του Δημήτρη Δαμασκηνού,
φιλόλογου-ιστορικού & συγγραφέα
Εσείς
αδέλφια που πέσατε.
Οι άνθρωποι θα ξεχάσουν τ’ όνομά σας.
Μα η πατρίδα θα κρατάει το αίμα σας στις ρίζες της
για ν’ ανθίζει.
(Τάσος Λειβαδίτης, Επιτάφιο[1])
Πριν λίγες ημέρες η κ. Δόμνα Μιχαηλίδου, υφυπουργός Εργασίας στην νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, χαρακτήρισε ως “ψυχικά νοσούντες” όσους “αγιοποιούν” τους αγώνες της Αριστεράς κατά της δικτατορίας των συνταγματαρχών[2] επιχειρώντας προφανώς να τους αμαυρώσει. Μια τέτοια τοποθέτηση στοχεύει όχι μόνο στην αποενοχοποίηση όσων δεν αντιστάθηκαν στη χούντα της 21ης Απριλίου, αλλά και απαξιώνει την ανάγκη των πολιτών και των νέων να αντισταθούν σήμερα, μιας και παρουσιάζει τους δημοκρατικούς και αντιφασιστικούς αγώνες ως αποτέλεσμα κάποιας “εμμονής” χωρίς κοινωνικό υπόβαθρο.
Μ’ αυτόν τον τρόπο η “ψυχολογική” ερμηνεία γεγονότων και περιόδων, χωρίς να συνδέεται με τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά, μπορεί να μετατραπεί σε ένα αντιεπιστημονικό εργαλείο που είναι τόσο επικίνδυνο, ώστε να χωρίζει τους ανθρώπους σε “κανονικούς” και “νοσούντες”, που φυσικά για την άρχουσα τάξη είναι εκείνοι που δεν αποδέχονται την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και που θεωρούν ότι η κοινωνία αυτή μπορεί να αλλάξει.
Στον αντίποδα μιας τέτοιας κακόβουλης “αξιολόγησης” των αγωνιστών, βρίσκεται η προσπάθεια των προοδευτικών διανοουμένων και όσων επιστημόνων και ερευνητών διαπνέονται από δημοκρατικές αρχές για την καταγραφή και ανάδειξη της ιστορίας του εργατικού-λαϊκού κινήματος, για τη διάσωση της ιστορικής γνώσης και -εντέλει- τη μεταλαμπάδευσή της στις επόμενες γενιές.
Η ιστορία, άλλωστε, εν αφορά τόσο στο παρελθόν, μα απαντά κυρίως σε σημερινά ερωτήματα, Μπορεί να φωτίσει τα μονοπάτια της κοινωνικής προόδου που έχει ξανά περπατήσει ο λαός μας στο παρελθόν, όπως π.χ. την περίοδο της Κατοχής (1941-1944) με το μεγαλειώδες ΕΑΜικό κίνημα και τις περήφανες και ευγενικές μορφές των αγωνιστών του, αντρών και γυναικών, που πάλεψαν προσφέροντας ακόμα και τη ζωή τους “στ’ αλώνι του Χάρου”.
Ένας τέτοιος “ηρωικός τύπος ανθρώπου”, όπως γράφει χαρακτηριστικά η Έλλη Αλεξίου[3] υπήρξε αναμφισβήτητα η Μαρία Λιουδάκη. Ήταν η φωτισμένη δασκάλα και κορυφαία λαογράφος, που στα 53 της χρόνια έγινε μάρτυρας των αγώνων του λαού μας για λευτεριά, δημοκρατία και κοινωνική προκοπή.
Γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1894 στη Λατσίδα του Απάνω Μεραμπέλλου. Ήταν κόρη του αγρότη Γεωργίου Λιουδάκη και της Αικατερίνης, το γένος Παπαζαχαριάδη και το πρώτο από τα 8 συνολικά τους παιδιά.
Το 1914 τελείωσε με άριστα το Διδασκαλείο Ηρακλείου[4]. Έπειτα από επιτυχείς εξετάσεις φοίτησε στο Πανεπιστήμιο στην Αθήνα από το 1925 έως το 1927. Στη μετεκπαίδευση είχε δάσκαλό της το Mανόλη Tριανταφυλλίδη, που την ξεχώρισε αμέσως για τα πνευματικά της ενδιαφέροντα και την εισήγαγε στην επιστήμη της Λαογραφίας. Πήρε το πτυχίο της μετεκπαίδευσης με άριστα.
Αποφοιτώντας, ανέλαβε για δέκα χρόνια τη διεύθυνση του Παρθεναγωγείου της Ιεράπετρας (1927-1937) που στεγαζόταν στο παλιό τουρκικό σχολείο, στο Μεχτέπι. Έδωσε αγώνα για να φτιαχτεί το διδακτήριο, που βρίσκονταν σε άθλια κατάσταση, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν οι μαθήτριες και προσπάθησε να κινητοποιήσει τους γονείς, που ήταν στην πλειονότητα τους εργάτες, ψαράδες και γεωργοί. “Φροντίσετε να βρείτε τους άρχοντές σας, κινηθείτε, εργαστείτε για τα παιδιά σας” τους έλεγε. Η ίδια ξόδευε από την τσέπη της και μοιράζονταν το φαγητό της με τα πιο φτωχά παιδιά του σχολείου, όπου περνούσε όλη τη μέρα της μέχρι το βράδυ, βοηθώντας τα χωρίς αμοιβή, να ξεπεράσουν τις δυσκολίες που είχαν στη μάθηση.
