ΤΟΠΙΚΑ

Μεγάλη έρευνα για τις πυρκαγιές στα Χανιά – Έως και 800 πυρκαγιές στην Κρήτη ετησίως λόγω κλιματικής κρίσης – Τι πρέπει να γίνει

Συντάκτης: Γιάννης Αγγελάκης

Κάθε χρόνο στην Ελλάδα έχουμε πάνω από 2.000 πυρκαγιές. Στην Κρήτη και στα Χανιά στο διάστημα μεταξύ 2000 και 2021 είχαμε κατά μέσo όρο 1.430 εκτάρια καμμένης γης. Το κόστος, περιβαλλοντικό, κοινωνικό και οικονομικό, είναι τεράστιο. Όμως, παρά τις συνέπειες και τις προβλέψεις για μία περαιτέρω αύξηση στη συχνότητα και στην ένταση των ακραίων φαινομένων, λίγα έχουν γίνει στο νησί ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση. Όλα αυτά τη στιγμή όπου – είναι πλέον ξεκάθαρο – η πολιτική που στοχεύει μόνο στην κατάσβεση των πυρκαγιών έχει αποτύχει.

Η Haleema Misal, υποψήφια Διδάκτορας στα Οικονομικά με εξειδίκευση στις επιπτώσεις των πυρκαγιών του Leverhulme Centre for Wildfires, Environment and Society του Ιmperial College της Αγγλίας πραγματοποίησε μία σημαντική έρευνα με την υποστήριξη σειράς άλλων ερευνητών, για όλα αυτά που πρέπει να γίνουν για να αλλάξει ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε το φαινόμενο των πυρκαγιών στην Κρήτη και ιδιαίτερα στα Χανιά.

Η Haleema Misal, υποψήφια Διδάκτορας στα Οικονομικά με εξειδίκευση στις επιπτώσεις των πυρκαγιών, σε ένα διάστημα τριών μηνών προχώρησε σε συνεντεύξεις με 157 κατοίκους του νομού Χανίων που ζουν σε περιοχές που κινδυνεύουν από πυρκαγιές

Υποστηρίζει ότι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσεις μία πυρκαγιά δεν είναι μέσω της κατάσβέσης της αλλά μέσω της αποτροπής από το να συμβεί.

Η διαμόρφωση ενός πλαισίου προληπτικών πολιτικών θα μπορούσε να έχει τεράστιο θετικό αντίκτυπο, αλλά φαίνεται ότι οι πολιτικοί μας προς το παρόν δεν δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αλλαγή πορείας.

Βεβαίως, για να εφαρμοστούν αυτές οι πολιτικές ζητούμενο δεν είναι μόνο να επιζητήσουν την εφαρμογή τους οι πολιτικοί. Αναγκαία είναι και η ενεργός συμμετοχή και στήριξή τους από τους πολίτες.

Η Haleela Misal εξέτασε αυτό ακριβώς μέσω της έρευνας που διεξήγαγε στα Χανιά: τη βούληση των πολιτών να υποστηρίξουν ένα διαφορετικό πλαίσιο αντιμετώπισης των πυρκαγιών.

157 συνεντεύξεις με πολίτες των Χανίων σε διάστημα τριών μηνών

Σε ένα διάστημα τριών μηνών προχώρησε σε συνεντεύξεις με 157 κατοίκους του νομού Χανίων που ζουν σε περιοχές που κινδυνεύουν από πυρκαγιές. Άπλωσε μπροστά τους μία σειρά σεναρίων και προτάσεων για μέτρα που μπορούν να ληφθούν για την πυροπροστασία και αποτύπωσε τις ακριβείς προτιμήσεις τους για το ποια θα πρέπει να είναι η πολιτική περιορισμού των πυρκαγιών στην Κρήτη.

