‘’Σήμερο είναι οι Αποκράδες
Που τροζαίνονται κι οι γράδες
Και χορεύουν και πηδούν
Και κοντά βρακιά φορούν’’
Η γειτονιά μου ήταν προσφυγογειτονιά. Λίγοι ήταν οι εντόπιοι που οι περισσότεροι εξ’ αυτών δεν συμπαθούσαν καθόλου τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Τους αποκαλούσαν περιφρονητικά ‘’Τουρκόσπορους’’.
Εγώ, επειδή είμαι απόγονος Μικρασιατών απ’ την Σμύρνη, πέρυσι κιόλας κάποια αδαής με αποκάλεσε με στόμφο: ‘’Σμυρνιά, ίδια η γιαγιά σου είσαι’’ κι εγώ της απάντησα περήφανα: ‘’Τιμή μου και καμάρι μου’’ και πραγματικά έτσι είναι. Τις θυμάμαι τις Μικρασιάτισσες της γειτονιάς μου τις Απόκριες. Τι γλέντια, τι χοροί, τι γέλια, τι χαρές! Και αν είχαν περάσει δυστυχίες! Και είχαν χάσει τα πάντα. Από κει που ήταν αστές οι Σμυρνιές με τα γαλλικά τους, με τα πιάνα τους, με τα αρώματά τους – θυμάμαι την θεία την Καλλιόπη Νικολάου που ξεψυχούσε και είχε την κολόνια κάτω απ’ το μαξιλάρι της – γίναν τώρα αγρότισσες. Παλεύαν με χωράφια για να ζήσουν. Και όμως δεν έχασαν την αισιοδοξία τους, την δημιουργικότητά τους, τα έθιμά τους.
Τις Απόκριες ντυνόταν όλοι και όλες μασκαράδες. Και οι ‘’γράδες’’ και τα παιδιά. Κι εγώ ντυνόμουν πάντα μασκαράς μέχρι πριν μερικά χρόνια. Πήγαιναν από το ένα σπίτι στο άλλο. Οι πόρτες ανοιχτές, όπως στην Μικρά Ασία, και κεράσματα. Μεζέδες, κρασιά, γαλακτομπούρεκα, σχεδόν όλοι είχαν. Πως μπορούσαν και γελούσαν και τραγουδούσαν μετά τα βάσανα που πέρασαν! Η ράτσα μας είναι σκληρή. Δυνατή! Κι εμείς, θα πετάξομε τα τσιμπούρια που κόλλησαν στην χώρα μας και την αφαιμάζουν και θα γελάσουν όλοι οι Έλληνες ξανά. Θα τελειώσουν όλα τα δεινά που φόρτωσαν στον αθώο, καλόψυχο λαό μας, θα ξαναγεμίσουν τις Απόκριες οι δρόμοι, το παλιό λιμάνι, με μασκαράδες, με ξέφρενη χαρά, όπως πριν 15 περίπου χρόνια ήταν.
Θυμάστε; Θα γεμίσουν οι δρόμοι με αυθόρμητους μασκαράδες. Στην Σμύρνη, οι ‘’κουδουνάτοι’’ ήταν οι μασκαράδες που γιόρταζαν την ανατροπή του χειμώνα και τον ερχομό της Άνοιξης.Για να επιτευχθεί αυτό, έπρεπε να μη γνωρίζονται. Για να γίνει η ανατροπή του χειμώνα οι άντρες ντυνόντουσαν γυναίκες, οι γυναίκες, άντρες, οι φτωχοί, αρχοντάδες, οι γριές, νιές, οι παλαβοί, βασιλιάδες και κάποιοι πιο ‘’επαναστατικοί’’ παρίσταναν μπροστά τους Τούρκους τους ήρωες του 1821.
Δεν ξεχώριζε η Σμύρνη μόνο για το γοητευτικό και μυστηριώδες ανατολίτικο χρώμα της αλλά και για το σαγηνευτικό ευρωπαϊκό ταπεραμέντο της. Αυτή, η Σμύρνη, η νύφη της Μ. Ασίας αλλά και το Παρίσι της Ανατολής.