Έχοντας μυηθεί από τα χρόνια της μετεκπαίδευσής της στον εκπαιδευτικό δημοτικισμό και ακολουθώντας το παράδειγμα των πρωτοπόρων δασκάλων Δημήτρη Γληνού, Μανόλη Τριανταφυλλίδη και Αλέξανδρου Δελμούζου, η Μαρία Λιουδάκη στα γραπτά, στις διαλέξεις και στη διδασκαλία της διέδιδε και υπεράσπιζε τη δημοτική, τη ζωντανή γλώσσα του λαού και όχι την στείρα, την “φτιαχτή” καθαρεύουσα, με στόχο να επικοινωνήσει με τη φτωχολογιά και τα παιδιά της συμβάλλοντας στον αγώνα για τη πνευματική τους εξύψωση. Είχε, μάλιστα, μεταφράσει το θεατρικό έργο Ηλέκτρα του Σοφοκλή σε έμμετρη δημοτική, που παρουσιάστηκε το 1929 από τις μαθήτριες του Γυμνασίου Ιεράπετρας.
Την ίδια εποχή πήρε μέρος στους συνδικαλιστικούς αγώνες, για τη βελτίωση της θέσης των δασκάλων και την παροχή μιας καλύτερης Παιδείας στα παιδιά του λαού.
“Ο άνθρωπος πρέπει να είναι μορφωμένος”, έγραφε. “Και είναι μορφωμένος εκείνος που δεν ξεχωρίζει στην κοινωνία μικρούς και μεγάλους, υψηλούς και χαμηλούς. Αυτός που δεν είναι κόλακας μπροστά στους υποτιθέμενους ανώτερους και βασανίζει τους κατώτερούς του. Μορφωμένος είναι αυτός που θέτει τον εαυτό του σε δεύτερη μοίρα για να εξυπηρετήσει τον διπλανό του. Μορφωμένος είναι ο άνθρωπος που πονεί για τη λύπη τους και χαίρει για τη χαρά τους. Μορφωμένος είναι κάτι το θεϊκό, είναι ο θεός που κατοικεί μέσα μας”[5].
Αξίζει να σημειωθεί πως σ’ όλο αυτό το διάστημα “με το μικρό της μηνιάτικο ανάθρεψε κι σπούδασε τα μικρότερα της αδέλφια… Όταν η αδελφή της, η Χαρά[8], σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο, η Μαρία επωμίστηκε κι ένα ακόμη οικονομικό βάρος. Τον αρραβωνιαστικό της Χαράς, που ήταν ο κατοπινά εθνικός ήρωας Ναπολέων Σουκατζίδης”[9].
Η Μαρία Λιουδάκη εκτός, όμως, από εκπαιδευτικός υπήρξε συγγραφέας 21 διδακτικών βιβλίων και διακεκριμένη λαογράφος που είχε εκδώσει και παιδικά έργα, όπως τις συλλογές παιδικών παραμυθιών Στης γιαγιάς τα γόνατα (Αθήνα 1932)[10], Στου παππού τα γόνατα (Ηράκλειο Κρήτης 1947)[11], Γύρω στο μαγκάλι κ.α.. Είχε, επίσης, τιμηθεί με το Α’ Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για την περίφημη συλλογή της Μαντινάδες Κρήτης. (Ηράκλειο Κρήτης 1933)[12]
Η απόσπασή της, επομένως, τον Απρίλιο του 1937 στο Λαογραφικό Αρχείο της Ακαδημίας Αθηνών ως αρμόδια (επίκουρος ταξινόμος) υπό τον Γεώργιο Μέγα ήρθε ως αναγνώριση και επιβράβευση της εξαιρετικής λαογραφικής δουλείας της.
Η άρνηση της να υπογράψει δήλωση “αποκήρυξης του κομμουνισμού” και οι διώξεις που υπέστη στη μεταξική δικτατορία
Η δικτατορία που επέβαλε ο Ι. Μεταξάς την 4η Αυγούστου του 1936 δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, μα επιβλήθηκε σε συνεργασία με τον Γεώργιο Β’ και τη σύμφωνη γνώμη και στήριξη της Μεγάλης Βρετανίας. Αμέσως μετά την επιβολή της ο δικτάτορας εξαπέλυσε άγριους διωγμούς κατά των αντιπάλων του. Τα νησιά του Αιγαίου, οι φυλακές και τα στρατόπεδα γέμισαν εξόριστους και κρατουμένους. Ιδιαίτερα και ειδικά διώχθηκαν με πρωτοφανή αγριότητα οι κομμουνιστές και οι “συνοδοιπόροι” τους, οι οποίοι απολύονταν από τις εργασίες τους, φυλακίζονταν, εκτοπίζονταν και βασανίζονταν ακόμα με επιστημονική σκληρότητα, για να αποκηρύξουν τις ιδέες τους, που είχαν ήδη τεθεί “εκτός νόμου”.
Θύμα αυτού του καθεστώτος “έκτακτης ανάγκης” υπήρξε και η Μαρία Λιουδάκη, η οποία σε ομαλές δημοκρατικές συνθήκες θα μπορούσε να ακολουθήσει μια λαμπρή ακαδημαϊκή καριέρα. Όμως τα “πιστεύω” της, η αξιοπρέπειά της και η σύνδεσή της με τον Σουκατζίδη, που φυλακισμένος δέχονταν τις επιστολές της, υπήρξαν επαρκή στοιχεία για να στοχοποιηθεί από το “αντικομμουνιστικόν, αντικοινοβουλευτικό, και ολοκληρωτικό κράτος” που επαγγελλόταν ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς. Η αλληλογραφία της, άλλωστε, με τον Ναπολέοντα Σουκατζίδη χαρακτηρίστηκε ως αδίκημα “αφορόν την ασφάλεια του κοινωνικού καθεστώτος”. Το Υπουργείο Παιδείας της ζήτησε τότε να υπογράψει “δήλωση” αποκήρυξης του κομμουνισμού και να διαλύσει τον αρραβώνα της αδελφής της, μα η Μαρία Λιουδάκη αρνήθηκε αυτόν τον εξευτελισμό της προσωπικότητάς της και δεν υπέγραψε καμία δήλωση…[13].
