τα κρίνει η αγορά», τονίζει ο κ. Καβρουλάκης. Όπως επισημαίνει ο ίδιος σε όλους τους παραγωγούς που ενδιαφέρονται, κάθε μια καλλιέργεια έχει αρκετές ιδιαιτερότητες. Γι’ αυτό και τα βήματα των παραγωγών πρέπει να γίνονται προσεκτικά και σε συνεργασία με το Ινστιτούτο.
Ο τουρισμός είναι ευκαιρία
Για τον κ. Καβρουλάκη το μέλλον των καλλιεργειών υποτροπικών φρούτων είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον τουρισμό. Τα φρούτα αυτά είναι έξω από τα γευστικά πρότυπα της Ελλάδας. Για τους τουρίστες όμως, είναι κάτι το οικείο. «Ο τουρισμός δημιουργεί από μόνος του τις ανάγκες γι’ αυτά τα φρούτα», τονίζει χαρακτηριστικά ο καθ΄ ύλην αρμόδιος γεωπόνος του Ινστιτούτου, για να προσθέσει πως θα ήταν ιδιαίτερα ευτυχής εάν συνδέονταν η καλλιέργεια των φρούτων αυτών με τον κλάδο του τουρισμού.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το μέλλον της γεωργίας συνδέεται με τον τουρισμό. Δευτερευόντως, θα μπορούσαν οι παραγωγοί των φρούτων αυτών να τροφοδοτούν και άλλα μέρη της Ελλάδας. Αν και σε αυτό το σημείο θα πρέπει να σημειωθεί το εξής παράδοξο: Ενώ είμαστε ελλειμματικοί στην καλλιέργεια αβοκάντο, εξάγουμε.
Πώς θα «ριζώσουν» τα υποτροπικά φυτά
Κατά καιρούς το Ινστιτούτο έχει κάνει αρκετές προτάσεις για την ανάπτυξη των καλλιεργειών αυτών. Μία από αυτές είναι η χρηματοδότηση κάποιων παραγωγών για την καλλιέργεια υποτροπικών φυτών, υπό την καθοδήγηση του Ινστιτούτου. Πρόκειται, δηλαδή, για την εγγύηση του κράτους με ένα μικρό εισόδημα για μια καλλιέργεια με ρίσκο.
Επιπλέον, το έργο του Ινστιτούτου θα γινόταν πιο εύκολο με περισσότερους αποδεικτικούς αγρούς. Οι αποδεικτικοί αγροί που έχει στη διάθεση του το Ινστιτούτο δεν είναι αρκετοί και έτσι δεν έχουν εικόνα όλης της Κρήτης για το πώς συμπεριφέρονται τα φυτά αυτά. Τέλος, σύμφωνα με τον κ. Καβρουλάκη, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν γι’ αυτές τις καλλιέργειες τα παρατημένα θερμοκήπια στο νησί, τα οποία είναι αρκετά.
Έρχεται η ανόνα τσεριμόγια
Ό,τι φρούτο μπορεί να επιθυμήσει κανείς, το βρίσκει στα χωράφια του γεωπόνου, κ. Μανώλη Κινδελή από τα Χανιά, με τελευταίο «απόκτημα» την ανόνα τσεριμόγια. Στα 28 στρέμματά του καλλιεργούνται βιολογικά: φράουλες, αχλάδια, βερίκοκα, νεκταρίνια, μανταρίνια, αλλά και υποτροπικά φρούτα.
Τις εκτάσεις τις ανέλαβε το 1975 και πριν από 3 με 5 χρόνια αποφάσισε να καλλιεργήσει και υποτροπικά φρούτα. Θέλοντας να συμπληρώσει την γκάμα των προϊόντων που προσφέρει, αλλά και να τρώει φρούτα που άρεσαν στον ίδιο, επέλεξε το αβοκάντο, το μάνγκο και την ανόνα τσεριμόγια. Την είχε δοκιμάσει σε ταξίδι του στο εξωτερικό. Έχει μια γλυκιά γεύση που μοιάζει με ώριμο αχλάδι και κρέμα γάλακτος.
Αφού το έψαξε και είδε ότι μπορεί να καλλιεργηθεί στην Ελλάδα, το αποφάσισε. Έδωσε σπόρους σε φυτωριούχο, το μπόλιασε και έτσι πήρε τα πρώτα δέντρα. Τα φύτεψε σε 1 στρέμμα και ήδη έχει πάρει τους πρώτους καρπούς. Ωστόσο, επειδή η φετινή χρονιά ήταν κάπως κακή την εποχή της ανθοφορίας, θα είναι σε θέση να πουλά καρπούς από τον επόμενο χρόνο. Μέχρι την πέμπτη χρονιά τα δέντρα θα έχουν μπει σε πλήρη παραγωγή.
