Την προστασία που παρέχουν τα εμβόλια από τον κορωνοϊό αποδεικνύει και με νούμερα μελέτης της αμερικανικής κυβέρνησης και του CDC.
Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, ένα πολύ μικρό ποσοστό, περίπου το 0,01% όσων είχαν εμβολιαστεί πλήρως για την Covid-19 στο διάστημα από τον Ιανουάριο μέχρι τον Απρίλιο, προσβλήθηκαν στη συνέχεια από τον νέο κορωνοϊό.
«Μολονότι τα εγκεκριμένα εμβόλια είναι πολύ αποτελεσματικά», ήταν αναμενόμενο να υπάρξουν κάποιες σπάνιες περιπτώσεις μολύνσεων «ιδίως μέχρι η ανοσία του πληθυσμού να φτάσει σε επαρκές σημείο ώστε να μειωθεί ακόμη περισσότερο η μεταδοτικότητα», εξηγεί η έκθεση των Κέντρων Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (CDC) των ΗΠΑ.
Στη μελέτη εξετάστηκαν 101 εκατομμύρια άνθρωποι που εμβολιάστηκαν πλήρως στις ΗΠΑ από την 1η Ιανουαρίου μέχρι τις 30 Απριλίου. Συνολικά αναφέρθηκαν 10.262 μολύνσεις δύο εβδομάδες (ή και αργότερα) μετά τη χορήγηση και της δεύτερης δόσης του εμβολίου των Pfizer/BioNTech και Moderna ή της μοναδικής δόσης του Johnson & Johnson.
Από αυτές τις μολύνσεις, οι 6.446, δηλαδή το 63%, αφορούσε γυναίκες και η μέση ηλικία των ασθενών ήταν τα 58 έτη. Οι 2.725 ασθενείς ήταν ασυμπτωματικοί, 706 χρειάστηκε να νοσηλευτούν και 132 πέθαναν από αιτίες που συνδέονται με την Covid-19.
Συμπερασματικά, το 0,01% όσων είχαν εμβολιαστεί πλήρως μολύνθηκε από τον ιό, το 0,0007% χρειάστηκε νοσηλεία και το 0,0001% πέθανε. Σύμφωνα με τα CDC πάντως, ο αριθμός των μολύνσεων μετά τον εμβολιασμό είναι σίγουρα μεγαλύτερος, αφού οι ασυμπτωματικοί ασθενείς συχνά δεν διαγιγνώσκονται.
Στο 5% των μολύνσεων κατέστη εφικτό να αναλυθεί το γονιδίωμα του ιού, κάτι που έδειξε ότι η κυριότερη παραλλαγή που τις προκάλεσε ήταν η Β.1.1.7, δηλαδή το στέλεχος που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στη Βρετανία.
«Ο αριθμός των κρουσμάτων, των νοσηλειών και των θανάτων που θα αποφευχθούν μεταξύ των εμβολιασμένων ξεπερνά κατά πολύ» τον αριθμό των σπάνιων μολύνσεων, σημειώνουν οι συγγραφείς της μελέτης. Περίπου 164 εκατομμύρια άνθρωποι, δηλαδή το 50% του πληθυσμού των ΗΠΑ, έχει κάνει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου.