Του Γιώργου – Βύρων Δάβου *
Οι διαδηλώσεις για την ειρήνη που διοργανώθηκαν με επίκεντρα τη Ρώμη και το Μιλάνο, αλλά και σε εκατοντάδες άλλες πόλεις, το Σάββατο 5 Νοεμβρίου, απέδειξαν τον βαθύ πολιτικό διχασμό και τις διαφορετικές αντιλήψεις, που οι Ιταλοί πολίτες και ιδίως η άρχουσα τάξη τρέφουν για τον ορισμό της έννοιας της ειρήνης και την ιδεολογική της τοποθέτηση.
Η ογκώδης συγκέντρωση των φιλειρηνιστών στη Ρώμη (100.000 κατά τους διοργανωτές, 60.000 σύμφωνα με τις αρχές), η σαφώς ολιγοπληθέστερη των δεξιών δυνάμεων στο Μιλάνο και η πιο μαχητική και διεκδικητική στη Νάπολη απέδειξαν το πόσο αποπροσανατολισμένη είναι η ιταλική κοινωνία, αλλά και τα κινήματα των πολιτών. Η πρώτη, υπό τη σημαία της πλατφόρμας Europe for Peace, και με τη συμμετοχή των εργατικών συνδικάτων, καθολικών οργανώσεων και άλλων φορέων της κοινωνίας των πολιτών (Cgil, Cisl e Uil ad Emergency, la Comunità di Sant’ Egidio, Libera) διαλάλησε ένα γοερό «όχι» στη συνέχιση του πολέμου και ζήτησε από τις υπερεθνικές και διεθνείς οντότητες (Ε.Ε., ΟΗΕ κλπ) να παρέμβουν ώστε να σταματήσουν οι εχθροπραξίες και να υπάρξει μία συνεννόηση. Ακόμη πιο μαχητικό ήταν το αντιπολεμικό μήνυμα στη μικρότερη, αλλά πιο πάλλουσα διαδήλωση στη Νάπολη, όπου κυριάρχησε περισσότερο ο πολιτικός παλμός. Οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, των ανέργων και της κοινωνίας των πολιτών, στοιχήθηκαν υπό το κοινό σύνθημα «Μειώστε τα όπλα, αυξήστε τους μισθούς» ενώ το γενικό πρόσταγμα ήταν: «Ξεσηκωνόμαστε».
Εν αντιθέσει στη συγκέντρωση του Μιλάνου, που διοργανώθηκε από τον «τρίτο πόλο» των Κάρλο Καλέντα και Ματέο Ρέντσι με παρούσα όλη την κεντροδεξιά, ο πόλεμος, η συνέχισή του και οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ήταν το κύριο αίτημα. Με επιθέσεις κυρίως προς τους αμφισβητίες της ιταλικής σύμπραξης στη σύρραξη στην Ουκρανία (Κίνημα 5 Αστέρων και ιδίως κατά του αρχηγού του Τζουζέπε Κόντε , Αριστερά πλην Δημοκρατικού Κόμματος κλπ), οι διοργανωτές σάλπισαν ξανά την εμμονή στον πόλεμο, παρά τις ολέθριες συνέπειες που έχει στην ιταλική, όπως και στην παγκόσμια οικονομία. Η συγκέντρωση στο Μιλάνο ήταν σαφώς πολύ μικρότερη, σχεδόν μηδαμινή σε σύγκριση με εκείνη της Ρώμης, όμως είχε τον δέοντα πολεμικό παλμό. Ανεβαίνοντας στο βήμα, η γνωστή για τις αποκρουστικές και ξενόφοβες απόψεις της δεξιά πρώην δήμαρχος της πόλης, Λετίτσια Μοράτι, με μηδενιστικό ρεβιζιονιστικό τρόπο σφετερίσθηκε την ένδοξη ιστορία της Ιταλικής Αντίστασης απέναντι στον Φασισμό και τον Χιτλερισμό. Επικαλέστηκε την αντιστασιακή ιστορία του παππού της και παραλλήλισε τους αγώνες κατά του ναζισμού/φασισμού με την «αντίσταση κατά του Πούτιν».
