Γράφει ο Δρ. Γιάννης Θ. Πολυράκης
Γεωπόνος – Συγγραφέας
Νοέμβρης μήνας… Λυκόφως με χιονόνερο στο μικρό βοσκοχώρι, στις παρυφές του γειτονικού ορεινού όγκου. Οι ριπές του παγωμένου βοριά διαπερνούσαν τις θυρίδες στις καμινάδες του χωριού και γινόταν βαθύ βουητό και στεναγμός στο κοντινό δάσος…
….Ξάφνου, ακούστηκε ο πυροβολισμός που έσπασε τη σιγαλιά του βουκολικού τοπίου. Ο πατέρας του μικρού Γιάννη, ταράχτηκε. Μόλις είχε επιστρέψει από την καθιερωμένη εβδομαδιαία επίσκεψη στο διπλανό κεφαλοχώρι, για να φορτώσει στο γαϊδουράκι τις προμήθειες της οικογένειας κι επιχειρούσε να ψήσει μια ρέγγα στα κάρβουνα. Πετάχτηκε όρθιος, αλαφιασμένος… Ξοπίσω του κι ο μικρός, έτρεχε ξυπόλητος αθόρυβα πίσω από τον πατέρα, που μέσα στη σύγχισή του δεν αντελήφτηκε τον μικρό γιο του, που τον ακολουθούσε. `Ετρεξαν κατά το σπίτι που ακούστηκε ο πυροβολισμός ενώ ταυτόχρονα ακούγονταν σπαρακτικές γυναικείες κραυγές….
Συνάχτηκε όλο το χωριό… Τι είχε γίνει; « Ο Σήφης είχε αυτοκτονήσει!…» Ταράχτηκε το χωριό στην είδηση που κυκλοφόρησε αστραπιαία από σπίτι σε σπίτι…
Ο Σήφης! Γιος της κυρά-Γιώργαινας, της χήρας. Ζωηρός, άστατος, καβγατζής ετούτος, δεν άφηνε πέτρα πάνω στην πέτρα. Αυτά, όταν ήταν μικρός. Μα σαν ενηλικιώθηκε, ζώστηκε τ’άρματα: Ένα παλιό περίστροφο δηλαδή κι ένα μαχαίρι μαυρομάνικο. Ήθελε να το παίζει «ντελικανής» κι ας ήταν λίγο πιο πάνω από ενάμιση μέτρο. `Οσο μπόι όμως του έλειπε, τόση κακία είχε αυτό το κορμί. Πού την εύρισκε αλήθεια; Ο Θεός και η ψυχή του, το ξέρανε. Καβγατζής, ζωοκλέφτης, έτοιμος κάθε στιγμή να τραβήξει τ’ άρματα. Οι χωριανοί δεν τον έπαιρναν στα σοβαρά, έτσι για να μη συμβεί κανένα κακό…
…Πράγματι, ο Σήφης κειτόταν καταγής μέσα σε μια λίμνη αίματος που ξεκινούσε από τον κρόταφο, εκεί όπου είχε δεχτεί τη βολίδα του περιστρόφου, το οποίο βρισκόταν δίπλα στον πληγωμένο. Η μάνα τραβούσε τα μαλλιά της και μοιρολογιόταν το μοναχοπαίδι… Οι άντρες του χωριού, σαν διαπίστωσαν πως το παλικάρι ήταν ζωντανό αν και βαριά λαβωμένο, έκαναν ένα πρόχειρο συμβούλιο και αποφάσισαν να μεταφέρουν άμεσα το Σήφη ως το κοντινότερο κεφαλοχώρι, από όπου θα τον παραλάμβανε κάποιο αυτοκίνητο για την πολιτεία. Απόφαση δύσκολη και παράτολμη, καθώς θα έπρεπε το αυτοσχέδιο φορείο να περάσει δυο φαράγγια πεζοπορώντας, σε μια πορεία που διήρκεσε (όπως διηγιόταν αργότερα ο πατέρας του μικρού Γιάννη), περί τις δέκα ώρες, μέσα στη νύχτα, στο καταχείμωνο…
…Ξεκίνησε η πομπή…Μπροστά οι άνδρες με τον λαβωμένο στο φορείο, πίσω οι εφεδρικοί άνδρες για να ξεκουράζουν τους πρώτους. Από απόσταση ακολουθούσε η μάνα. Βαριαναστέναζε, βογκούσε, ούρλιαζε στιγμές-στιγμές αλλά κανείς δεν της έδινε σημασία. «…Μάνα είναι!…» σκέφτονταν…Εν τέλει, έφτασαν τις πρωινές ώρες στο κεφαλοχώρι όπου περίμενε το αυτοκίνητο, το οποίο παρέλαβε τον τραυματία με τη συνοδό μάνα του και τον μετέφερε στο Νοσοκομείο της μεγαλούπολης….
