Categories: ΘΕΣΕΙΣ

Η υφολογία και η σωματικότητα της «Μάντισσας»

Του Νίκου Δασκαλόπουλου

Με τη Μάντισσα, το νέο κομμάτι της Μαρίνας Σάττι, την οποία γνωρίσαμε μέσα από δύο διασκευές (και το YouTube· το οποίο πλέον όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες -και όχι μόνο μουσικοί- χρησιμοποιούν ως διαμεσολαβητή για ένα κοινό) με τη μία εκ των οποίων (τις «Κούπες») να συζητιέται πολύ θετικά και που εν τέλει κατόρθωσε να βρει ένα κοινό που ήθελε να ακούσει περισσότερα από εκείνη, έχουμε ακριβώς αυτό που ήθελε το κοινό της. Η νέα δημιουργός αποφασίζει να δείξει αυτή τη φορά κάτι δικό της και η ευρύτερη συζήτηση στον δημόσιο διάλογο παρουσιάζει πολλαπλό ενδιαφέρον.

Η Μάντισσα είναι ένα πολύ ευχάριστο κομμάτι, απλό στη σύνθεσή του, κι όμως, κάπως πιο σύνθετο υφολογικά. Μετά από λίγη ώρα παρουσίας του στο διαδίκτυο, εξασφαλίζει μια απήχηση και πυροδοτεί μια συζήτηση, που ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, θέμα της είναι η ίδια η συζήτηση, με ποιους όρους αυτή διεξάγεται και κυρίως, γιατί. Η φαινομενική απλότητα του κομματιού και η ευχάριστη ατμόσφαιρα που σου δημιουργεί τόσο ακουστικά, όσο και οπτικά με το βίντεο, για πολλούς κριτικούς δεν εξηγεί την απήχηση. Και έχουν δίκιο. Νομίζω όμως πως το κενό αυτό στον δημόσιο διάλογο, κινητοποιεί μια κάπως άδικη κριτική για το κομμάτι και τη Μαρίνα Σάττι, για το βίντεο, τη χορογραφία και τι θέλει να μας πει, αλλά νομίζω πως τόσο στο κομμάτι, όσο και στην αρνητική κριτική που του ασκήθηκε, βρίσκεται το crux που θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε ποια η επίδραση αυτής της σύνθεσης και πώς λειτούργησε.

Το κομμάτι είναι ένα melange ελληνικών ηχοτοπίων· κυρίαρχη θέση σε αυτό έχει η τσαμπούνα (που σηματοδοτεί το νησιωτικό στοιχείο), την οποία συμπληρώνουν ήπια κρουστά (claps) που δεν κλέβουν την προσοχή. Ενορχηστρωτικά μιλώντας, μολοντούτο, η βάση του είναι τα φωνητικά του και η πολυφωνικότητα. Κάτι που μας έχει δείξει και στο παρελθόν η Σάττι με τη διασκευή στη «Νιφάδα», στην οποία βάζει πολλαπλά stratta φωνητικών που ηχογραφεί το ένα πάνω στο άλλο και αντικαθιστά τα όργανα. Η Μάντισσα αντλεί από το πολυφωνικό ηπειρώτικο τραγούδι και συγκεκριμένα από την υφολογία του. Ίσως το μυαλό μας δεν πάει απευθείας εκεί, πιθανότατα γιατί απουσιάζει το κλαρίνο, το οποίο κλαρίνο όμως έρχεται στο ηπειρώτικο τραγούδι τους τελευταίους δύο αιώνες· προηγουμένως η μουσική αυτή φαίνεται να υπήρξε κι αμιγώς φωνητική (μπορούμε να αρχίσουμε να παρατηρούμε τις συνδέσεις και το ενδιαφέρον για τη φωνή από τη δημιουργό) και αργότερα το κύριο όργανο ήταν η φλογέρα με συνοδεία από νταούλι.

Η υφολογία που αντλεί λοιπόν η Μαρίνα Σάττι είναι αυτή μιας μελαγχολικής μελωδικότητας. Ακόμα και στις πιο σατιρικές εκδοχές του ηπειρώτικου, ο τόνος είναι αυτός της υπόρρητης μελαγχολικότητας. Και είναι πολύ λογική αυτή η υφολογία στο συγκείμενο του τραγουδιού, αφού αν κοιτάξει κανείς τους στίχους, θα δει ότι το τραγούδι μιλάει για την αναζήτηση ενός έρωτα, μιας αγάπης, αλλά ακόμα περισσότερο, και από μια ώριμη φιλοσοφική οπτική, για την προσπάθεια σύνθεσης αυτής της αγάπης. Δεν μιλάει όπως πολλά τραγούδια για το αδιέξοδο των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά για τη σκληρή δουλειά που αυτές απαιτούν και ενίοτε το να μπορείς να δεχτείς τη μοναξιά για να υπερβείς το «χρειάζομαι» και να φτάσεις και να μείνεις στο «επιθυμώ».

