Της Πηνελόπης Ι. Ντουντουλάκη
Με το πρώτο χάραμα αρχίζουν τιτιβίσματα, κελαηδίσματα, ήχοι ζωής που συναδελφώνονται και φθάνουν στην εξώθυρα του Ύπνου μαζί με το ευεργετικό και δροσερό βοριαδάκι. Μηνούν πως ξημερώνει μια καινούρια μέρα, αυτό το ελπιδοφόρο και πολύτιμο για κάθε ψυχή άγγελμα, που ανατροφοδοτεί και παροτρύνει για εξακολούθηση του αγώνα της βιοτής.
Σαλεύουν, σε άλλους χρόνους και επίπεδα, μνήμες ζωής και αγώνα για το καλύτερο Αύριο, θαλάσσια κήτη και πολυπλόκαμα όντα του βυθού που απειλούν την ασφαλή πλεύση, απώλειες και δάκρυα που μετατρέπονται σε ωκεανούς, δέντρα μικρά που γιγαντώνονται και παρέχουν φιλόξενο ίσκιο.
Μέσα σε κάθε πρώτο χάραμα υπάρχεις και θα υπάρχεις εσύ, αγαπητέ μας και αλησμόνητε Ιωσήφ, φίλε, γείτονα, φύλακα Άγγελε σε κάθε θλίψη και βάσανο, άγρυπνε φρουρέ στις αγωνίες και τους προβληματισμούς όλων όσοι είχαμε την τύχη και την ευλογία να σε γνωρίσουμε.
Αυτά τα φτωχά λόγια δεν θα ήταν δυνατό να έχουν επικήδειο ή επιμνημόσυνο χαρακτήρα, επειδή εσύ επάξια κατέκτησες εμβληματική θέση στον αγώνα των αξιών της ζωής. Εντάσσονται, λοιπόν, στους ελπιδοφόρους και μελωδικούς ήχους μιας διαδρομής που την διακρίνει η αειφορία, η συλλογικότητα και η αλληλεγγύη.
Στην οδό Διονυσίου Σολωμού ξεκίνησε τα επαγγελματικά βήματά του, στα χρόνια του μεσοπολέμου, ο πατέρας έξι παιδιών Γεώργιος Στυλιανάκης, με τη σύντροφο της ζωής του Άννα. Τα δύσκολα χρόνια της προσφυγιάς είχαν ήδη αφήσει το αποτύπωμά τους, ενώ ο πόλεμος, η Κατοχή και τα μετά την Απελευθέρωση βήματα προς την ανασυγκρότηση σημάδεψαν το τοπίο της χώρας και και τον ορίζοντα των πρώτων χρόνων της οικογένειας. Σ
ε μια εποχή όπου κυριαρχούσε η ανέχεια και η έλλειψη ουσιωδών αγαθών, το γωνιακό καφενείο με τα κάρβουνα και το κρασί, τα χαρούπια και το λάδι από τα Κεραμειά στην υπόγεια αποθήκη του, συγκέντρωνε βιοπαλαιστές γείτονες και έγραφε, αργά αλλά σταθερά, τη δική του ιστορία. Ο καφές ψηνόταν στη χόβολη και η τσικουδιά συντρόφευε κάποια μικρά διαλείμματα στον πολύμοχθο αγώνα για τον επιούσιο.
Εκεί, με την υπόκρουση από τις χάντρες των κομπολογιών και από τα ζάρια που έπεφταν με έμφαση στο τραπέζι ως αγανακτισμένη επίκληση προς την υπαρξιακά αμφισβητούμενη Τύχη, ζυμώνονταν πολιτικές και κοινωνικές συζητήσεις, διαμορφώνονταν αντιπαραθέσεις και διατυπώνονταν συμπεράσματα.
