Κείμενο – Φωτογραφίες: Γιάννης Αγγελάκης
Με την οικονομική κρίση να έχει πλήξει ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού στη χώρα, οι άστεγοι γίνονται περισσότερο ορατοί. Γίνονται ορατοί, όχι επειδή δεν υπήρχαν άστεγοι και πριν την κρίση αλλά επειδή πλέον η κατάστασή που βιώνει ο άστεγος «βγάζει νόημα», ο κίνδυνος γίνεται υπαρκτός, άρα και ο άστεγος γίνεται ορατός. Αυτό που πραγματικά γίνεται ορατό είναι η πιθανότητα να βρεθεί ο καθένας στη θέση ενός άστεγου, έστω και στο φαντασιακό επίπεδο. Έτσι, το βλέμμα μέρους της κοινωνίας στρέφεται προς τους δρόμους και τα παγκάκια, στους άστεγους και τις καβάτζες τους.
Προκύπτουν λύσεις; Διαφαίνεται κάποια διέξοδος για τη βελτίωσης της ζωής αυτών των ανθρώπων; Όχι. Αντιθέτως, μέσα στα πλαίσια μίας οικονομικής κρίσης που βαθαίνει, οι άστεγοι βρίσκονται ακόμα πιο απομονωμένοι και με λιγότερη υποστήριξη από την πολιτεία που περικόπτει πόρους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την επανένταξή τους ή για την υποστήριξή τους, τη στιγμή που το φαινόμενο της αστεγίας εντείνεται εξαιτίας και των πολιτικών που εφαρμόζονται. Κάποια στιγμή, στερεύει και το ενδιαφέρον της κοινωνίας, που αν και αναγνωρίζει πλέον το πρόβλημα της αστεγίας, δίχως να διαφαίνεται λύση στα προβλήματά της, αφοσιώνεται σε έναν αγώνα για επιβίωση που γίνεται όλο και πιο δύσκολος. Μέχρι να συμβεί κάποιο γεγονός.
Ο θάνατος του Θωμά Δεληγιαννίδη στις 7 Σεπτεμβρίου στα Χανιά ήταν ένα τέτοιο γεγονός.
Στην Ελλάδα της κρίσης, ο Θωμάς είναι μία ακόμα παράπλευρη απώλεια. Ήταν άλλωστε άστεγος. Ευάλωτος στους κινδύνους. Όπως τον κίνδυνο της αστεγίας αντιμετωπίζουν πολλές χιλιάδες ηλικιωμένοι, μετανάστες αλλά και μακροχρόνια άνεργοι, άνδρες και γυναίκες δίχως οικογένεια. Αποτελούν τα θύματα των πολιτικών λιτότητας των τελευταίων ετών. Οι ζωές τους κρύβονται πίσω από στατιστικά στοιχεία που αποκρύπτουν το ανθρώπινό δράμα.
Στην Ελλάδα, πάνω από 20.000 άτομα ζουν υπό καθεστώς αστεγίας, σύμφωνα με έρευνα του 2011. Άλλοι, όπως η αναπληρώτρια Υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης κ. Θεανώ Φωτίου, με δηλώσεις της τον Φεβρουάριο του 2015, ανέβαζε τον αριθμό των αστέγων στους 30.000. Τότε, ως μέλος της κυβέρνησης της πρώτης φοράς Αριστερά, η κ. Φωτίου δεσμευόταν για στέγαση των αστέγων και για δωρεάν ηλεκτρικό ρεύμα για 300.000 νοικοκυριά. Μετά ανακάλυψε ότι «με το τίποτα όπως είναι τα γεμιστά χορταίνει ολόκληρη οικογένεια. Έτσι θα τα καταφέρουμε».
Ο Θωμάς όμως δεν τα κατάφερε. Ήταν ένας άνθρωπος με πολλά προβλήματα. Για αρκετά χρόνια πάλευε με τον αλκοολισμό. Το τελευταίο διάστημα η κατάστασή του είχε χειροτερεύσει.
Νιοάρα: «Κοιμόταν χρόνια στα παγκάκια»
Ο Θωμάς ήταν ένας από αυτούς τους άστεγους που τα τελευταία χρόνια έμεναν στα Χανιά. Οι πιο κοντινοί του άνθρωποι ήταν και αυτοί άστεγοι. Μιλήσαμε μαζί τους.
Η Σταυρούλα, ο Πέτρος, η Νιοάρα και ο Κοσμάς μίλησαν για το Θωμά αλλά και τις ζωές τους ως άστεγοι, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, τις ελπίδες και τους αγώνες που δίνουν.
Ρώτησα αν γνώριζαν τον Θωμά. Η Νιοάρα είπε ότι όλοι τον γνώριζαν «κοιμόταν χρόνια στα παγκάκια».
