Κατά σύμπτωση (φυσικά δεν υπάρχουν συμπτώσεις), μία μέρα πριν «σκάσει» το θέμα, στάθηκα μπροστά στην αφίσα της ταινίας που έχει κατακλύσει τους σταθμούς του μετρό. Μια ταινία μυθοπλασίας μεν, εμπνευσμένη ωστόσο από πραγματικά ιστορικά γεγονότα που συνιστούν πληγή χαίνουσα έως σήμερα για τη χώρα μας και όχι μόνο. Πρόκειται για την ταινία «Καλάβρυτα 1943», σε σκηνοθεσία Νικόλα Δημητρόπουλου και σενάριο Δημήτρη Κατσαντώνη.
Η ταινία πραγματεύεται το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων από τους Γερμανούς ναζί στις 13 Δεκεμβρίου 1943, όπου εκτελέστηκαν τουλάχιστον 700 (πάνω από 1.000 σύμφωνα με νεότερα στοιχεία) κάτοικοι, κάηκαν σπίτια, λεηλατήθηκαν περιουσίες και «έμεινε μόνο στάχτη παντού – μέσα και έξω μας», όπως μας διηγήθηκε ο επιζών, 13χρονος τότε, 91χρονος σήμερα, Γιώργος Δ. Δημόπουλος. Εως και σήμερα, κανένας από τους υπευθύνους των εγκλημάτων αυτών δεν έχει λογοδοτήσει στη Δικαιοσύνη και καμία αποζημίωση δεν έχει δοθεί από το επίσημο γερμανικό κράτος.
Η ταινία στηρίζεται από πολλούς και ποικιλοτρόπως. Καταρχάς, πρωταγωνιστεί ο ο βραβευμένος και υποψήφιος για Οσκαρ Μαξ φον Σίντοφ (τον θυμόμαστε όλοι από την «Εβδομη σφραγίδα» του Ινγκμαρ Μπέργκμαν), ο οποίος «έφυγε» από τη ζωή πέρυσι τον Μάρτιο, λίγο μετά τα γυρίσματα. Επιπλέον έχει την υποστήριξη παραγωγών από την Ελλάδα (Foss Productions) και το εξωτερικό (αρκετοί Ελληνοαμερικανοί, κάποιοι από τους οποίους με μια απλή έρευνα φαίνεται να κατέχουν και ισχυρές θέσεις σε εταιρείες εκατομμυρίων στο Ιλινόις), του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, του ΕΚΟΜΕ και της ΕΡΤ. Η ταινία ξεκινά με έναν επιζήσαντα του Ολοκαυτώματος ο οποίος αντιπαρατίθεται με μια δικηγόρο της γερμανικής πλευράς και κάπως έτσι ξεκινάει να ξετυλίγεται το κουβάρι της μνήμης… Μνήμης ποιων όμως;
Αυτό το ερώτημα έχει μετατραπεί σε οργισμένη απάντηση από ανθρώπους που έζησαν τη σφαγή, από τοπικούς φορείς, από απογόνους θυμάτων αλλά και από όσους ενδιαφέρονται για το πώς η Ιστορία (παρα)χαράσσεται για εμπορικούς ή άλλους λόγους. Ολα ξεκίνησαν από το τρέιλερ της ταινίας. Αυτό κορυφώνεται με μια πολύ συγκεκριμένη σκηνή: ένας «καλός» Αυστριακός ναζί, με δική του πρωτοβουλία και παρακούοντας τις εντολές των ανωτέρων του, ανοίγει την πόρτα του ήδη πυρπολημένου Δημοτικού Σχολείου για να «σώσει» τα γυναικόπαιδα που ήταν μέσα. Καθώς οι αντιδράσεις είναι ήδη σφοδρές, λίγες μάλιστα μέρες πριν από την κυκλοφορία της ταινίας στους κινηματογράφους (πρώτη προβολή θα γίνει το Σάββατο στο 62ο ΦΚΘ, τη Δευτέρα θα γίνει επίσημη προβολή στο Ιδρυμα Στ. Νιάρχος και την ερχόμενη Πέμπτη βγαίνει στις αίθουσες), προσπαθήσαμε να επικοινωνήσουμε με τον σκηνοθέτη κ. Δημητρόπουλο. Ο ίδιος δεν θέλησε να κάνει καμία απολύτως δήλωση και μας παρέπεμψε στην εταιρεία διανομής (Tanweer) απ’ όπου επίσης δεν είχαμε καμία επικοινωνία.