Ως εκ τούτου τον Αύγουστο του 1940 συστάθηκε για την περίπτωσή της Επιτροπή Ασφάλειας που στην εισήγησή της απέδιδε τις παρακάτω κατηγορίες στην ίδια για τις πράξεις και τα πιστεύω” της:
“… [Διότι] ανεμίχθη εις κομμουνιστικήν κίνησιν, ετύγχανε συνδρομητής του περιοδικού Λυτρωμός και υπεβοήθει εις την έκδοσιν και διάδοσιν κομμουνιστικών εντύπων, τον εν Ιεράπετρα διαμένοντα κομμουνιστικώς δρώντα ιδιωτικόν υπάλληλον και ήδη μνηστήρα της αδερφής της Ναπολέοντα Σουκατζίδη 2. Διότι εξηκολουθεί να τηρή αλληλογραφίαν μετά του Ναπολέοντος Σουκατζίδου με την σύλληψιν 3. Διότι αποφεύγει να προβή εις σαφή αποκήρυξιν του κομμουνισμού αν και εκλήθη να πράξη”.
Η εισήγηση κατέληγε στην πρόταση να της επιβληθεί η ποινή της εκτόπισης για ένα χρόνο στο “νησί του θανάτου”, τη Γαύδο. Στο τέλος οι Αρχές την ξανάστειλαν στην Ιεράπετρα, όχι πια ως διευθύντρια αλλά ως απλή δασκάλα. Διευθυντής, ωστόσο, στο σχολείο της ήταν εκείνο τον καιρό ένας “δάσκαλος” που ραδιουργούσε εναντίον της. Μόλις η Μαρία ανέλαβε υπηρεσία και ενώ έχει αρχίσει ο ελληνοϊταλικός πόλεμος με δική του μεσολάβηση της ασκήθηκε και πάλι πειθαρχική δίωξη εναντίον της γιατί “επιβουλεύεται το κοινωνικό καθεστώς!” Τιμωρήθηκε με την ποινή της εξάμηνης προσωρινής απόλυσης και στέρησης των μισών αποδοχών της…[15]
Έπειτα “έρχονται οι χιτλερικοί και τα πράματα ξέρομε πως εξελίχτηκαν”, επισημαίνει η Έλλη Αλεξίου. “Η δοσίλογη κυβέρνηση, που διαδέχτηκε την άλλη δοσίλογη, που το είχε σκάσει στην Αίγυπτο, φεύγοντας παράδωσε τους αγωνιστές του λαού στους επιδρομείς”[16].
Η ένταξή της στο Κ.Κ.Ε. και η αντιστασιακή της δράση στην Ιεράπετρα κατά την περίοδο της Κατοχής
Το 1941, τον καιρό που διέμενε κι εργαζόταν ως εκπαιδευτικός στο Λασίθι, όταν ήρθε ο Αντώνης Δουραχαλής, οργανωτής του Κ.Κ.Ε. από τη Βιάννο με το ψευδώνυμο “Λευτέρης”, η Μαρία Λιουδάκη εντάχθηκε στην πρώτη κομματική τριάδα του Κ.Κ.Ε. που συγκροτήθηκε στην Ιεράπετρα, ανέφερε η κ. Μαρία Κοτσυφάκη σε συνέντευξή της στον ραδιοφωνικό σταθμό Ηχώ 99,8[17].
Στη συνέχεια ανέπτυξε έντονη αντιστασιακή δράση ως μέλος του Ε.Α.Μ. στην Ιεράπετρα κατά την περίοδο της Κατοχής. αναλαμβάνοντας δράση ως συντονίστρια μαζί με την Μαρία τη Δρανδάκη[18] και τη Μαρία Αθανασάκη μέσα από την οργάνωση Ε.Α.[19] για να προσφέρει βοήθεια στους κατατρεγμένους. Η δράση της κορυφώθηκε μετά το ολοκαύτωμα της Βιάννου στην περίθαλψη και στήριξη των ορφανών και των αστέγων.
Παράλληλα με κίνδυνο της ζωής της ετοίμαζε καθημερινά δελτία ειδήσεων ακούγοντας στο σπίτι και μοδιστράδικο της Μαρίας Δρανδάκη[20] τις συμμαχικές εκπομπές από το παράνομο ραδιόφωνο και έβγαζε δελτίο σε πολλά αντίτυπα με τη συνεργασία του Κατσανεβάκη και του Λευτέρη του Φραγκάκη για την ενημέρωση του λαού.
4 Δεκεμβρίου 1947: Η φρικτή δολοφονία της Μαρίας Λιουδάκη και της Μαρίας Δρανδάκη στους “στάβλους του Μπαντουβά”, τη “Μακρόνησο” της Κρήτης
Μετά από τέσσερα χρόνια Ιταλικής στην αρχή κι έπειτα Γερμανικής Κατοχής, η Ιεράπετρα απελευθερώθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1944. Το Ε.Α.Μ. ανέλαβε να ανασυγκροτήσει την πόλη από τα ερείπια, να στηρίξει τους πονεμένους και να φροντίσει τον επισιτισμό των κατοίκων. Η Μαρία Λιουδάκη είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στα συσσίτια και τον πολιτισμό. Το σχέδιο του Ε.Α.Μ. ήταν, άλλωστε, υποδειγματικά οργανωμένο, αλλά μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας το Φεβρουάριο του 1945, διαλύθηκαν όσα είχε οργανώσει. Η κρατική τρομοκρατία έφτασε και στο Λασίθι με αιματηρά γεγονότα, συλλήψεις δημοκρατικών πολιτών και συνεχείς απαγορεύσεις[21]. Σε λίγο άρχισαν και οι εκτελέσεις[22]. Είναι η περίοδος της “ένοπλης αγάπης” σύμφωνα με την διατύπωση του Νίκου Καζαντζάκη[23], όπου και η Κρήτη έγινε θέατρο επιχειρήσεων του εμφύλιου πολέμου, αυτού του σκληρού, άγνωστου για πολλούς σήμερα πολέμου.