Τις Απόκριες οι αστοί Σμυρνιοί πήγαιναν στα κονσέρτα, με τις ορχήστρες, σε πολυτελέστατες σάλες με χορωδίες, με μουσική δωματίου, σε κέντρα. Οι αποκριάτικες γιορτές ήταν μια ακόμα ευκαιρία για να δείξει η Σμύρνη το κοσμοπολίτικο πρόσωπό της. Ο χορός της Ελληνικής Λέσχης στη Σμύρνη ήταν ένα μεγάλο φιλανθρωπικό κοσμικό γεγονόςπου γινόταν υπέρ του νοσοκομείου ‘’Άγιος Χαράλαμπος’’. Από την Κυριακή που άρχιζε η ‘’Κρεατοαποκριά’’, ξεκινούσαν οι διασκεδάσεις στα σπίτια, στις αυλές και κυρίως στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης.
Μεταμφιεσμένοι με ντόμινα από μετάξι, κολομπίνες με δαντελένιες φούστες. Όλες οι ενδυμασίες χειροποίητες, φτιαγμένες με πολύ κέφι. Κι εγώ έτσι ντυνόμουν και κατεβαίναμε στο λιμάνι από την Χάληδων. Άλλωστε, αυτή είναι η ομορφιά της γιορτής αυτής, η φαντασία. Την τελευταία φορά ντύθηκα χίπισσα, φορούσα μια κελεμπία που μου ‘χε φέρει μια ξαδέλφη μου απ’ το Σουδάν. Μια μαύρη μακριά σγουρή περούκα. Πολλές αλυσίδες και κάτι γυαλιά χρωματιστά που όταν τα κοίταζες παρουσίαζαν νεκροκεφαλές. Ήταν του μικρού μου γιου από περυσινό μασκάρεμά του. Και η Μαρία μου ‘χε φτιάξει μια μακριά πίπα με καπνό μέσα που κρεμόταν. Κρατούσα στα χέρια μου ένα πλακάτ που έγραφε: ‘’ Madelovenowar ‘’. Ήταν από τα παιδιά των λουλουδιών στα Μάταλα το σύνθημα. Αυτή είχε ντυθεί πολιτική σάτιρα. Χλεύαζε γνωστό πολιτικό πρόσωπο που είχε προδώσει τις αρχές του.
Τα γέλια που κάναμε!
Τα χειροκροτήματα που παίρναμε στο δρόμο του λιμανιού που είμαστεδεν περιγράφονται. Πίσω μας και σε απόσταση περίπου δύο μέτρων μας ακολουθούσαν κουστουμαρισμένοι οι άντρες μας. Αυτό βέβαιά δεν εμπόδιζε να τους κάνουν κάτασπρους απ’ τους αφρούς. Όπως όλοι, όλος αυτός ο μέχρι πρωίας ατελείωτος συνωστισμός μασκαράδων, κουδουνάτων, αυτοκινήτων, είμασταν κάτασπροι απ’ τους αφρούς, τυλιγμένοι με κομφετί και σερπαντίνες που πετούσαν. Αυτό το ξέφρενο γλέντι ήταν μέχρι που ξημέρωνε. Οπότε κατ’ ευθείαν πηγαίναμε και αγοράζαμε απ’ τους φούρνους ζεστές λαγάνες και απ’ τα ψαράδικα που άνοιγαν ξημερώματα θαλασσινά και οστρακοειδή για την Καθαρά Δευτέρα.
Τώρα κάθεται στην καμπούρα μας ο ζηλιάρης κατακτητής με τους συνεργάτες του, όπως γίνεται σε κάθε κατοχή όποια μορφή και αν παίρνει. Μα θα περάσει κι αυτό. Δεν μπορεί! Ότι έχει αρχή έχει και τέλος. Και αυτοί 15 και … χρόνια μας απομυζούν!
