Επιμέλεια: Στρατής Παπαμανουσάκης
ΚΑΙΣΑΡ ΜΠΕΚΚΑΡΙΑ – CESARE BONESANA BECCARIA
(Μιλάνο 1738 – Φλωρεντία 1794)
Περίφημος ιταλός νομικός, φιλόσοφος και οικονομολόγος, καθηγητής στην Ακαδημία του Μιλάνου. Επηρεασμένος από τις ανθρωπιστικές αρχές του γαλλικού διαφωτισμού, προβληματίστηκε στο ζήτημα του θανάτου, των βασανιστηρίων και των εγκλημάτων και καταδικάζοντας το δίκαιο της ανταποδόσεως, την αδικία και την σκληρότητα των ποινών, προέβαλε τη θεωρία της βελτιωτικής ανθρωπιστικής ποινής. Στο οικονομικό του έργο αναλύει τη σχέση κεφαλαίου και εργασίας, βάσει των γαλλικών οικονομικών και εγκυκλο-παιδικών σπουδών. Το έργο του Μπεκκαρία επέδρασε ουσιαστικά στη μεταρρύθμιση της ποινικής νομοθεσίας και ο ίδιος κρίθηκε ευεργέτης της ανθρωπότητας και υπερασπιστής των δυστυχών θυμάτων της άγριας δικαιοσύνης. Είναι χαρακτηριστικό ότι το σχετικό βιβλίο του καταχωρήθηκε από την Μεγάλη Αικατερίνη στους Κώδικες του ρωσικού κράτους.
Έργα: Εκ της νομισματικής αταξίας του κράτους του Μιλάνου (1762), Περί Αδικημάτων και ποινών (1764), Περί ύφους (1771), Στοιχεία πολιτικής οικονομίας (1804).
Βιβλιογραφία: John Roberts, Enlightened despotism in Italy, 1960, Marc. Maestro, Cesare Beccaria and the origins of penal reform, 1973, Jean Coreski, Capital punishment, Criminal law and social evolultion, 1983, Encyclopedia Britannica, Εγκυκλοπαιδεία Πάπυρος – Λαρούς, Βικιπαίδεια.
ΚΕΙΜΕΝΑ: ΜΠΕΚΚΑΡΙΑ, ΠΕΡΙ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΝΩΝ (ΚΕΦ. ΙΙ-V)
** ** **
Όπως λέμε ότι πριν από το κράτος δεν υπάρχει δίκαιο, το ίδιο μπορούμε να πούμε ότι και μετά το κράτος δεν θα υπάρχει δίκαιο. Το ζήτημα εντοπίστηκε στον τρόπο της εξαφάνισης του κράτους και του δικαίου. Ήδη από το 1844 ο Μαρξ αναφαίρεται στην εξαφάνιση του πολιτικού κράτους στην γνήσια δημοκρατία». Σε μια αυθεντική δημοκρατούμενη κοινωνία αίρεται η ανάγκη συντήρησης ενός μηχανισμού υπερκείμενου της κοινωνίας για να εκφράζει ως θεσμός την ενότητά της, διατηρώντας την κοινωνική αλλοτρίωση (Κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας του κράτους και του δικαίου). Για τον αναρχισμό μπαίνει το θέμα της κατάργησης του κράτους, για τον σοσιαλισμό το θέμα του μαρασμού του κράτους.
Το κράτος το παίρνομε βέβαια σαν αποτέλεσμα του αδιάλλακτου ταξικού ανταγωνισμού. Όργανο για την εκμετάλλευση των καταπιεσμένων τάξεων. Όμως σ’ ένα στάδιο οικονομικής εξέλιξης, η ύπαρξη των τάξεων, όχι μόνο δεν θα ‘ναι αναγκαία, αλλά θα γίνεται και εμπόδιο στην παραγωγή. Τότε φυσικά οι τάξεις όπως γεννήθηκαν μοιραία στο παρελθόν, έτσι μοιραία θα εξαφανισθούν και στο μέλλον. Και μαζί με τις τάξεις εξαφανίζεται και το κράτος και το δίκαιο.
