Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αύγουστος ήρθε στην εξουσία με τη βοήθεια του ιδιωτικού του στρατού. Αναπόφευκτα αγωνιούσε να διασφαλίσει την αφοσίωση των στρατιωτών του. Είχε, λοιπόν, μια λαμπρή – για τα δεδομένα της εποχής – ιδέα: Να… πριμοδοτήσει όσους είχαν υπηρετήσει για 16 και πλέον χρόνια στον στρατό, κάτι που αργότερα έγινε για 20 και πλέον έτη.
Επρόκειτο, ουσιαστικά, για την πρώτη σύνταξη στην Ιστορία, 20 αιώνες πριν. Η σύνταξη αυτή αντιστοιχούσε, σε μετρητά ή σε γη, όσο 12 φορές ο ετήσιος μισθός των στρατιωτών. Αλλά, όπως λένε οι ιστορικοί, αυτή η υπόσχεση του αυτοκράτορα αποδείχθηκε εξωφρενικά δαπανηρή. Τόσο ώστε οι μισθοί και οι συντάξεις των στρατιωτών να απορροφούν τα μισά από τα φορολογικά έσοδα της Ρώμης.
Σήμερα, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης πια, το σύστημα – σε διεθνή κλίμακα – διαπιστώνει πως κοστίζει όλο και περισσότερο από παλαιότερα η χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού μοντέλου. Κυβερνήσεις, εργοδότες κι εργαζόμενοι δεν φαίνονται προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν μια διεθνή κρίση χρηματοδότησης των συντάξεων. Στις ΗΠΑ όλο και περισσότερες πολιτείες υπολογίζουν ότι το δημόσιο σύστημα χρηματοδότησης συντάξεων θα ξεμείνει από λεφτά μέσα σε δέκα χρόνια.
Οι ρίζες των δυσκολιών αποδίδονται, σύμφωνα με το «Economist», στις συνταξιοδοτήσεις καθορισμένων παροχών, δηλαδή στο σύγχρονο σύστημα που εγγυάται ότι μια σύνταξη θα συνδέεται με τους μισθούς των εργαζομένων. Κάτι τέτοιο παρέχει ασφάλεια για τους συνταξιούχους, αλλά έχει αποβεί δαπανηρό για τους εργοδότες. Σε πολλές περιπτώσεις, άλλωστε, αυτές οι συντάξεις καθορισμένων παροχών είχαν δοθεί δεκαετίες πριν, καθώς κρίθηκαν μια φθηνή εναλλακτική για να αποφεύγονται, πάλι για το συμφέρον των εργοδοτών, μισθολογικές αυξήσεις.
Τα δυο βασικά συστήματα
Παγκοσμίως υπάρχουν δύο βασικά συστήματα χρηματοδότησης συντάξεων, που πάσχουν αμφότερα.
Τα προβλήματα του συστήματος των συντάξεων καθορισμένων παροχών είναι εμφανέστερα σε Βρετανία και ΗΠΑ, όπου συνηθίζονται τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα. Σε αυτά οι εισφορές δεν παγώνουν, αλλά επενδύονται, ώστε να πληρώνονται οι συντάξεις.
Στον ιδιωτικό τομέα πολλές εταιρείες χρηματοδοτούν τα συνταξιοδοτικά τους προγράμματα, αλλά έχουν δημιουργηθεί από τις αμερικανικές και βρετανικές κυβερνήσεις και σχήματα ασφαλείας με κρατικές εγγυήσεις. Για περιπτώσεις που ένα συνταξιοδοτικό πρόγραμμα πάψει να χρηματοδοτείται επαρκώς, όπως αν, για παράδειγμα, μια μεγάλη εταιρεία τιναχτεί στον αέρα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται το ποσό της εγγυημένης σύνταξης που θα λάβουν οι εργαζόμενοι της επιχείρησης.