Πώς γίνεται κάποιος άστεγος; Τι συμβαίνει στη ζωή για να φτάσει να γίνει κάποιος άστεγος; Πώς μένει ένας άνθρωπος πέρα από χωρίς στέγη, πρώτα χωρίς δουλειά, μετά χωρίς οικογένεια;
Η Νιοάρα είπε ότι όλα αρχίζουν από καπου και ξεκινά ένας κατήφορος. Χάνουν τη δουλειά τους, μένουν χωρίς σπίτι. Μετά έρχονται οι αρρώστιες, ο αλκοολισμός. Και μετά από ένα σημείο αυτοί οι άνθρωποι δε μπορούν να δουλέψουν. Και ο Θωμάς που πέθανε, μας είπε η Νιοάρα, τον τελευταίο καιρό το μόνο που έκανε ήταν να πίνει κρασί και να κοιμάται. Δε μπορούσε καν να σταθεί στα πόδια του.
Αυτό που μου είπε επαληθεύεται και από τα στοιχεία. Η ζωή στον δρόμο δεν αποτελεί μία εκούσια επιλογή. Εν αντιθέσει, αποτελεί την αποτύπωση της όξυνσης των κοινωνικών αντιθέσεων στο πιο έντονό τους σημείο.
Όπως αποτυπώνεται και σε έρευνες, κύρια αιτία που κάποιος γίνεται άστεγος είναι η ανεργία, το αλκοόλ, οι ψυχικές διαταραχές και τα ναρκωτικά, η κατάρρευση του υποστηρικτικού κοινωνικού ή οικογενειακού πλαισίου. Πολλές φορές, εν τη απουσία υποστηρικτικών δομών της πολιτείας, η κατάρρευση ενός από αυτούς τους πυλώνες – όπως η απώλεια της εργασίας – οδηγεί σε ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων που είτε οδηγεί στο αλκοόλ, είτε στην κατάρρευση του υποστηρικτικού πλαισίου. Πάντως η συνέπεια αυτή της διαδικασίας είναι η εξώθηση στην αστεγία.
Πέτρος: «Καταστροφή φίλε. Στην Ελλάδα δε σου δίνουν βοήθεια. Τα Χριστούγεννα μας λένε χρόνια πολλά»
Ο Θωμάς ήταν τέσσερα χρόνια στα Χανιά. Ο Πέτρος είπε ότι τον γνώριζε από την πρώτη μέρα. Ο Πέτρος είναι στα Χανιά τα τελευταία 6 χρόνια. Έχει πολλά προβλήματα υγείας, παίρνει πολλά φάρμακα. «Καταστροφή φίλε. Στην Ελλάδα δε σου δίνουν βοήθεια. Μένουμε στα παγκάκια. Εγώ κάθε μέρα μένω εδώ. Τα Χριστούγεννα μας λένε χρόνια πολλά».
Η Νιοάρα λέει ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι με σοβαρά προβλήματα υγείας. «Ένας άλλος άνθρωπος, μεγάλος σε ηλικία, θα του κόψουνε τα πόδια».
Είπε:
«Εμείς τον βοηθούσαμε στη θεραπεία. Έγινε καλά. Όμως μετά που φύγαμε από την κατασκήνωση (Καλαθά) ήρθε σε μια καβάτζα που δεν είχε νερό και ρεύμα και έπαθε ξανά μόλυνση. Και τώρα είναι να του κόψουν τα πόδια»
Τους ρώτησα αν υπήρχε ένα ιδανικό σενάριο τι θα θεωρούσανε ως λύση, τι θα ήθελαν να δουν να γίνεται:
«Αυτή τη στιγμή δεν έχει ούτε ένας από τους άστεγους χαρτιά. Είτε τα έχουν χάσει, είτε τους τα ‘χουν κλέψει. Δεν έχουμε ούτε ένα να ξέρει πώς μας λένε. Δεν έχουμε λεφτά να πάμε στην Αθήνα.».
Υπάρχει περίπτωση γυναίκας από Αλβανία στα Χανιά που έμεινε πρόσφατα δίχως στέγη και έχει δύο παιδιά που φοιτούν στα ελληνικά σχολεία. Δε μπορούσε να μπει στους καταλόγους για να δεχθεί έστω και μια μικρή βοήθεια επειδή δεν είχε τα απαραίτητα χαρτιά. Σαν αυτή την περίπτωση υπάρχουν πολλές στην πόλη μας.
Άλλοι λένε ότι θα ήθελαν να βρουν μια δουλειά. «Εγώ δούλεψα παλιά σε μια ταβέρνα» μου είπε η Νιοάρα. «Θα ήθελα να ξαναδουλέψω».