Η καινοτομία της έρευνας, όπως αναφέρεται στο σχετικό κείμενο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Forest Policy and Economics» από τον εκδοτικό οίκο Elselvier B.V, είναι ότι η ερευνήτρια εστίασε στις προτιμήσεις των Κρητικών εξετάζοντας ένα μείγμα στοιχείων που απαιτούνται για τη διαμόρφωση μίας ολοκληρωμένης πολιτικής αντιμετώπισης των πυρκαγιών. Σημειώνουμε ότι αν και οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν μόνο στα Χανιά, οι επιλογές έγιναν με έναν τρόπο ώστε τα αποτελέσματα να είναι αντιπροσωπευτικά της πραγματικότητας σε όλο το νησί.

Επίσης, υπολογίστησε τι ποσό θα ήταν διατεθειμένοι οι Κρητικοί να πληρώσουν (Willingness To Pay) ώστε να διασφαλίσουν ένα πιο αποτελεσματικό μοντέλο αντιμετώπισης των πυρκαγιών. Το ποσό δεν αντιστοιχεί αναγκαστικά στο σύνολο των χρημάτων που είναι αναγκαία για να γίνουν τα έργα όμως αποτυπώνουν τη βούληση των πολιτών να στηρίξουν αυτές τις πολιτικές.

Κάποια στοιχεία σχετικά με την έρευνα:

  • Συνολικά συγκεντρώθηκαν 157 απαντήσεις μέσω συνεντεύξεων.
  • Το 56% αυτών που συμμετείχαν ήταν άνδρες ενώ η πλειοψηφία αυτών ήταν απόφοιτοι πανεπιστημίων (32%) και απόφοιτοι λυκείων (34%).
  • Χρησιμοποιώντας μία σειρά μοντέλων βρέθηκε ότι οι Κρητικοί έχουν τη βούληση να πληρώσουν από 25,92 ευρώ έως 46 ευρώ. Το κόστος αυτό θα καταβαλλόταν μόνο μία φορά και όχι κάθε χρόνο.

Θεωρητικά μία παρόμοια προσέγγιση θα μπορούσε να εφαρμοστεί και σε άλλες περιοχές της χώρας ή και σε άλλες χώρες που έχουν παρόμοια κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά, κλιματικές συνθήκες που σχετίζονται με τις πυρκαγιές.

Στο κείμενο η ερευνήτρια αρχίζει με μία παρουσίαση σειράς στοιχείων για τον αντίκτυπο των πυρκαγιών στη μεσογειακή Ευρώπη.

Όπως λέει:

«Ενώ τα μεσογειακά οικοσυστήματα έχουν προσαρμοστεί στις πυρκαγιές, οι κοινωνικοοικονομικές αλλαγές και η κλιματική αλλαγή συμβάλλουν σε μεγαλύτερες και πιο σοβαρές περιόδους πυρκαγιών, μειώνοντας την ανθεκτικότητά τους και καθιστώντας τα πιο ευάλωτα. Ομοίως, τα φαινόμενα ξηρασίας και οι καύσωνες αναμένεται να αυξηθούν σε συχνότητα λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Μικρές διακυμάνσεις στο μελλοντικό κλίμα, οδηγούν σε σημαντικές αλλαγές στα οικοσυστήματα».

Οι παράγοντες που αυξάνουν τους κινδύνους για «απρόβλεπτες και ακραίες πυρκαγιές»

Η Ελλάδα πλήττεται σοβαρά από πυρκαγιές, έχοντας το υψηλότερο μέσο ετήσιο αριθμό πυρκαγιών μεταξύ των μεσογειακών χωρών από το 1980 έως το 2019.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η Ελλάδα βιώνει κατά μέσο όρο 2000 πυρκαγιές ετησίως, ενώ η σοβαρότητα των πυρκαγιών αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται, ιδίως στις νησιωτικές περιοχές της.

Σημαντικοί παράγοντες που αυξάνουν τους κινδύνους για «απρόβλεπτες και ακραίες πυρκαγιές» είναι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες «όπως η αγροτική έξοδος που οδηγεί σε εγκατάλειψη της γης, καθώς και η εξαφάνιση των παραδοσιακών πρακτικών διαχείρισης της γης που δημιουργούν ένα ομοιογενές τοπίο με πυκνή καύσιμη ύλη».

