Ο Φρειδερίκος-Αύγουστος Φράιχερ φον ντερ Χάιντε (Friedrich August Freiherr von der Heydte) στ’ απομνημονεύματά του, για τη Μάχη της Κρήτης, γράφει για την εκπαίδευση των αλεξιπτωτιστών:
«Οι ιδεαλιστές, είναι η πιο δύσκολη πάστα ανθρώπων να τους χειριστεί κανείς. Πάρα πολλοί απ’ αυτούς που ανήκαν στη νεολαία του Χίτλερ και είχαν κορεστεί με εθνικιστικά συνθήματα, απέτυχαν να προσαρμοστούν στην τραχύτητα της εκπαίδευσης ενός αλεξιπτωτιστή, στη ζωή ενός στρατιώτη-μαχητή σε καιρό πολέμου. Ο ενθουσιασμός έχει αξία, μόνο όταν συνδυάζεται με γνώση, αντοχή, σκληρότητα και αυτοέλεγχο.
Πολλές φορές κατά τη διάρκεια του πολέμου είδα στρατιώτες να καταρρέουν κυριολεκτικά κάτω από την πίεση της μάχης. Και σ’ όλες τις περιπτώσεις, ο τύπος του ανθρώπου που έγινε κομμάτια αντιμετωπίζοντας τη φρίκη του πολέμου ήταν ο μαλθακός ιδεαλιστής.
Οι φιλόδοξοι εθελοντές παρουσιάζουν επίσης προβλήματα διότι η επιθυμία τους να υπερτερούν έναντι των άλλων, τους κάνει ατομικιστές και δεν εμπνέονται από το πνεύμα μονάδας».
Το καλύτερο είδος εθελοντών, ήταν κατά τη γνώμη του, οι άνθρωποι της περιπέτειας, αυτοί που θέλουν να ζουν τη ζωή τους έντονα και χωρίς μονοτονία, όπως ήταν άλλωστε και ο ίδιος.
Εξι μήνες αργότερα, τον Απρίλιο του 1941 το Τάγμα του ήταν έτοιμο να μεταφερθεί στα Νότια Βαλκάνια (Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα). Προς το τέλος του μήνα, όλη η δύναμη αλεξιπτωτιστών, μεταφέρθηκε σιδηροδρομικά μέσω Ουγγαρίας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας (συμμάχων του άξονα) στην Ελλάδα. Το 3ο Σύνταγμα, δυνάμεως 600 ανδρών, μεταστάθμευσε τελικά στις 15 Μαΐου 1941 κοντά στο αεροδρόμιο της Τανάγρας.
Την επόμενη ημέρα, ο Φον ντερ Χάιντε, μαζί με τους άλλους διοικητές του Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών, παρακολούθησε την συγκέντρωση που είχε οργανωθεί από τον στρατηγό Στούντεντ στο ξενοδοχείο της «Μ. Βρετανίας» στην Αθήνα. Εκεί για πρώτη φορά όλοι άκουσαν την αποστολή τους.
Μόλις μπήκαν στην αίθουσα ενημέρωσης είδαν τον μεγάλο χάρτη, που είχε στηθεί! Ο ΑΝΣΚ ήταν η Κρήτη! Με καθαρή, δυνατή και ήρεμη φωνή ο Στούντεντ εξήγησε το σχέδιο ενεργείας. Το δικό του σχέδιο αεραποβατικής επίθεσης στην Κρήτη, για κατάληψη του νησιού! Είχε μελετήσει την κάθε λεπτομέρεια και είχε «παλέψει» για να γίνει αποδεκτό από την ιεραρχία.