Το δεύτερο συνταξιοδοτικό σύστημα είναι αυτό που εφαρμόζουν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Λειτουργεί σε μια βάση «pay as you go», όπως λέγεται, δηλαδή πρόκειται για ένα σύστημα που καλύπτει τις τυχόν επιπλέον δαπάνες όταν αυτές προκύπτουν. Σε αυτήν την περίπτωση οι συντάξεις αναπληρώνονται από τρέχοντα δημόσια έσοδα και από φορολογία.
Και τα δύο συστήματα αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Σύμφωνα με τη Citigroup, σε 20 χώρες του ΟΟΣΑ το μη χρηματοδοτούμενο παθητικό των κυβερνήσεων (οι υποχρεώσεις δηλαδή) φτάνει τα 78 τρισ. δολάρια.
Γιατί κοστίζει διπλάσια μια σύνταξη
Δύο είναι οι βασικοί λόγοι που η χρηματοδότηση των συντάξεων γίνεται όλο και δυσκολότερα διαχειρίσιμη από τα κράτη.
1 Οι άνθρωποι ζουν περισσότερο. Το 1960 ο μέσος 65χρονος θα ζούσε για άλλα 11-13 χρόνια. Οι γυναίκες θα μπορούσαν να αναμένουν ακόμα 14-16 χρόνια. Σήμερα είναι 18-19 χρόνια για τους άντρες και 20-24 χρόνια για τις γυναίκες. Η παροχή αξιοπρεπών συντάξεων δυσκολεύει αφού το ποσοστό συνταξιούχων αυξάνεται, ενώ λόγω της υπογεννητικότητας στον δυτικό κόσμο ο αριθμός των εργαζομένων, που συντηρούν το ασφαλιστικό σύστημα, μειώνεται.
Περίπου 600 εκατ. άνθρωποι άνω των 65 αναλογούν σήμερα στο 8% του παγκόσμιου πληθυσμού. Μέχρι το 2050 θα είναι 1,6 δισ., δηλαδή άνω του 15% του συνόλου. Στην Ευρώπη το 25% του πληθυσμού θα είναι άνω των 65 έως το 2050. Στην Ιαπωνία το 33%.
2 Το χαμηλό επίπεδο των επιτοκίων και των αποδόσεων των ομολόγων σημαίνει ότι το κόστος των συντάξεων έχει αυξηθεί έτσι κι αλλιώς, ακόμη και χωρίς να υπολογίζεται ο παράγοντας της μακροβιότητας.
Ήδη σε χώρες όπου το σύστημα εν πολλοίς βασίζεται σε εργαζομένους – επενδυτές που πρέπει να «αγοράσουν» το δικό τους συνταξιοδοτικό πρόγραμμα, το γνωρίζουν αυτό πολύ καλά. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, οι 100.000 λίρες επενδυόμενου συνταξιοδοτικού κεφαλαίου θα εξασφάλιζαν σε έναν 65χρονο διά βίου εισόδημα των 11.170 λιρών ετησίως. Σήμερα θα απέφεραν μόλις 4.960 λίρες, όπως υπολογίζει η εταιρεία δεδομένων Moneyfacts, η μεγαλύτερη εταιρεία οικονομικών δεδομένων στη Βρετανία.
Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων στις ανεπτυγμένες χώρες βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά. Σε κάποιες είναι ακόμη και αρνητικά. Αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στα συνταξιοδοτικά ελλείμματα, αφού αυξάνεται η αξία των μελλοντικών συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων.
Ο ρόλος των αγορών
Για πολύ καιρό τα περισσότερα συνταξιοδοτικά συστήματα (κυρίως τα επενδυτικά – εταιρικά) βασίζονταν σε έναν συνδυασμό εισφορών και αποδόσεων επενδύσεων που τελικά κάλυπταν τις συνταξιοδοτικές δαπάνες. Όμως αυτή η προσέγγιση ήταν επιρρεπής σε μεταβλητές και εικασίες για το κλίμα των αγορών: Αν οι αγορές απέδιδαν καλά στο παρελθόν, υπάρχει ο κίνδυνος να υποθέσει κανείς ότι θα συνεχίσουν να αποδίδουν.
