Την προηγούμενη άνοιξη οι τρεις ηγέτιδες του κινήματος Black Lives Matter (η Πατρίτσια Κάλορς, η Αλίσια Γκάρτζα και η Μελίνα Αμπντουλάχ) γύριζαν ένα βίντεο για το YouTube, προκειμένου να τιμήσουν τη μνήμη του Τζορτζ Φλόιντ καθώς έκλεινε ένας χρόνος απ’ τη μέρα της δολοφονίας του αλλά και για να συζητήσουν το έργο τους στον τομέα της φυλετικής δικαιοσύνης και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν κατά τη διάρκεια του έτους.
“Για μένα, οι πιο δύσκολες στιγμές ήταν όταν η φάμπρικα των δεξιών μέσων ενημέρωσης έριχνε κυριολεκτικά όλο το βάρος της πάνω μου και ενάντια στο κίνημά μας”, θα πει η Κάλορς. “Είμαι μερικές εβδομάδες έξω από όλο αυτό, οπότε βλέπω πιο καθαρά τα πράγματα, έτσι δεν είναι; Όσο ήμουν μέσα σε αυτό, είχα όλη την προσοχή μου στραμμένη στο πώς να επιβιώσω”.
Η Κάλορς αναφερόταν σε ένα άρθρο της New York Post του Απριλίου 2021 όπου αποκάλυψε ότι η ίδια αγόρασε τέσσερα σπίτια για σχεδόν τρία εκατομμύρια δολάρια. Αυτές οι αποκαλύψεις είχαν συμβάλει στην ιδέα ότι υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ της περιουσίας των πιο προβεβλημένων μορφών του κινήματος και των υπόλοιπων ακτιβιστών σε όλη τη χώρα. Έτσι, η Κάλορς αναγκάστηκε να παραιτηθεί από εκτελεστικός διευθυντής του Black Lives Matter Global Network Foundation στις 27 Μαΐου -λίγες ημέρες μετά από το γύρισμα αυτού του βίντεο.
“Νομίζω ότι προσπάθησαν να μας κάνουν cancel, αλλά δεν τα κατάφεραν”, θα πει με τη σειρά της η Αμπντουλάχ σε κάποιο άλλο σημείο της κουβέντας.
Η Γκάρτζα θα την διακόψει εκτοξεύοντας ένα σχόλιο που φαινομενικά απευθυνόταν στους επικριτές: “Δεν ξέρετε τίποτα για το τι χρειάζεται για να ζεις σε ένα ‘κουτί’ εδώ”.
Η έπαυλη των 6 εκατομμυρίων
Στην πραγματικότητα το ‘κουτί’ πίσω τους, το σπίτι δηλαδή, απέχει πολύ από το να μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι. Έχει εμβαδόν μεγαλύτερο από 6.500 τ.μ, περισσότερα από μισή ντουζίνα υπνοδωμάτια και μπάνια, πολλά τζάκια, πισίνα, μπανγκαλόου και πάρκινγκ για περισσότερα από 20 αυτοκίνητα. Το συγκεκριμένο ακίνητο στην Καλιφόρνια αγοράστηκε για σχεδόν έξι εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά τον Οκτώβριο του 2020 με χρήματα που είχαν δοθεί στην BLMGNF.
Αυτή η αγορά δεν έχει αναφερθεί ποτέ προηγουμένως και η ηγεσία του Black Lives Matter ήλπιζε να κρατήσει μυστική την ύπαρξη του σπιτιού.
“Έγγραφα και mails που έχω δει σχετικά με την αγορά και την καθημερινή λειτουργία του πολυτελούς ακινήτου υποδηλώνουν ότι ο χειρισμός του έχει γίνει με τρόπους που θολώνουν ή διασχίζουν τα όρια μεταξύ της φιλανθρωπικής οργάνωσης και ιδιωτικών εταιρειών που ανήκουν σε ορισμένους από τους ηγέτες της”, θα γράψει ο δημοσιογράφος των New York Times, Σον Κάμπελ.
“Δημιουργείται η εντύπωση ότι τα χρήματα που δωρίστηκαν για την υπόθεση της φυλετικής δικαιοσύνης έχουν δαπανηθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να ωφελούν προσωπικά τους ηγέτες του Black Lives Matter”.