Η Κρήτη βρισκόταν στα χέρια της βρετανικής συμμαχίας από το περασμένο Φθινόπωρο, και είχαν εγκατασταθεί συμμαχικά στρατεύματα, μετά την ιταλική επίθεση στην Ελλάδα. Το νησί που είχε μήκος 160 μίλια, βρισκόταν σε ίση απόσταση μεταξύ Αθήνας και ακτών της Αιγύπτου. Οι αεροδιάδρομοι που διέθετε η Κρήτη, επέτρεπαν στους Βρετανούς να ανεφοδιάζουν τα βομβαρδιστικά τους και να επιτίθενται στις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας, που ήταν ζωτικής σημασίας για την πολεμική προσπάθεια της Γερμανίας.
Παράλληλα τα λιμάνια της, ήταν ο «παράδεισος» για την βρετανικό βασιλικό ναυτικό, που θα μπορούσε να επιτίθεται σε κάθε γερμανική νηοπομπή που μετέφερε εφόδια για τα γερμανικά στρατεύματα στα νησιά του Αιγαίου και στη Βόρειο Αφρική. Η Κρήτη έπρεπε να καταληφθεί!
Πράγματι ο Στούντεντ είχε επιχειρηματολογήσει έντονα προς την ανωτάτη στρατιωτική διοίκηση για να εγκριθεί αυτό το σχέδιο, τη στιγμή που η γερμανική πολεμική μηχανή σχεδίαζε την εισβολή στη Ρωσία (που θα ξεκινούσε τον Ιούνιο του 1941). Πολλοί στρατηγοί δεν ήθελαν να σπαταλήσουν δυνάμεις αλλού. Τελικά το σχέδιό του εγκρίθηκε και ο ίδιος εξουσιοδοτήθηκε να υλοποιήσει το σχέδιο επιχειρήσεων «Mercury» (Ερμής), που αποτελούσε την πρώτη αεραποβατική επιχείρηση ευρείας κλίμακας στην στρατιωτική ιστορία.
O Φον ντερ Χάιντε και οι άλλοι αλεξιπτωτιστές Γερμανοί αξιωματικοί, άκουγαν προσεκτικά, καθώς ο στρατηγός Στούντεντ αποκάλυπτε το σχέδιό του για την κατάληψη της Κρήτης. Το νησί θα δεχόταν ταυτόχρονες επιθέσεις σε 4 διαφορετικές περιοχές με το Σύνταγμα εφόδου να πέφτει στα δυτικά, προς εξασφάλιση του αεροδρομίου του Μάλεμε, το 2ο Σύνταγμα αλεξιπτωτιστών να καταλαμβάνει το Ρέθυμνο και το παραπλήσιο αεροδρόμιο και το 1ο Σύνταγμα να πέφτει στις Γούρνες και να καταλάβει το Ηράκλειο. Το 3ο Σύνταγμα, θα καταλάμβανε τα Χανιά.
Το 1ο Τάγμα του Φον ντερ Χάιντε, θα έκανε άλμα στην περιοχή των φυλακών της Αγιάς Χανίων, μια ανοικτή και εκτεθειμένη πεδιάδα, και στη συνέχεια θα εξασφάλιζε το δρομολόγιο που οδηγούσε από Χανιά προς Σούδα. Το 2ο Τάγμα θα έπεφτε ανατολικά των φυλακών της Αγιάς με σκοπό να απωθήσει τους Βρετανούς που κρατούσαν νοτιοδυτικά των Χανίων, το δεσπόζον ύψωμα του Γαλατά. Το 3ο Τάγμα είχε αποστολή να πέσει πρώτο και να εξασφαλίσει το δρομολόγιο Αλικιανού-Χανίων, γύρω από το οποίο υπήρχαν οπωρώνες, που έφταναν μέχρι τις φυλακές Αγιάς.
Μόλις ο Στούντεντ ολοκλήρωσε την παρουσίασή του και τις οδηγίες επιχειρήσεων, έδωσε το λόγο στον αξιωματικό πληροφοριών, ο οποίος επιβεβαίωσε ότι στο νησί αμύνονταν 2 με 3 αδύναμες ελληνικές μεραρχίες και μια βρετανική δύναμη επιπέδου μεραρχίας, αποτελούμενη κυρίως από στρατεύματα Νεοζηλανδών υπό την διοίκηση του γνωστού Στρατηγού Φράιμπεργκ.