Ο Πέτρος κατάγεται από την Πολωνία. Μου είπε ότι ήταν καλός μάστορας. Έχει δουλέψει στη Γερμανία, στη Γαλλία, την Ιταλία, την Αυστρία. Έκανε οικογένεια στην Ελλάδα. Έχει μία κόρη 16 χρονών. Ήταν στην Αθήνα, έζησε και στην Καλαμάτα, την Τρίπολη, μετά ήρθε στην Κρήτη. Αρχικά στο Ηράκλειο, μετά στα Χανιά.
Τα τελευταία 6 χρόνια είναι άστεγος.
Τα αιτήματα επαναλαμβάνονται, όμως τίποτα δε συμβαίνει
Υπάρχουν άνθρωποι που βοηθούν. Δεν τους γνωρίζει ο κόσμος. Είναι ιδιοκτήτες εστιατορίων που τους δίνουν ένα πιάτο φαγητό ή ένα πακέτο τσιγάρα. Υπάρχει η Κοινωνική Κουζίνα και τα συσσίτια.
Όμως και ο ένας άστεγος υποστηρίζει τον άλλο.
Οι άστεγοι φρόντιζαν τον Θωμά επειδή ήταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση.
Τον έκαναν μπάνιο και του έδιναν ένα πιάτο φαγητό. Δε μπορούσε ούτε καν να πάει τουαλέτα. Δεν είχε δύναμη να φροντίσει τον εαυτό του.
Τους είπα, αν μπορούσαν να μιλήσουν στις αρχές τι θα τους έλεγαν:
Ο Πέτρος μου είπε: «δεν καταλαβαίνεις τίποτα; Δεν ακούνε! Υπόσχονται, μα δεν κάνουν τίποτα!».
Τα αιτήματα επαναλαμβάνονται, το πρόβλημα διαγνώσκονται όμως εν τέλει τίποτα δε συμβαίνει.
Υπήρχε πρόταση για κτίριο της Μητρόπολης για την Βρυσσών. Έχει ακουστεί πρόταση για χρήση τμήματος του Παλιού Ψυχιατρείου ή του παλιού ΙΚΑ. Κι ενώ είχε εγκριθεί ομόφωνα το πρόγραμμα παρέμβαση στον δρόμο, δεν έχει προχωρήσει. Είχε γίνει πρόταση εκ της Πρωτοβουλίας Πολιτών και για λαϊκό υπνωτήριο, ενός ελεύθερου και ανοιχτού χώρου, που θα μπορεί κάποιος αν θέλει να κοιμηθεί, να κάνει μπάνιο, να πλύνει τα ρούχα του και να αποθηκεύσει τα πράγματά του. Οι άστεγοι ότι λερώνεται το καίνε επειδή δε μπορούνε να τα πλύνουνε. Πολλές φορές δεν έχουν τα μέσα ούτε να πλύνουνε τον εαυτό τους. Κάνουν μπάνιο σε δημόσιες βρύσες. Τίποτα δεν προχωρά.
Οι αόρατοι μέσα στους αόρατους
Η Νιαόρα μου περιγράφει το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν με τη γραφειοκρατία.
«Πηγαίναμε εκεί και περιμέναμε και δε μας υπολογίζανε καθόλου και μετά μας λέγανε, ελάτε τη Δευτέρα. Μετά μας ζητούσανε χαρτιά. Μα πού να τα βρούμε εμείς τα χαρτιά; Εμείς ζούμε στον δρόμο, δεν έχουμε τίποτα!»
Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν χάσει κάθε είδους ταυτότητας ή χαρτιών και δεν έχουν χρήματα για να ταξιδέψουν στον τόπο από όπου κατάγονται για να βγάλουν νέα χαρτιά. Έτσι, δε μπορούν να ενταχθούν σε κάποιο πρόγραμμα επανένταξης ή να τύχουν υποτυπώδους στήριξης από την πολιτεία.
Αν το καθεστώς του άστεγου είναι ένα στο οποίο άνθρωποι θέτονται σε ένα περιθώριο, το οποίο τους μετατρέπει σταδιακά σε περίπου αόρατους για την υπόλοιπη κοινωνία, οι άστεγοι χωρίς χαρτιά, είναι οι αόρατοι μέσα στους αόρατους, δίχως δυνατότητα να γίνουν ορατοί για την πολιτεία.
Υπάρχουν επίσης άλλοι που θέλουν να φύγουν και να επιστρέψουν στον τόπο καταγωγής τους, είτε αυτός είναι στην Ελλάδα είτε αυτός είναι στο εξωτερικό, όμως δε μπορούν λόγω αυτής της αδυναμίας να βγάλουν χαρτιά.
Η διαμαρτυρία της 28ης Ιανουαρίου 2016
Ρώτησα πού μένουν;
Ο Πέτρος μου απάντησε:
«Εγώ πού μένω; Στη Σπλάντζια. Εκεί είναι το παλάτι μου»
Ο Πέτρος λέει ότι είναι περίπου 30 άστεγοι που κοιμούνται σε καβάτζες στα Χανιά, ο Κοσμάς κατεβάζει τον αριθμό κοντά στους 20 «αλλά μπορεί να είναι και παραπάνω».