Αλλά και από τη Ρώμη, ο πρώην Χριστιανοδημοκράτης επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος Ενρίκο Λέτα, που αποδοκιμάσθηκε από μερίδα διαδηλωτών, επιδίωξε να μειώσει τη σημασία του αντιπολεμικού μηνύματος, με ένα φαρισαϊκό «καλές είναι οι συγκεντρώσεις, αλλά να μην τηρούν ίσες αποστάσεις», υπενθυμίζοντας πως ο Πούτιν είναι ο εισβολέας. Ο Λέτα την τελευταία διετία αναδείχθηκε για τον ευρωατλαντισμό του και αποδείχθηκε υπερπολύτιμος για τον δοτό εκπρόσωπό του στην πρωθυπουργία, Μάριο Ντράγκι. Ο Λέτα κατάφερε να εξουδετερώσει την κοινωνική αντίδραση και υπήρξε εκείνος, που αλλοτρίωσε την ταυτότητα του Δημοκρατικού Κόμματος, πλειοδοτώντας όσο κανείς άλλος υπέρ του πολέμου. Δεδομένου ότι οι Σαλβίνι, Μπερλουσκόνι, υποτονθόρυζαν απλώς το πολεμικό σάλπισμα, έχοντας τη «ρετσινιά» των φιλο-Πουτινικών, με τη Μελόνι να τηρεί προσεκτική υπέρ του πολέμου στάση, μόνο το Κίνημα 5 Αστέρων στην εξέλιξη της σύρραξης εξέφρασε επιφυλάξεις για τις εξόφθαλμες δαπάνες και την αναγκαιότητα του να συρθεί η Ιταλία σε μία τέτοια περιπέτεια.
Η διαμετρική τούτη πολιτική στάση στις διαδηλώσεις του Σαββάτου, η έλλειψη ενός καθαρού ιδεολογικού αντιπολιτευτικού μηνύματος και μίας σαφούς πολιτικής αντιπροσώπευσής τους, αλλά και η συγκρουσιακότητα ακόμη και στα κόμματα που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν την αντιπολιτευόμενη Αριστερά, αναδεικνύει τη μεγάλη σύγχυση στα μέτωπα της κινητοποίησης. Συνάμα αποκαλύπτει και την επιτυχία στη μονομερή προπαγάνδα του συστημικού Τύπου, που καταδιώκει κάθε έννοια συνδιαλλαγής και ταυτίζει την αναζήτηση της ειρήνης με την αδικοπραξία του πολέμου, αποδίδοντας φιλοπόλεμη διάθεση μόνον στη Ρωσία. Είναι ενδεικτικό πως όλο αυτόν τον καιρό, ίσως ο μόνος που μπορεί να διεκδικήσει τον τίτλο του φιλειρηνιστή στην Ιταλία είναι ο Πάπας Φραγκίσκος Α΄. Ο προκαθήμενος της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας συστηματικά διακηρύσσει την αδήριτη ανάγκη να υπάρξει κατάπαυση πυρός και διαπραγματεύσεις και δεν χάνει ευκαιρία να διαδίδει το μήνυμά του orbi et urbi. Το κάνει προς μεγάλη απογοήτευση και αμηχανία των πολεμοχαρών Καθολικών ηγετών, ιδίως στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά και μέσα στην Ιταλία.
H διαδήλωση για την ειρήνη, όσο κι αν δεν είχε σαφές πολιτικό νόημα, ίσως ήταν μία πρώτη επαφή της αντιπολίτευσης με άλλα δυνητικά υποκείμενα, κοινωνικά και πολιτικά, και φορείς μιας μελλοντικής αντίπραξης στην κυβέρνηση Μελόνι. Όπως σε όλες τις χώρες και η Ιταλία έχει ανάγκη από ένα μέτωπο αντίδρασης, την ώρα που η νέα κυβέρνηση δείχνει τα δόντιά της. Καλή είναι η διαδήλωση για την ειρήνη (που σε καμία όμως περίπτωση δεν προσομοιάζει με εκείνες τις κινητοποιήσεις ενάντια στον πόλεμο στο Βιετνάμ, ή το Ιράκ, το No Global και τη συγκέντρωση στη Γένοβα), αλλά δεν είναι μία σύγκρουση στον δρόμο για τους μισθούς, την κατάργηση του κατώτατου εγγυημένου εισοδήματος, τις μειώσεις στην παιδεία και την υγεία, για τις απολύσεις, για τα εργασιακά και τα συνταξιοδοτικά ή το μεταναστευτικό.
Την ίδια στιγμή που οι διαδηλωτές αξιώνουν την ειρήνη, η κυβέρνηση Μελόνι μεθοδεύει την κατάργηση του κοινωνικού επιδόματος, την επιβολή του καταστροφικού για τα μικρομεσαία εισοδήματα ενιαίου φόρου, τις φοροαπαλλαγές για τις εταιρείες και σχεδιάζει την επέκταση του ορίου συνταξιοδότησης στα 63 έτη, χωρίς να αποκλείεται και αυτό των 67 του Νόμου Φορνέρο, εάν όπως αφήνει να εννοηθεί δεν αποφευχθεί κάποιο τεχνικό λάθος ή αβλεψία στον χειρισμό του νομοσχεδίου.
