Xαρακτηριστικό είναι ότι ένας στους πέντε Έλληνες δήλωσε ότι τον τελευταίο χρόνο δεν μπορούσε να τραφεί ικανοποιητικά ο ίδιος ή η οικογένειά του εξαιτίας οικονομικών λόγων, ενώ παράλληλα το 34% του πληθυσμού ξοδεύει περίπου το 75% των εισοδημάτων του για την κάλυψη λογαριασμών και χρεών και το 15% ξοδεύει το σύνολο του εισοδήματός του για τους ίδιους λόγους.
Μάλιστα ποσοστό 33,13% αντιμετωπίζει αρκετές ή πολύ σοβαρές οικονομικές δυσκολίες, με αποτέλεσμα να αδυνατεί να αντεπεξέλθει σε οφειλές και λογαριασμούς.
Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από την πανελλαδική έρευνα της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), την οποία και δημοσιεύει η Ημερησία, τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του 12ου Πανελληνίου Συνεδρίου του Τομέα Οικονομικών της Υγείας της ΕΣΔΥ.
Πρόκειται για μια διαχρονική ανάλυση της αυτοαναφερόμενης κατάστασης υγείας του ελληνικού πληθυσμού με σκοπό τη διερεύνηση των επιπτώσεων των πολιτικών λιτότητας στις συμπεριφορές υγείας που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία ερευνών GPO.
Η επίδραση της οικονομικής κρίσης
Η ανασφάλεια, ο φόβος, η απογοήτευση και το άγχος είναι τα κυρίαρχα συναισθήματα που προκαλεί στο 44,6% των πολιτών η παρούσα οικονομική κατάσταση της χώρας, ποσοστό παρόμοιο με αυτό του Σεπτεμβρίου του 2015 και του Ιανουαρίου της ίδιας χρονιάς.
Περίπου το 28,8% δηλώνει ότι αδυνατεί να αντεπεξέλθει σε οφειλές και λογαριασμούς «τον περισσότερο καιρό», και ποσοστό 36,9% «μερικές φορές». Όπως σημειώνει η έρευνα, η δυσκολία πληρωμής των οφειλών αυξάνεται σημαντικά από την προηγούμενη μέτρηση του Σεπτεμβρίου 2015 με τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση στη δυσκολία ανταπόκρισης στα καθημερινά έξοδα και την εφορία.
Ακόμη, το 15% του πληθυσμού ξοδεύει το σύνολο του εισοδήματός του για την κάλυψη λογαριασμών και χρεών, ενώ το 34% ξοδεύει περίπου το 75% των εισοδημάτων του για τους ίδιους λόγους. Με αποτέλεσμα, όπως προκύπτει από τα ευρήματα της έρευνας, το 1/5 των Ελλήνων (20,4%) δήλωσε ότι τον τελευταίο χρόνο δεν μπόρεσε να τραφεί ικανοποιητικά ο ίδιος ή η οικογένειά του εξαιτίας οικονομικών λόγων. Αυτό το πρόβλημα αντιμετωπίζουν κυρίως οι γυναίκες (23,2%) και τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας (24,8%).
Ψυχική υγεία
Καλή και πολύ καλή χαρακτηρίζει την υγεία του το 68,2% των συμμετεχόντων στην έρευνα. Ποσοστό 24,1% χαρακτηρίζει μέτρια την υγεία του και «κακή» και «πολύ κακή» ποσοστό 7,7%.
Το 37,1% του συνόλου δηλώνει ότι κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα υπήρξαν ημέρες που η σωματική του υγεία δεν ήταν καλή.
Υψηλότερο του μέσου όρου εμφανίζεται το ποσοστό στις γυναίκες (40,1%), στους νέους 18-24 ετών (39,3%), στους άνω των 65 ετών (41,8%), στους έχοντες χρόνιο πρόβλημα υγείας (46,8%) και στα παχύσαρκα άτομα (43,5%).
Αυξημένο σε σχέση με τη σωματική υγεία εμφανίζεται το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι δεν ήταν καλή η ψυχική τους υγεία τον τελευταίο μήνα (53,9%). Οι γυναίκες (61%), τα άτομα ηλικίας 25-39 ετών (56,8%), οι έχοντες χρόνιο πρόβλημα υγείας (60,9%) και τα λιπόσαρκα άτομα (65,1%) είναι οι ομάδες που εμφάνισαν τα μεγαλύτερα ποσοστά προβλήματος στην ψυχική υγεία.
Καλή και πολύ καλή θεωρεί την ποιότητα ζωής του το 58,2% των ερωτώμενων. Όσον αφορά την αίσθηση απόλαυσης της ζωής τους περισσότερες αναφορές (42,6%) συγκεντρώνει η απάντηση «Μέτρια». Ένας στους 3 Έλληνες απολαμβάνει τη ζωή του, ενώ ένας στους 5 απολαμβάνει τη ζωή του «λίγο» ή «καθόλου».
fortunegreece.com