Ο αξιωματικός πληροφοριών πρόσθεσε την εκτίμηση που υπήρχε, ότι ο τοπικός πληθυσμός θα ήταν συμπαθής προς την γερμανική εισβολή και ότι μάλιστα υπήρχε ένα μυστικό δίκτυο ανταρτών που ήταν φιλικοί στους Γερμανούς και θ’ αποκάλυπταν την ταυτότητά τους με την συνθηματική λέξη «Major Bock»! (Ταγματάρχης Μποκ). Πόσο όμως έπεσε έξω!
To βράδυ της 19ης Μαΐου το τάγμα του Φον ντερ Χάιντε που αριθμούσε σε 120 άνδρες, άρχισε την προετοιμασία για την ιστορική αεραποβατική επιχείρηση. Ενας από τους στρατιώτες του ήταν ο τότε διεθνούς φήμης παγκόσμιος πρωταθλητής πυγμαχίας, Μαξ Σμέλινγκ. Οπως περιγράφει ο Φον ντερ Χάιντε, ο Σμέλινγκ ήταν 35 ετών και ο μεγαλύτερος σε ηλικία οπλίτης-αλεξιπτωτιστής του τάγματος.
Μπορεί να ήταν πρωταθλητής Κόσμου στην πυγμαχία, αλλά σαν αλεξιπτωτιστής ήταν ..απερίγραπτα λίγος, αν και ο διοικητής του προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την φυσική του δύναμη τοποθετώντας τον σαν στοιχειάρχη όλμων.
Την παραμονή της μάχης ο Σμέλινγκ παρουσιάστηκε στον διοικητή του, σταλμένος από το γιατρό του τάγματος, για ν’ αναφέρει ότι ήταν άρρωστος με έντονη διάρροια! Επειδή ο ίδιος δεν ήθελε να θεωρηθεί ότι λιποψυχεί και ότι θέλει ν’ αποφύγει τη μάχη, ο Φον ντερ Χάιντε τον συμβούλευσε, να δέσει καλά την αδιάβροχη στολή του αλεξιπτωτιστή ειδικά από… κάτω και να πέσει μαζί με τους υπόλοιπους αλεξιπτωτιστές.
Στις 4 τα ξημερώματα τα αεροσκάφη άρχισαν να απογειώνονται από την Τανάγρα. Από το αεροσκάφος του Φον ντερ Χάιντε, ήταν ο μοναδικός που είχε εμπειρία από μάχη και ήξερε τι τους περίμενε στην Κρήτη! Οι άλλοι ήταν ενθουσιώδεις, ιδεαλιστές, φιλόδοξοι νεαροί και δεν νοιάζονταν για τίποτα, σίγουροι ότι δεν θα αντιμετώπιζαν σοβαρή αντίσταση, όπως έγινε με την εισβολή στη Νορβηγία, την Δανία και την Ολλανδία.
Ο Φον ντερ Χάιντε και οι αλεξιπτωτιστές του, έπεσαν χωρίς να αντιμετωπίσουν αντίσταση τα ξημερώματα της 20ής Μαΐου του 1941. Οπως κατέβαινε με το αλεξίπτωτό του προς τη γη, διέκρινε από ψηλά το χωριό του Αλικιανού και προσγειώθηκε αποφεύγοντας την τελευταία στιγμή μια δεξαμενή νερού και μια συκιά. Κοίταξε το ρολόι του. Η ώρα ήταν 07:15. Εβγαλε από την τσέπη και άνοιξε ένα τουριστικό οδηγό της Κρήτης που είχε βρει σ’ ένα περίπτερο στην Αθήνα, για να βεβαιωθεί ότι βρισκόταν κοντά στις φυλακές της Αγιάς, αντιπαραβάλλοντας τις φωτογραφίες με το τοπίο.