Στην αγορά το φρούτο δεν υπάρχει και κατά προσέγγιση η τιμή παραγωγού θα είναι στα 2 με 3 ευρώ ανά κιλό. Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης η ανόνα ευδοκιμεί μόνο στην Ισπανία και σε κάποιες περιοχές της Ιταλίας.
Ωστόσο, στην Κρήτη το δέντρο έχει αρχίσει να γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλές.
Η ανόνα τσεριμόγια
Στην Ελλάδα η τσεριμόγια έχει καλλιεργηθεί συστηματικά μόνο σε πειραματικό επίπεδο και τα αποτελέσματα έδειξαν ότι μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητική παραγωγή και να εξασφαλισθεί ικανοποιητικό γεωργικό εισόδημα στις κατάλληλες περιοχές της Νότιας Ελλάδας. Η τσεριμόγια δεν αποκτά μεγάλο μέγεθος και χάνει μεγάλο μέρος από τα φύλλα της στα τέλη χειμώνα με αρχές της άνοιξης, πριν την έκπτυξη των νέων οφθαλμών. Ο καρπός έχει σχήμα κωνικό έως ωοειδές, βάρος έως 1 κιλό, αλλά συνήθως ζυγίζει 150-500 γραμμάρια.
Η σταυρεπικονίαση των ανθέων είναι απαραίτητη και εξασφαλίζεται με τη συγκαλλιέργεια συμβατών ποικιλιών. Απαιτεί υψηλή σχετική υγρασία ατμόσφαιρας μεγαλύτερη από 60% για ικανοποιητική επικονίαση. Επίσης, είναι απαραίτητη η τεχνητή επικονίαση, προκειμένου να έχουμε αυξημένη καρπόδεση και παραγωγή καλοσχηματισμένων καρπών.
Τα δέντρα παρουσιάζουν λήθαργο, ο οποίος διακόπτεται με την επίδραση των χαμηλών θερμοκρασιών κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με σπόρο, αλλά και με εμβολιασμό σε σπορόφυτα ή με μοσχεύματα. Η τσεριμόγια είναι ευαίσθητη στους παγετούς, τις υψηλές θερμοκρασίες και τους ισχυρούς ανέμους. Η μέση μέγιστη θερμοκρασία για βλάστηση κυμαίνεται μεταξύ 15-25 βαθμούς Κελσίου και η μέση ελάχιστη μεταξύ 7-18 βαθμούς Κελσίου. Ευδοκιμεί σε ποικιλία εδαφών με καλή αποστράγγιση και αερισμό, αλλά αποδίδει καλύτερα σε αμμώδη έως αμμοπηλώδη εδάφη.
Απαιτεί συχνό πότισμα τους καλοκαιρινούς μήνες, καθώς και υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία. Το κλάδεμα συνίσταται στη διαμόρφωση θαμνώδους και κυπελλοειδούς σχήματος και στην αφαίρεση των ξερών και προσβεβλημένων κλάδων.
Οι ποικιλίες που προωθούνται είναι: African pride, Bonita, Booth, Cumbe και Cambas, μόνο υπό κάλυψη, στις θερμότερες και απαλλαγμένες παγετών περιοχές και όπου το μικροκλίμα ευνοεί τη γονιμοποίηση. Η καλλιέργεια προωθείται στους Νομούς της Κρήτης, των Κυκλάδων, της Δωδεκανήσου, της Λακωνίας, της Μεσσηνίας, στα νησιά Κύθηρα, Αντικύθηρα, Πόρο και στις περιοχές Τροιζηνίας και Θερμησίας και σε απόσταση όχι μεγαλύτερη των 400 μέτρων από τη θάλασσα.
Λίτσι κρητικής προέλευσης
Τα ταξίδια και οι εμπειρίες που αποκτά κανείς σε αυτά μπορούν να του αλλάξουν τη ζωή. Ιδίως όταν σου προσφέρουν και επαγγελματικές ευκαιρίες. Κάπως έτσι ξεκινά και η ιστορία του Χανιώτη Μιχάλη Χαραλαμπάκη.
Τραπεζικός στο επάγγελμα, επισκέφθηκε τον αδερφό του στη Νότια Αφρική το 1990. Εκεί δοκίμασε για πρώτη φορά φρούτα άγνωστα στην Ελλάδα, το λίτσι και το μάνγκο. Αποφάσισε να αξιοποιήσει τις βασικές γνώσεις για τη γεωργία που είχε από τον πατέρα του -όταν τον πήγαινε μικρό στο χωράφι- και να δοκιμάσει να τα βάλει και στην Ελλάδα. Οι διαδικασίες και η «μάχη» με το… τέρας της γραφειοκρατίας διήρκεσαν δύο χρόνια. Στη συνέχεια, με τη βοήθεια του Ινστιτούτου Υποτροπικών Φυτών, έβαλε τα πρώτα δέντρα πειραματικά και αποδείχθηκε σοφή επιλογή.
