Γράφει ο Βαγγέλης Πάλλας
Δημοσιογράφος I.J.F.
Ένα κοινωνικό φαινόμενο συνεχώς αυξανόμενο
Τα φαινόμενα των διακρίσεων, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας δεν συρρικνώνονται στις μοντέρνες κοινωνίες. Αντιθέτως, επανέρχονται στο προσκήνιο σε μια εποχή αυξανόμενης μετανάστευσης και πολιτισμικής ποικιλομορφίας, που επιταχύνονται λόγω της παγκοσμιοποίησης. Στην πραγματικότητα η μετανάστευση και η πολιτισμική ποικιλομορφία απασχολούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τους πάντες, επειδή η κατανόησή τους, ο τρόπος της καλύτερης αξιοποίησής τους, η συνύπαρξη και διαχείρισή τους δεν συμβαδίζουν με την ανάπτυξή τους και την πολυπλοκότητα των σχέσεων τους με άλλα ζητήματα.
Σε κάθε κοινωνία, η αποτελεσματική νομοθεσία κατά των διακρίσεων αποτελεί την θεμελιώδη προϋπόθεση για την καταπολέμηση όλων των ειδών διάκρισης, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας – είναι πρωταρχική για την προαγωγή της ισότητας και την πρόληψη των κοινωνικών και οικονομικών διακρίσεων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στην πρώτη γραμμή για την καταπολέμηση όλων των μορφών διακρίσεων.
Όλες οι μορφές διάκρισης και προκατάληψης, ανεξάρτητα αν στρέφονται κατά της νεολαίας, των ηλικιωμένων, αναπήρων, σεξουαλικών μειονοτήτων, θρησκευτικών μειονοτήτων, εθνικών μειονοτήτων ή γυναικών, μοιράζονται μια κοινή ρίζα, εκείνη της δημιουργίας στερεοτύπων. Οι εξωτερικές εκδηλώσεις των διακρίσεων μπορεί να διαφέρουν από ομάδα σε ομάδα, αλλά σε τελική ανάλυση όλες αρνούνται την ίση αξία κάθε ατόμου και αποτελούν μια παραβίαση της θεμελιώδους αρχής της ισότητας.
Σε μερικές χώρες ο ρατσισμός και άλλες μορφές προκατάληψης αποτελούν επιβαρυντικούς παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη στον καθορισμό της αυστηρότητας μιας ποινής.
Ο σεβασμός και η αποτελεσματική προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας χωρίς διακρίσεις σχετιζόμενη με την εθνική καταγωγή, τις θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις, το φύλο, την ηλικία, αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας και συνταγματικής αξίας αρχή διέπουσα το κράτος δικαίου. Εντούτοις, μολονότι το Σύνταγμα και το διεθνές συμβατικό δίκαιο διαμορφώνουν ένα προοδευτικό νομοθετικό πλαίσιο προστασίας, ζητήματα αθέμιτων διακρίσεων συχνά εμφανίζονται στην ελληνική κοινωνία. Έτσι, παρά την εμφανή βελτίωση στο νομοθετικό επίπεδο, συχνά παρατηρείται μία απόσταση μεταξύ του νομοθετικού πλαισίου και της εφαρμογής του. Το ζήτημα περιπλέκεται περαιτέρω, δεδομένου του κοινωνικού και ιστορικού υπόβαθρου που συχνά σχετίζεται με παγιωμένες αντιλήψεις που τροφοδοτούν συμπεριφορές διακρίσεων.