Γερμανοί αλεξιπτωτιστές κατά την προσγείωσή τους στην Κρήτη. Φαίνεται ότι ήταν άοπλοι και περίμεναν να βρουν τους φόρτους μάχης, τους γνωστούς «θερμοσίφωνες» για να πάρουν τον οπλισμό τους.
Ικανοποιημένος ότι ήταν στο σωστό σημείο, ο Φον ντερ Χάιντε και οι άνδρες του, άρχισαν να περπατούν στον σκονισμένο δρόμο που οδηγούσε από Αλικιανού προς Χανιά. «Οι ψυχολόγοι μπορεί να αναρωτιούνται, από πού πηγάζει το αίσθημα της δύναμης και του κουράγιου, μόλις ένας αλεξιπτωτιστής προσγειώνεται σώος στο έδαφος», γράφει στ’ απομνημονεύματά του ο Φον ντερ Χάιντε. «Είναι σαν το συναίσθημα της μέθης! Ο αλεξιπτωτιστής αισθάνεται μια ευφορία και πιστεύει ότι μπορεί να τα βάλει με οποιονδήποτε και να κάνει οτιδήποτε».
Ο Φον ντερ Χάιντε συγκέντρωσε και αναδιοργάνωσε τους άντρες του και άρχισε να επιτίθεται στα υψώματα που δέσποζαν της πόλης των Χανίων. Οι λόχοι του αναπτύχθηκαν και ενώ προχωρούσαν αντιμετώπισαν ισχυρή αντίσταση με πυρά πολυβόλων. Η μάχη ξεκίνησε με πυρά και ελιγμούς ανάμεσα από ελαιόδεντρα προς το Μεγάλο Κάστρο.
Ομάδα Γερμανών αλεξιπτωτιστών σε επιθετικό ελιγμό
Εγκατέστησε το σταθμό διοίκησης σε μια χαράδρα και στις 10:30 άρχισε να λαμβάνει αντικρουόμενες αναφορές από τους διοικητές των λόχων του, που όμως υποδείκνυαν την ισχυρή γραμμή αντίστασης των βρετανικών τμημάτων. Δύο βρετανικά πυροβόλα εξουδετερώθηκαν μετά από λυσσαλέα μάχη σώμα με σώμα. Τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά στον 1ο λόχο. Προωθήθηκε ο ίδιος με τον αγγελιαφόρο του εκεί και βρήκε το λόχο μέσα σε μια ρηχή χαράδρωση του εδάφους, καθηλωμένο από σφοδρά πυρά πολυβόλου.
Με έρπυση πλησίασε προσεκτικά και με τα κιάλια του εντόπισε 2 βρετανικά πολυβόλα, αποκρυμμένα ανάμεσα σε θάμνους δίπλα από ένα αγροτόσπιτο. Αμέσως έστειλε μήνυμα στον Σμέλινγκ να κάνει βολή με τους όλμους στον στόχο αυτόν. Μέσα σε λίγα λεπτά τα πολυβόλα σίγησαν.
Η βρετανική αντίσταση όμως εξακολουθούσε να είναι πολύ ισχυρή. Οι διοικητές των δύο λόχων 3ου και 4ου, είχαν τραυματισθεί άσχημα, καθώς προσπαθούσαν να προωθήσουν τους άνδρες τους στα Χανιά. Η αντίσταση δεν προερχόταν μόνο από στρατιώτες, αλλά και από πολίτες, άνδρες, γυναίκες ακόμη και παιδιά!
Μετά από λίγο ήλθε η αναφορά ότι ο σταθμός διοίκησης του τάγματος είχε χτυπηθεί με πυρά πυροβολικού. Ενας ασύρματος καταστράφηκε και 2 στρατιώτες σκοτώθηκαν. Μόλις έφθασε εκεί είδε τον υποδιοικητή του κατακίτρινο, ένδειξη της αγριότητας της μάχης που εξελισσόταν γύρω τους.