Στα Χανιά, υπάρχουν 70 άνθρωποι που αναγκάζονται παροδικά ή πιο μόνιμα να ζουν ως άστεγοι στους δρόμους.
Θυμήθηκαν όταν είχαν προχωρήσει σε διαμαρτυρία στο δημαρχείο. Τότε, στα τέλη του Γενάρη του 2016, αφού πήρε δημοσιότητα το θέμα, οι αρχές έδειξαν ένα ενδιαφέρον, συλλέξανε ονόματα και στοιχεία των αστέγων όμως από τότε ούτε φωνή ούτε ακρόαση.
Σε πανό που είχαν αναρτήσει έγραφε:
«Ζητάμε στέγη για τους άστεγους, μετανάστες – Έλληνες. Ο Δήμος έχει δεσμευτεί. Πότε θα το ανακοινώσει;»
Και μετά: «Εδώ και τώρα, όχι όταν πεθάνει κάποιος. Να δοθούν τα έκτακτα επιδόματα – επιδοτήσεις για ενοίκια. Όχι αύριο, ούτε του χρόνου. Τώρα».
Κάποιοι πήραν μια επιδότηση 200 ευρώ, όμως η πλειοψηφία των αστέγων έμειναν εκτός, επειδή δεν έχουν χαρτιά.
Μεταξύ αυτών που συμμετείχαν στη διαμαρτυρία της 28ης Ιανουαρίου 2016 ήταν και ο Θωμάς που πέθανε πριν λίγες μέρες.
Ο τιτάνιος αγώνας ανθρώπων που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στην αλληλεγγύη
Λένε ότι «στο νοσοκομείο μας προσέχουν πάρα πολύ», και εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους. Κάποιοι πηγαίνουν πολύ συχνά, σχεδόν δύο και τρεις φορές τη βδομάδα, λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζουν.
Αν υπάρχει κάτι που βελτιώνει την κατάσταση των άστεγων στα Χανιά δεν είναι η πολιτεία, που βάζει διαρκώς εμπόδια στην παροχή ακόμα και της πιο βασικής υποστήριξης, αλλά ο τιτάνιος αγώνας λίγων, μετρημένων στα δάκτυλα ανθρώπων που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στο να βοηθούν τον συνάνθρωπό τους.
Οι άστεγοι με τους οποίους μίλησα μου είπαν ονόματα όμως δε γνωρίζω αν θα ήθελαν να γραφτούν σε αυτό το κείμενο. Είναι άνθρωποι που δίνουν όλο τον χρόνο και το είναι τους στο να δίνουν, δίχως να ζητούν κάποιο αντάλλαγμα, δίχως να ζητούν κάποια αναγνώριση αλλά παλεύοντας για τη λύση των προβλημάτων συνανθρώπων τους υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες και απέναντι σε ένα κράτος εν γένει εχθρικό. Αυτοί οι Χανιώτες δε βγάζουν δελτία τύπου για τις ενέργειές τους. Ζητούν λύση στα προβλήματα. Αυτή είναι η μόνη επιβράβευση που αναζητούν.
Τασούλα: «Ξυπνάμε με τον φόβο το πρωί του τι θα κάνουμε και πώς θα είναι τα πράγματα»
Ο Πέτρος δεν ξέρει πώς θα μπορούσε το μέλλον του να είναι καλύτερο, η Σταυρούλα όμως λέει ότι η ανταπόκριση του κόσμου είναι που τους δίνει ελπίδα. Δίνει επίσης βαρύτητα στη στήριξη που προσφέρουν οι κοινωνικοί λειτουγοί. «Για όλους να δούμε μια ανταπόκριση, όχι μόνο για λίγους», λέει.
Η Σταυρούλα είναι άπορη και τον Νοέμβριο τελειώνει το επίδομά της και θα μείνει άστεγη. Είναι μία από τις πολλές περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν ζήσει στο παρελθόν και ίσως εξαναγκαστούν ξανά στο μέλλον να κοιμηθούν στο δρόμο.
«Δεν είμαι μόνο εγώ, είναι και πολλοί άλλοι. Ξυπνάμε με τον φόβο το πρωί του τι θα κάνουμε και πώς θα είναι τα πράγματα. Να βοηθήσουν γιατί δε μπορούμε κάθε χρόνο να έχουμε την ίδια αγωνία. Καθόμαστε από το πρωί ως το βράδυ στα παγκάκια και τι κάνουμε; Τίποτα».
Ο άστεγος δεν έχει να φύγει από κάποια χώρα, δεν έχει κάποιο προορισμό στον οποίο αν φθάσει θα μπορέσει να ξαναρχίσει να χτίζει τη ζωή του όμως, όπως και ο πρόσφυγας, διατρέχει σοβαρούς κινδύνους για τη ζωή του, αντιμετωπίζει μεγάλο άγχος και ψυχολογική πίεση.