Εκεί βοηθούσε και ο Ιωσήφ, μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Γιάννη, ειδικά μετά την πρόωρη αποδημία του πατέρα. Διέσχιζαν καθημερινά και επανειλημμένα μεγάλες αποστάσεις στη γύρω περιοχή, της οποίας χαρακτηριστικά ορόσημα ήταν ο αλευρόμυλος του Λουίζου Μικάλεφ (γωνία Μάρκου Μπότσαρη και Αποκορώνου),τα σιδηρουργεία στην ανατολική πλευρά της οδού Αποκορώνου,το ντερμιτζίδικο ου Μήτσου Νικολουδάκη στην οδό Σολωμού, η “Νέα Κλινική η Παναγία” του ιατρού Ιωάννη Ντουντουλάκη στη συμβολή των οδών Κορνάρου, Σολωμού και Αποκορώνου, το εδωδιμοπωλείο και παντοπωλείο Αλισσαβάκη-Παπαδουλάκη στην οδό Αποκορώνου, το κινηματοθέατρο “Απόλλων” των αδελφών Στυλιανάκη στη συμβολή των οδών Μάρκου Μπότσαρη και Αποκορώνου, καθώς επίσης το οβελιστήριο του Χαράλαμπου( Μπαμπη) Κονταράκη, στην οδό Αποκορώνου.
Αργότερα άρχισε να λειτουργεί, δίπλα στο βαφείο αυτοκινήτων των αδελφών Παπαγιαννάκη, το βενζινάδικο του Θεόδωρου Παρασκάκη, στη συμβολή των οδών Β. Κορνάρου και Αποκορώνου. Σε αυτόν τον οδικό ιστό λειτούργησαν κατά καιρούς κομμωτήρια, μοδιστράδικα, κουρεία, ξυλουργικά εργαστήρια. Το περίπτερο του Ιωάννη Καλοτεράκη στη συμβολή των οδών Μάρκου Μπότσαρη και Αποκορώνου και το παντοπωλείο του Στέφανου Καμηλάκη στην αρχή της οδού Γεωργιλάδων υπήρξαν, επίσης, σταθερά σημεία αναφοράς.
Παντού, σε όλους αυτούς τους χώρους εργασίας, απόφτανε ο ευωδιαστός καφές και το ολοδρόσερο νερό, μαζί με μία από καρδιάς “καλημέρα”.
Η παρουσία του Ιωσήφ υπήρξε ευεργετική για όλη τη γειτονιά, ήδη από πολύ νωρίς. Ήταν ο κινητήριος μοχλός για να χαρούμε, εμείς τα παιδιά, μέρες όπως οι Απόκριες, η Πρωτομαγιά, οι φωτιές του Άη Γιάννη. Εκείνος συγκέντρωνε από τις εξώθυρες των σπιτιών τα μαγιάτικα στεφάνια, για να καούν σύμφωνα με το έθιμο.
Εκείνος έδινε οδηγίες στα παιδιά σχετικά με τα σημεία από όπου θα επιχειρούσαν το άλμα πάνω από τις φλόγες. Εκείνος πορωτοστατούσε και στους κληδόνους, όπου το ορισμένο βράδυ, στην αυλή της κλινικής, σε μια όμορφη α[ποσπερίδα, ανεσύροντο από τη στάμνα μικρά φρούτα ή άλλα αντικείμενα που είχαν φέρει γείτονες, ασθενείς ή εργαζόμενοι στην κλινική, για να ακουστεί η “προφητική” μαντινάδα που αντιστοιχούσε σε καθένα από αυτά.