Η αντάρτικη δραστηριότητα βέβαια στην Κρήτη άρχισε κάπως καθυστερημένα, όταν στα τέλη του Απρίλη του 1947, στον Ταυρωνίτη των Χανίων ομάδες μαχητών του Δ.Σ.Ε. χτύπησαν σε ενέδρα τμήμα 35 χωροφυλάκων και στρατιωτών και το διέλυσαν. Την ίδια εποχή, έκανε την εμφάνισή της στην Ανατολική Κρήτη η αντάρτικη ομάδα του Γιάννη Ποδιά, παλιού καπετάνιου του Ε.Λ.Α.Σ.[24], που στις 9 Μαΐου του 1947 κατέλαβε ύστερα από επτάωρη μάχη την Ιεράπετρα σε μια συνδυασμένη ενέργεια των ανταρτών με την πολιτική οργάνωση[25]. Είχε προηγηθεί συμπλοκή με σώμα χωροφυλάκων ενισχυμένο από την ομάδα των “βενιζελικών καπεταναίων” Μανώλη και Γιάννη Μπαντουβά. Η κυβερνητική πλευρά και οι παρακρατικές ένοπλες ομάδες είχαν σημαντικές απώλειες σε νεκρούς. Ανάμεσα μάλιστα στους νεκρούς περιλαμβάνονταν και 11 Αλβανοί μπαλίστες, φασίστες δηλαδή εγκληματίες πολέμου, οπαδοί του Αχμέτ Ζώγου και παλιοί συνεργάτες των Γερμανών κατακτητών, που είχαν προσκολληθεί τότε στη χωροφυλακή[26].
Η ομάδα του Ποδιά φόρτωσε τέσσερα μουλάρια με όπλα, τρόφιμα και κουβέρτες και μαζί με τέσσερις εθελοντές που κατατάχτηκαν εθελοντικά στον Δ.Σ.Ε. αποσύρθηκε προς τις Μάλες, και στη συνέχεια στο λημέρι της, στα ορεινά του νομού χωρίς κανείς να την καταδιώξει. Τις επόμενες ημέρες βέβαια, μετά την “αποκατάσταση της τάξεως” στην πόλη συνελήφθησαν 27 πολίτες με την κατηγορία της συνέργειας και καταδικάστηκαν από το στρατοδικείο Ηρακλείου οι 13.
Όμως με πρόσχημα αυτή την επίθεση του Ποδιά οι ομάδες Μπαντουβά ανέλαβαν ρόλο εκκαθαριστών του Λασιθίου! Όπως μαρτυρεί ο γιατρός και πρώην βουλευτής της Ε.Δ.Α. Γιώργος Παπαγεωργίου, 26 Νοεμβρίου 1947 ο Μπαντουβάς και η ομάδα του συγκέντρωσε πλήθος πολιτών στην αίθουσα των δικαστηρίων της Ιεράπετρας και τους ζήτησε να αποκηρύξουν τον κομμουνισμό. Όσοι δεν το έκαναν, συνελήφθησαν. Ανάμεσα στους κρατούμενους υπήρχαν δυο γυναίκες, η Μαρία Λιουδάκη και η φίλη της Μαρία Δρανδάκη. Ο γιατρός μετά από πιέσεις Ηρακλειωτών ελευθερώθηκε, όχι όμως και οι δυο γυναίκες που είχαν… άλλη μεταχείριση. Αυτές μεταφέρθηκαν αρχικά στην Κριτσά και στη συνέχεια στη χωροφυλακή Ηρακλείου, για να καταλήξουν έπειτα στους στάβλους του Μπαντουβά, την Μακρόνησο της Κρήτης, όπου υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια, βιάσθηκαν και κατακρεουργήθηκαν στις 4 Δεκεμβρίου του 1947. Η Μαρία Δρανδάκη εκτελέστηκε με λόγχη, και η Μαρία Λιουδάκη έχασε τη ζωή της από ασφυκτικό θάνατο, κοινώς στραγγαλίστηκε. Στο τέλος οι δύο αγωνίστριες αποκεφαλίστηκαν από τους δήμιούς τους και τα σώματά τους καταπλακώθηκαν με πέτρες σε μία χαράδρα στο σημερινό χωριό Μυρτιά, που τότε λεγόταν Βαρβάροι.
Έπειτα από 6 μήνες, τα πτώματα τους, που είχαν στο μεταξύ βρεθεί σε κατάσταση αποσύνθεσης, αναγνωρίστηκαν από τις πλεξίδες στα ρούχα της Μαρίας Δρανδράκη στην ταράτσα της Νομαρχίας Ηρακλείου από τον αδελφό της, Μάρκο, και τον ξάδελφό της, Αντρέα. Στο διαμελισμένο πτώμα της λαϊκής αγωνίστριας που βρισκόταν σε προχωρημένη σήψη μέτρησαν 11 μαχαιριές. Τα πτώματα είχαν βρεθεί από έναν αγρότη στον Άγιο Σύλλα Ηρακλείου, κοντά στους στάβλους του Μπαντουβά[27].
Χαρακτηριστική είναι η εξιστόρηση-αυθεντική μαρτυρία της Κατίνας Γιαννικάκη-Ζουράρη στην Έλλη Αλεξίου για το τραγικό τέλος της Μαρίας Λιουδάκη και της Μαρίας Δρανδάκη, που την παραθέτουμε αυτούσια:
1οο. ΕΞΙΣΤΟΡΗΣΗ ΚΑΤΙΝΑΣ ΓΙΑΝΝΙΚΑΚΗ-ΖΟΥΡΑΡΗ
(Τα παρακάτω, τα αναφερόμενα στη δασκάλα Μαρία Λιουδάκη, που αποτελούνε αυθεντική μαρτυρία για το τραγικό τέλος της σπάνιας αυτής μορφής, τα υπαγορεύει η Κατίνα Γιαννικάκη-Ζουράρη, από παλιά, όταν φοιτούσε στο Διδασκαλείο του Ηρακλείου, γνωστή και φίλη μου. Δασκάλα και η ίδια και σύζυγος του μετέπειτα Γυμνασιάρχη Ιεράπετρας Ζουράρη. Η Κατίνα είχε τη Μαρία αδελφική φίλη και συνάδελφο, επί αρκετό χρόνο, στο ίδιο σχολείο της Ιεράπετρας. Μου υπαγορεύει λοιπόν η Κατίνα και εγώ γράφω.