Σήμερα, έχει μια φυτεία με 200 δέντρα λίτσι και σκοπεύει να τα κάνει άμεσα 400. Επεκτείνει τη δραστηριότητά του για τα δύο του παιδιά, όπως τονίζει ο ίδιος. «Έπρεπε από το 1974-1975 που το Ινστιτούτο έφερε πειραματικά απ’ όλα τα δέντρα να είχαν ασχοληθεί όλοι οι παραγωγοί στην Κρήτη, αλλά μας ‘‘έφαγαν’’ οι επιδοτήσεις», σημειώνει ο κ. Χαραλαμπάκης.
Η καλλιέργεια
Πρόκειται για υπαίθρια καλλιέργεια. Τα δέντρα τα αναπαράγει μόνος του ο κ. Χαραλαμπάκης με καταβολάδες. Η περίοδος ανθοφορίας ξεκινά μεταξύ Απριλίου – Μαΐου και τον Αύγουστο τελειώνει η παραγωγή. Το κάθε δέντρο «δίνει» από 30 έως 50 κιλά. Ο κ. Χαραλαμπάκης έχει παραγωγή ενός τόνου. Το λίτσι είναι πολύ εύκολο να καλλιεργηθεί, δεν παρουσιάζει σημαντικές ιδιαιτερότητες. Τα δέντρα δεν παθαίνουν τίποτα, δεν τα «χτυπούν» παγετοί. Προσοχή θέλουν στο κλάδεμα, γιατί μπορεί να φτάσουν και τα 4 με 5 μέτρα. Όσο για τη συγκομιδή, γίνεται με το χέρι. Ο κ. Χαραλαμπάκης είτε τα μαζεύει μόνος είτε έχει κάποια βοήθεια από εργάτη.
Το «τρωτό» σημείο του λίτσι είναι η διατηρησιμότητα. Δεν μπορούν να παραμείνουν για πολύ καιρό στο ψυγείο. Μετά από 4 με 5 μέρες χάνουν το κόκκινο χρώμα τους και γίνονται καφέ. Έτσι, πρέπει να μπαίνουν σε ειδική συσκευασία, με την οποία αντέχουν για 20 μέρες. Και σε αυτόν τον τομέα, οι έρευνες σε ξένες χώρες προοδεύουν διαρκώς.
Τιμές και διάθεση
Η παραγωγή του κ. Χαραλαμπάκη καταλήγει στην Κρήτη και στην Αθήνα. Μανάβικα και καταστήματα τα τοποθετούν στα ράφια τους. Ωστόσο, εκλεκτοί… πελάτες είναι τα ξενοδοχεία πέντε αστέρων του νησιού. Τα τροφοδοτεί με λίτσι, καθώς οι τουρίστες τα γνωρίζουν και τα προτιμούν. Όλη η κατηγορία των φρούτων αυτών έχει προοπτικές στα ξενοδοχεία, καθώς κάνουν και εισαγωγές.
Οι τιμές για το λίτσι προ κρίσης ήταν στα 5 ευρώ το κιλό και σήμερα έχουν υποχωρήσει στα 4 ευρώ. «Η καλλιέργεια προσφέρει ένα πολύ καλό εισόδημα. Π.χ. Αν κάποιος έχει 50 στρέμματα δεν χρειάζεται να κάνει κάτι άλλο», τονίζει ο κ. Χαραλαμπάκης. Ο ίδιος πάντως, όπως λέει, δεν προλαβαίνει την αγορά
Τρόπος ζωής
Μη θέλοντας να μπει στη λογική του καφενείου ο κ. Χαραλαμπάκης, αφού συνταξιοδοτήθηκε, περνά μεγάλο μέρος του χρόνου του στο χωράφι. Δεν μπορεί να κάθεται και επιλέγει να φροντίσει τα δέντρα του. Εκτός από το λίτσι έχει κάποιες ελιές, ροδιές, λωτούς και μάνγκο, περισσότερο για την οικογένεια. Μάλιστα, σκοπεύει να προσθέσει στο χωράφι του και ανόνα τσεριμόγια.
Δείτε εδώ και ένα βίντεο αφιέρωμα στα τροπικά φρούτα της Κρήτης
Τρόμος στον πλανήτη επικρατεί μετά την κλιμάκωση στον ρωσοουκρανικό πόλεμο, καθώς η Μόσχα απάντησε στα…
Θέση εμμέσως εναντίον της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά από την Κ.Ο. της ΝΔ, χωρίς να τον κατονομάζει,…
Του Αργύρη Αργυριάδη Δικηγόρου Εδώ και λίγες ημέρες το ΠΑΣΟΚ αποτελεί την αξιωματική αντιπολίτευση της…
Στο πλαίσιο των δράσεων του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για το Κλίμα, συνεχίζονται το Σαββατοκύριακο και ολοκληρώνονται…
Ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας συναντήθηκε σήμερα 22/11, στον Περισσό,…
Την Κυριακή διεξάγονται οι εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάδειξη νέου προέδρου, σε μια…
This website uses cookies.