Όταν το κράτος γίνει αντιπρόσωπος του συνόλου της κοινωνίας, όταν πάψει η αναρχία στην παραγωγή, όταν σταματήσουν οι συγκρούσεις των τάξεων δεν θα υπάρχει ανάγκη ειδικής κατασταλτικής δύναμης. Η πρώτη πράξη του νέου κράτους, η επιβολή ελέγχου στα μέσα παραγωγής εξ ονόματος της κοινωνίας είναι επίσης και η τελευταία του ανεξάρτητη πράξη σαν κράτος. Η εξουσία του κράτους θα αντικατασταθεί από τη διαχείριση των πραγμάτων και τη διεύθυνση των παραγωγικών μέσων. Το κράτος δεν θα “καταργηθεί”, θα μαραθεί μόνο του (Engels, Αντι-Ντύρινγκ). Ύστερα από τις επαναστάσεις του 1848 και του 1871 οι σοσιαλιστές πρόσβλεπαν στην προλεταριακή επανάσταση, στη δικτατορία του προλεταριάτου και στην οργάνωσή του σε κυρίαρχη τάξη, σ’ ένα μεταβατικό στάδιο ως την εξαφάνιση του κράτους. Η μετάβαση από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό είχε μια οικονομική βάση. Διέκρινε δυο φάσεις. Την κατώτερη, τον σοσιαλισμό, όπου δεν καταργείται ολότελα ο αστικός νόμος, όπου ισχύουν οι αρχές του ατελούς κομμουνισμού: “όποιος δεν δουλεύει δεν πρέπει να τρώει και σε ορισμένο ποσό εργασίας, ορισμένο ποσό προϊόντος”. Σ’ αυτή τη φάση διατηρείται ο στενός ορίζοντας του αστικού νόμου. Και την ανώτερη, τον κομμουνισμό, όπου το κράτος εξαφανίζεται ολότελα. Εκεί ισχύει η αρχή: “καθένας κατά την ικανότητά του, στον καθένα κατά τις ανάγκες του”. Σ’ αυτόν τον τέλειο κομμουνισμό ξεπέφτει κάθε μορφή κράτους, το κράτος οδηγείται σε τελειωτική εξαφάνιση.
Ωστόσο το ζήτημα αυτό έμεινε έξω από τον προβληματισμό του Πλεχάνωφ, ενώ ο Κάουτσκυ που δεν το ξεκαθάρισε, χαρακτηρίστηκε οππορτουνιστής. Ο Λένιν έδωσε την κλασική ερμηνεία λίγες μέρες πριν από τη ρωσική επανάσταση. Θα ήταν ουτοπία να υποθέσει κανείς ότι αμέσως μετά την ανατροπή του καπιταλισμού, οι άνθρωποι δεν θα χρειάζονταν κανόνες δικαίου. Λίγο καιρό όμως μετά το ζήτημα τέθηκε με ιδιαίτερη ένταση.