Το βίωμα του άστεγου είναι αυτό της απουσίας του ανήκειν και της απώλειας της ταυτότητας. Είναι άνθρωποι, που αισθάνονται ότι δεν υπάρχει τόπος στον οποίο να ανήκουν, που να αποκαλούν δικό τους, που νοιώθουν και είναι εξωβελισμένοι στο περιθώριο.
Ο άστεγος είναι η απουσία σπιτιού, όχι απλά η απουσία στέγης. Το ζήτημα δεν είναι απλά η ύπαρξη κάποιας στέγης αλλά μιας πιο σταθερής σχέσης με ένα φυσικό χώρο που θα ευνοεί την ανάπτυξη ανθρώπινων σχέσεων, των προσωπικών βιωμάτων και της ταυτότητας με ασφάλεια. Το σπίτι είναι μια επέκταση της ταυτότητας ενός ατόμου. Αυτό απουσιάζει από τη ζωή του άστεγου.
O άστεγος είναι ξένος στη χώρα που βρίσκεται και θα είναι ξένος όπου και αν πάει. Μπορεί να είναι Έλληνας ή μετανάστης όμως δεν έχει ελπίδα για κάποιο καλύτερο μέλλον, η κανονικότητά του είναι αυτή της ζωής ως άστεγος.
Ο άστεγος ζει μια εμπόλεμη κατάσταση εν γνώση του πως έτσι θα είναι η ζωή του. Λειτουργεί λοιπόν αποδεχόμενος αυτό τον αφανή πόλεμο. Ζει τον πόλεμο σε μια περίοδο που άλλοι βιώνουν την «ειρήνη». Γι’ αυτό μαθαίνει να τον συνηθίζει και να επιβιώνει. Αυτή είναι η διαφορά που πρέπει να αποδεχτεί και τον θέτει στο περιθώριο.
Απουσία κοινωνικών πολιτικών προστασίας στην Ελλάδα
Η Νιοάσα θέλει μια δουλειά σταθερή και κάποια χρήματα να πάει μέχρι Αθήνα για να φτιάξει τα χαρτιά της. «Σπίτι βρίσκεις, άμα δεν έχεις δουλειά όμως πώς θα το πληρώσεις; Είναι τα νοίκια, είναι το ρεύμα, είναι το νερό».
Ο Κοσμάς είναι άστεγος τα τελευταία 4 χρόνια. Μου είπε ότι έχει μαζί του και τα δύο παιδάκια του. Είναι από Αθήνα αλλά βρίσκεται στα Χανιά τα τελευταία 8 χρόνια. Ήρθε να βρει εργασία αλλά εργαζόταν μόνο περιστασιακά. «Αν δείτε το μέρος που μένω δε θα μπορείτε να κάτσετε μέσα ούτε λεπτό. Μα πού αλλού να πάω;»
Αναφέρεται και αυτός σε μία σύντομη καλή περίοδο όπου φιλοξενήθηκαν σε ένα ξενοδοχείο στη Νέα Χώρα, λόγω παγετού. Αυτή η περίοδος όμως κράτησε λίγο.
«Έχουμε κάνει και εμείς πολλά λάθη στη ζωή μας», λέει η Νιοάσα.
Το πρόβλημα είναι ο αλκοολισμός. Η πλειοψηφία των αστέγων και λόγω της κατάστασης που βρίσκονται έχουν σοβαρό πρόβλημα με το αλκοόλ. Ο Πέτρος, λέει ότι «για μας δεν υπάρχει μέλλον». Αναγνωρίζει και αυτός το πρόβλημά που έχει με το αλκοόλ. Έχει μία κόρη που είναι 16 ετών όμως στεναχωριέται που δε μπορεί να σταθεί δίπλα της. “Καταστρόφα», επαναλάμβανε κάθε τόσο καθώς έπιανε το καπέλο του, έκανε μια μικρή υπόκλιση και έλεγε «ευχαριστώ Ελλάδα».
Η απουσία κοινωνικών πολιτικών προστασίας στην Ελλάδα είναι καταφανή. Την απουσία του κράτους αναπλήρωνε εδώ και δεκαετίες η οικογένεια, οι φίλοι, οι γείτονες, ανεπίσημα δίκτυα αλληλεγγύης που σήμερα καταρρέουν υπό το βάρος των αυξημένων αναγκών και της πίεσης για επιβίωση. Και παρά το πλήθος πρωτοβουλιών αλληλεγγύης που ξεπήδησαν στα χρόνια της κρίσης και στα Χανιά, που προσπαθούν να καλύψουν το τεράστιο κενό με λογικές αξιοπρέπειας και όχι φιλανθρωπίας, δε μπορούν να αντικαταστήσουν την απουσία κρατικών δομών. Άλλωστε σε αυτές τις πρωτοβουλίες συνήθως είναι πολύ ενεργοί ένας μικρός αριθμός ανθρώπων, που δέχονται και αυτοί τις συνέπειες της μακροχρόνιας κρίσης, και έχουν όρια και αντοχές, φυσικές και ψυχολογικές, που είναι λογικό να εξαντλούνται. Είναι οι αφανοί ήρωες μιας κρίσης που περιθωριοποιεί εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους και δολοφονεί.