Σε μία αβέβαιη εποχή με μία κυβέρνηση νεοφασιστική, που έχει αποδείξει από την πρώτη στιγμή πως αποβλέπει να συνεχίσει τη νεοφιλελεύθερη πολιτική των προκατόχων της στην οικονομία και τις διεθνείς σχέσεις (λιτότητα και κρατικομονοπωλιακή οικονομία), τον αυταρχισμό και οπισθοδρομικό συντηρητισμό στις εσωτερικές κοινωνικές υποθέσεις (απαγορεύσεις και καταστολή, αντιμεταναστευτική πολιτική, αναχρονιστική πολιτική σε παιδεία και κοινωνικές σχέσεις), η κινηματική δράση και ο εναλλακτικός λόγος συνιστούν τη μόνη διέξοδο για την κοινωνία και τις μάζες.
Το αποδυναμωμένο αριστερό κίνημα στην Ιταλία, ουσιαστικά παρέμεινε «βαλσαμωμένο» κατά την τελευταία διετία, στη διάρκεια της οποίας το κόμμα που υποτίθεται ότι το εκπροσωπεί, το σοσιαλφιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (Pd) στήριξε την πιο νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση των τελευταίων ετών και πρωταγωνίστησε στην πολεμοχαρή ευρωατλαντική προπαγάνδα. Η κυβέρνηση Ντράγκι, που κύρια αντηρίδα της ήταν το Pd, χάρις σε αυτό ακύρωσε και κυρίως κηλίδωσε κάθε ψήγμα αντίδρασης: από τις διαμαρτυρίες των γιατρών και των μαθητών στη διάρκεια της πανδημίας, την «ανταρσία» των εργαζομένων στον λιμένα της Τεργέστης, από τις διαμαρτυρίες των απολυμένων ( πχ GNK, Whirlpool κλπ), τις απεργίες των συνδικάτων για τους μισθούς και την αύξηση της επισφάλειας στους χώρους εργασίας κ.ο.κ.
Σήμερα, ο αριστερός ψηφοφόρος και γενικότερα ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, που οι άγριες συνθήκες της ζωής και της Ιστορίας, τόσο μέσα στη χώρα του, όσο και διεθνώς, θα έπρεπε να τους κινητοποιεί, μοιάζει αδρανοποιημένος. Έπρεπε τις προηγούμενες ημέρες να υπάρξει η βίαιη και απρόκλητη παρέμβαση των κατασταλτικών δυνάμεων στο Παν/μιο της Ρώμης για να υπάρξει μία απάντηση, με την κατάληψη της Σχολής Πολιτικών Επιστημών στο Σαπιέντσα.
Η σαφής «ανώδυνη» αντιπολεμική ατμόσφαιρα στις διαδηλώσεις του περασμένου Σαββάτου, είναι απαραίτητο να μετασχηματισθεί. Πρέπει να αναδειχθούν νέα εναλλακτικά μηνύματα, ώστε να μπορέσει τούτο το νέο κοινωνικό υποκείμενο να ξεπηδήσει από τα σπλάχνα των δοκιμαζόμενων δυτικών κοινωνιών, από τις πολύπλοκες οικονομικές και κοινωνικές διεργασίες και τις ανισότητες που ανέδειξε η νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση, να ριζοσπαστικοποιηθεί κινημένο όχι μόνον από την ανάγκη, αλλά κι από τη βαθιά συνείδηση της αλλαγής. Είναι απαραίτητο να βρεθεί η επαφή ανάμεσα στα μη συνειδητοποιημένα τούτα στρώματα της κοινωνίας, που όμως με γοργό ρυθμό προλεταριοποιούνται εξαιτίας των χαμηλών μισθών, των διάφορων αποκλεισμών, της ενεργειακής και οικονομικής κρίσης. Είναι αναγκαίο να αντιληφθούν πως οι διαμαρτυρίες και οι συγκεντρώσεις δεν γίνονται χάριν μίας αφηρημένης ιδέας -οι έννοιες «ειρήνη» και «πόλεμος» έχουν γενεσιουργά χαρακτηριστικά, αντικειμενικές ιδιότητες, υπαρκτούς φορείς και εχθρούς. Οι αιτίες και τα αποτελέσματά τους υπηρετούν σκοπούς, που δεν ταυτίζονται με τις μάζες και την καθημερινή ζωή του πολίτη.
* Ο Γιώργης-Βύρων Δάβος εργάζεται ως δημοσιογράφος και κριτικός Τέχνης και διδάσκει Αισθητική στην Ακαδημία της Μπρέρα (Μιλάνου) και Κοινωνιογλωσσολογία και Λογική Φιλοσοφία της Γλώσσας στο Πανεπιστήμιο του Βίγο (Ισπανία), ενώ στον ελεύθερο χρόνο του….γράφει.