Η πατρινή εφημερίδα «Πελοπόννησος» ανέδειξε πρώτη το θέμα καθώς ανέφερε πως «τοπικοί φορείς και απόγονοι θυμάτων του Ολοκαυτώματος καταγγέλλουν τους υπευθύνους της ταινίας για παραχάραξη των ιστορικών γεγονότων και αναβίωση μύθων που εξυπηρετούν αλλότριους σκοπούς. Ο δήθεν “καλός” Αυστριακός δεν είναι παρά ένα προκλητικό μύθευμα, το οποίο έχει διαψευστεί από όλους τους αυτόπτες μάρτυρες-εγκλείστους του Σχολείου και επίσημα από το Δημοτικό Συμβούλιο των Καλαβρύτων, αλλά παρ’ όλα αυτά -άγνωστο για ποιους λόγους- οι υπεύθυνοι της ταινίας συμπεριέλαβαν στην ιστορία».
Ο πρόεδρος της Ενωσης Θυμάτων Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος, Χαρίλαος Ερμείδης, αναφέρει ότι «και εγώ και άλλοι Καλαβρυτινοί είχαμε επισημάνει αυτό το στοιχείο στους υπευθύνους της ταινίας πριν από 2,5 περίπου χρόνια, όταν ήρθαν στα Καλάβρυτα. Τότε μας υποσχέθηκαν πως δεν θα συμπεριλάβουν αυτό το στοιχείο στην ταινία. Η Ενωση, μέσω επίσημου εγγράφου, τους είχε προειδοποιήσει ότι σε περίπτωση που η ταινία καθ’ οιονδήποτε τρόπο δεν σεβαστεί τη μνήμη των θυμάτων και των απογόνων τους, τότε θα κινούνταν δικαστικά εναντίον τους, πράγμα που ίσως γίνει».
Εμείς συνομιλήσαμε με τον κ. Γιώργο Δημόπουλο που ήταν παρών, 13χρονο παιδί τότε, στα γεγονότα. Ο ίδιος θυμάται κάθε λεπτομέρεια και ήταν εξαιρετικά σαφής, παρά τη φόρτιση:
«Πρόκειται για όνειδος! Ασελγούν πάνω στη μνήμη και το αίμα μας, στον βωμό της εμπορικότητας. Ο Αίσωπος με τους μύθους του ωχριά μπροστά σ’ αυτή τη χυδαιότητα! Αηδίες και φαντασίες επικίνδυνες! Ο σεναριογράφος έβαλε τη θάλασσα σε ένα ποτήρι – αυτό έκανε. Και λένε ψέματα. Αισχρά, χυδαία ψέματα…
Φυσικά ήμουν εκεί τότε. Τα έζησα όλα. Και δεν είμαι ο μόνος που ζει. Ολοι ξέρουμε την αλήθεια. Αφού πήραν τον πατέρα μου -ακόμη θυμάμαι το τελευταίο του βλέμμα- πήγαμε στο σχολείο. Το τι γινόταν εκεί μέσα δεν περιγράφεται. Χαμός, πανζουρλισμός. Ο φόβος του θανάτου δεν λογίζεται! Ο Δάντης δεν θα μπορούσε να περιγράψει το τι έγινε. Δεν υπήρχε έλεος! Μόνο φόβος, θάνατος και αίμα!».