Η Ελλάδα, λόγω του υψηλού επιπέδου πολιτιστικής και εθνικής ομοιογένειας που παρουσιάζει, όσον αφορά την εθνική καταγωγή, τη γλώσσα και τη θρησκεία, σταδιακά έχει περιέλθει σε καθεστώς αμηχανίας και μερικής πρόκλησης. Από τη μία πλευρά, οι εθνικές πολιτικές μάλλον αποθαρρύνουν την πολιτισμική διαφοροποίηση και υιοθετούν μία «αναγκαστική ανοχή» έναντι των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Από την άλλη, η κοινή γνώμη, σημαντικό μέρος της πολιτικής ηγεσίας και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας, έχουν την πεποίθηση ότι η πρόσφατη ιστορία των Βαλκανίων, σε συνδυασμό με την εύθραυστη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας στα Βαλκάνια, αποτελούν σοβαρούς λόγους για την επιβολή περιορισμών στα δικαιώματα των μειονοτήτων. Επιπλέον, η αιφνίδια δημογραφική αλλαγή στην πληθυσμιακή ομοιογένεια, η οποία επήλθε μετά το σημαντικό μεταναστευτικό ρεύμα που δέχθηκε και η Ελλάδα τη δεκαετία του 90 από χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης, συνέδεσε την παρουσία 1.000.000 περίπου αλλοδαπών στην ελληνική επικράτεια με την οικονομική κρίση, την αύξηση της ανεργίας και της εγκληματικότητας που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια.
Μολονότι η ελληνική κοινωνία θεωρεί εαυτόν ως μη ρατσιστική και ομοιογενή κοινωνία, συχνά αντιμετωπίζει τον «διαφορετικό», ως έναν δυνατότερο ή ασθενέστερο εχθρό. Αυτή η αντίληψη, η οποία εν μέρει εξηγείται λόγω της γεωπολιτικής θέσης της Ελλάδας και της ιστορίας της, ανακλά την καχυποψία με την οποία οι έλληνες βλέπουν τους γείτονες τους, αλλά και τους «άλλους». Η αντιμετώπιση αυτή οδηγεί σε στερεότυπα που σχετίζονται κυρίως με την εθνική και θρησκευτική ταυτότητα, καθώς και σε παρανοήσεις ή λανθασμένες αντιλήψεις, οι οποίες συχνά προκαλούν ρατσιστικά ή ξενοφοβικά φαινόμενα και συμπεριφορές που συνιστούν διακρίσεις.
Έτσι, παρά την επικρατούσα στην ελληνική κοινωνία άποψη ότι η Ελλάδα είναι μία μη ρατσιστική και ανεκτική στη διαφορετικότητα κοινωνία, ρατσιστικά φαινόμενα και διακρίσεις υπάρχουν στην ελληνική επικράτεια. Το επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και τα ήθη που σχετίζονται με τα δικαιώματα αυτά στην ελληνική δημόσια ζωή, σαφώς επηρεάζονται από συλλογικές αντιλήψεις και στερεότυπα. Μολονότι δεν είναι εύκολο να εκλείψουν αυτές οι αντιλήψεις από τον δημόσιο πολιτικό διάλογο, είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι η κρατική εξουσία δεν προάγει ή υποστηρίζει εθνικές, θρησκευτικές ή άλλες διακρίσεις στην άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Υπό αυτό το πρίσμα, το νομοθετικό πλαίσιο και οι αποτελεσματικοί μηχανισμοί προστασίας μπορούν να προσλάβουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο.
Τρόμος στον πλανήτη επικρατεί μετά την κλιμάκωση στον ρωσοουκρανικό πόλεμο, καθώς η Μόσχα απάντησε στα…
Θέση εμμέσως εναντίον της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά από την Κ.Ο. της ΝΔ, χωρίς να τον κατονομάζει,…
Του Αργύρη Αργυριάδη Δικηγόρου Εδώ και λίγες ημέρες το ΠΑΣΟΚ αποτελεί την αξιωματική αντιπολίτευση της…
Στο πλαίσιο των δράσεων του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για το Κλίμα, συνεχίζονται το Σαββατοκύριακο και ολοκληρώνονται…
Ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας συναντήθηκε σήμερα 22/11, στον Περισσό,…
Την Κυριακή διεξάγονται οι εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάδειξη νέου προέδρου, σε μια…
This website uses cookies.