Ο ανιδιοτελής θεματοφύλακας των εθίμων πάντοτε ενημέρωνε έγκαιρα όλη τη γειτονιά για το αν θα περάσει ο Επιτάφιος του Αγίου Λουκά από την οδό Σολωμού ή όχι, ώστε να έχουν προετοιμαστεί όλοι κατάλληλα, με φωταψίες στις αυλές και τα μπαλκόνια, με ροδοπέταλα και ανθόνερο για να ραίνουν τον Επιτάφιο και τους πιστούς που έψαλλαν κατανυκτικά. Λίγο νωρίτερα στη διάρκεια της Μεγαλοβδομάδας καμάρωνε τις λαμαρίνες με τα κουλουράκια και τις κουλούρες που έπαιρναν τον δρόμο για τον γειτονικό φούρνο του Δημήτρη (Μήτσου) Λεδάκη, ενώ τα Χριστούγεννα χαιρόταν να βλέπει τα στολισμένα (με πολύ μεράκι και λίγα έξοδα) κυπαρίσσια που προσέδιδαν μια μυθική ομορφιά σε κάθε σπίτι.
Ήταν ο άνθρωπος που μοιραζόταν με ενθουσιασμό κάθε όμορφη στιγμή ζωής μας και με περίσκεψη κάθε δύσκολη στιγμή. Ήταν ο μπιστικός φίλος, ο φερέγγυος και σοβαρός μυστικοσύμβουλος με τον οποίο μπορούσαμε να μοιραστούμε τους προβληματισμούς μας. Ήταν εκείνος που θα εμψύχωνε, με ένα λόγο αισιοδοξίας, κάθε πονεμένη ψυχή, σε όποιο στάδιο της ζωής.
Τα χρόνια περνούσαν και τα μεγαλύτερα αδέλφια του Ιωσήφ δημιουργούσαν τις δικές τους οικογένειες, τα παιδιά τους μεγάλωναν και άνθιζαν. Ο Ιωσήφ, πάντοτε “βράχος ” και στήριγμα για όλους, επωμίστηκε μεγάλο μερίδιο φροντίδας της χήρας μητέρας του, συνεπικουρούμενος από τις αδελφές του.
Κάποιες φορές, όταν η κυρία Άννα νοσηλευόταν στην κλινική, εκείνος διασκέλιζε, ακόμα και αργά το βράδυ, όταν τέλειωνε η δουλειά στο καφενείο, τον τοίχο της αυλής της κλινικής για να βρεθεί κοντά στη μητέρα του και να δει αν υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να κάνει για κείνην. Ήταν ο άνθρωπος που σε όλη τη ζωή του νοιαζόταν τους άλλους, τόσο τους εδικούς όσο και τους “παραέξω”.
Καθώς τα πένθη άρχισαν να πλήττουν τη γειτονιά, ο Ιωσήφ ουδέποτε παρέλειψε την αθόρυβη έκφραση συμπαράστασης, με την αυθεντικότητα που τον διέκρινε, με ενσυναίσθηση, σε βασμό και έγνοια για τις οικογένειες όλων εκείνων που “έφευγαν”. Ο καλός λόγος του έριχνε πάντοτε βάλσαμο στις πληγές και η γαλήνια παρουσία του έδινε τον τόνο για έναν πιο ουσιαστικό αποχαιρετισμό.
Είναι αναρίθμητες οι ιστορίες σχετικά με την αλληλέγγυα παρουσία και προσφορά του σε σημαντικές, πικραμένες ή χαρμόσυνες στιγμές ζωής.
Ο κόσμος εξακολούθησε να αλλάζει συνεχώς, όπως και η γειτονιά μας. Ο χωματόδρομος της οδού Σολωμού είχε προ πολλού ασφαλτοστρωθεί, τα σπάνια διερχόμενα οχήματα τώρα πια ήταν πολυάριθμα, το εργαστήριο ζαχαροπλαστικής των αδελφών Τζεδάκη στον ίδιο δρόμο και το ζαχαροπλαστείο Τσουρουνάκη στην οδό Αποκορώνου ανταποκρίνονταν στην αλλαγή της μορφολογίας της περιοχής και στον ανερχόμενο εμπορικό χαρακτήρα της. Καφέ και μινι-μάρκετ ήρθαν να ανταποκριθούν στις ανάγκες της αυξημένης ζήτησης, ενώ συνεχώς νέες μικρές και μεγαλύτερες επιχειρήσεις έκαναν την εμφάνισή τους.