Στις 30 Μαρτίου, ο δημοσιογράφος θα κάνει ερωτήσεις στον οργανισμό σχετικά με το σπίτι, το οποίο μεταξύ τους είναι πιο γνωστό ως “campus”. Στη συνέχεια, οι ηγέτες θα κυκλοφορήσουν ένα εσωτερικό σημείωμα με πιθανές απαντήσεις πάνω σε τέτοιες ερωτήσεις, που κυμαίνονταν από το “μπορούμε να σκοτώσουμε την ιστορία;” μέχρι το “η δική μας οπτική μας γωνία -πρέπει να μειώσουμε τη σημασία του σε ποιον ανήκει αυτό το ακίνητο”.
Το σημείωμα περιλαμβάνει bullets που εξηγούν ότι “το campus είναι μέρος του πολιτιστικού σκέλους του οργανισμού -ενδεχομένως ως “σπίτι influencing”, όπου παράγεται το περιεχόμενο του BLM από καλλιτέχνες και διάφορους δημιουργούς”.
Ένα άλλο bullet θα έχει την επικεφαλίδα “Λογιστική/990 τροποποιήσεις” και γράφει μεταξύ άλλων: “πρέπει πρώτα να βεβαιωθούμε ότι είναι νομικά εντάξει να το χρησιμοποιήσουμε, καθώς έχουμε σκοπό όντως να το χρησιμοποιήσουμε”.
Το σημείωμα περιγράφει επίσης το ακίνητο ως “ασφαλές σπίτι-καταφύγιο” για ηγέτες των οποίων η ασφάλεια έχει απειληθεί. Βέβαια, οι δύο έννοιες -ότι το σπίτι είναι ταυτόχρονα και ένα εμπιστευτικό καταφύγιο αλλά και ένα μέρος για μετάδοση μηνυμάτων σε ευρύτερο δυνατό κοινό- έρχονται κάπως σε σύγκρουση.
Το σημείωμα γράφει: “Υπάρχουν τρύπες σε αυτήν την ιστορία περί ασφάλειας. Χρησιμοποιήστε βίντεο του YouTube”.
Σε μια δήλωση που εστάλη μέσω email την 1η Απριλίου, ο Σαλομάια Μπάουερς, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της BLMGNF, είπε ότι ο οργανισμός αγόρασε το campus “με σκοπό να χρησιμεύσει ως στέγαση και ως στούντιο για όσους θα πάρουν την υποτροφία ‘Black Joy Creators Fellowship’”. Αυτή η υποτροφία, η οποία “παρέχει τα μέσα και τον χώρο για ηχογράφηση, είναι προορισμένη για τους μαύρους creatives προκειμένου να λανσάρουν content στο στο ίντερνετ αλλά και στην πραγματική ζωή. Content που επικεντρώνεται στην κατάργηση της δουλείας, στη δικαιοσύνη, στην ποπ κουλτούρα, στον ακτιβισμό και στην πολιτική”.
Ο Μπάουερς είπε επίσης στη δήλωση ότι η BLMGNF “σχεδίαζε από πάντα” να αποκαλύψει την αγορά αυτού του σπιτιού, μέσω της φορολογικής δήλωσης που θα έκανε αυτόν τον Μάιο και ότι δεν χρησιμεύει ως προσωπική κατοικία κανενός. Παράλληλα, είπε ότι η αγορά ακινήτων μέσω εταιρειών περιορισμένης ευθύνης είναι συνηθισμένη στα ακίνητα ως ένας τρόπος προστασίας των περιουσιακών στοιχείων από δικαστικές διαφορές και υποχρεώσεις.
Ωστόσο, αυτή η δήλωση δεν εξήγησε γιατί, εφόσον το σπίτι προοριζόταν κυρίως να είναι ένας δημιουργικός χώρος, έχει παραχθεί τόσο σχετικά μικρό περιεχόμενο κατά τη διάρκεια αυτών των 17 μηνών.
Κακοδιαχείριση, μυστικότητα και υποψίες
Ακόμα κι αν τα πάντα σχετικά με το σπίτι είναι καθόλα νόμιμα, αυτός ο γενικότερος αέρας μυστικότητας που υπάρχει δεν συμβαδίζει και τόσο με τη διαφάνεια που αναμένεται από φιλανθρωπικές οργανώσεις. Το μέγεθος της εξαγοράς θα μπορούσε να εκθέσει την ομάδα σε δημόσια κακόβουλη κριτική.
“Αυτό είναι πολύ λογικό να το λέει κανείς”, ισχυρίζεται ο Τζέικομπ Χάρολντ, πρώην διευθύνων σύμβουλος της GuideStar και συνιδρυτής της Candid, μιας υπηρεσίας πληροφοριών που αναφέρεται σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς. “Δεν είναι μια κριτική που λέει ότι αυτό που κάνετε είναι παράνομο ή ακόμη και ανήθικο. Απλά μπορεί να είναι απλώς κακό για τη στρατηγική σας. Και αυτό γιατί δεν ξοδεύετε τα χρήματα σας σε πολιτικές ή σε άλλου είδους στρατηγικές που μπορεί να ακολουθήσει ένας οργανισμός για να αντιμετωπίσει τα βασικά ζητήματα γύρω από το Black Lives Matter”.
Ακόμη και μια εμφάνιση ανάρμοστης ή κακής διαχείρισης απειλεί να αποτρέψει τους δωρητές και να βλάψει το ευρύτερο κίνημα για τη φυλετική ισότητα.
Μερικές από τις πιο σκληρές επικρίσεις εναντίον του BLMGNF έχουν έρθει από μέσα. Εσωτερικά mails που χρονολογούνται από το 2016 δείχνουν ακτιβιστές να εκφράζουν την ανησυχία τους για τον τρόπο με τον οποίο δαπανώνται οι δωρεές και για το πώς διοικείται η οργάνωση, και τελικά να μην αλλάζει τίποτα. Οι “ανησυχίες” απλώς να συνεχίζουν να αυξάνονται.
Το φθινόπωρο του 2020, δέκα τμήματα του οργανισμού εξέδωσαν μια δημόσια δήλωση επιπλήττοντας το παγκόσμιο δίκτυο για την αδιαφάνειά του, ενώ και οι οικογένειες μερικών θυμάτων αστυνομικής βίας παραπονέθηκαν ότι έχουν δει λίγα χρήματα από τις δωρεές που έχουν μαζευτεί.
Ο θάνατος του Τζορτζ Φλόιντ προκάλεσε μια μεγάλη εκροή εισφορών στο BLMGNF με τον Οκτώβριο του 2020, ο οργανισμός να λαμβάνει 66,5 εκατομμύρια δολάρια από τον δημοσιονομικό του χορηγό -έναν ενδιάμεσο που χρησιμοποιείται συνήθως από νεοσύστατους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς για την επεξεργασία δωρεών. Δύο εβδομάδες αργότερα, ένας άνδρας ονόματι Ντιέιν Πασκάλ αγόρασε το σπίτι των επτά υπνοδωματίων που θα γινόταν γνωστό ως “campus”.
Σύμφωνα με κάποια έγγραφα, ο Πασκάλ είναι ο οικονομικός διευθυντής της “Janaya and Patrisse Consulting”, μιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης που διευθύνεται από την Κάλορς και τον σύζυγό της. Ο Πασκάλ είναι επίσης ο οικονομικός διευθυντής του “Trap Heals”, μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης με επικεφαλής τον Ντέιμον Τέρνερ, τον πατέρα του μοναδικού παιδιού την Κάλορς.
Μέσα σε μια εβδομάδα, ο Πασκάλ μεταβίβασε την ιδιοκτησία του σπιτιού σε μια άλλη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης που ιδρύθηκε στο Ντέλαγουερ από τη δικηγορική εταιρεία “Perkins Coie”. Αυτός ο ελιγμός εξασφάλισε ότι η τελική ταυτότητα του νέου ιδιοκτήτη του ακινήτου δεν θα γινόταν γνωστή στο κοινό.
Μετά τη μεταφορά, οι ηγέτες του “Black Lives Matter” άρχισαν να χρησιμοποιούν το σπίτι με διάφορους τρόπους, μεταξύ άλλων ως στούντιο για τη δημιουργία βίντεο, αλλά και για να κοιμούνται εκεί όποτε δεν ένιωθαν ασφαλείς στο σπίτι τους. Η συντήρηση του καταλύματος -καθαρισμός, συντήρηση πισίνας, ασφάλεια- διεκπεραιώνεται από ανθρώπους που δουλεύουν και για “BLMGNF”, και για την “Janaya and Patrisse Consulting”, και για τη συμβουλευτική εταιρεία του Μπάουερς αλλά και για άλλα πρόσωπα νομικού δικαίου.