Ηράκλειο Κρήτης, Μάης του 1963… “Εγώ ήμουν στο Ηράκλειο… Είχαμε κληρονομήσει τον κουνιάδο μου κι είχαμε εγκατασταθεί εδώ. Ο άντρας μου, Γυμνασιάρχης τότε Ιεράπετρας, παραιτήθηκε. Είχε όμως συμπληρώσει τα συντάξιμα χρόνια. Ένα απόγευμα έρχεται ο άντρας μου και μου λέει: “Συνέλαβαν τη Μαρία Λιουδάκη οι Μπαντουβάδες και την έχουν φέρει στην Ασφάλεια”… θα ήτανε άνοιξη του 1946… “μαζί με τη Μαρία Δρανδάκη, το γιατρό Γιώργο Παπαγεωργίου, και άλλους…”
Το απόγευμα αμέσως πήγαμε με τον άντρα μου να δούμε τη Μαρία. Που ήταν και φίλη μας από παλιά. Όταν μπήκαμε μέσα, εγώ κοίταζα από δω κι από κει να τις ανακαλύψω και μια στιγμή ακούω πίσω από ένα παραθυράκι:
-Κατίνα, Κατίνα, εδώ είμαι…
Ήταν η Μαρία και πίσω της η Μαρία Δρανδάκη. Εσπεύσαμε νε τις πλησιάσουμε μα δε μας επέτρεψε ο ένας χωροφύλακας. Τότε ο Γιάννης βγήκε απάνω, βρήκε τον κύριο Δραμιτινό, που ήταν διευθυντής της Αστυνομίας, τον παρακάλεσε, και μας επέτρεψε να την πλησιάσουμε από το παραθυράκι για πέντε λεπτά. Εκεί η Μαρία, μπροστά στο χωροφύλακα, μας εξέφρασε την απορία της πω την πιάσανε, ενώ τίποτα δεν είχε κάμει…
Από κείνη την ημέρα, εγώ κάθε μέρα πήγαινα στην Ασφάλεια, τους έστελνα φαγητό, τους έδωσα πιρούνια, πετσέτες… τους έπλυνα τα ρούχα τους, τους πήγαινα το δισκάκι με τα γλυκά… Ένα απόγεμα πήγα πάλι να τις δω και της βρήκα σε άλλο δωμάτιο. Στέκονταν κι οι δυο σ’ ένα δωμάτιο πιο μεγάλο. Ε πλησίασα. Ήσαν πολύ στεναχωρημένες και η Μαρία μου λέει:
-Βλέπω ύποπτες κινήσεις, και μου φαίνεται πως θα μας εκτοπίσουν…
Νόμισα πως μου είπε θα μας εκτελέσουν και της λέω ανήσυχη: Θα σας εκτελέσουν;
Όχι, καημένη, τα τι κάμαμε να μας εκτελέσουν, να μας εκτοπίσουν… Μόνο να μου πάρεις κάλτσες, σκοινί να δέσω τα πράματά μου και λίγο σαπούνι… Μόνο, Κατίνα, να μου τα στείλεις το πρωί, να δεις αν είμαστε ακόμα εδώ, για να μας στείλεις το μεσημέρι το φαΐ.
Την επαύριο το πρωί τους πήρα τα ρούχα τους, κάλτσες, από το εργοστάσιο μας καλτσοποιΐας, σαπούνι… όσα μου είχαν παραγγείλει. Και το μεσημέρι, αξέχαστα, τους έστειλα ψάρι τηγανητό με χόρτα και φρούτα. Μα η υπηρέτριά μου, η Αννούλα, δεν τις βρήκε εκεί. Ρώτησε που είναι και της είπαν ‘πανε για ανάκριση’. Ξανάστειλα την Αννούλα κατά τη μία και της είπαν πως έφυγαν. Στην Ασφάλεια κείνες τις μέρες πήγαινε και η Αμαριώτου η Σοφία. Πήγε κι εκείνη την ημέρα και δεν τις βρήκε. Ήρθε στο σπίτι μου, για να μάθει τι γίνανε. Της είπα πως η Μαρία έβλεπε ύποπτες κινήσεις και είχε την εντύπωση, πως θα τις εκτόπιζαν. Για να βεβαιωθεί αν τις εκτόπισαν, η Σοφία η Αμαριώτου πήγε στο Πρακτορείο, να διαβάσει τα ονόματα των επιβατών. Μα δε βρήκε ανάμεσα στους επιβάτες τα ονόματά τους. Κατόπιν εμάθαμε πως τις είχαν στους “Σταύλους Μπαντουβά”. Διαμέσου της γυναίκας του Χρήστου Μπαντουβά, αδελφού του Μανόλη, του αρχηγού τους, πήραν τηλέφωνο με τους Σταύλους και μίλησε η Αμαριώτου με τη Λιουδάκη. Την πρώτη μέρα το βράδι, ίσως και τη δεύτερη, τη ρώτησε η Σοφία η Αμαριώτου και η γυναίκα του Χρήστου τι θα φάνε, και η Μαρία είπε:
-Είμαστε καλά. Τα παιδιά ψήνουνε κουνουπίδι και μάλιστα αυτή τη στιγμή μου λένε μαντινάδες και γράφω.
Το ίδιο αυτό βράδι, ο κουνιάδος της Μαρίας Δρανδάκη πήγε έξω από το Ηράκλειο, στους “Σταύλους”, και τις βρήκε. Και την επαύριο τηλεφώνησε να δει τι κάνουνε οι δυο Μαρίες και δεν πήρε καμιά απάντηση. Τότε ξεκίνησε πάλι και πήγε έξω και βρήκε κλειστούς του “Σταύλους”, κι ένας απέξω, από τους αντάρτες του Μπαντουβά, που ρώτησε, του είπε: ‘Τις αφήσαμε ελεύθερες’.
