Πολύ ενδιαφέρον παρουσίασε πρόσφατη συνέντευξη του Έλληνα καθηγητής από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ κ. Ιωάννη Ιωαννίδη στον τηλεοπτικό σταθμό ΟΡΕΝ.
Ο κ. Ιωαννίδης εδωσε μεταξύ άλλων βαρύτητα στο γεγονός της κρισιμότητας των συστημάτων υγείας σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι ειδικές συνθήκες που προϋπήρχαν της επιδημίας μετατρέπουν κάποιες περιοχές σε ευάλωτος στην επιδημία. Σημείωσε χαρακτηριστικά ότι στη Νέα Υόρκη η πλειοψηφία των κρουσμάτων και των θανάτων καταγράφονται σε φτωχές και υποβαθμισμένες περιοχές όπως το Κουίνς όπου “έχουν πληθυσμούς που είναι πολύ ευάλωτοι, παραμελλημένοι, ένα μεγάλο μέρος είναι ανασφάλιστοι, έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας που δεν αντιμετωπίζονται”.
Ο κ. Ιωαννίδης αρνήθηκε ότι τάχθηκε ενάντια στη λήψη των περιοριστικών μέτρων που αποφασίστηκαν αρχικά αλλά τόνισε ότι πλέον υπάρχουν τα στοιχεία ώστε να γίνουν στοχευμένες κινήσεις απεγκλωβισμού. Είπε ότι “γνωρίζουμε που παίζεται ο πόλεμος άρα λοιπόν πρέπει να προστατεύσουμε σαφώς τα νοσοκομεία και τους οίκους ευγηρίας, να ελέγξουμε όλο το προσωπικό με τεστ, να βεβαιωθούμε ότι δεν είναι θετικοί. Αν δεν το κάνουμε αυτό θα χαθεί η μάχη”.
Σημείωσε πάντως ότι είναι υπέρ της σταδιακής άρσης και χαλάρωσης μόνο εφόσον υπάρχουν τα απαραίτητα δεδομένα τα οποία θα πρέπει να παρακολουθούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα της επιδημιολογικής επιτήρησης “ώστε να ξέρουμε τι έχουμε κάνει κάθε φορά που αποσύρουμε κάποια από τα μέτρα”.
Τέτοια δεδομένα στην περίπτωση της Ελλάδας δεν υπάρχουν αφού δεν πραγματοποιούνται τεστ σε ευρεία κλίμακα.
Πιο αναλυτικά, σε μια πρώτη ερώτηση σχετικά με το αν εξακολουθεί να πιστεύει ότι δεν ήταν αναγκαία αυτά τα μέτρα είπε:
“Το άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 17 Μαρτίου και ένα αντίστοιχο εκείνων των ημερών δεν έλεγε ότι τα μέτρα δεν είναι αναγκαία, αυτό που αμφισβήτησε είναι ότι τα μέτρα λαμβάνονται χωρίς να έχουμε δεδομένα και επιδημιολογική εικόνα για την εξέλιξη της επιδημίας.
Όταν δεν γνωρίζεις τι συμβαίνει, πόσο θανατηφόρο είναι, πόσο γρήγορα εξελίσσεται, το να κλείσεις τα πάντα δεν είναι λάθος κίνηση, το λάθος είναι να μην κάνεις αμέσως μετά τη λήψη δεδομένων που θα σου απαντήσουν σε αυτά τα ζωτικά ερωτήματα που θα σε βοηθήσουν να απαντήσεις για πόσο θα συνεχίσεις να χρησιμοποιήσεις αυτά τα μέτρα και πώς τελικά θα βγεις από αυτή τη πολύ δυσχερή κατάσταση” δήλωσε ο καθηγητής επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ Γιάννης Ιωαννίδης.
“Μέσα σε αυτόν τον μήνα έχουμε πλέον αξιόπιστες απαντήσεις. Για παράδειγμα έχουμε καλή απάντηση για το πόσο συχνή είναι η λοίμωξη. Σήμερα ξέρουμε ότι είναι πολύ πιο συχνή από ότι νομίζαμε στην αρχή” τόνισε.
“Ένα ικανό ποσοστό του πληθυσμού έχει μολυνθεί, η μεγάλη πλειοψηφία από αυτούς τους ανθρώπους δεν το έχουν πάρει είδηση, είναι ασυμπτωματικοί ή με ήπια συμπτώματα” συμπλήρωσε.
Σε ερώτηση αν τελικά χρειαζόταν να παρθούν πολύ σκληρά μέτρα, ο κ. Ιωαννίδης είπε:
“Αυτό δεν έχει αποδειχτεί ακόμα. Θα πρέπει να περιμένουμε την ωρίμανση των επιδημικών κυμάτων και μετά να συγκρίνουμε τι έγινε σε διαφορετικές χώρες, με διαφορετικά μέτρα και με διαφορετική διαδοχή αυτών των μέτρων. Σε καμία περίπτωση δεν είναι εύκολο να συγκρίνουμε διαφορετικές χώρες οι οποίες έχουν τεράστιες διαφορές. Η Νέα Υόρκη και η Καλιφόρνια έχουν χαώδης διαφορές”
“Αυτό που έχουμε παρατηρήσει είναι ότι το κρίσιμο είναι να μη χαθεί ο έλεγχος και μην κατακλυστούν τα νοσοκομεία με περιστατικά. Οδηγούμαστε έτσι σε ένα μολυσμένο νοσοκομειακό περιβάλλον και κατά συνέπεια σε νοσοκομειακή λοίμωξη. Σε αυτή την περίπτωση ο πόλεμος μεταφέρεται στο χειρότερο μέρος που μπορεί να μεταφερθεί, δηλαδή, στα νοσοκομεία, όπως και οι οίκοι ευγηρίας. Αυτά είναι τα μέρη όπου ο ιός αυτός, επειδή προσβάλει και σκοτώνει ανθρώπους μεγάλης ηλικίας και με σοβαρά νοσήματα, αν μεταφερθεί εκεί ο πόλεμος χάνεται.