Έτσι θεωρείται ότι όσο υψηλότερες είναι οι υποτιθέμενες μελλοντικές αποδόσεις τόσο λιγότερο είναι το μετρητό που πρέπει να βάλει στην άκρη το συνταξιοδοτικό fund σήμερα.
Η χρήση επενδυτικών αποδόσεων, όμως, αποδεικνύεται αρκετές φορές αμφίβολη μέθοδος, με υψηλά ποσοστά ρίσκου. Ένα συνταξιοδοτικό σχήμα είναι υποχρεωμένο να πληρώσει συντάξεις άσχετα με το αν θα πετύχει ή όχι υψηλές αποδόσεις από επενδύσεις. Και κάπου εκεί δυσκολεύουν τα πράγματα.
Πρακτικά μια υπόσχεση συνταξιοδότησης είναι σαν ένα ομόλογο. Πρόκειται για υπόσχεση να πραγματοποιήσει μια σειρά τακτικών πληρωμών στο μέλλον. Στις αρχές του 2000 άρχισε να χρησιμοποιείται η απόδοση για το μακροπρόθεσμο χρέος σε νέους λογιστικούς τύπους υπολογισμού συντάξεων. Οι αποδόσεις των ομολόγων, όμως, πέφτουν σταθερά και συνεπώς οι υποχρεώσεις ανέβηκαν σημαντικά.
Στη Βρετανία η πτώση στις αποδόσεις ομολόγων μετά την ψήφο για το Brexit είχε ως συνέπεια το συνολικό έλλειμμα στις συντάξεις καθορισμένων παροχών να εκτοξευθεί κατά 100 δισ. λίρες μόνο τον μήνα Αύγουστο.
Λιγότερο βιώσιμα
Και τα δύο βασικά συνταξιοδοτικά συστήματα, δηλαδή το σύστημα που βασίζεται σε φόρους – εισφορές και το σύστημα που βασίζεται σε σχήματα καθορισμένων συντάξεων, αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα βιωσιμότητας. Τα τελευταία είχαν στηθεί πολλά χρόνια πριν από τύπους εταιρειών που σήμερα αρχίζουν να εκλείπουν. Στο μεταξύ νέου τύπου εταιρείες, όπως οι τεχνολογικές, δεν συνεισφέρουν, αφού δεν προσφέρουν τέτοιους τύπους καθορισμένων συντάξεων.
Στο άλλο συνταξιοδοτικό σύστημα, αυτό της Ευρώπης, προκύπτουν διάφορα προβλήματα στον υπολογισμό των συντάξεων, όπως ανισότητες μεταξύ παλιών και νέων συνταξιούχων κ.ά.
Η τρύπα στις συντάξεις γίνεται όλο και μεγαλύτερη. Για να κλείσει το έλλειμμα, οι κυβερνήσεις υποχρεώνονται να επιβάλλουν είτε ακόμη υψηλότερη φορολόγηση είτε περικοπές των παροχών. Όλο και περισσότερες κυβερνήσεις καταφεύγουν σε ταχυδακτυλουργικά για να ισορροπήσουν μεταξύ των συμφερόντων των συνταξιούχων και των φορολογούμενων εργαζομένων, πράγμα που καταλήγει σε θυμωμένες διαμαρτυρίες και από τις δυο πλευρές.
Συνταξιούχοι δύο ταχυτήτων
Για τις κυβερνήσεις δεν υπάρχει περιθώριο για ανάσες. Σε έναν κόσμο που εξελίχθηκε πολύ γρήγορα, ειδικά στη σκληρή εποχή της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, αποδείχθηκαν αργές στο να ανταποκριθούν στο εξελισσόμενο πρόβλημα.
Θεωρείται πολύ πιθανό να προκύψει ένα σύστημα δύο ταχυτήτων, με παλιούς και νέους συνταξιούχους ή με τωρινούς και μελλοντικούς συνταξιούχους ή με συνταξιούχους στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα. Εν κατακλείδι, οι λιγότερο προνομιούχοι, όποιοι κι αν είναι τελικά αυτοί, ενώ θα βρίσκονται ήδη σε δυσμενέστερη θέση, θα χρηματοδοτούν τους «τυχερούς» μέσω φορολόγησης.