Ήρθε στο Ηράκλειο να τις βρει. Πήγε στα ξενοδοχεία. Στα σπίτια, που φανταζότανε πως μπορούσε να είχαν πάει, μα δεν τις βρήκε. ‘Υστερα από πολύν καιρό κυκλοφόρησε κρυφά η φήμη ότι κείνο το ίδιο βράδι οι αντάρτες του Μπαντουβά τις πήγαν σε μια χαράδρα στους Βαρβάρους και κει τις εξετέλεσαν. Τη μεν Δρανδάκη, διότι τους έβριζε, με τη λόγχη, τη δε Λιουδάκη με πνιγμό. Κατόπιν τις αποκεφάλισαν και τις έθαψαν μέσα σε σακιά. Ειπώθηκεν, επίσης, πως τις εβίασαν προτού τις εκτελέσουν.
Η Μαρία Λιουδάκη γεννήθηκε στη Λατσίδα Μεραμβέλλου και ήταν δασκάλα στο Κάτω Χωριό επί πολλά χρόνια. Ύστερα μετά την μετεκπαίδευσή της, ήταν δασκάλα στην Ιεράπετρα. Συνυπηρετήσαμε πολλά χρόνια μαζί -λέει η Κατίνα Γιαννικάκη-Ζουράρη και βουρκώνει- ήταν συναδελφος και φίλη, γι’ αυτό και της παραστάθηκα σ’ αυτη τη φοβερή περιπέτεια. Ήταν ανώτερος άνθρωπος από παιδί. Διορίστηκε πρώτα γραμματοδιδασκάλισσα και θυσιάστηκε για την οικογένειά της. Μα και για τη φτωχολογιά ήταν φτωχομάνα…”
Ηράκλειο, Μάιος του 1963
Κατίνα Γιαννικάκη-Ζουράρη
δασκάλα [28].
“Και γιατί τη δολοφόνησαν”, αναρωτιέται η αδελφή της Χαρά Λιουδάκη, δίνοντας η ίδια στη συνέχεια την απάντηση: “Γιατί ήταν κουνιάδα του εθνικού ήρωα Ναπολέοντα Σουκατζίδη. Γιατί αλληλογραφούσε μαζί του, όσο εκείνος ζούσε, γιατί του έκανε πνευματικό μνημόσυνο. Τη δολοφόνησαν εκείνα τα “πέτρινα χρόνια”, γιατί ήταν καρφί στο μάτι τους. Τους ενοχλούσε η απέριττη σεμνότητά της, το παράδειγμά της αυταπάρνησης, κοινωνικής αλληλεγγύης, αυτοθυσίας, γιατί εκείνη ήταν “άνθρωπος””[29].
“Ο απόλυτος εξευτελισμός και εξανδραποδισμός μίας γυναίκας”, επεσήμανε στην ομιλία της στα αποκαλυπτήρια της προτομής της Μαρίας Λιουδάκη στη Λατσίδα Μεραμπέλλου η φιλολόγος, διευθύντριας του ΓΕ.Λ. Νεάπολης και προέδρος της Π.Λ.Ε.Α.Μ.[30] κ. Μαρίας Κωστάκη, “η οποία επειδή ήταν γυναίκα, αντιμετωπίστηκε μ’ αυτόν τον τρόπο. Αφού οι κατηγορίες προφανώς δε συνιστούσαν επαρκή στοιχεία προκειμένου να παραπεμφθεί ούτε καν στο Στρατοδικείο εκείνης της εποχής. Η Μαρία δεν είχε την ευκαιρία να σταθεί ευθυτενής απέναντι στο εκτελεστικό απόσπασμα για τις ιδέες της. Θρασύδειλοι άνθρωποι ενός παρακράτους που λειτουργούσε για λογαριασμό -αλίμονο- του κράτους, ενός κράτους που δε σεβάστηκε τον αγώνα και τις θυσίες του λαού του κι δεν τιμώρησε ποτέ τους δωσίλογους και τους συνεργάτες των κατακτητών, νόμιζε πως ατιμάζοντας τη γυναίκα κέρδιζε με το φόβο. Ένα κράτος του οποίου η Υπηρεσία υποκρίνεται πως αγνοεί τα συμβάντα και την απολύει στις 29 Ιουνίου 1949, δύο χρόνια δηλαδή αργότερα, ως “αδικαιολογήτως απούσα από τα καθήκοντά της από τον Νοέμβριο του 1947. Και μετά από παρέλευση ενός έτους και την προσφυγή της οικογένειάς της, τροποποιεί την απόλυσή της λόγω θανάτου στις 22-11-1950 “[31].
ΣΤΟΥ ΧΑΡΟΝΤΑ ΤΟΥΣ ΣΤΑΥΛΟΥΣ: Μικρό ελεγείο της Βικτωρίας Θεοδώρου για τη Μαρία Λιουδάκη
Η Βικτωρία Θεοδώρου, τέλος, αυτή η σπουδαία αυτή ποιήτρια της Β’ μεταπολεμικής γενιάς από η Νέα Χώρα Χανίων, συνέθεσε ένα σεμνό ελεγείο[32] για την Μαρία Λιουδάκη. Στο πρώτο από τα ποιήματα της μικρής ποιητικής σύνθεσης ΤΑ ΟΡΗ που φέρει τον τίτλο ΣΤΟΥ ΧΑΡΟΝΤΑ ΤΟΥΣ ΣΤΑΥΛΟΥΣ και περιέχεται στην ποιητική συλλογή ΑΡΕΙΟΣ ΥΠΝΟΣ[33], αποτίνει στη μάρτυρα της Αντίστασης την οφειλόμενη τιμή με μια ποιητική γραφή, ωστόσο, νικητήρια[34], αφού δεν αναμηρυκάζει την ήττα και τον θάνατο, μα κάνει λόγο για την Αντίσταση που και σήμερα είναι -ίσως με διαφορετικό περιεχόμενο- δραματικά επίκαιρη για τους νέους. Με τους στίχους της η Βικτωρία Θεοδώρου ρίχνει τους σπόρους της ιστορικής μνήμης σε γόνιμο έδαφος, για να εμπνεύσει τη νέα γενιά στους αγώνες της:
ΣΤΟΥ ΧΑΡΟΝΤΑ ΤΟΥΣ ΣΤΑΥΛΟΥΣ
Χάθηκε στα ψηλά χωριά η Μαρία
μες στο λαβύρινθο των αμπελιών
παραμύθια μαζεύοντας.