Παρ’ όλα αυτά, μέχρι το μεσημέρι όλοι οι ΑΝΣΚ (Αντικειμενικοί Σκοποί) του τάγματος είχαν καταληφθεί αλλά με μεγάλο τίμημα. Ενας σταθμός πρώτων βοηθειών είχε οργανωθεί κάτω από τα δέντρα και είχε ήδη γεμίσει από τραυματίες που περίμεναν τον γιατρό να τους δει. Ο Φον ντερ Χάιντε προσπάθησε να ενθαρρύνει τους τραυματίες και πήγε να τους μιλήσει.
Τότε είδε ένα τραυματία Αγγλο στρατιώτη. «Γονάτισα και μετακίνησα τα ξανθά μαλλιά του από το μέτωπό του» διηγείται. «Ενας νοσοκόμος, θεώρησε σωστό να ενημερώσει τον Βρετανό, ότι ήμουν ο διοικητής του τάγματος. Με τα έκπληκτα γαλανά μάτια του με κοίταξε για λίγο. «Ο πόλεμος τελείωσε για μένα κύριε…» είπε. «Ελπίζω ότι θα τελειώσει και για σας στο όχι τόσο μακρινό μέλλον».
Καθώς τέλειωνε η πρώτη ημέρα, οι αμυνόμενοι Βρετανοί, έκαναν το παν για να απαγορεύσουν οποιαδήποτε γερμανική προσπάθεια για κατάληψη των Χανιών. Το πυροβολικό τους μάχης είχε ενισχυθεί και με το ναυτικό πυροβολικό που προερχόταν από τον στόλο τους, αγκυροβολημένο στη Σούδα. Τελικά οι σύμμαχοι επιχείρησαν αντεπίθεση αργά το απόγευμα. Οι μάχες εξελίχθηκαν σε αγώνα σώμα με σώμα και ήταν πολύ σκληρές!
Οι Γερμανοί κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν την αντεπίθεση και το υπόλοιπο της 20 Μαΐου πέρασε χωρίς κανένα άλλο σημαντικό επεισόδιο.
Η επόμενη ημέρα, 21 Μαΐου, ήταν σχετικά ήσυχη και οι δύο αντίπαλοι, προσπαθούσαν με μικρά τμήματα να διεισδύσουν ό ένας στην αμυντική γραμμή του άλλου χωρίς να επιχειρούν επίθεση μεγαλύτερης κλίμακας. Ο Φον ντερ Χάιντε είχε εγκαταστήσει το τάγμα του καλά, και μπορούσε να παρατηρεί μπροστά του τα χωριά Περιβόλια και Πύργος, ενώ πίσω του είχε τα γαλάζια νερά του κόλπου της Σούδας.
Κατά τη διάρκεια της ημέρας, ο εναέριος ανεφοδιασμός σε όπλα και πυρομαχικά ανύψωσε το ηθικό των Γερμανών αλεξιπτωτιστών, αν και τα έντονα και συνεχή πυρά που άκουγαν να προέρχονται από την περιοχή του Μάλεμε, τους έκανε να αντιλαμβάνονται τις δύσκολες στιγμές που περνούσαν οι συνάδελφοί τους εκεί.
Πράγματι το αεροδρόμιο του Μάλεμε καταλήφθηκε και εξασφαλίσθηκε από τους Γερμανούς στις 21 Μαΐου και αμέσως χρησιμοποιήθηκε για την μεταφορά ενισχύσεων με προσωπικό από την 5η Ορεινή Μεραρχία.
Στις 22 Μαΐου, οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές μαζί με τους ορεινούς καταδρομείς, απώθησαν την αντεπίθεση των Νεοζηλανδών και αυτή η ενέργεια, αποδείχτηκε το «σημείο στροφής» της μάχης της Κρήτης. Με ένα αεροδιάδρομο να φέρνει εφόδια και ενισχύσεις στους Γερμανούς και με το φόβο μιας επικείμενης γερμανικής αποβατικής ενέργειας από Βορρά, οι Βρετανοί αποφάσισαν να υποχωρήσουν προς τα νοτιοανατολικά του νησιού, προετοιμαζόμενοι για εκκένωση! Λάθος εκτίμηση!
