Αφού μας συγκίνησε μέχρι δακρύων ανακαλύπτοντας το μυθικό και αρχαίο πρόσωπο της Ελευσίνας πίσω από το βαρύ βιομηχανικό της παρόν, ο Φίλιππος Κουτσαφτής «μετακόμισε» επί χρόνια στην Αρκαδία, και κυρίως στην Τεγέα με τον περίφημο, τουλάχιστον για μας τους Πελοποννήσιους, ναό της Αλέας Αθηνάς.
Στο ερώτημα «Γιατί ειδικά η Αρκαδία;» επιμένει να γράψουμε ότι το ντοκιμαντέρ ήταν μια ανάθεση. Από το «καταπληκτικό» και «γενναιόδωρο» Κοινωφελές Ιδρυμα Μ. Ν. Στασινόπουλος-Βιοχάλκο, που κάνει, είναι γνωστό, σοβαρή δουλειά στην περιοχή – έχει χρηματοδοτήσει και ανασκαφές στην Τεγέα. «Είχα κάνει, βέβαια, κι εγώ μια πρόταση. Είδαν την υπόλοιπη δουλειά μου, με ενέκριναν και πήραν την υπόθεση πολύ ζεστά. Την Κυριακή το απόγευμα στην “Ααβόρα” μια κυρία της οικογένειας Στασινοπούλου, που είναι η ψυχή σήμερα του Ιδρύματος, καθόταν στην ουρά για εισιτήριο μαζί με φίλη της. Το φαντάζεστε;»
Κι αν έχει υμνηθεί και περάσει στην τέχνη και στο συλλογικό μας υποσυνείδητο η Αρκαδία και οι άνθρωποί της! To «Et in Arcadia ego» το ‘χουμε ψιλοπεί όλοι μας. Πώς κατάφερε ο Φίλιππος Κουτσαφτής να αναμετρηθεί με τα κλισέ και να τα αχρηστεύσει; Ο τρόπος του, όπως λέει, είναι «να μην ξεχωρίζει το χθες από το σήμερα».
Ο ίδιος, πάντως, αυτή τη μανία έχει, κι ας προσπαθεί να την παρουσιάσει ως απλή, καθημερινή υπόθεση. Προσπαθώ να τον φανταστώ, ας πούμε, επί το έργον για την επόμενη ταινία του, επίσης γύρω από έναν αρχαιολογικό τόπο, επίσης με ιδιώτες χορηγούς. «Πηγαίνω πολλά χρόνια και κάνω γυρίσματα στο καταπληκτικό μινωικό ανάκτορο της Ζάκρου, στην Κρήτη.
Για τον Φίλιππο Κουτσαφτή τα πράγματα είναι απλά: «Είμαστε το παρελθόν μας, η μνήμη είναι η περιουσία μας». Κι όμως στην Ελλάδα η αρχαία μας κληρονομιά έχει λειτουργήσει και σαν βάρος. Ακόμα και οι εγκαταλελειμμένοι, αφύλακτοι λόγω έλλειψης χρημάτων αρχαιολογικοί χώροι έχουν σπρώξει στο περιθώριο της κρατικής μέριμνας τις σύγχρονες τέχνες, στις οποίες και ο ίδιος ανήκει.
«Δεν λείπουν χρήματα, όραμα δεν υπάρχει. Πέρασαν πολλά χρήματα τα τελευταία χρόνια από την Ελλάδα, γνωστά πράγματα, αλλά δεν πήγαν για την παιδεία των ανθρώπων, μόνο στην κατανάλωση. Ενας λαός που έχει παιδεία αγκαλιάζει τα αρχαία, τα θεωρεί κομμάτι της ζωής του», λέει.
Ναι, αλλά πρέπει να βοηθάνε σ’ αυτό και οι αρχαιολόγοι. Μόλις τα τελευταία χρόνια ξεκίνησε, χάρη σε μερικούς φωτισμένους ανθρώπους, το κίνημα να ενταχθούν οι αρχαιολογικοί τόποι στη ζωή των κοινοτήτων, να μην ειναι μουσειακοί και νεκροί, αλλά ζωντανοί και οικείοι. Συμφωνεί. «Προφανώς και είμαι ολόψυχα με κάθε προσπάθεια ανοίγματος των αρχαίων στην κοινωνία, παρακολουθώ τι κάνει, για παράδειγμα, ο Πέτρος Θέμελης στην αρχαία Μεσσήνη και θαυμάζω τα αποτελέσματα».
Για την ώρα έχει το μυαλό του στην πορεία της ταινίας του και ετοιμάζεται να τη βγάλει και στην Τρίπολη (είναι λογικό οι ίδιοι οι Αρκάδες να την δουν και να την αγαπήσουν). Στο μεταξύ, μόλις την Κυριακή, το «Αρκαδία, χαίρε» κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας στο 9ο Φεστιβάλ Ελληνικού Ντοκιμαντέρ Χαλκίδας για να το προσθέσει στο βραβείο της FIPRESCI (Διεθνούς Ενωσης Κριτικών Κινηματογράφου) για την καλύτερη ελληνική ταινία στο 18o Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, τον περασμένο Μάρτιο.
Info:
Προβάλλεται στις αίθουσες «Ααβόρα» και Ταινιοθήκη της Ελλάδας. Κείμενα/φωτογραφία/σκηνοθεσία: Φίλιππος Κουτσαφτής. Μοντάζ εικόνας και ήχου: Ιωάννα Σπηλιοπούλου. Μουσική: Κωνσταντίνος Βήτα. Κάμερα: Νικόλας Καρανικόλας, Σταμάτης Κούρος.