Τελικά συνέβησαν και τα δύο. Ο Λούης, που έμελλε να γίνει ένας θρύλος της εργατικής τάξης, ήταν αδελφός του. Eνας πάρα πολύ έξυπνος νέος που είχε γεννηθεί το 1886, με αίσθημα δικαιοσύνης, ανήσυχος, που διάβαζε ό,τι βιβλίο έπεφτε στα χέρια του και η γη της Κρήτης δεν τον χωρούσε. Oταν αποφάσισε να πάει στην Αμερική για να αναζητήσει την τύχη του, ο παππούς μου δεν τον άφηνε. Η γιαγιά μου επέμενε. «Aστον να ανοίξει τα φτερά του» του έλεγε. Και πήγε.
Ηταν 25 Μαρτίου 1906». Με τα λόγια αυτά ο κ. Γιώργος Σταυρουλάκης διηγείται στο «Eθνος» την ιστορία του προγόνου του που το 1913 πρωταγωνίστησε ως αρχηγός των Ελλήνων ανθρακωρύχων μαζί με άλλες 26 εθνικότητες στην τεράστια απεργία του Συνδικάτου Ενωμένων Ανθρακωρύχων Αμερικής στο Κολοράντο. Μια απεργία που κορυφώθηκε στις 20 Απριλίου 1914 με τη Σφαγή του Λάντλοου και την άγρια δολοφονία του Λούη Τίκα, άλλων συνδικαλιστών και γυναικόπαιδων που διεκδικούσαν ανθρώπινες συνθήκες ζωής από την πολιτειακή Εθνοφρουρά.
Hταν η εποχή που η αμερικανική οικονομία προσπαθούσε να ξεφύγει από τον κύκλο της ύφεσης, συνθλίβοντας ακόμη περισσότερο τα στοιχειώδη δικαιώματα των εργατών: 14 ώρες δουλειάς, μεροκάματα που δεν εξασφάλιζαν τα αναγκαία για τη διαβίωση, απουσία μέτρων ασφαλείας, φτώχεια και βαθιά εκμετάλλευση.
Στην ιστορία του Τίκα και άλλων Ελλήνων που συμμετείχαν στις ένοπλες ταξικές αναμετρήσεις των ορυχείων της Αμερικής από το 1890 έως το 1930 αναφέρεται το νέο ντοκιμαντέρ του Λεωνίδα Βαρδαρού με τίτλο «Ludlow, οι Eλληνες στους πολέμους του Aνθρακα».
«Ο Λούης έμαθε γρήγορα την αγγλική γλώσσα και τον χρησιμοποιούσαν ως μεταφραστή, ενώ βοηθούσε τους Eλληνες να στέλνουν τα γράμματά τους στην πατρίδα. Βλέποντας ότι με αυτές τις άθλιες συνθήκες ζωής εκεί δεν υπήρχε μέλλον, ίδρυσε το πρώτο εργατικό σωματείο. Οργάνωσε πάρα πολλούς Eλληνες. Ο Ροκφέλερ, ο μεγαλύτερος εργοδότης της περιοχής, τον θεωρούσε έντιμο πρόσωπο, αναγνώριζε την επιρροή του και απαιτούσε να παρίσταται στις διαπραγματεύσεις. Η κατάσταση, όμως, ήταν αφόρητη. Με τις διαπραγματεύσεις δεν γινόταν τίποτα. Και ο Τίκας άρχισε να οργανώνει την απεργία. Γύρισε όλα τα ορυχεία, τον πίστεψαν και τον ακολούθησαν 11.000 εργάτες. Και η απεργία κηρύχθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1913. Κράτησε μέχρι τον Απρίλιο με τη μεγάλη σφαγή.
Στην Κοιλάδα του Λάντλοου τοποθετήθηκαν σκηνές όπου διέμεναν οι ανθρακωρύχοι με τις οικογένειές τους. Κάτω από αυτές έφτιαξαν ορύγματα για να προφυλάσσονται οι γυναίκες και τα παιδιά από την ιδιωτική αστυνομία του Ροκφέλερ που έμπαινε βίαια στον καταυλισμό, κατέστρεφε τα πάντα και έκλεβε τις πενιχρές οικονομίες των εργατών. Σε αυτό το καθεστώς τρομοκρατίας και παρά τον βαρύ χειμώνα που μεσολάβησε με ένα μέτρο χιόνι η απεργία δεν έσπασε, ο αγώνας κρατούσε γερά», λέει ο κ. Σταυρουλάκης.
Αγρια δολοφονία
«Κάποια στιγμή ο Ροκφέλερ προσπάθησε να δωροδοκήσει τον Τίκα, ζητώντας του να εγκαταλείψει την περιοχή αντί 10.000 δολαρίων. Εκείνος βγήκε και το ανακοίνωσε στους απεργούς, λέγοντάς τους ότι θα μείνει μαζί τους ως το τέλος. Από τότε κάποιοι τον αποκαλούσαν ο «Λέων της Κρήτης». Oταν είδαν ότι δεν μπορούν να διαλύσουν την απεργία αλλιώς, οι εργοδότες κάλεσαν την Εθνοφρουρά. Στις 20 Απριλίου, σούρουπο, γάζωσαν τον καταυλισμό με μυδράλια. Eριξαν κηροζίνη και έβαλαν φωτιά. Πολλοί κάηκαν ζωντανοί και όσοι βρίσκονταν στα ορύγματα πέθαναν από ασφυξία. Οι εργάτες αντιστάθηκαν μέχρι τέλους, ώσπου τους τελείωσαν τα πυρομαχικά. Την παραμονή της Σφαγής ένας συγχωριανός του Λούη Τίκα, με τον οποίο είχαν φύγει μαζί από τα Λούτρα Ρεθύμνου, του είχε πει:
«Πάμε να φύγουμε τώρα, να δουλέψουμε σε άλλη Πολιτεία».
Ο Τίκας του απάντησε:
«Εσύ φύγε, εγώ πρέπει να μείνω να συνεχίσω αυτό που ξεκίνησα».