Πέραν όμως από της απουσίας υποστηρικτικών δομών υπάρχει και η εν γένει στάση του κράτους που είναι ευνοϊκή ως προς την όξυνση του φαινομένου της αστεγίας.
Τα νοικοκυριά πλέον ανταποκρίνονται με μεγάλη δυσκολία στα κόστη των στεγαστικών αναγκών. Αυτή η αδυναμία αποτυπώνεται και στη μεγάλη αύξηση του αριθμού των εξώσεων από μισθωμένα διαμερίσματα. Σύμφωνα με σχετική έρευνα από το 2011, περίπου το 50% των νοικοκυριών αδυνατούσαν να πληρώσουν το μηνιαίο μίσθωμα. Αλλά και αυτή που ιδιοκατοικούν βρίσκονται υπό τη διαρκή απειλή της κατάσχεσης για τις φορτωμένες με δάνεια κατοικίες, αλλά και εξαιτίας των πολλών νέων φόρων, ειδικώς των φόρων επί των ακινήτων. Η αλήθεια είναι ότι όχι μόνο το κράτος δεν βοηθά τους άστεγους αλλά εξωθεί διαρκώς νέους ανθρώπους στην αστεγία.
Ο Χανς από την Αυστρία και η «καβάτζα»
Πολλοί γνωρίζουν τον Πέτρο στα Χανιά. Περπατούσαμε στους δρόμους και κάθε τόσο σταματούσε και χαιρετούσε ανθρώπους. Όλοι του απαντούσαν με ένα χαμόγελο. Μίλησε σε πάνω από 10 απευθυνόμενος προς αυτούς με τα μικρά τους ονόματα.
Προχωράμε προς την «καβάτζα».
Ο Πέτρος με τραβά από το χέρι και μου δείχνει ένα σημείο κάτω από έναν πλάτανο στην πλατεία Σπλάντζιας. «Έλα πάμε, εκεί κάθεται ο Χανς».
Ο Χανς είναι Αυστριακός. Είναι άλλος ένας άστεγος που ζει τα τελευταία χρόνια στα Χανιά. Το βλέμμα του φαινόταν κουρασμένο και φοβισμένο. Οι ώμοι σκυφτοί, τα χέρια ακουμπισμένα στα γόνατα, τα ρούχα του φθαρμένα. Ο Πέτρος του εξήγησε ποιος είμαι και του είπε ότι θα με πάει στην «καβάτζα». Δεν έφερε αντιρρήσεις. Τον ρώτησα αν ήξερε τον Θωμά. Έγνεψε το κεφάλι του, αλλά δε μίλησε.
Φτάσαμε στην «καβάτζα».
«Καβάτζες» υπάρχουν διάσπαρτες σε πολλά σημεία της πόλης και κάθε μια χρησιμοποιείται από συγκεκριμένους άστεγους. Για να μείνει κάποιος εκεί πρέπει να έχει ενημερώσει αυτούς που την χρησιμοποιούν, για να δουν αν υπάρχει χώρος. Πρόκειται για εγκατελλειμμένα κτίρια, με μισογκρεμισμένους τοίχους και στοίβες από σκουπίδια, με ελάχιστη προστασία από τις καιρικές συνθήκες και κακές συνθήκες υγιεινής, δίχως ρεύμα και πολλές φορές δίχως νερό. Εκεί ζούνε οι άστεγοι των Χανίων.
Ο Πέτρος μου έδειχνε το σπίτι. «Πρόσεχε το σκαλοπάτι», μου είπε, καθώς ανέβαινε μια ετοιμόρροπη σκάλα. Δεν τόλμησα να ανέβω μαζί του αφού φοβήθηκα ότι δε θα άντεχε το βάρος δύο ανθρώπων. Περίμενα να φτάσει ως απάνω και ακολούθησα με αργά βήματα. Στον πάνω όροφο όπως και στον κάτω υπήρχαν χαλάσματα, απομεινάρια μιας προηγούμενης ζωής, από παιδικά παιχνίδια ως μια φωτογραφία του Ελευθέριου με τον Σοφοκλή Βενιζέλο που παρέμενε σε κορνίζα σε έναν τοίχο. Δίπλα στα σπασμένα πατζούρια ένα βρώμικο στρώμα και κάθε λογής σκουπίδι. Το έδαφος έτριζε σε κάθε βήμα.
