Το δικαστήριο αφού αναγνώρισε ότι η Κολομβία ασκεί κυριαρχία στα νησιά, γεγονός που τους πρόσφερε το δικαίωμα χωρικών υδάτων, κλήθηκε να καθορίσει και τις θαλάσσιες ζώνες μεταξύ των δύο χωρών. Η Κολομβία (όπως κάνει και η Ελλάδα έναντι της Τουρκίας) ζητούσε να ακολουθηθεί η αρχή της μέσης γραμμής, η οποία θα χώριζε τις διαμφισβητούμενες θαλάσσιες περιοχές στη μέση. Η Μπογκοτά δηλαδή ζητούσε να οριστούν ως βάσεις για τον καθορισμό της μέσης γραμμής οι ακτές των νησιών της που βρίσκονταν κοντά στη Νικαράγουα.
Οι βουλές του Δικαστηρίου όμως ήταν διαφορετικές, καθώς ακολουθήθηκε μια διαδικασία τριών σταδίων, η οποία κυριαρχεί πλέον στην επίλυση σχετικών διαφορών. Στο πρώτο στάδιο καθορίζεται μια πρωταρχική γραμμή, η οποία στηρίζεται στη μέση γραμμή. Στο δεύτερο στάδιο όμως η γραμμή αυτή μετατοπίζεται, καθώς λαμβάνονται υπόψη ειδικές περιστάσεις που επικρατούν μεταξύ των δύο χωρών. Και στο τρίτο στάδιο, το δικαστήριο λαμβάνει την τελική απόφαση φροντίζοντας να μην δημιουργείται άνισο αποτέλεσμα για κάποια από τις δύο χώρες.
Για να το πούμε πιο απλά, κάθε μετακίνηση που συντελείται στο δεύτερο στάδιο θα ήταν πιο κοντά στα αιτήματα της Τουρκίας και θα απομακρυνόταν από τις ελληνικές θέσεις – κάτι που σχεδόν το σύνολο των διεθνολόγων θεωρεί λογικό και αναμενόμενο, αλλά ελάχιστοι Έλληνες πολιτικοί έχουν το θάρρος να το εξηγήσουν στους ψηφοφόρους τους.
Τελικά το Δικαστήριο «δικαίωσε» σε μεγαλύτερο βαθμό τη Νικαράγουα, αφού ναι μεν αναγνώρισε χωρικά ύδατα στα νησιά της Κολομβίας, αλλά τους στέρησε την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Το αποτέλεσμα ήταν ότι τα νησιά της Κολομβίας «περικυκλώθηκαν» από την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ της Νικαράγουας. Στη δική μας περίπτωση, αρκετοί Τούρκοι αλλά και Έλληνες διπλωμάτες αποκαλούν αυτό το αποτέλεσμα το «φαινόμενο των δαχτύλων», καθώς η τουρκική υφαλοκρηπίδα θα μπαίνει, σαν τα δάχτυλα ενός χεριού, ανάμεσα στα ελληνικά νησιά.
Θα πρέπει εδώ να συγκρατήσουμε και μια ακόμη λεπτομέρεια της απόφασης Νικαράγουα vs Κολομβία, η οποία δίνει απάντηση σε αρκετά εθνικιστικά επιχειρήματα: Η Κολομβία, όπως και η Τουρκία, δεν έχει υπογράψει τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Παρ’ όλ’ αυτά το Δικαστήριο έκρινε ότι έχει δικαιοδοσία να αναλάβει την υπόθεση εφαρμόζοντας εθιμικό δίκαιο. Το επιχείρημα λοιπόν ότι η Ελλάδα θέλει πάντα να προσφύγει στη Χάγη, αλλά δεν μπορεί γιατί η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει τη σύμβαση… μπάζει επικίνδυνα.
Προφανώς η περίπτωση Νικαράγουα vs Κολομβία, αποτελεί μία μόνο από τις δεκάδες υποθέσεις που κατέληξαν σε κάποιου είδους διεθνή διαιτησία και κάθε φορά προκύπτουν διαφορετικά αποτελέσματα ανάλογα με τη μορφολογία των χωρών ή τις πολιτικές ισορροπίες μεταξύ τους. Αρκετοί στην Αθήνα, παραδείγματος χάριν, προτιμούν να θυμούνται την αντιπαράθεση Γαλλίας–Καναδά, που έκλεισε προς όφελος της Γαλλίας αφού αναγνωρίστηκαν θαλάσσιες και υποθαλάσσιες ζώνες σε δυο νησιά της (Σαιν Πιέρ και Μικελόν) τα οποία βρίσκονται περίπου 2.200 ναυτικά μίλια από τις ακτές της και πολύ κοντά στις ακτές του Καναδά (βέβαια η απόφαση ακυρώθηκε στην πράξη αφού ο Καναδάς επέκτεινε την ΑΟΖ του και περικύκλωσε τη γαλλική ΑΟΖ).