Αυτό είναι πιο εμφανές στα ορεινά νησιά της Ελλάδας όπως η Κρήτη με υψηλό φορτίο καύσιμης ύλης και διάσπαρτους πληθυσμούς σε δυσπρόσιτες περιοχές όπου οι χρόνοι αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών μπορεί να είναι μεγαλύτεροι και ως εκ τούτου οι προσπάθειες κατάσβεσης λιγότερο αποτελεσματικές.

Όπως τονίζουν οι ερευνητές, φανερώνεται το εξής παράδοξο: Αν και το μεγαλύτερο πρόβλημα με πυρκαγιές παρουσιάζεται σε αυτές τις δυσπρόσιτες περιοχές η δημόσια χρηματοδότηση και η ενεργή διαχείριση των πυρκαγιών «τείνει να εστιάζεται σε περιοχές με μεγαλύτερη πυκνότητα πληθυσμού».

Αρνητικό ρόλο έπαιξαν και ευρωπαϊκές πολιτικές αφού οι επιδοτήσεις που δόθηκαν ευνοούσαν συγκεκριμένες καλλιέργειες μειώνοντας τη βιοποικιλότητα και ευνοώντας ταυτόχρονα την κτηνοτροφία. Η αύξηση της κτηνοτροφικής παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα μία περαιτέρω διάβρωση του εδάφους λόγω και της ανεξέλεγκτης βόσκησης.

Την ίδια στιγμή η δημιουργία δεύτερων κατοικιών για παραθερισμό λόγω και της αναπτυσσόμενης τουριστικής βιομηχανίας συμβάλλει περαιτέρω στην υποβάθμιση των παραδοσιακών τοπίων αυξάνοντας την πίεση στα απομακρυσμένα άγρια και δασικά οικοσυστήματα.

Η έλευση ενός μεγάλου αριθμού επισκεπτών κατά την τουριστική περίοδο αποτελεί άλλο ένα σημαντικό επιβαρρυντικό παράγοντα που αυξάνει τον κίνδυνο πυρκαγιών λόγω της έλλειψης πολιτικών ευαισθητοποίησης, των έμμεσων πιέσεων στο τοπίο σε ευάλωτες περιοχές και των οικιστικών μονάδων που δημιουργούνται σε κοντινή απόσταση από εύφλεκτη βλάστηση.

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται  σε χαρακτηριστικά που αφορούν την Κρήτη που κάνουν ευάλωτες συγκεκριμένες περιοχές σε πυρκαγιές, όπως η εγκατάλειψη παραδοσιακών καλλιεργείων αμπελώνων και η αντικατάστασή τους σε μεγάλο βαθμό από ελαιώνες, η εγκατάλειψη των αναβαθμιδωτών ελαιώνων στη θέση των οποίων φυτεύτηκαν δέντρα όπως το κυπαρίσσι και το πεύκο αλλά και άλλα ζητήματα που σχετίζονται με την υιοθέτηση μη βιώσιμων καλλιεργητικών πρακτικών, η έλλειψη συντήρησης ελαιώνων σε μεγαλύτερα υψόμετρα που, όπως αναφέρεται στο κείμενο της έρευνας, «έχουν αυξήσει την υποβάθμιση του εδάφους, και τον κίνδυνο πυρκαγιάς, θέτοντας περαιτέρω τις οριακές, ορεινές περιοχές σε κίνδυνο πλημμύρας».

Τέλος, υπάρχει το ζήτημα της αυθαίρετης δόμησης, της έλλειψης κτηματολογίου και πολλά ακόμα που χαρακτηρίζουν την ελληνική πραγματικότητα. Είναι ξεκάθαρο, ότι στην Κρήτη όπως και σε όλη την Ελλάδα υπάρχουν πολιτικές ευθύνες αφού είναι καταγεγραμμένο ότι σε περιόδους εκλογών υποψήφιοι αντάλασσαν ψήφους με άδειες δόμησης και χαλάρωση της εφαρμογής του νόμου.

Έλλειμμα στρατηγικών διαχείρισης στην Ελλάδα στο ζήτημα της πυρόσβεσης

Όλα αυτά τα προβλήματα δεν έχουν προκύψει τυχαία. Είναι αποτέλεσμα λανθασμένων πολιτικών που εφαρμόζονται σε βάθος χρόνου και των οποίων οι συνέπειες είναι εμφανείς και στο ζήτημα των πυρκαγιών.