Στο νέο σοβιετική κράτος το δίκαιο θεωρήθηκε μέσο επίλυσης ποικίλων διενέξεων, αλλά και μέθοδος οργανωτικών και δημιουργικών λειτουργιών, παράγοντας διαμόρφωση της κομμουνιστικής συνείδησης. Το προλεταριακό δίκαιο γίνεται παλαϊκό, εκσυγχρονίζεται, ενισχύει την σοσιαλιστική νομιμότητα. Ο Πασουκάνις αναπτύσσει τη γενική θεωρία του δικαίου, προσεγγίζει τις μορφές του δικαίου με τις μορφές του εμπορεύματος και τη φιλοσοφία του δικαίου με τη φιλοσοφία της εμπορευματικής οικονομίας. Έτσι όμως αρνιόταν ότι στις προαστικές κοινωνίες μπορούσε να γίνεται λόγος για δίκαιο με την κυριολεξία του όρου. Στο συσχετισμό κράτους και δικαίου συναγόταν το συμπέρασμα ότι στη διαδικασία εξαφάνισης του δικαίου μπορούμε να έχομε ένα άμεσο πέρασμα από το αστικό δίκαιο στο μη δίκαιο, μια άμεση κατάργηση του κράτους χωρίς μεταβατική περίοδο. Η επισήμανση αυτή, που έγινε από τον Στούτσκα οδήγησε στην διόρθωση των αρχικών θέσεων του Πασουκάνις. Στη μεταβατική περίοδο μπορεί να εξαφανιστεί μόνο το αστικό δίκαιο σε εισαγωγικά, όχι το αστικό δίκαιο του αστικού κράτους, που το καταστρέφει η επανάσταση του προλεταριάτου. Ο Στούτσκα χαρακτήρισε αντεπαναστάτες όσους θέλουν να πεθάνει το κράτος “αυτή τη στιγμή της μαινόμενης ταξικής πάλης”, (μετά την επικράτηση του Στάλιν). Χρειαζόταν ένα ισχυρό προλεταριακό κράτος και αφού κανένα κράτος δεν είναι νοητό χωρίς το δίκαιό του, το σοβιετικό δίκαιο ήταν ένα γεγονός που δε χωρούσε συζήτηση. Προφανώς η σύγκρουση των δυο απόψεων κατέληξε και με την αυτοκριτική του Πασουκάνις, στην εξαφάνιση της πρώτης.
Στην κριτική ότι η συνεχής ανάπτυξη του σοσιαλιστικού δικαίου ισοδυναμεί με άρνηση των επαναστατικών παραδόσεων και αποτελεί μαρτυρία κάποιας “αστικοποίησης” της σοσιαλιστικής κοινωνίας, επαναδιατυπώνεται η άποψη της μελλοντικής προοπτικής της νίκης του κομμουνισμού, οπότε ναι μεν θα υπάρχουν υποχρεωτικοί κανόνες κομμουνιστικής συμβίωσης, αλλά χωρίς πολιτικά μέσα ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων και χωρίς κοινωνικές κυρώσεις. Η τήρηση των κοινωνικών κανόνων θα γίνει φυσική συνήθεια στην πορεία απονέκρωσης του δικαίου.
Τώρα που η προοπτική αυτή απομακρύνθηκε, το δίκαιο συνεχίζει να διατηρεί τη σημασία του. Και όσο αφορά την αναγκαιότητα του δικαίου, όταν αυτή αναφέρεται ιστορικά στην εξέλιξη της ανθρώπινης κοινότητας, τότε επιβεβαιώνεται. Όταν όμως αναφέρεται στη λογική παραδοχή του δικαίου λόγω της φύσης του ανθρώπου, αμφισβητείται. Η ανθρώπινη κοινωνία χρειάζεται το δίκαιο, όχι γιατί χωρίς αυτό θα μεταβαλόταν σε ζούγκλα, αλλά γιατί εξελίχθηκε σε ζούγκλα και με την ύπαρξη του δικαίου, ώστε να παρουσιάζεται το δίκαιο απαραίτητο.
Η εταιρεία John Deere, κορυφαίος κατασκευαστής γεωργικών μηχανημάτων, εφαρμόζει πολιτικές που περιορίζουν τους αγρότες από…
Εντός του 2025, πιθανόν κατά τους πρώτους μήνες του έτους, αναμένεται η απόφαση της αμερικανικής…
Στις 27 Ιανουαρίου 2025 στο αμφιθέατρο του Ωδείου Αθηνών θα πραγματοποιηθούν οι απονομές των βραβείων…
Εκδικάστηκε η υπόθεση της ρεθυμνιώτισας, Αγαθής Μαρκοπούλου, η οποία κατηγορούνταν για κλοπή ενός κινητού τηλεφώνου στην Κωνσταντινούπολη…
Βίαιη φραστική - και όχι μόνο - επίθεση που συνοδεύτηκε από αφαίρεση χρημάτων που προέρχονταν…
Σημαντική αλλαγή στο σκηνικό του καιρού προβλέπεται για τις επόμενες ημέρες, με την Εθνική Μετεωρολογική…
This website uses cookies.