Την Κυριακή στις 25 Μαΐου 1941, το τάγμα αλεξιπτωτιστών του Φον ντερ Χάιντε βρισκόταν σε αμυντική διάταξη στα υψώματα νοτιοδυτικά από τα Περιβόλια και τον Πύργο, περιμένοντας την συνένωση με τα τμήματα του Μάλεμε για να ξεκινήσουν την επίθεση προς Χανιά.
Την ίδια ημέρα ο στρατηγός Στούντεντ επέτυχε την διάθεση εξόδων βομβαρδιστικών κάθετης εφόρμησης, των γνωστών «Στούκα» (Stuka) παρά τις σοβαρές αντιρρήσεις του στρατού ξηράς, που ήθελε οικονομία δυνάμεων λόγω της επικείμενης εκστρατείας κατά της Σοβιετικής Ενωσης. Στις 26 Μαΐου τα Στούκα άρχισαν να επιτίθενται. Το 1ο τάγμα αλεξιπτωτιστών προωθήθηκε προς τα Περιβόλια και την επόμενη ημέρα, 27 Μαΐου ο Φον ντερ Χάιντε επικεφαλής των ανδρών του, μπήκε στην πόλη.
Τα Χανιά θύμιζαν μια έρημη πόλη. Ολα ήταν κλειστά. Κανένας πολίτης δεν κυκλοφορούσε! Οι Βρετανοί και οι Νεοζηλανδοί είχαν αποχωρήσει και οι πολίτες κρύβονταν φοβούμενοι ή περιφρονώντας ίσως τους Γερμανούς.
Μόνον ο δήμαρχος Χανίων τους περίμενε για να παραδώσει την πόλη στον επικεφαλής αξιωματικό, προκειμένου ν’ αποφύγει καταστροφές. Μόλις οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές που τον πρωτοσυνάντησαν του έδειξαν τον Φον ντερ Χάιντε, δυσκολεύτηκε να πιστέψει ότι αυτός ήταν ο διοικητής! Είδε μπροστά του ένα βρώμικο, αξύριστο και κουρελιασμένο άνθρωπο.
Μετά την παράδοση της πόλης των Χανίων, οργανώθηκε η ταφή των νεκρών αλεξιπτωτιστών του τάγματος. Ακριβή στοιχεία για τις απώλειες μάχης των γερμανικών δυνάμεων ποικίλλουν, αλλά έχει γίνει αποδεκτό ότι κυμαίνονται μεταξύ 6.500 και 7.500 άνδρες νεκροί και τραυματίες. Οι σύμμαχοι είχαν απώλειες γύρω στους 3.500 άνδρες (νεκροί και τραυματίες).
Παρά την επιτυχή έκβαση της επιχείρησης «Ερμής», η κλίμακα των απωλειών ήταν τόσο μεγάλη και τρόμαξε τόσο πολύ τον Χίτλερ, που από τότε αποφάσισε να μην επιχειρήσει ξανά τέτοια μαζική αεραπόβαση.
Γράφει ο Φον ντερ Χάιντε:
«Ο στρατηγός Στούντεντ μάς επισκέφθηκε αμέσως μετά την παράδοση των Χανίων. Μόλις είχαν περάσει 14 ημέρες από τότε που τον είχα δει στην Αθήνα. Είχε αλλάξει ορατά. Φαινόταν πολύ πιο σοβαρός και πιο επιφυλακτικός. Τίποτα επάνω του δεν έδειχνε ότι χαιρόταν για τη νίκη και ότι ήταν υπερήφανος για την επιτυχία του τολμηρού σχεδίου του. Το κόστος της νίκης αποδείχτηκε παρά πολύ μεγάλο φορτίο γι’ αυτόν.
