Αρχιμανδρίτης ΙΓΝΑΤΙΟΣ Θ. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ – θεολόγος – τ. Λυκειάρχης | Είχα ακούσει για μια συγκινητική και διδακτική για όλους μας περίπτωση. Πρόκειται για την κηδεία ενός 19χρονου, του Βασιλείου Δαρδιανού, από τον Αλίαρτο Βοιωτίας.
Ήταν τελευταίος γιός του ευσεβούς ιερατικού ζεύγους π. Παναγιώτη και Μαργαρίτας, που δοκίμασε τον πόνο από την λεγομένη επάρατη νόσο λίγο μετά την επιτυχία του στην φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επί ένα χρόνο εφοίτησε στο σχολείου του πόνου και επήρε ομολογουμένως Άριστα.
Κατά την εξόδιο Ακολουθία, η μητέρα του, θεολόγος, απηύθυνε την παρακάτω προσλαλιά. Η πίστης της θυμίζει μητέρες μαρτύρων και ηρώων.
Την προσλαλιά αυτή, ως ευλογία την βρήκα μετά από καιρό δημοσιευμένη στο διμηνιαίο περιοδικό «ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ» (Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2012), την οποία μεταφέρω στους αγαπητούς μας αναγνώστες, ένα μάθημα για όλους μας:
«Θέλω να πω ένα λόγο απλό για τον Βασίλη μας, που να ταιριάζει στην καθαρότητα της καρδιάς του, στην δυνατή του πίστη, στον τρόπο που περπάτησε την μαρτυρική του πορεία.
Σήμερα σας παρακαλούμε, μην ψάχνετε τια απαντήσεις λογικές του παρόντος καιρού. Σήμερα σας παρακαλούμε εμείς, η οικογένειά του, αρπάξετε την ευκαιρία να περάσετε στην άλλη λογική στη σχοινοβασία της πίστης, στην άλλη ανάγνωση της ζωής.
Γιατί σ’ αυτή την διαδρομή ο Βασίλης έτσι περπάτησε και αγάπησε τη δοκιμασία του και μας έλεγε συχνά: «Είναι η καλύτερη χρονιά της ζωής μου, η ασθένεια είναι ευλογία και ευκαιρία».
Και όσο η ασθένεια έφθειρε το νεανικό του σώμα, τόσο ανανέωνε το πνεύμα του και καθάριζε την ψυχή του. Ο μικρότερός μας προπορεύεται σήμερα. Ίσως και ο καλύτερός μας. Και είναι! Αν και έζησε λίγο, σα να συμπλήρωσε χρόνια πολλά. Και ο Κύριός μας τον δοκίμασε και τον βρήκε άξιο για τον εαυτό του. Ο Βασίλης στην αρχή της δοκιμασίας του έλεγε: «Ίσως ο σκοπός της ζωής να είναι η αγιότητα».
Και στο τέλος έλεγε: «Θέλω την αγιότητα. Δεν φοβάμαι τον θάνατο». Μας έλεγε συχνά: «φοβάμαι, μήπως χάσω τον Παράδεισο».
Γι’ αυτό σήμερα, ας σκεφτούμε με την λογική του Βασίλη, την ξένη για τον κόσμο, αφού γι’ αυτόν είμαστε εδώ, καθώς προπορεύεται όλων μας στην ουράνια πατρίδα. Εμείς που του κρατήσαμε το χέρι απ’ την αρχή ως το τέλος, ξέρουμε, έχουμε την βεβαιότητα ότι ο Βασίλης μας «μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν», αφού αξιοποίησε και τελειοποίησε στην πολύμηνη δοκιμασία του, όλα του τα χαρίσματα, την υπομονή, την ευγένεια, την ταπείνωση, το άριστο ήθος, μα πάνω από όλα τη βαθιά ου πίστη στη πρόνοια του Θεού, στην αγάπη του Θεού.
Μου έλεγε λίγες μέρες πριν φύγει: «Ξέρει Εκείνος, ξέρει, γατί τα επέτρεψε όλα». Αυτή του την πίστη κληροδοτεί σ’ εμάς. Αυτή μας αφήνει το παιδί μας.
Είμαστε ευγνώμονες σήμερα στον Θεό, που μας αξίωσε να κουβαλήσουμε αυτόν τον Σταυρό, ελάχιστα να μιμηθούμε την αγάπη Του, και που μας έδωσε την δύναμη, την απόφαση στην καρδιά μας, την εσωτερική ειρήνη να σταθούμε.
Είμαστε ευγνώμονες στον Θεό, που έστειλε τον Βασίλη στη ζωή μας, 19 χρόνια πριν, και μας αξίωσε να μεγαλώσουμε ένα παιδί, που μας χάρισε τόσες και μόνο χαρές και στάθηκε τόσο άξια απέναντι στη χάρη του Θεού και τη δέχτηκε στην καλή γη και την καρποφόρησε». Ακολουθούν ευχαριστίες και καταλήγει:
«Βασίλη, γλυκιά μας λαχτάρα και αγάπη, καλό σου ταξίδι! Σ’ ευχαριστούμε, αγόρι μου γλυκό, για όλα όσα ξέρουμε και γι’ αυτά που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε. Εσύ που προπορεύεσαι, τώρα πια ξέρεις πως παίρνεις το βραβείο της άνω κλήσεως, γιατί το πόθησες κι’ αγωνίστηκες γι’ αυτό. Καλόν Παράδεισο, αγόρι μου και καλή αντάμωση στην κοινή μας πατρίδα, να μοιραστούμε μαζί σου αυτό που ήδη προγεύεσαι.
«Που σου, θάνατε, το κέντρον; Που σου Άδη, το νίκος;»
Χριστός Ανέστη!