Ο Μπάουερς, ο οποίος υπηρετεί επίσης ως αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής της “BLMGNF”, έχει και στο παρελθόν επιβλέψει πληρωμές στην “Trap Heals” από πρόσωπα νομικού δικαίου που ηγείται η οικογένεια της Κάλορς, συμπεριλαμβανομένης μίας αμοιβής 86.000 δολαρίων από έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό που ονομάζεται “Reform LA Jails” και μιας ακόμη αμοιβής σχεδόν 150.000 δολαρίων από την “Black Lives Matter Political Action Committee”.
Ξεψαχνίζοντας τα προσωπικά τους μηνύματα
Σε ένα απ’ τα μεταξύ τους ομαδικά μηνύματα, τον Ιούνιο του 2021 -αφού η Κάλορς είχε ήδη ανακοινώσει την παραίτησή της- αναφέρεται ότι η βοηθός της ήρθε αντιμέτωπη με έναν άντρα που είχε βρεθεί να κατασκοπεύει στις εγκαταστάσεις. Ο Πολ Κάλορς, αδερφός της Πατρίτσια Paul, του οποίου ο τίτλος είναι επικεφαλής της ασφάλειας, ενημέρωσε την ομάδα για την κατάσταση. Προηγούμενα μηνύματα τον δείχνουν να παίζει τον ίδιο ρόλο και για τα ακίνητα που αγόρασε η Κάλορς με δικά της κεφάλαια, τα οποία, όπως είπε, προέρχονται από συμφωνίες βιβλίων και “media deals”. Άλλα εσωτερικά αρχεία υποδεικνύουν ότι η μητέρα της Κάλορς πήρε μια δουλειά καθαρισμού στην Πανεπιστημιούπολη και ότι η Κάλορς υπέγραψε συμφωνητικά εμπιστευτικότητας με διάφορους υπαλλήλους του campus.
Η Κάλορς είχε επίσης χρησιμοποιήσει το campus με τρόπους που πιθανώς δεν συνάδουν με αυτό που είχαν στο μυαλό τους οι δωρητές του Black Lives Matter όταν έδιναν τα δολάρια τους. Για παράδειγμα ανέβασε βίντεο στο προσωπικό της κανάλι στο YouTube όπου μαγειρεύει οικογενειακές συνταγές μέσα στην κουζίνα του ή που ψάχνει τα κατάλληλα έπιπλα για την εσωτερική διακόσμηση.
Αυτά είναι δύο παραδείγματα του τρόπου με τον οποίο η Κάλορς ενήργησε και ως επικεφαλής της BLMGNF, καλλιεργώντας δηλαδή παράλληλα κι ένα δημόσιο προφίλ που θα μπορούσε να την ωφελήσει προσωπικά. Άλλωστε, μετά την αποχώρηση από τον οργανισμό είπε ότι επρόκειτο να επικεντρωθεί σε συμφωνίες που έχει υπογράψει είτε με τη Warnr Bros είτε με εκδοτικό οίκο για να βγάλει το βιβλίο της.
Ειδικοί σε εταιρείες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα λένε ότι οποιαδήποτε φαινομενική ανάμειξη πόρων μεταξύ BLMGNF, Κάλορς και άλλων εταιρειών μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το καθεστώς φορολογικής απαλλαγής που ισχύει για τις φιλανθρωπικές οργανώσεις. Επίσης, αν υπάρχουν προβλήματα με τις φορολογικές δηλώσεις του BLMGNF, ενδέχεται να υπάρξουν αστικές και ποινικές ευθύνες για τα άτομα και τις οργανώσεις που εμπλέκονται. Ένας ειδικός είπε ότι οι έρευνες από τις κρατικές και ομοσπονδιακές υπηρεσίες θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν και πώς όλα θα μπορούσαν να “είναι ενδείξεις ότι τα χρήματα μπορεί να μην πάνε εκεί που υποτίθεται ότι πρέπει”.
Η BLMGNF έλαβε καθεστώς φορολογικής απαλλαγής τον Δεκέμβριο του 2020, δύο μήνες μετά την αγορά του σπιτιού. Αυτό το καθεστώς σήμαινε ότι θα έπρεπε να αποκαλύπτει πληροφορίες σχετικά με δωρητές και δαπάνες σε μια ετήσια έκθεση. Ωστόσο, η BLMGNF δεν έχει υποβάλει αυτές τις φόρμες ούτε για το 2020 ούτε το 2021.