Ανάλογες ήταν και οι γιορτές στη Σμύρνη. Οι καρσιλαμάδες και τα τσιφτετέλια εναλλάσσονταν με τους ρυθμούς του βαλς και τις καντρίλιες. Παντού, στα σπίτια, στα κέντρα, στους δρόμους φαγοπότι και χορός. Το πιο συνηθισμένο γλυκό τις Απόκριες ήταν τα αυγοκαλάμαρα και την Κυριακή της Τύρινης, δηλαδή την τελευταία Κυριακή από το Τριώδιο έφτιαχναν τυρόπιτες και γαλακτομπούρεκο. Κι εδώ τα ίδια κάναμε και κάνουμε. Καλτσούνια με ανθότυρο, μυζήθρα, μαλάκα την Τύρινη Κυριακή και γαλακτομπούρεκο. Ίδιος λαός, ίδια ήθη και έθιμα.
Και την Καθάρια Δευτέρα οι νοικοκυρές σηκωνόταν πρωί και έστρωναν με λιχουδιές σαρακοστιανές το τραπέζι και το ‘χαν όλη μέρα στρωμένο. Και στην Σμύρνη και εδώ. Κι εγώ το συνεχίζω ακόμα. Μ’ αρέσει! Όλη μέρα το τραπέζι είναι στρωμένο. Δεν μαζεύεται, ταραμοσαλάτες και χαλβάδες και θαλασσινά και οστρακοειδή και ντολμαδάκια μα και λουμπίνοι και ψαρές και ελιές και χαλβάς, βέβαια σιμιγδαλένιος. Και αετούς πετούσαμε και πετάμε και εδώ και στην Σμύρνη. Τσερκένια τους έλεγαν στην Σμύρνη.
Ααα! Οι Αποκριές! Η πιο μαγική γιορτή που τη χάσαμε. Θα ξαναρθεί ποτέ όπως την ζούσαμε μέχρι πριν 15 χρόνια; Αναρωτιέμαι, όπως φαντάζομαι και όλοι οι Χανιώτες που ζήσαμε μέχρι που ανοίχτηκαν ‘’οι ασκοί του Αιόλου’’ και μας πήραν.
Άννα Κωνσταντουδάκη – Αγγελάκη
Υστερόγραφο
Οι φωτογραφίες που παραθέτομε, στην μια είναι Σμυρνιά ντυμένη τις Απόκριες τσιγγάνα και το παιδάκι της ντυμένο ευζωνάκι. Έζησε άραγε το καημένο, πρόλαβε, ή σφαγιάσθηκε; Στην άλλη είναι το 1922 στην Σμύρνη ο παππού μου Κρητική χωροφυλακή Αντώνης Κωνσταντουδάκης και η γιαγιά μου Άννα Σαπουντζάκη – Κωνσταντουδάκη. Ο παππούς μετατέθει Θεσσαλονίκη και από ‘κει Μ. Ασία.
Το βράδυ του Σαββάτου, 23 Νοεμβρίου, ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, Δημήτρης…
Σε πλήρη ετοιμότητα δηλώνει ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ ενόψει της αυριανής διαδικασίας εκλογής προέδρου (Κυριακή 24 Νοεμβρίου). Σύμφωνα με ανακοίνωση…
Σε πολύ δύσκολη θέση είναι οι κυβερνήσεις των κρατών της ΕΕ που υποστηρίζουν σθεναρά το Ισραήλ, καθώς μετά…
Η 29η διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα, COP29, που διεξάγεται αυτές τις ημέρες στην πρωτεύουσα…
Θερμοκρασίες ρεκόρ καταγράφηκαν το φετινό καλοκαίρι στις ελληνικές θάλασσες καθιστώντας το, το πιο ζεστό σε βάθος σαρακονταετίας…
Η βουλευτής Χανίων αποκαλύπτει, σε συνέντευξή της στα «Νέα» και στον Χρήστο Χωμενίδη, το παρασκήνιο…
This website uses cookies.