Αν αυτό δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά (και μιλώ επίτηδες για ματιά), είναι επειδή το ύφος του τραγουδιού βρίσκεται σε μια αντινομία με την οπτικοποίησή του. Είναι όμως έτσι; Η αρνητική κριτική, λοιπόν, στρέφεται περισσότερο σε μια πρώτη αντίληψη του οπτικού, το οποίο επιβάλλεται στο ύφος του τραγουδιού και το επανοηματοδοτεί ως ένα «ευχάριστο», «φρέσκο», «χαρούμενο» τραγούδι με ευχάριστα κορίτσια. Δεν θα είχα πρόβλημα με ένα τέτοιο σχήμα, όμως δεν νομίζω ότι αυτό κάνει η Μαρίνα Σάττι. Νομίζω πολύ περισσότερο πως το βίντεο έχει ιδωθεί έτσι, σε μια ασύνειδη σύγκλιση με μια κυρίαρχη βιοπολιτική που θέλει τους ανθρώπους της χώρας που βιώνουν μια βάναυση οικονομική επίθεση από υπερ-εξουσίες να έχουν μια συγκεκριμένη σωματικότητα.

Το κέντρο της Αθήνας στο πλαίσιο αυτής της οπτικής ορίζεται και καθορίζεται μόνο από την παρακμή του ή από τον εξευγενισμό του, αλλά όχι από τα σώματα και τις διαθέσεις τους, όχι από τη διυποκειμενικότητα και τη συλλογική συνείδηση της πόλης. Αυτό έχει ένα σωρό επεκτάσεις που εδώ μόνο αδρομερώς μπορώ να αναφέρω, όπως την απαίτηση για μία και μοναδική πρόσληψη του άστεγου, του πρόσφυγα, του φτωχού. Όταν το δούμε έτσι διπολικά και νομίζω και μη οργανικά, ασφαλώς και οδηγούμαστε εν συνεχεία σε άλλα δίπολα και ψευδεπίγραφες αντινομίες.

Τα πράγματα όμως είναι πιο σύνθετα. Κατά τη γνώμη μου, το εξαιρετικό (one-shot) βίντεο, η σωματικότητά του, οι διαθέσεις του, δεν έχουν τίποτα το προσβλητικό, τίποτα το χαζοχαρούμενο, δεν αποκρύπτουν και δεν εξάρουν. Αντιθέτως είναι τέτοια η διαλεκτική βίντεο – τραγουδιού που δημιουργεί ένα νέο πλαίσιο οπτικής που λείπει. Η χαρά της εικόνας, ο χορός υπονομεύουν τη μελαγχολικότητα του τραγουδιού, αλλά και το αντίστροφο. Η μελαγχολικότητα του τραγουδιού υπονομεύει την «απλή» χαρά και τη χαρά της απλότητας της εικόνας που μας δείχνει. Όλα αυτά που μας λέει η Σάττι εδώ είναι ότι η δυστυχία και η ευτυχία, συνυπάρχουν όλη την ώρα. Ότι το κέντρο της Αθήνας είναι ένας τόπος όπου όλα τα σώματα είναι ευπρόσδεκτα και όλες τους οι διαθέσεις (ή θα έπρεπε να είναι). Ότι φυσικά και μπορούμε να χορεύουμε ακόμα κι όταν δεν πάνε καλά τα πράγματα (ίσως τότε επιβάλλεται κιόλας), πως μοναξιά και αγάπη δεν είναι αντιθετικά και πως μια απλή σύνθεση, όταν είναι φτιαγμένη με φροντίδα και γνήσιο ενδιαφέρον, δεν έχει τίποτα το μονοσήμαντα απλό. Για όλους αυτούς τους λόγους εκτοξεύτηκε, απασχόλησε και ελπίζω να συνεχίσει να μας απασχολεί και η Μάντισσα και η Μαρίνα Σάττι.

"google ad"

Αγώνας της Κρήτης

Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Recent Posts

Εργαζόμενοι: Ωράρια «κολλημένα» στα ‘80s – Γιατί δε μειώνεται ο χρόνος εργασίας;

Γιατί οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης, δεν έχουν δει καμία ουσιαστική μείωση του χρόνου εργασίας από τη δεκαετία…

5 hours ago

Κρήτη: Τι λέει ο δικηγόρος του γαμπρού για την ακύρωση του γάμου του επειδή τον έπιασαν με κοκαΐνη

Πολλές εκατοντάδες ήταν οι προσκεκλημένοι που πήγαν το απόγευμα του Σαββάτου στην εκκλησία όπου θα…

5 hours ago

Ενδοοικογενειακή βία: Περισσότερες από 15.000 γυναίκες αλλά και πάνω από 5.000 άνδρες έπεσαν θύματα το πρώτο 10μηνο του 2024

Ιδιαίτερη αύξηση στα περιστατικά για αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας μέσα στο πρώτο δεκάμηνο του 2024 σε σχέση με…

5 hours ago

ΣΥΡΙΖΑ: 21.465 ψήφισαν μέχρι τις 12:00 – Χωρίς προβλήματα η εκλογική διαδικασία στα Χανιά – Τα μηνύματα των 4 υποψήφιων προέδρων από την κάλπη

Η διαδικασία εκλογής νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία ξεκίνησε το πρωί της Κυριακής στα Χανιά.…

5 hours ago

Δ. Κουτσούμπας από Ρέθυμνο: “Σε έναν κόσμο που φλέγεται, οι λαοί πρέπει να είναι οι νικητές!”

Με την συμμετοχή πλήθους κόσμου, εκπροσώπων σωματείων και μαζικών φορέων πραγματοποιείται σήμερα Κυριακή στο «Σπίτι…

5 hours ago

Ομαδικές αγωγές κατά της Booking από Ελληνες ξενοδόχους

Στη διεκδίκηση αποζημιώσεων από τη Booking.com και εν γένει από τις πλατφόρμες κρατήσεων που είναι ευρύτερα γνωστές…

5 hours ago

This website uses cookies.