Προς το παρόν, οι στρατηγικές διαχείρισης των πυρκαγιών στην Ελλάδα επικεντρώνονται κυρίως στην κατάσβεσή τους με τις ελληνικές κυβερνήσεις να μην έχουν κάποιο ξεκάθαρο σχέδιο παρά μόνο την αύξηση του προϋπολογισμού για την πυρόσβεση.

Όμως τα δεδομένα δείχνουν ότι δεν αρκεί η καταστολή των πυρκαγιών αφού ειδικά κατά τη διάρκεια καταστροφικών πυρκαγιών, η δυνατότητα καταστολής είναι περιορισμένη, αν δεν υπάρχουν παράλληλα προληπτικά μέτρα που περιορίζουν τον αντίκτυπό τους.

Ποια είναι αυτά τα προληπτικά μέτρα; Είναι η μείωση της καύσιμης ύλης μέσω του καθαρισμού των δασών, η δημιουργία διαχωριστικών ζωνών καύσιμης ύλης αλλά και η αύξηση των δραστηριοτήτων παρακολούθησης.

Όπως τονίζει η Χαλίμα Μισάλ, για να γίνει αυτή η στροφή των πολιτικών διαχείρισης προς  την  πρόληψη  και  στη  διατήρηση  τοπίων που είναι εκ φύσεως επιρρεπή σε πυρκαγιές σε νησιά όπως η Κρήτη, «απαιτείται ολοκληρωμένη διαχείριση  και συνεργασία με  τον  τοπικό  πληθυσμό».

Για αυτό το λόγο είναι σημαντικό αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις πρώτα να έχουν κατανοήσει τις στάσεις και τις προτιμήσεις των πολιτών ώστε να επικοινωνηθούν πιο αποτελεσματικά οι νέες πολιτικές.

Πολιτικό πρόβλημα η αντιμετώπιση των πυρκαγιών

Μετά από μεγάλες καταστρεπτικές πυρκαγιές είναι συνηθισμένο φαινόμενο να κάνουν την εμφάνισή τους πολιτικοί για να δουν το μέγεθος της καταστροφής και να επικοινωνήσουν με τους πολίτες αποτυπώνοντας έτσι την αίσθηση ότι “το κράτος υπάρχει”

Στα πλαίσια συγγραφής του άρθρου μιλήσαμε με την ερευνήτρια η οποία μας είπε ότι θεωρεί ότι ο τρόπος που οι κυβερνήσεις επιλέγουν να αντιμετωπίσουν τις πυρκαγιές σχετίζεται και με την ίδια την πολιτική διαδικασία.

Όπως τόνισε, «η αντιμετώπιση των πυρκαγιών μέσω της πυρόσβεσης αποτυπώνει στον πολίτη την αίσθηση ότι το κράτος υπάρχει. Ότι υπάρχουν λ.χ. πυροσβέστες και στρατός που σπεύδουν να βοηθήσουν. Ότι οι πολιτικοί επισκέπτονται στους τόπους της καταστροφής για να στηρίξουν τους πληττόμενους πολίτες».

Ακόμη και στην αποτυχία κατάσβεσης και στην καταστροφή, πάλι το κράτος δια της κυβερνήσεως κάνει την εμφάνισή του παραδίδοντας αποζημιώσεις διαμορφώνοντας έτσι μία ιδιότυπη σχέση εξάρτησης με τα θύματα των πυρκαγιών. Κάτι που δε θα μπορούσε να επιτευχθεί αν υπήρχε μια αποτελεσματική πολιτική πρόληψης και αποτροπής.

«Αν επιτρέψεις σε ειδικούς σε σχέση με την προστασία των δασών να καθαρίσουν από την εύφλεκτη ύλη τα δάση, να εκπαιδεύσουν τους ανθρώπους σε σχέση με καλές πρακτικές κ.ο.κ., όταν συμβαίνει μία πυρκαγιά, η κατάσβεσή της θα είναι πιο εύκολη και πιο αποτελεσματική. Αλλά αν η οργάνωσή σου είναι λάθος, αν λάθος άνθρωποι κάνουν λάθος εργασίες, αν δεν κάνεις αυτά που πρέπει, τότε θα αποτύχεις στο έργο της κατάσβεσης και το κόστος θα είναι τεράστιο. Το ζήτημα είναι εξαιρετικά πολύπλοκο», λέει η Haleema Misal.