Έβγαλα μια φωτογραφία. Ο Πέτρος με ρώτησε: «Πώς σου φαίνεται; Δεν είναι όμορφο;»
«Είμαστε ενωμένοι»
Βγήκαμε έξω. Στο σκαλοπάτι υπήρχε ένα χαρτάκι που είχε πάνω καπνό. Κάποιος περαστικός προφανώς τον είδε και του το άφησε στην πόρτα του σπιτιού. Μου είχε πει ότι πολλές φορές όταν δεν έχει λεφτά μαζεύει αποτσίγαρα και τα αδειάζει από τον καπνό τους για να στρίψει τσιγάρα και να τα καπνίσει. Ο Πέτρος καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής κρατούσε στο ένα χέρι του ένα μπουκάλι κόκα-κόλα και ένα μικρό μπουκαλάκι ρακί. Τώρα, στο άλλο χέρι είχε το τσιγάρο. Πάντα φορούσε ένα ψάθινο καπέλο. Ψηλόλιγνος όπως ήταν έμοιαζε σα καουμπόις από κάποια ταινία γουέστερν.
Αν κάτι διευκολύνει τα πράγματα και κάνει την καθημερινότητά των αστέγων πιο ανεκτή είναι ότι μεταξύ τους υπάρχει αλληλεγγύη. Αν βρει κάποιος ένα παντελόνι που δεν του κάνει θα σκεφτεί κάποιον άλλο που ίσως θα μπορέσει να το χρησιμοποιήσει. Μοιράζονται όσα έχουν και φροντίζουν ο ένας τον άλλο. Φροντίζουν αυτούς που βρίσκονται σε μεγαλύτερη αδυναμία, προσωρινή ή χρόνια. Βεβαίως, αυτό δεν αλλάζει πολλά. Όμως κάνει την καθημερινότητα πιο ανθρώπινη.
O διαχωρισμός μεταξύ μεταναστών και Ελλήνων δεν υπάρχει για τους άστεγους. Αυτός είναι ένας διαχωρισμός που κάνουν άνθρωποι που είναι έξω από την πραγματικότητά τους. Οι άστεγοι, ανεξαρτήτως εθνικότητας, προσπαθούν να επιβιώσουν μαζί τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους. “Eίμαστε ενωμένοι», μου είπαν ο ένας μετά τον άλλο.
Yπάρχουν διαφορετικές κατηγορίες άστεγων. Υπάρχουν άστεγοι από την Ελλάδα που αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα, και πολλοί που έχουν πρόβλημα αλκοολισμού. Κάποιοι έχουν έρθει από άλλες περιοχές της χώρας. Υπάρχουν άστεγοι μετανάστες, ακόμα και πρόσφυγες. Υπάρχουν και οι νεοάστεγοι, Έλληνες και μετανάστες, μια αυξανόμενη μάζα ανθρώπων που εξωθήθηκαν στον δρόμο εξαιτίας της κρίσης. Και υπάρχει ο κίνδυνος για χιλιάδες να βρεθούν σε μία παρόμοια θέση, που βρίσκονται σε θέση αδυναμίας, χρωστούνε πολλά νοίκια και μένουνε σε σπίτια δίχως ρεύμα και νερό. Αυτοί, δεν καταγράφονται καν ως άστεγοι, γιατί οι ίδιοι δε θέλουν να αποδεκτούν την κατάσταση στην οποία βρίσκονται.
Υπάρχουν πάρα πολλοί που ντρέπονται να πούνε ότι είναι άστεγοι, που ζούνε με ένα επίδομα, μετακινούνται διαρκώς από φιλικά σε συγγενικά σπίτια. Αυτοί, είναι κυρίως Έλληνες.
Η εξατομικευμένη αντιμετώπιση των προβλημάτων θα ήταν το ιδανικό. Όμως όταν δε γίνονται καν τα βασικά, αποτελεί μια ουτοπία. Όσον αφορά τα ευρωπαϊκά προγράμματα που τρέχουν ανά καιρούς, αν και κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, αφορούν πολύ μικρό αριθμό αστέγων και είναι περιορισμένης χρονικής διάρκειας. Και αν και οι συνέπειες τέτοιων προγραμμάτων είναι θετικές, το γεγονός ότι λήγουν σε σύντομο χρονικό διάστημα αφήνει πολλούς από αυτούς τους ανθρώπους σε μια θέση όπου τη στιγμή που κάνουν μια προσπάθεια να πατήσουν ξανά δυνατά στα πόδια του, βρίσκονται πάλι μόνοι δίχως καμιά προστασία με αποτέλεσμα πολλοί να κυλούν στην πρότερή τους κατάσταση.