Στην Ιταλία δεχθήκανε ένα κύμα από έναν νέο ιό. Θέλανε να δούνε τι γίνεται, βάλανε πολλά περιστατικά στα νοσοκομεία τους. Τα νοσοκομεία τους ακόμη και σε μία συνηθισμένη περίοδο τον χειμώνα είναι σχεδόν σε 100% κάλυψη. Σύντομα μολύνθηκε το περιβάλλον, μολύνθηκαν οι γιατροί και οι νοσηλευτές, αυτοί με τη σειρά τους μολύναν άλλους ασθενείς. Χάθηκε ο έλεγχος… όταν χαθεί ο έλεγχος, η πιθανότητα θανάτου, η θνητότητα μπορεί να αυξηθεί έως και πέντε φορές. Αυτό έγινε και στη Νέα Υόρκη. Στη Νέα Υόρκη στις περιοχές του Κουινς ή άλλες που δέχθηκαν ισχυρά πλήγματα, είναι περιοχές που τις λέμε πολέμου ακόμη και το καλοκαίρι. Έχουν πληθυσμούς που είναι πολύ ευάλωτοι, παραμελλημένοι, ένα μεγάλο μέρος είναι ανασφάλιστοι, έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας που δεν αντιμετωπίζονται” υπογράμμισε.
Σε ερώτηση αν είναι σώφρων όταν δεν ξέρεις κάτι να προετοιμαστείς για το χειρότερο ο κ. Ιωαννίδης είπε:
“Φυσικά, αυτό ποτέ δεν το αμφισβήτησα. Τις πληροφορίες όμως αυτές τις έχουμε συλλέξει τώρα. Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά πόσο συχνή είναι η λοίμωξη, ποια είναι η πιθανότητα να πεθάνει κάποιος, ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο ώστε να λάβουμε μέτρα ακόμη και δρακόντεια για να προστατεύσουμε αυτούς τους ανθρώπους στοχευμένα, γνωρίζουμε που παίζεται ο πόλεμος άρα λοιπόν πρέπει να προστατεύσουμε σαφώς τα νοσοκομεία και τους οίκους ευγηρίας, να ελέγξουμε όλο το προσωπικό με τεστ, να βεβαιωθούμε ότι δεν είναι θετικοί. Αν δεν το κάνουμε αυτό θα χαθεί η μάχη”
Ερωτηθείς για τον αριθμό των ανθρώπων που έχουν νοσήσει χωρίς να το καταλάβουν στην Ελλάδα και αν έχει κάποια εικόνα απάντησε ότι:
“Το πιο πιθανό είναι ότι μιλάμε για 100.000-200.000 ανθρώπους. Μπορεί να είναι και μεγαλύτερος, οι περισσότεροι δεν έχουν συμπτώματα ή έχουν ελάχιστα. Αυτό το λέω με επιφύλαξη μέχρι να γίνει μια αντίστοιχη μελέτη και στην Ελλάδα, απλώς προσπαθούμε να πάρουμε τα αποτελέσματα της Καλιφόρνιας και να πούμε κατά αναλογία αυτό είναι που περιμένουμε στην Ελλάδα. Καταλαβαίνετε, χρειαζόμαστε τα δεδομένα της Ελλάδας” σημείωσε.
Σε ερώτηση αν εφόσον η διασπορά του είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που έχει καταγραφεί, είναι σώφρων και ασφαλής η απόπειρα επιστροφής στην κανονικότητα, άρσης των περιοριστικών μέτρων ο κ. Ιωαννίδης είπε:
Είμαι υπέρ της σταδιακής άρσης και χαλάρωσης εφόσον έχουμε δεδομένα τα οποία παρακολουθούμε σε τακτά χρονικά διαστήματα με συνεχή ανατροφοδότηση της επιδημιολογικής επιτήρησης ώστε να ξέρουμε τι έχουμε κάνει κάθε φορά που αποσύρουμε κάποια από τα μέτρα. Δε μπορεί κανένας να μας εγγυηθεί ότι αν χαλαρώσουμε δε θα έχουμε μία νέα έξαρση. Πώς θα το μάθουμε. Θα πρέπει να έχουμε αυτά τα δεδομένα να συλλέγονται σε τακτά χρονικά διαστήματα ώστε να ξέρουμε ποια είναι η ενεργότητα του επιδημικού κύματος και αν διατηρούμε ακόμη τον έλεγχο”
Όπως διαπίστωσε η δημοσιογράφος τέτοια στοχεία στην Ελλάδα, δεν έχουμε.