Το πρόβλημα θα γιγαντωθεί και λόγω κλιματικής κρίσης

Υπάρχουν όμως και άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία στην έρευνα που αποτυπώνουν ότι το πρόβλημα τα επόμενα χρόνια θα γίνει πιο έντονο.

Τα μελλοντικά καθεστώτα βροχόπτωσης υποδηλώνουν λιγότερες βροχοπτώσεις αλλά αυξημένη ένταση των βροχοπτώσεων και αναμένεται να επηρεάσουν τις διαδικασίες διάβρωσης του εδάφους με τις αστικές και αγροτικές/ορεινές περιοχές της Κρήτης να είναι επιρρεπείς σε έντονες πλημμύρες.

Ο δείκτης υποβάθμισης των υδάτινων και εδαφικών πόρων (WLDI) για την Κρήτη υποδηλώνει ότι οι χαμηλές μέσες βροχοπτώσεις σε συνδυασμό με την υψηλή ζήτηση νερού μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά την υποβάθμιση των υδάτων και του εδάφους.

Η υποβάθμιση της γης συμβαίνει κυρίως σε περιοχές με υψηλή γεωργική και τουριστική δραστηριότητα και με την κλιματική αλλαγή να επηρεάζει τη διαθεσιμότητα του νερού το έλλειμμα στον προϋπολογισμό του νερού τονίζει την παραγωγικότητα της γεωργίας, τον τουρισμό και απειλεί τη γενική ευημερία των Κρητικών.

Ανάλογα με τις παρεμβάσεις που θα γίνουν, οι ερευνητές υπολογίζουν ότι 400, 500 ή 600 πυρκαγιές θα εκδηλώνονται κατά μέσο όρο ετησίως. Όμως, είναι πιθανό να έχουμε έως και 800 πυρκαγιές ετησίως λόγω των μελλοντικών κλιματικών προβλέψεων για την Κρήτη.

Ως εκ τούτου, «απαιτείται επειγόντως μια αλλαγή παραδείγματος στη διαχείριση».

Οι πολίτες ζητούν αλλαγή

Από πυρκαγιά στο Σφηνάρι τον Απρίλη του 2023

Η μελέτη χρησιμοποίησε μεθόδους περιβαλλοντικής αποτίμησης για να εκτιμήσει τις αναμενόμενες επιπτώσεις στην ευημερία από μια πολιτική μετριασμού των ζημιών από πυρκαγιές στην Κρήτη.

Συνολικά, τα ευρήματά δείχνουν ότι υπάρχει μια ισχυρή προτίμηση αυτών που συμμετείχαν στην έρευνα για την απομάκρυνση από τις τρέχουσες πολιτικές που βασίζονται στην καταστολή προς πιο ολοκληρωμένες προσεγγίσεις που αφορούν τόσο την πρόληψη όσο και τη διαχείριση μετά την πυρκαγιά. Καιρός λοιπόν, να υπάρξει μία αλλαγή πολιτικής.

Όπως σημειώνει η ερευνήτρια Haleema Misal:

«Οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν. Τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα με την κλιματική αλλαγή. Θα έχουμε μεγαλύτερες και πιο καταστροφικές πυρκαγιές, μακρύτερες περιόδους πυρκαγιών.

Οι πολιτικές που εφαρμόζονται δεν εξελίσσονται αντίστοιχα γρήγορα με τον ρυθμό των αλλαγών που συμβαίνουν στον κόσμο μας. Οι πολίτες αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει και γι’ αυτό δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στη σημασία της πρόληψης. Οι πολιτικοί πρέπει να τους ακούσουν και να ακολουθήσουν».