Δρόμος την έβγαλε στου Χάροντα τους στάβλους.
Ακούει βόγγους ανοιχτούς, βόγγους κλειστούς
απ’ τον επάνω ωραίο κόσμο.
Τρεις τήνε σύρανε σκοτεινοί αγγέλοι
στους δρόμους που γύρευε τραγούδια, την τραβούσαν
έξω από τις πόρτες που τη φίλεψαν
ρητά και μαντινάδες.
Λέσκα[35] του αίγαγρου,
εσύ της το ‘πες
το μοιρολόι σα μάνα
κι εφύλαξες το σκήνωμά[36] της
του μαρτυρίου της μάρτυρας.
Είναι η Μαρία τούτη η κάρα[37]
η λιανοκοκκαλάτη η νεραγδένια
κι αυτά τα οστά τα πλατιά κι αλαβάστρινα
που γούρνες γίνανε να πίνουν τα πουλιά[38];
[1] Τάσος Λειβαδίτης, Ποίηση. Τόμο Πρώτος (1950-1966), Δέκατη τρίτη έκδοση, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1985 σελ. 160.
[2] Βλ. Α[ανυπόγραφο] Ά[ρθρο], Δοξιάδης: Δίνει απαντήσεις για το μυστήριο με τις δηλώσεις της Δόμνας Μιχαηλίδου, εφημερίδα Έθνος, 12 Ιουλίου 2019.
[3] Έλλη Αλεξίου στο βιβλίο Βασιλική Δρυς. Το χρονικό της εκπαίδευσης, Μέρος Δεύτερο, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1983, σελ. 293.
[4] Αλίκη Ξένου-Βενάρδου, Μαρία Λιουδάκη. Η κληρονομιά της ανήκει στο μέλλον…, εφημερίδα Ριζοσπάστης, Κυριακή 7 Οχτώβρη 2001, σελίδα 26.
[5] Μανόλης Mιλτ. Παπαδάκης, Mαρία Λιουδάκη. H Iέρεια της Παιδείας, εκδόσεις Μορφωτική Στέγη Ιεράπετρας, 1992, σελ. 163-164.
[6] Νίκος Τράντας, Ένα αρχαιολογικό μουσείο για την Ιεράπετρα, εφημερίδα Ανατολή, 8 Ιουλίου 2017.
[7] Ε.Δ.Α.:Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά.
[8] H Mαρία ήταν το πρώτο (γεννήθηκε το 1894) και η Xαρά το τελευταίο παιδί της πολυμελούς αγροτικής οικογένειας της -με 22 χρόνια διαφορά- ενώ είχαν άλλα έξι αδέλφια.
[9].Έλλη Αλεξίου στο βιβλίο Βασιλική Δρυς.., σελ. 293.
[10] Μαρία Λιουδάκη, Στης γιαγιάς τα γόνατα, Σειρά: εκλεκτά παιδικά βιβλία, εκδόσεις Γνώσεις, Διεύθυνση: Στ. Κυπραίου, Αθήνα 1932.
[11] Μαρία Λιουδάκη, Στου παππού τα γόνατα, εικονογράφηση Λουΐζας Μοντεσάντου, εκδόσεις Νικ. Αλικιώτη & Υιοί 1947.
[12] Μαρία Λιουδάκη, Κρητικές μαντινάδες, συλλογή και ταξινόμηση Μαρίας Λιουδάκη, έκδοση λαϊκή, εκδόσεις Νικ. Αλικιώτη, Ηράκλειο Κρήτης 1933. Πιο πρόσφατη έκδοση με ελαφρώς τροποποιημένο τον τίτλο είναι η εξής: Μαρία Λιουδάκη, Μαντινάδες Κρήτης, β’ έκδοση, εκδόσεις Γνώση, Αθήνα 1971.
[13] Ελένη Μαρκάκη, ΜΑΡΙΑ ΛΙΟΥΔΑΚΗ: η φωτισμένη δασκάλα–μάρτυρας, η κορυφαία λαογράφος, ιστότοπος ΑΤΕΧΝΩΣ, 5 Δεκεμβρίου 2018.
[14] Ε.Κ.Η.: Εργατικό Κέντρο Ηρακλείου.
[15] Αλίκη Ξένου-Βενάρδου, Μαρία Λιουδάκη…, ο.π., σελίδα 26.
[16] Έλλη Αλεξίου στο βιβλίο Βασιλική Δρυς, ο.π., σελ. 293.
[17] Α[νυπόγραφο] Ά[ρθρο], Ιεράπετρα. Μνήμες για τη ζωή και τη δράση της Μαρίας Λιουδάκη και της Μαρίας Δρανδάκη, ρεπορτάζ και συνέντευξη της κ. Μαρίας Κοτσυφάκη στον ραδ. σταθμό Ηχώ 99,8,. (https://www.hxonews.gr/details.php?id=39540), 2-11-2018.
[18] Η Μαρία Δρανδάκη (1914-1947), μοδίστρα στο επάγγελμα που διέμενε στη συνοικία Κάτω Μερά της Ιεράπετρας, κοντά στο Κάστρο του Καλέ, στα χρόνια της Κατοχής είχε αναλάβει μαζί με τη Μαρία Λιουδάκη και άλλες γυναίκες την οργάνωση του γυναικείου τμήματος της Ε.Α.Μ. της Ιεράπετρας (Βλ. Α[νυπόγραφο] Ά[ρθρο], Γυναίκες στη Μάχη της Κρήτης: Οι αντάρτισσες, οι νοσοκόμες, οι αγωνίστριες που εκτελέστηκαν απ’ τους ναζί, εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης, 21/05/2019).