«Μέσα στο σχολείο ήμασταν πάρα πολλοί. Γυναίκες με παιδιά, εγώ με τη μητέρα μου και τα τρία αδέλφια μου. Θυμάμαι πως κάποια στιγμή βγήκα για λίγο και πήγα κοντά στον Γερμανό σκοπό (ένας ήταν μόνο) και του έδωσα λίγα καρύδια για να τον εξευμενίσω. Τα έφαγε αμέσως μπροστά μου – πεινάγανε να ξέρεις, κι ας ήταν το επίλεκτο σώμα των ναζί… Ξαφνικά, οι καπνοί από τις γύρω φωτιές μπήκαν στις αίθουσες.
Μια γυναίκα αλαλάζουσα φωνάζει “Μας καίνε, γυναίκες! Μας καίνε!”. Και τότε έγινε ηρωική έξοδος. Υπήρχαν πέντε πόρτες που άνοιγαν μόνο προς τα μέσα. Δεν ήταν ποτέ κλειδωμένες. Επεσε επάνω τους το πλήθος, κατατρομαγμένο, μια γυναίκα ηλικιωμένη μάλιστα, η Κρίνα Τσαβαλά, ποδοπατήθηκε στην αντάρα. Κάποιες μάνες έσπασαν τα παράθυρα και έβγαζαν τα παιδιά τους από εκεί. Ξεχυθήκαμε έξω… Κανείς Αυστριακός δεν υπήρχε! Αυτά είναι παραχάραξη της Ιστορίας. Μας ξανασκοτώνουν – αυτό κάνουν».
«Προβληματίζομαι έντονα γιατί περιλήφθηκε αυτή η σκηνή στην ταινία, που αναπαράγει το κατασκευασμένο δίπολο “κακοί ναζί” που δολοφονούσαν εν ψυχρώ γυναικόπαιδα και “καλοί στρατιώτες της Βέρμαχτ” που τα έσωζαν. Η προσέγγιση αυτή ενέχει τον κίνδυνο να οδηγηθεί η σκέψη του θεατή στην αναζήτηση των κινήτρων του στυγερού αυτού εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας στην ανθρώπινη φύση και όχι στη ναζιστική ιδεολογία και πρακτική του Γ’ Ράιχ. Η χάλκευση των πραγματικών γεγονότων και η μεταβίβαση της ευθύνης για τα ναζιστικά εγκλήματα από το γερμανικό κράτος σε κάποιους “κακούς” και “παρανοϊκούς” Γερμανούς και στην Εθνική Αντίσταση υπηρετούν ευρύτερες επιδιώξεις σχετικοποίησης των ναζιστικών εγκλημάτων και αναθεώρησης της Ιστορίας» μας λέει ο Αριστομένης Συγγελάκης, από το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών.
Εν τω μεταξύ, πάλι κατά σύμπτωση (!), το ντοκιμαντέρ «Δικαίωση 3368» της Ισμήνης Σακελλαροπούλου αφορά το ίδιο θέμα: η σκηνοθέτρια είναι κόρη του Περικλή Σακελλαρόπουλου, που ήταν από τους βασικούς δικηγόρους των οικογενειών των θυμάτων και άφησε «περιουσία» στην κόρη του 3.368 αγωγές κατά του γερμανικού κράτους. Στο φιλμ περιγράφεται μια εικονική τέτοια δίκη. Ωστόσο, η ταινία αυτή απορρίφθηκε από το ΕΚΚ με τη δικαιολογία ότι «δεν φέρει νέα στοιχεία», άρα «δεν αφορά», αναγκαστικά έγινε με ελάχιστα χρήματα και παρότι είχε ανακοινωθεί πριν από τα «Καλάβρυτα 1943», εν τέλει η τελευταία «πρόλαβε» και θα προβληθεί πρώτα. Και σίγουρα, η συνέχεια δεν θα είναι μόνο στους κινηματογράφους…