Η Κλινική Ντουντουλάκη, με τη συνεργασία των ιατρών Ιωάννη Ντουντουλάκη, Εμμανουήλ Λελεδάκη, Ανδρέα Αρχοντάκη και Ευτύχη Πρωτοπαπαδάκη, περιέθαλψε μέγα πλήθος ασθενών στο διάστημα αυτό. Στο ίδιο διάστημα, αρκετά από τα ισόγεια κτίσματα της περιοχής αντικαταστάθηκαν από πολυόροφα, ωστόσο η γειτονιά μας διατήρησε τον βασικό συνεκτικό ιστό της, ο οποίος καθοριζόταν κατά πολύ από τη δυναμική των προσώπων.
Όταν πια αδήριτος ανάγκη σταδιακά οδηγούσε στο κλείσιμο κάποιων επιχειρήσεων, ο Ιωσήφ ήταν ο τελευταίος που εγκατέλειψε τη θέση εργασίας του στο παραδοσιακό καφενείο, το οποίο συμπλήρωσε περίπου έναν αιώνα ζωής. Για όλους μας ήταν ένα είδος δύκολα διαχειρίσιμου αποχωρισμού το γεγονός εκείνο. ΟΙ απστράπτουσες τζαμαρίες του καφενείου στις παραδοσιακές ξύλινες εξώθυρες, οι πολύχρωμες πατανίες που επιτελούσαν χρέη κουρτινών και σηματοδοτούσαν εορταστικά τον χειμώνα, οι θερμές λάμψεις του Χριστουγεννιάτικου φωτισμού, τα αναμμένα κούτσουρα στο στο τζάκι που εξέπεμπαν, από την υψηλή καμινάδα, τον καπνό της παραμυθίας, είναι μνήμες που ακόμα σήμερα πυροδοτούν το άλγος του νόστου.
Δεν ξεχνιέται ο άνθρωπος, όσο υπάρχουν εκείνοι που τον γνώρισαν. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν έχει αφήσει, ως παρακαταθήκη, μόνο μηνύματα καλοσύνης, σεβασμού και αγάπης για τον συνάνθρωπο.
Έφυγες αθόρυβα και ειρηνικά, Ιωσήφ, έτσι όπως έζησες. Αφού ξεπροβόδισες τους τρεις αδελφούς σου, αφού φρόντισες τις δύο αδελφές του, έφυγες για το μεγάλο ταξίδι. Από εμάς όλους που σε γνωρίσαμε, ένα απλό δεκαπεντασύλλαβο επίγραμμα:
Στο νεφαλοπλατύσκαλο στράφου για να θαμάξεις
τον κόσμο όπου φώτισες με τσι καλές σου πράξεις!
Φωτογραφία: Olga Kononenko / Unsplash
Μαρτυρικές ώρες ζει η Μεσαρά λόγω της δραματικής έλλειψης νερού, που μέρα με τη μέρα επιδεινώνεται και πλέον είναι διάχυτη…
"Είμαι αδικημένος, είμαι αθώος" επανέλαβε ο 73χρονος ιερέας στην υπόθεση - θρίλερ με την εξαφάνιση της ηλικιωμένης γυναίκας στον Αλικιανό Χανίων…
«Όταν υπάρχει θέληση για ζωή, όλοι έχουν δικαίωμα στη ζωή!» Αυτό το μήνυμα έστειλαν κρατούμενοι…
Σε πεντάστερη μονάδα μετατρέπεται το "Atlantica Ocean Beach Resort", πρώην "Louis Creta Princess", στο Μάλεμε…
Η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, συμμετείχε στο συνέδριο του ΟΟΣΑ για το…
Σε έντονο ύφος καταγγέλλουν την κυβέρνηση και τα πολιτικά κόμματα για τις πολιτικές που ακολουθούνται…
This website uses cookies.