Η Περίπτωση της Νικαράγουας–Κολομβίας, όμως, όχι απλώς θυμίζει υπερβολικά την περίπτωση Ελλάδας–Τουρκίας, αλλά φαίνεται ότι ακολουθεί τη συντριπτική πλειονότητα των σχετικών αποφάσεων: Οι χώρες με μεγάλες ηπειρωτικές ακτές, όπως η Τουρκία, συνήθως βγαίνουν «κερδισμένες» όταν έχουν κοντά στις ακτές τους νησιά μιας άλλης χώρας, που θέλει να τα χρησιμοποιήσει σαν σημεία βάσης για τον υπολογισμό των θαλασσίων ζωνών. Τα βρετανικά νησιά της Μάγχης, παραδείγματος χάριν, που βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από τις γαλλικές ακτές, έλαβαν ελάχιστη επήρεια, γεγονός που προστάτευσε την υφαλοκρηπίδα της Γαλλίας. Αντίστοιχα η Μάλτα «έχασε» σχεδόν 4.000 χιλιόμετρα από την υφαλοκρηπίδα που διεκδικούσε απέναντι στη Λιβύη.
Σημαίνουν μήπως όλα αυτά ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε την πίστη μας στο διεθνές δίκαιο και να αναζητήσουμε άλλου είδους λύσεις; Δυστυχώς η άποψη αυτή φαίνεται να κερδίζει έδαφος τα τελευταία χρόνια μεταξύ εθνικιστικών κύκλων στην Αθήνα, ενώ προωθείται υπογείως στην κοινή γνώμη από τα μέσα ενημέρωσης. Αίφνης, επικίνδυνες συμμαχίες με καθεστώτα όπως η χούντα της Αιγύπτου ή η ακροδεξιά μιλιταριστική κυβέρνηση του Ισραήλ, παρουσιάζονται σαν υποκατάστατα στις αρχές του διεθνούς δικαίου. Οι σύμμαχοί μας, φαίνεται να είναι το συμπέρασμα ορισμένων, θα μας προστατεύσουν είτε έχουμε δίκιο είτε άδικο.
Αν δούμε όμως τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε βάθος χρόνου, θα δούμε ότι σε πάρα πολλά θέματα (και κυρίως στο κυπριακό) η πίστη στο διεθνές δίκαιο έφερνε πάντα σημαντικότερα αποτελέσματα, ενώ οι λυκοσυμμαχίες προκαλούσαν ένταση, αστάθεια και τελικά οδηγούσαν πάντοτε σε γιγάντωση των πολεμικών εξοπλισμών σε βάρος της εθνικής οικονομίας. Άλλωστε, εγκαταλείποντας τις Αρχές του διεθνούς δικαίου, θα βρεθούμε πιθανότατα αντιμέτωποι με τις πλέον μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις της Τουρκίας που λένε, π.χ., ότι τα ελληνικά νησιά δεν έχουν καθόλου υφαλοκρηπίδα και η μέση γραμμή θα πρέπει να οριστεί με βάση τις ηπειρωτικές ακτές των δύο χωρών.
Πώς να εξηγήσεις όμως σε μια κοινή γνώμη που «τρέφεται» εδώ και δεκαετίες με τις πιο εθνικιστικές θέσεις των μέσων ενημέρωσης, των εθνικιστών πολιτικών και των εμπόρων όπλων ότι η διεθνής διαιτησία συνεπάγεται και υποχωρήσεις;
Οι έμποροι όπλων και οι εθνικιστές πολιτικοί έχουν πολλούς λόγους να αποφεύγουν όργανα όπως το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Οι υπόλοιποι θα πρέπει απλώς να ενημερώσουμε και να ενημερωθούμε για το τι δικαιούμαστε και τι όχι στο Αιγαίο.