…Πέρασαν μέρες…Ο τραυματίας πήγαινε από το κακό, στο καλύτερο. Δίπλα η μάνα να βαριανασαίνει, να βογκάει, να ουρλιάζει στιγμές – στιγμές. Κανείς δεν της έδινε σημασία. «…Μάνα είναι!…» σκέφτονταν όσοι την άκουγαν και ταυτόχρονα θαύμαζαν την αντοχή της να βρίσκεται μερόνυχτα στο προσκέφαλο του λαβωμένου παλικαριού της, χωρίς να δέχεται ούτε νερό…
…Πίσω στο χωριό, οι χωροφύλακες τέλειωναν την τυπική διαδικασία της ανάκρισης. Συμπέρασμα: απόπειρα αυτοκτονίας για ενδοοικογενειακούς λόγους. Κανείς δεν έψαξε την αιτία, καθώς ήταν συνηθισμένοι οι καβγάδες στο φτωχόσπιτο. Τότε όμως, βρέθηκε το μαυρομάνικο μαχαίρι του αυτόχειρα, το οποίο όπως αποδείχτηκε είχε φυλάξει επιμελώς η μάνα. Ήταν όμως, βουτηγμένο στο αίμα. Αίμα ξηρό, αλλά άφθονο. Αίμα τίνος;
Άρχισαν κανονικές ανακρίσεις οι χωροφύλακες. Δεν άρχισαν να φτάσουν στο συμπέρασμα: Για να αποπειραθεί αυτοκτονία ο νέος, κάτι σοβαρό θα είχε συμβεί. Κάποιον είχε μαχαιρώσει. Και καθώς κανείς από το χωριό δεν ήταν λαβωμένος, η ανατριχιαστική υποψία εστιάστηκε, πού αλλού; Στη μάνα! Ο συνειρμός, λογικός: Για κάποια αιτία, είχε μαχαιρώσει την ίδια του τη μάνα σε κάποια ανεξέλεγκτη έκρηξη του συνήθως θολωμένου μυαλού του, και θεωρώντας την νεκρή, αποφάσισε να δώσει τέρμα στη ζωή του από ισχυρές ενοχές και τύψεις, …
…Έστειλε σήμα ο Ενωματάρχης, στη Χωροφυλακή της πόλης… Δεν δυσκολεύτηκε εκείνη να αποκαλύψει την αλήθεια, καθώς, φτάνοντας στο Νοσοκομείο και γδύνοντας με το ζόρι τη μάνα, αποκάλυψε δυο βαθιές μαχαιριές στην κοιλιά της, καλυμμένες από πηχτό ξεραμένο αίμα και πύο, από τη μόλυνση που είχε επακολουθήσει. Τότε διαπίστωσαν οι γιατροί ότι η μάνα ψηνόταν και στον πυρετό! Την ξάπλωσαν με το ζόρι σ’ ένα κρεβάτι και άρχισε η δική της θεραπεία…
….Σε λίγο καιρό, μάνα και γιος επέστρεψαν στο χωριό, θεραπευμένοι…
…«Αυτή είναι, η μάνα! Αυτό είναι το μεγαλείο της! Λαβωμένη βαριά η ίδια, έκρυψε τους πόνους της, έκρυψε το γεγονός από τους χωριανούς (για να μη κατηγορήσει το μοναχογιό της), πεζοπόρησε αιμορραγώντας για δέκα ώρες και έμεινε άυπνη και νηστική για μέρες στο προσκέφαλο του σπλάχνου και φονιά της!…Μάνα!…» σκέφτεται ακόμη και σήμερα ο ασπρομάλλης πλέον Γιάννης, ο μικρός που βίωσε το τραγικό εκείνο γεγονός στον πέτρινο οικότοπό του, στα πέτρινα χρόνια της δεκαετίας του 1950….
Την Κυριακή διεξάγονται οι εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάδειξη νέου προέδρου, σε μια…
Πέρασαν μόλις δύο χρόνια, από τη μοιραία εκείνη νύχτα όπου ένας ασυνείδητος οδηγός που έτρεχε…
Ο συνδυασμός του Αντώνη Ροκάκη σημείωσε σαρωτική νίκη στις εκλογές του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου…
Πληθαίνουν τα δημοσιεύματα καθημερινά για το σχεδιασμό του Υπουργείου Μετανάστευσης να δημιουργηθούν στην Κρήτη, δομές…
Απαντήσεις για το κύμα γαστρεντερίτιδας στα Χανιά τον περασμένο Οκτώβριο αναζητά ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας, ζητώντας…
Συνεχίζονται οι δράσεις του Δήμου Χανίων και της ΔΕΔΙΣΑ Α.Ε. (ΟΤΑ) στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής…
This website uses cookies.