Σημειώνουμε ότι για την ολοκλήρωση της μελέτης της Χαλίμα Μισάλ συνεισφέρανε κατά κύριο λόγο η Έλσα Βαρελά, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στην έδρα των Κοινωνικών, Οικολογικών Αλληλεπιδράσεων στα Γεωργικά Τοπία (SEIAS) στο τμήμα Αγροτικής Οικονομίας του Πανεπιστήμιου του Γκέτινγκεν, o Δρ. Απόστολος Βουλγαράκης,  Αναπληρωτής Καθηγητής Κλιματικής Αλλαγής του Πολυτεχνείου Κρήτης, Κάτοχος Έδρας AXA για τις Πυρκαγιές και το Κλίμα
Τομέας Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Βιώσιμης Ανάπτυξης και Κλιματικής Αλλαγής, ο Δρ. Ιωάννης Κουντούρης, Λέκτορας στα Οικονομικά και το Περιβάλλον στο Κέντρο Περιβαλλοντικής Πολιτικής του Imperial College.

Σημαντική ήταν επίσης η συνεισφορά του Μεταδιδακτορικού Ερευνητή Εργαστηρίου Ατμοσφαιρικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής κ. Μανώλη Γρυλλάκη, καθώς και του Υποψήφιου Διδάκτορα Εργαστηρίου Ατμοσφαιρικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής κ. Αναστάσιου Ροβιθάκη.

"google ad"

Γιάννης Αγγελάκης

Ο Γιάννης Αγγελάκης σπούδασε Μέσα Ενημέρωσης και Πολιτισμικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Wolverhampton και ακολούθως συνέχισε τις σπουδές του σε επίπεδο MPhil στο Κέντρο για τις Σύγχρονες Πολιτισμικές Σπουδές (CCCS) του Πανεπιστήμιου του Birmingham. Περισσότερα άρθρα και δημoσιεύσεις μου εδώ

Recent Posts

Ομιλία Δ. Κουτσούμπα στα Χανιά με αναφορές στη γεωπολιτική ένταση, τις βάσεις της Σούδας, τον ΒΟΑΚ και την εργασιακή εκμετάλλευση | Φωτορεπορτάζ

Το βράδυ του Σαββάτου, 23 Νοεμβρίου, ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, Δημήτρης…

1 hour ago

Εκλογές ΣΥΡΙΖΑ: Αναλυτικές οδηγίες για την κάλπη – Τα εκλογικά κέντρα στο νομό Χανίων – 3 ευρώ το αντίτιμο

Σε πλήρη ετοιμότητα δηλώνει ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ ενόψει της αυριανής διαδικασίας εκλογής προέδρου (Κυριακή 24 Νοεμβρίου). Σύμφωνα με ανακοίνωση…

5 hours ago

Μπορέλ: «Οι κυβερνήσεις της ΕΕ δεν μπορούν να επιλέγουν αν θα εφαρμόζουν ή όχι τα εντάλματα σύλληψης του ΔΠΔ»

Σε πολύ δύσκολη θέση είναι οι κυβερνήσεις των κρατών της ΕΕ που υποστηρίζουν σθεναρά το Ισραήλ, καθώς μετά…

5 hours ago

Χάος στην COP29: Δεκάδες χώρες αποχώρησαν πριν τη συμφωνία – Τι συνέβη

Η 29η διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα, COP29, που διεξάγεται αυτές τις ημέρες στην πρωτεύουσα…

5 hours ago

Θερμοκρασίες ρεκόρ φέτος στις θάλασσες – Επηρεάστηκε και το Νότιο Κρητικό Πέλαγος

Θερμοκρασίες ρεκόρ καταγράφηκαν το φετινό καλοκαίρι στις ελληνικές θάλασσες καθιστώντας το, το πιο ζεστό σε βάθος σαρακονταετίας…

5 hours ago

Ντ. Μπακογιάννη: Αν ο Σαμαράς ψήφιζε το πρώτο Μνημόνιο, θα βγαίναμε πέντε χρόνια νωρίτερα

Η βουλευτής Χανίων αποκαλύπτει, σε συνέντευξή της στα «Νέα» και στον Χρήστο Χωμενίδη, το παρασκήνιο…

7 hours ago

This website uses cookies.