Οι δωρεές έχουν σταματήσει
Έχει επίσης προβλήματα σε επίπεδο πολιτείας. Η “Washington Examiner” ανέφερε τον Φεβρουάριο 2022 ότι ο γενικός εισαγγελέας της Καλιφόρνιας είπε στην ομάδα ότι πλέον θεωρείται παραβατική. Έκτοτε, η BLMGNF μέσω του πολύ γνωστού Δημοκρατικου δικηγόρου, Μαρκ Ελίας, έκανε ελιγμούς προκειμένου να έχει περισσότερο χρόνο για να υποβάλει τα επίσημα δεδομένα από το 2020.
Στο μεταξύ, οι συνεισφορές στην οργάνωση έχουν ουσιαστικά σταματήσει. Το “AmazonSmile” ανέστειλε τον οργανισμό από την πλατφόρμα του τον Φεβρουάριο του 2022 και η BLMGNF έχει αφαιρέσει συνδέσμους δωρεών από τον δικό της ιστότοπο.
Ο όμιλος δημοσίευσε ανεπίσημα ένα σύνολο οικονομικών πληροφοριών τον Φεβρουάριο του 2021, όπου είπε ότι είχε εισπράξει περισσότερα από 90 εκατομμύρια δολάρια το 2020, με τα 60 από αυτά να είναι ακόμη στα χέρια του. Το σπίτι όμως δεν αναφέρθηκε πουθενά.
Λίγο μετά την αναφορά, τοπικοί ακτιβιστές κατήγγειλαν δημόσια ότι ένιωθαν ότι δεν υποστηρίζονταν από το BLMGNF παρά τις εκκλήσεις τους για βοήθεια. Μάλιστα, δύο μητέρες που έχασαν τους γιους τους από αστυνομική βία ζήτησαν από την οργάνωση να σταματήσει να χρησιμοποιεί τα ονόματά τους για να συγκεντρώσει χρήματα.
Γενικά οι αγορές ακινήτων αποτελούν πρόβλημα για την BLMGNF και εκτός των ΗΠΑ. Το καλοκαίρι του 2021, η BLM Canada ανακοίνωσε ότι αγόραζε μια έπαυλη στο Τορόντο, ελπίζοντας να δημιουργήσει ένα κόμβο για την κοινότητα των μαύρων. Συντηρητικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν αργότερα ότι τα αρχεία δημόσιας περιουσίας έδειξαν ότι η συναλλαγή περιελάμβανε μεταφορά περίπου 6,3 εκατομμυρίων δολαρίων σε μια καναδική μη κερδοσκοπική εταιρεία, την M4BJ, η οποία ιδρύθηκε εν μέρει από την Τζανάγια Καν, η οποία γεννήθηκε στο Τορόντο. Δύο μέλη της BLM Toronto δημοσίευσαν επιστολή παραίτησης εκφράζοντας την απογοήτευσή τους.
Ο Τόρι Ράσελ, ένας εξέχων ακτιβιστής απ’ το Φέργκιουσον του Μιζούρι, είπε ότι ένιωσε χάλια όταν έμαθε για το σπίτι στην Καλιφόρνια. “Είναι σπατάλη πόρων”, είπε. Και λογικό να νιώθει έτσι καθώς ενώ το Black Lives Matter τα πάει τρομερά καλά σε οικονομικό επίπεδο, έχει δει τοπικούς ακτιβιστές να φτωχοποιούνται και να αναγκάζονται να ζήσουν μέχρι και στον δρόμο.
Πέρσι, ο Ράσελ δημοσίευσε ένα βίντεο με τον Μάικλ Μπράουν, του οποίου ο γιος δολοφονήθηκε από έναν αστυνομικό τον Αύγουστο του 2014, όπου ζητούσε χρήματα από την BLMGNF για να βοηθήσει τους ανθρώπους που ζουν στο Φέργκιουσον. Από τότε αγωνίζεται να συγκεντρώσει 1,2 εκατομμύρια δολάρια για ένα κοινοτικό κέντρο.
“Δεν θα έπρεπε να κυκλοφορούν αυτοί οι άνθρωποι ανάμεσα μας. Θα έπρεπε να κρύβονται από ντροπή”, θα πει χαρακτηριστικά.