Μερικά από τα τάγματα αλεξιπτωτιστών, είχαν χάσει όλους τους αξιωματικούς τους και σε αρκετούς λόχους είχαν μείνει μόνο λίγοι άνδρες ζωντανοί.
Η μάχη της Κρήτης αποδείχτηκε εκ των υστέρων ότι ήταν η αρχή προς το άνοιγμα μιας μεγάλης τραγωδίας που έφτασε στο αποκορύφωμά της στο Ελ Αλαμέιν και στο Στάλινγκραντ. Για πρώτη φορά εκεί, στην Κρήτη, στάθηκε απέναντί μας ένας γενναίος και ανελέητος αντίπαλος σ’ ένα πεδίο μάχης που τον ευνοούσε.
Στην περίπτωσή μας τα πράγματα πήγαν καλά για μας, αλλά φάνηκε σαν θαύμα το ότι αυτή η επικίνδυνη επιχείρηση πέτυχε! Ακόμη και σήμερα δεν μπορώ να καταλάβω πώς έγινε! Η επιτυχία ήλθε ξαφνικά σε μας, τη στιγμή που είχαμε πάψει να ελπίζουμε για πιθανότητα επιτυχίας.
Η αναφορά μου προς τον στρατηγό ήταν συνοπτική και σαφής. Σε απάντηση των ερωτήσεων του, του ανέφερα τις εμπειρίες μας κατά την επίθεση και για τις απώλειες μας. Οι απώλειες προκλήθηκαν από πολλούς και διαφόρους λόγους μεταξύ των οποίων ο κυριότερος ήταν η απειρία των αλεξιπτωτιστών σε αεραποβατικές επιχειρήσεις.
Για πολλούς η μάχη της Κρήτης ήταν η πρώτη γεύση ενεργού δράσης και για τους περισσότερους, αυτό το άλμα ήταν το πρώτο τους επιχειρησιακό άλμα εναντίον του εχθρού. Η εκπαίδευση των αξιωματικών δεν ήταν επαρκής στις αεραποβατικές επιχειρήσεις και δυστυχώς η ανδρεία, αποδείχτηκε ότι δεν κάλυπτε την έλλειψη γνώσεων.
Οταν τελείωσα, ο στρατηγός Στούντεντ μου έδωσε το χέρι του και έσφιξε το δικό μου για κάποια λεπτά. «Ευχαριστώ» είπε απλά! Αλλά αυτή η λέξη και η δυνατή χειραψία του, ήταν υπεραρκετά για μένα».
Ο βαρόνος Φον ντερ Χάιντε τιμήθηκε με τον Σταυρό των ιπποτών του σιδηρού σταυρού για την ηγεσία του και την καρτερία του κατά τη διάρκεια της μάχης και προήχθη στο βαθμό του ταγματάρχη. Το τι απέγινε μετά, μπορείτε να το διαβάσετε στην βιογραφία του. Ισως ήταν από τους πολύ λίγους «καθαρούς» στρατιώτες.
Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές όχι μόνο δεν βρήκαν συμπαθή πληθυσμό ή φιλικούς αντάρτες, όπως τους είχαν ενημερώσει, αλλά αντιμετώπισαν μια παλλαϊκή αντίσταση όπου γέροι, νέοι, γυναίκες, παιδιά, παπάδες και καλόγεροι, πολέμησαν με ό,τι είχαν διαθέσιμα, από παμπάλαια όπλα μέχρι κασμάδες πιρούνες και δρεπάνια! Πολέμησαν ακόμη και με μαγκούρες και με πέτρες. Τους ξάφνιασαν!
Η αντεκδίκηση ήλθε λίγο αργότερα από τους χιτλερικούς με καταστροφές χωριών και μαζικές εκτελέσεις. Φανερώθηκε μονομιάς η βαρβαρότητα των Ναζί.