Οι συντάξεις ως χρέος
Η κρίση στο ασφαλιστικό είναι μια ιδιότυπη κρίση σε αργή κίνηση, όπου οι απώλειες εμφανίζονται περιοδικά και όχι όλες μαζί. Αν και η υποχρέωση των κρατών να πληρώνουν τους συνταξιούχους είναι στην πράξη ένα χρέος, δεν εμφανίζεται στα επίσημα δημοσιονομικά στοιχεία. Εννέα ευρωπαϊκές χώρες (Αυστρία, Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Ιταλία, Πολωνία, Πορτογαλία και Ισπανία) έχουν υποχρεώσεις σε συντάξεις του δημόσιου τομέα που ξεπερνούν το 300% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τη Citigroup.
Τα χαμηλά επιτόκια, από την άλλη, σημαίνουν ότι εργαζόμενοι και εργοδότες πρέπει να βάζουν ολοένα και περισσότερα λεφτά για τη συνταξιοδότηση. Για καιρό το συνταξιοδοτικό πρόβλημα επιχειρήθηκε να αγνοηθεί ή να αντιμετωπιστεί σαν μια μακρινή απειλή.
Πάντως, την εποχή του Αύγουστου η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έμοιαζε αήττητη. Όμως τα προβλήματα που τελικά την κατέβαλαν είχαν ήδη αρχίσει να ριζώνουν.
Στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα το συνταξιοδοτικό βρισκόταν στο κέντρο των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές πριν από έξι χρόνια. Από το 2010 το σύστημα έχει αναμορφωθεί τουλάχιστον τέσσερις φορές. Τελευταία ένα καινούργιο συνταξιοδοτικό προστατεύει τους ήδη συνταξιούχους, ενώ αυξάνει τις εισφορές και τους φόρους σε πολλές κατηγορίες εργαζομένων.
Το γνωστό μοτίβο συνεχίζει να επαναλαμβάνεται, οι συνταξιούχοι και οι εργαζόμενοι κατηγορούν τους πολιτικούς και αυτοί με τη σειρά τους κατηγορούν τους δανειστές ότι τους αναγκάζουν να επιβάλλουν μέτρα.
Από τη δεκαετία του 1980 είχε διαφανεί ότι το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα χρειάζεται μεταρρύθμιση. Τότε είχαν συμπέσει κύματα μαζικής συνταξιοδότησης με μια γενιά εργαζομένων που ήδη παρουσίαζε μειωμένα ποσοστά γεννήσεων. Το πρόβλημα της πληθυσμιακής γήρανσης εμφανιζόταν και αλλού. Όμως, ενώ άλλες ευρωπαϊκές χώρες, π.χ. η Σουηδία, προχώρησαν σε μεταρρυθμίσεις τη δεκαετία του 1990, η Ελλάδα επέλεξε να επιμείνει στο – με δομικές ασθένειες – σύστημά της.
Τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα υπολογίζονταν με μια σειρά κανονισμών που διαφοροποιούνταν όχι μόνο μεταξύ των ταμείων αλλά και ανάμεσα στους ίδιους τους εργαζομένους που ανήκαν σε διάφορες κατηγορίες μέσα στο ίδιο ταμείο. Παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο κ.ά. διαμόρφωσαν ένα σύστημα δαιδαλώδες και μεροληπτικό. Κάποιοι έπαιρναν πολλά ενώ συνεισέφεραν λίγα και κάποιοι έπαιρναν λίγα παρότι συνεισέφεραν πολλά.
Από τη δεκαετία του 1990 κι έπειτα οι συντάξεις στηρίζονταν σε κρατικές επιχορηγήσεις που προέρχονταν από εξωτερικό δανεισμό, αφού σταδιακά έπαψε να υπάρχει αντιστοιχία συντάξεων – εισφορών.