Συνηθίζετε να είσαι άστεγος;
Κάποιοι από τους άστεγους που μίλησα είπαν ότι είχαν σκεφτεί να ξεκινήσουν κινητοποιήσεις. Ένας μου είπε ότι αρκετοί σκέφτονται να πάνε με χαρτόκουτες και να μείνουν έξω από το δημαρχείο, για όσες μέρες χρειαστεί, μέχρι να μάθει όλος ο κόσμος τα προβλήματά τους. Κάποιοι σκεφτόταν να ξεκινήσουν απεργία πείνας.
Όταν τους ρώτησα «συνηθίζετε το να είσαι άστεγος» τα πρόσωπα σκυθρώπιασαν. Χαμηλόφωνα είπε ο ένας μετά τον άλλο «ναι, συνηθίζετε». Και σαν αυτή η υπενθύμιση, σαν αυτά τα λόγια να απευθύνοταν πρώτα και κύρια στους εαυτούς τους και όχι σε μένα, να αποτελούσαν μια παραδοχή, και η συνειδητοποίηση ότι έχουν συνηθίσει την κατάσταση όπου βρίσκονται να τους πλήγωνε πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο είχαμε ως αυτή την ώρα συζητήσει. Συνηθίζεται μια ζωή μέσα σε ερείπια. Οι άνθρωποι επιβιώνουν. Ξέρουν ότι υπάρχει κάτι άλλο, ίσως όχι ιδανικό αλλά κάτι καλύτερο, όμως η ζωή ως άστεγος συνηθίζεται. Συνεχίζουνε. «Μέχρι να πεθάνουμε», όπως μου είπε ο Πέτρος.
Αυτοί είναι οι άστεγοι. Άνθρωποι που έχουν ονοματεπώνυμα και προσωπικές ιστορίες. Ο κόσμος τους είναι παράλληλος από τον κανονικό. Ξεκινούν ως προσωρινά άστεγοι. Μετά, καθώς ο χρόνος περνά, τα προβλήματά διογκώνονται ως ότου εγκλωβίζονται και ζούνε μία ζωή δίχως διέξοδο. Μια προσωρινή κατάσταση, αυτή της αστεγίας, μετατρέπεται σε μόνιμη. Η απουσία κρατικών υποδομών διασφαλίζει ότι θα παραμείνουν σε αυτή την κατάσταση για πάντα.
Μου είπε ένας, «έλα μία μέρα να μείνεις εδώ μαζί μας. Τότε θα καταλάβεις πόσο άσχημα είναι τα πράγματα. Κανείς από όσους περπατούν εδώ γύρω μας δε θα άντεχε ούτε μία μέρα τη ζωή που κάμουμε».
O Πέτρος πήρε τον λόγο και είπε, «ίσως την επόμενη φορά που θα με πάρεις φωτογραφία, να μην είμαι σε αυτό το παγκάκι. Ίσως να είμαι κρεμασμένος από αυτό το δέντρο», και μου έδειξε με το χέρι του το σημείο που θα κρεμαστεί. Άλλοι του είπαν να μη μιλάει έτσι, όμως συγκινηθήκανε. Ίσως να έχει περάσει και από αυτούς μια τέτοια σκέψη από το μυαλό. Ίσως όμως ο Πέτρος να επαναλαμβάνει συχνά αυτά τα λόγια και αυτό να τους τρομάζει.
Oι άστεγοι δε ζητούνε λύση στο πρόβλημα της ζωής. Ζητούν μια ευκαιρία για επιστροφή σε μια ζωή με όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν όλοι οι υπόλοιποι. Μια ζωή που θα αγωνίζονται για την καθημερινότητά τους, που θα απογοητεύονται αλλά και θα ελπίζουν. Ζητούν το δικαίωμα στον αγώνα της ζωής.
Στην Ελλάδα, ένα τέτοιο πολύ βασικό αίτημα μοιάζει πολύ δύσκολα εκπληρώσιμο.
Την Κυριακή διεξάγονται οι εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάδειξη νέου προέδρου, σε μια…
Πέρασαν μόλις δύο χρόνια, από τη μοιραία εκείνη νύχτα όπου ένας ασυνείδητος οδηγός που έτρεχε…
Ο συνδυασμός του Αντώνη Ροκάκη σημείωσε σαρωτική νίκη στις εκλογές του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου…
Πληθαίνουν τα δημοσιεύματα καθημερινά για το σχεδιασμό του Υπουργείου Μετανάστευσης να δημιουργηθούν στην Κρήτη, δομές…
Απαντήσεις για το κύμα γαστρεντερίτιδας στα Χανιά τον περασμένο Οκτώβριο αναζητά ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας, ζητώντας…
Συνεχίζονται οι δράσεις του Δήμου Χανίων και της ΔΕΔΙΣΑ Α.Ε. (ΟΤΑ) στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής…
This website uses cookies.