Κατά πρώτον, αναφέρει, ένα από τα βασικά “επιτεύγματα” του δημοψηφίσματος ήταν ότι αποκαλύφθηκε ξεκάθαρα η απειλή ότι η ΕΚΤ και η Ε.Ε. θα κάνουν να καταρρεύσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και θα πετάξουν την Ελλάδα έξω από την ευρωζώνη. Παράλληλα υπογραμμίσθηκε από την ελληνική κυβέρνηση ότι δεν έχει εντολή εξόδου από το ευρώ, ότι το 61% που ψήφισε “όχι” στο δημοψήφισμα τής έδωσε σαφή εντολή “παραμονής (στην ευρωζώνη) και μάχης”.
Δεύτερον, συνεχίζει ο Μέισον, η συμφωνία δεν έχει κανένα νόημα από οικονομικής άποψης χωρίς ελάφρυνση χρέους. Και το δημοψήφισμα, σε συνδυασμό με τις πιέσεις από τις ΗΠΑ, φαίνεται ότι οδήγησε βασικές ευρωπαϊκές φωνές, ανάμεσά τους την Άγγελα Μέρκελ και τον Ντόναλντ Τουσκ, να συναινέσουν κατ’αρχήν στην ανάγκη για ανασχεδιασμό του χρέους.
Τρίτον, αναδιανέμει τα βάρη. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μπορεί να το “πουλήσει” ως ένα πολύ διαφορετικό πρόγραμμα από αυτά που είχαν σχεδιαστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Ένα παράδειγμα είναι ο εταιρικός φόρος 29%. Ωστόσο, κάνει υποχωρήσεις στις συντάξεις και το ΦΠΑ στα νησιά.
Τέταρτον, είναι έργο του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Ο Τσακαλώτος, όπως ο Μέισον επισημαίνει πως εξηγεί ήδη από τα μέσα Ιανουαρίου, ουσιαστικά είναι προσηλωμένος σε δύο πράγματα: την παραμονή στο ευρώ και τη χρήση της κυβέρνησης προκειμένου να προωθηθεί ευρείας κλίμακας εκσυγχρονισμός και κοινωνική αλλαγή. Θέλει να παραμείνει στην εξουσία – και όχι να την χάσει από μια κυβέρνηση ‘τεχνοκρατών’.
Πέμπτον, η συμφωνία έρχεται με ένα αίτημα δανείου για να πραγματοποιηθούν οι αποπληρωμές χρέους της Ελλάδας για τα επόμενα τρία χρόνια. Εάν κάποιος άλλος πληρώνει τα χρέη σου για τρία χρόνια, αυτό δημοσιονομικά είναι πολύ ευνοϊκό και επιτρέπει στην Ελλάδα να δαπανήσει χρήματα που δεν είχε.
Ο Πολ Μέισον επισημαίνει πως είναι πολύ πιθανόν η συμφωνία αυτή να προκαλέσει κάποιες παραιτήσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά με βάση αυτά που ακούει ο ίδιος, η Αριστερή Πλατφόρμα ως επί το πλείστον θα την αποδεχθεί. Αλλά το να περάσει από τη βουλή δεν είναι το πρόβλημα. Το να περάσει από την Ε.Ε. είναι το πρόβλημα, υπογραμμίζει ο Βρετανός δημοσιογράφος