Το 2010 ο φόβος μεγάλων αυστηρών επερχόμενων μεταρρυθμίσεων έκανε πολλούς να σπεύσουν στην πρόωρη συνταξιοδότηση για να επωφεληθούν από τους ευνοϊκούς, προ κρίσης, συνταξιοδοτικούς όρους πριν αυτοί καταργηθούν. Καθώς, όμως, το εργατικό δυναμικό μαζί με το ΑΕΠ της Ελλάδας συρρικνώνονταν παράλληλα, ο αριθμός των συνταξιούχων αυξήθηκε.
Μέχρι το 2015 στην Ελλάδα υπήρχαν 3,6 εκατ. εργαζόμενοι και 2,7 εκατ. συνταξιούχοι. Από τους συνταξιούχους, το 25% είχε βγει στη σύνταξη πριν από την ηλικία των 55 ετών. Το 2012 τα Ταμεία έχασαν περίπου 25 δισ. ευρώ σε αποθεματικά επενδυμένα σε κρατικά ομόλογα ως αποτέλεσμα της αναδιάρθρωσης χρέους. Η ανεργία αυξήθηκε, στα χρόνια των μνημονίων, με αστρονομικό ρυθμό και δεν ήταν πια δυνατός ο εξωτερικός δανεισμός για να καλύπτεται το μόνιμα αυξανόμενο έλλειμμα. Κατά συνέπεια ακολούθησαν περικοπές συντάξεων από 14% έως και 40%.
Μεταξύ 2000 και 2014 το ελληνικό κράτος έδωσε 200 δισ. ευρώ σε κρατικές επιχορηγήσεις για να στηρίξει τις συντάξεις κοινωνικής ασφάλισης, δηλαδή σχεδόν τα δύο τρίτα του ελληνικού δημόσιου χρέους. Οι δαπάνες για συντάξεις, που το 2012 ανέρχονταν σε 17,5% του ΑΕΠ, υπολογίζεται ότι θα φθάσουν στο 25% του ΑΕΠ έως το 2050. Στο μεταξύ, στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες, τα εισοδήματα των συνταξιούχων είναι σήμερα υψηλότερα από αυτά σε πολλά νοικοκυριά εργαζομένων, αφού οι μισθοί καταβαραθρώνονται.
Οι διαρκείς πιέσεις της τρόικας στις ελληνικές κυβερνήσεις για μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών δεν εγγυώνται τη βιωσιμότητα, αφού οι συντάξεις περικόπτονται, συνεπώς η κατανάλωση δεν ενισχύεται, άρα δεν αυξάνονται οι θέσεις εργασίας, ενώ αναπόφευκτα οι μισθοί συρρικνώνονται κι άλλο, ειδικά σε καθεστώς οικονομικής κρίσης διαρκείας.
Αν προσθέσει κάποιος τη γήρανση του πληθυσμού και τη μείωση του εργατικού δυναμικού, τότε βρίσκεται μπροστά σε ένα εκρηκτικό σκηνικό που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν πολλές χώρες τις επόμενες δεκαετίες. Το συνταξιοδοτικό στα χρόνια της σημερινής οικονομίας αποτελεί, παγκοσμίως, σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες με πολλές απρόβλεπτες παραμέτρους.
Τριάντα δύο επιζώντες υπάρχουν μετά το αεροπορικό δυστύχημα στο Καζακστάν, σύμφωνα με τις καζάκικες αρχές και συγκεκριμένα…
Την Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024, στις 12:00 το μεσημέρι, πραγματοποιήθηκε μουσική πατινάδα με παραδοσιακά κάλαντα…
Αγαπητοί αναγνώστες, Ευχαριστούμε που είστε δίπλα μας και μας εμπνέετε να συνεχίσουμε τον δικό μας…
Η ψυχρή αέρια μάζα που έφτασε στην Κρήτη, σε συνδυασμό με διαταραχή στην ανώτερη ατμόσφαιρα,…
Επιβατικό αεροσκάφος με 110 ανθρώπους συνετρίβη, την Τετάρτη (25/12), κοντά στην πόλη Ακτάου του Καζακστάν και στον…
Έπεσε περαιτέρω στο 61% το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα μας, σύμφωνα με έρευνα της Metron Analysis. Θυμίζουμε ότι…
This website uses cookies.