Τρία χρόνια κράτησαν οι συνομιλίες μεταξύ Μαξίμου και Αρχιεπισκοπής για να καταλήξουν στην ιστορική –όπως χαρακτηρίζεται- Συμφωνία, Κράτους και Εκκλησίας που κάνει απολύτως διακριτούς τους ρόλους τους και συμβάλλει στην αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας.
Όμως το ενδιαφέρον της Συμφωνίας αυτής και στο κοινό ανακοινωθέν 15 σημείων που ανέγνωσε ο το βράδυ ο Πρωθυπουργός βρίσκεται στην συμφωνηθείσα παύση της μισθοδοσίας των κληρικών από το Δημόσιο, υποχρέωση που αναλαμβάνει πλέον η Εκκλησία ενδεχομένως από την είσπραξη από το Κράτος ισόποσων κονδυλίων σε ετήσια βάση. Το ποσό αυτό εκτιμάται σύμφωνα με αρμόδιες πηγές ότι ανέρχεται στα 150 εκατομμύρια ευρώ, το οποίο μπορεί να φθάνει και τα 190 εκατομμύρια μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές. Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες όσοι ιερείς έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί θα εισπράττουν κανονικά τη σύνταξή τους, ενώ οι υπόλοιποι ενεργοί κληρικοί θα ενταχθούν στον ΕΦΚΑ από τον οποίο και θα πάρουν σύνταξη.
Το αξιοσημείωτο από την αποχώρηση περίπου 10.000 κληρικών από το Δημόσιο, σημαίνει ότι αυτομάτως απελευθερώνεται αντίστοιχος αριθμός θέσεων, οι οποίες κατά τις πληροφορίες θα αξιοποιηθούν το επόμενο διάστημα για να καλύψουν τις ανάγκες του δημόσιου τομέα. Δηλαδή, οι θέσεις των κληρικών που αποχωρούν θα καλυφθούν από γιατρούς, εκπαιδευτικούς και από ειδικότητες στις οποίες διαπιστώνονται τα μεγαλύτερα κενά.
Η Κυβέρνηση απαντά στα επικριτικά σχόλια που αναφέρουν ότι το Κράτος δεν έχει κάποιο οικονομικό όφελος από αυτήν την τομή λέγοντας ότι από του χρόνου η Πολιτεία θα είναι σε θέση να εισπράττει κέρδη από την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας μέσω του Ταμείου που συμφωνήθηκε ανάμεσα στα δύο μέρη να δημιουργηθεί.
Ως γνωστόν τα κέρδη από το Ταμείο θα πηγαίνουν 50% στο Κράτος και 50% στην Εκκλησία. Μάλιστα, αυτή είναι μία εξέλιξη που εξυπηρετεί και την ίδια την Εκκλησία η οποία όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος έχει πρόβλημα στο Ταμείο της και έως τώρα άφηνε ανεκμετάλλευτη την περιουσία της.
Σημειωτέον πως η καταγραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας ξεκίνησε πριν από έναν χρόνο όταν Αλέξης Τσίπρας και Αρχιεπίσκοπος είχαν συμφωνήσει στα Γιάννενα στην συγκρότηση Επιτροπής για την αξιοποίηση της περιουσίας Μητροπόλεων και Ιερών Μονών υπό την επίβλεψη του τότε αν. υπουργού Οικονομίας Αλέξη Χαρίτση. Οι λεπτομέρειες της Συμφωνίας φαίνεται πως οριστικοποιήθηκαν αρχές Οκτωβρίου, δηλαδή πριν από έναν μήνα, όταν ο Πρωθυπουργός μετέβη νύχτα στην Αρχιεπισκοπή και κατέληξε μαζί με τον κ. Ιερώνυμο στις λεπτομέρειες.
Η συμφωνία μεταξύ των δυο πλευρών αποτελεί προϊόν ενός ιστορικού συμβιβασμού, όμως είναι κοινό μυστικό πως σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στις άριστες προσωπικές σχέσεις που έχουν αναπτύξει τα τρία τελευταία χρόνια οι κ.κ. Τσίπρας και Ιερώνυμος.
Ως εκ τούτου όλα δείχνουν πως παρά τις επιφυλάξεις της η Εκκλησία δεν θα προβάλει σημαντικές αντιρρήσεις στην δρομολογούμενη αναθεώρηση του Συντάγματος σε ό,τι αφορά στο επίμαχο άρθρο 3 που θα αναφέρεται στην θρησκευτική ουδετερότητα του Κράτους. Ο Αλέξης Τσίπρας φέρεται να διαβεβαίωσε τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο πως η Πολιτεία θα λειτουργήσει ως εγγυητής της θρησκευτικής ελευθερίας με την επισήμανση πως η τροποποίηση του άρθρου δεν έρχεται σε καμία αντίθεση με μαραθώνιες παραδόσεις του λαού μας.
Ακόμη και ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος καυτηρίασε, κάνοντας λόγο για «μικρότητες» τις αναφορές για κατάργηση συμβόλων και αποκαθήλωση των χριστιανικών σταυρών απαντώντας με τον τρόπο του στις αιτιάσεις του Μ. Βορίδη της ΝΔ ότι θα καταργηθούν τα Χριστούγεννα.
Η στάση της Εκκλησίας ως προς τη Συνταγματική αναθεώρηση φαίνεται και από το γεγονός πως ο Αρχιεπίσκοπος ευχαρίστησε τον Πρωθυπουργό για τη Διατήρηση του Προοιμίου του Συντάγματος που αναφέρεται στην ομοίουσια Αγία Τριάδα.
Αναμένεται συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου για να επικυρώσει τις αποφάσεις που εμπεριέχονται στο ανακοινωθέν.