Η αντίσταση στο νησί δεν σίγησε αλλά φούντωσε και θέριεψε. Οι μαζικές συλλήψεις και οι εκτελέσεις δεν φόβισαν τον λαό. Τουναντίον τον συσπείρωσαν περισσότερο. Τα μετέπειτα γεγονότα το επιβεβαιώνουν. Οι χιλιάδες σταυροί των νεκρών Γερμανών αλεξιπτωτιστών και άλλων στρατιωτών στο Μάλεμε το μαρτυρούν.
Να πώς περιγράφει ένας άλλος Γερμανός αξιωματικός των αλεξιπτωτιστών ένα περιστατικό στην περιοχή Γαλατά Χανίων, όπου πραγματοποιήθηκε και η κυρία προσπάθεια των Γερμανών:
«Στο λιγοστό φως της ημέρας θυμάμαι που πετάχθηκε σαν αγρίμι μέσα από τους αγκαθωτούς θάμνους, σαν αστραπή, μια λεβεντόκορμη σιλουέτα, στα μαύρα ντυμένη, με ψηλές μπότες και σαρίκι στο κεφάλι, που δίχως καθυστέρηση φύτεψε με το γερμανικό αυτόματο, που κρατούσε, πέντε σφαίρες στο στομάχι δύο αλεξιπτωτιστών.
Πριν προλάβουμε ν’ αντιδράσουμε, έπεσε κάτω, γλιστρώντας σαν φίδι μέσα στους θάμνους με δαιμονισμένη ταχύτητα. Αντιδρώντας γρήγορα, τον κυκλώσαμε και προσπαθήσαμε να τον εξουδετερώσουμε. Οταν έφθασα κοντά του δεν είχε ακόμα πεθάνει. Τα μάτια του ανοικτά, κατάμαυρα, λες και φοβέριζε τον ερχομό του θανάτου, όμως όλο σχεδόν το κορμί του ήταν χτυπημένο από τα θραύσματα της χειροβομβίδας.
Τον σήκωσα και ακούμπησα την πλάτη του στον κορμό μιας χοντρής ελιάς. Ειλικρινά με είχε συναρπάσει η τακτική που μαχόταν. Θα ήταν περίπου 18 χρονών.
Πριν ξεψυχήσει, κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια το στοχασμό μου και χαμογέλασε. Ξαφνιάστηκα. Δεν ξέρω αν χαμογελούσε σε μένα ή στον θάνατο, που φτερούγιζε για να τον πάρει. Σήκωσε με κόπο το δεξί του χέρι, πήρε από το λαιμό του ένα σταυρό που κρεμόταν, τον φίλησε κι έγειρε το κεφάλι πλάγια, ξεψυχώντας με καρφωμένο στα χείλη του το χαμόγελο.
Ομως, η έκπληξή μου έμελλε να κορυφωθεί, όταν τραβώντας το σαρίκι του για να τον ξαπλώσω χάμω, ξεχύθηκαν απ’ το κεφάλι του μισό μέτρο κατάμαυρα μαλλιά. Τότε μόνο κατάλαβα πως ήταν γυναίκα. Βουβάθηκα.
Ηταν κάτι που δεν το περίμενα. Ενοιωσα στο λαιμό μου έναν κόμπο να με πνίγει. Ηταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα ότι η μοίρα των αλεξιπτωτιστών θα ‘ταν πολύ δύσκολη στην Κρήτη. Εφυγα, αφήνοντας τη σκέψη μου κάτω από τη γέρικη ελιά, κοντά στη νεκρή κοπέλα».
Πράγματι για πολλούς απ’ αυτούς τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές, δεν υπήρξε όχι μόνο πισωγύρισμα, όπως έλεγε το εμβατήριο τους, αλλά ούτε γυρισμός.
Πηγές: Εφημερίδα των Ειδικών Δυνάμεων, «Veteranos.gr»