[19] Ε.Α.: Εθνική Αλληλεγγύη.
[20] Το σπίτι και μοδιστράδικο της Μαρίας Δρανδάκη βρισκόταν τότε στην οδό Στρατηγού Σαμουήλ, στην παραλία της Ιεράπετρας.
[21] Λευτέρης Ηλιάκης, Ο εμφύλιος πόλεμος στην Κρήτη, ο.π., σελ. 250-261.
[22] Βλ. Γιώργος Πετρόπουλος, ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 1946. Το Γ’ Ψήφισμα και οι πρώτες εκτελέσεις, εφημερίδα Ριζοσπάστης, ένθετη έκδοση: 7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ, Κυριακή 30 Ιούλη 2000, σελ. 10.
[23] “Μπήκαμε στην ανήλεη ζώνη της φλεγόμενης κι άμεσης πράξης – στη ζώνη της ένοπλης αγάπης” είχε πει υποδεχόμενος στην Αθήνα τον Πολ Ελυάρ. (Βλ. περιοδικό: Ελεύθερα Γράμματα, τχ. 46 (01/07/1946), σελ. 159. Πρβλ. την παρατήρηση του R. Beaton, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία. Ποίηση και Πεζογραφία, 1821-1992, μτφρ. Eυαγγελία Zουργού-Mαριάννα Σπανάκη, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1996, σελ. 244-246).
[24] Στο δυτικό, άλλωστε, τμήμα του νησιού είχαν ήδη αναπτυχθεί τρία ισχυρά αντάρτικα συγκροτήματα (Βλ. και Δημήτρης Δαμασκηνός, Όταν η Γέφυρα του Κλαδισού ποταμού χρησίμευε ως εμφυλιακό εκθετήριο νεκρών σωμάτων και κομμένων κεφαλών ανταρτών του ΔΣΕ, εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης, 04/03/2019).
[25] Λευτέρης Ηλιάκης, Ο εμφύλιος πόλεμος στην Κρήτη, ο.π., σελ. 279-280.
[26] Βλ. 1. Α[νυπόγραφο] Ά[ρθρο], Ο Δημοκρατικός Στρατός στην Κρήτη, εφημερίδα Ριζοσπάστης, ένθετη έκδοση: “7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ”, Κυριακή 6 Ιούλη 2008, σελ. 11 2. Α[νυπόγραφο] Ά[ρθρο], 70 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΔΣΕ. Η σκληρή αναμέτρηση στα νησιά, εφημερίδα Ριζοσπάστης, Κυριακή 21 Αυγούστου 2016, σελ. 14 & 3. Συλλογικό έργο, Η τρίχρονη εποποιία του ΔΣΕ 1946-1949, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Ιούλιος 2011.
[27] Α[νυπόγραφο] Ά[ρθρο], Πρόταση απόδοση τιμής σε μια θρυλική γυναίκα, τη Μαρία Λιουδάκη, εφημερίδα Πατρίς (Ηρακλείου Κρήτης), 7 Ιουνίου 2019.
[28] Έλλη Αλεξίου στο βιβλίο Βασιλική Δρυς, ο.π., σελ. 293-296.
[29] Χαρά Λιουδάκη, Μνήμες αγωνιστών, εφημερίδα Ριζοσπάστης, Κυριακή 22 Φλεβάρη 1998, σελίδα 40.
[30] Π.Λ.Ε.Α.Μ.: Πολιτιστική και Λαογραφική Εταιρεία Απάνω Μεραμπέλλου.
[31] Το απόσπασμα είναι απομαγνητοφώνηση της ομιλίας της κ. . Μαρίας Κωστάκη που περιέχεται στο video της εκδήλωσης στη Λατσίδα Μεραμπέλλου. [Νίκος Σγουρός, Τα αποκαλυπτήρια της προτομής της Μαρίας Λιουδάκη στη Λατσίδα (βίντεο), εφημερίδα Ανατολή, 10 Σεπτεμβρίου 2018].
[32] ελεγείο το: 1. (φιλολογία) αρχαίο ποίημα ποικίλης θεματολογίας που αποτελούνταν από στροφές δύο στίχων, ένα σε δακτυλικό εξάμετρο και ένα σε δακτυλικό πεντάμετρο και 2. (γενικότερα) καλλιτεχνικό δημιούργημα με λυρικό και θρηνητικό ύφος.
[33] “Η συλλογή Άρειος ύπνος (1983) γράφτηκε μετά την επίσκεψή μου στο γερμανικό νεκροταφείο στο Μάλεμε στα Χανιά”, είπε στη συνέντευξη της στον Βασίλη Κ. Καλαμαρά η Βικτωρία Θεοδώρου. (Βλ. Βασίλης Κ. Καλαμαράς, Μιλάει η ποιήτρια και αγωνίστρια Βικτωρία Θεοδώρου. “Η αλήθεια ζητούσε να βγει στο φως”, εφημερίδα Ελευθεροτυπία, Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011).
[34] “Ο Jean Claude Vilain, που εξέδωσε μια ανθολογία των ποιημάτων μου στα γαλλικά, αναφέρει στον πρόλογό του ότι η ποίησή μου είναι νικήτρια (poesie victorieuse), όπως δηλώνει και… τ’ όνομά μου. Θεωρώ τον εαυτό μου ευνοημένο που έζησε όλα αυτά, ξεθωριασμένα κάπως απ’ τα χρόνια. Το έργο μου είναι μια συμμετοχή στην Αντίσταση. Ανήκω στην πρώτη μεταπολεμική γενιά, αλλά δεν θεωρώ ότι είμαστε η γενιά της ήττας, όπως λένε. Νικήσαμε, αφού οι σπόροι που ρίξαμε δεν έπεσαν σε άγονο χώμα. Δείτε τον αντιστεκόμενο κόσμο σήμερα, κι έξω κι εδώ”, είπε στη συνέντευξη της στον Βασίλη Κ. Καλαμαρά η Βικτωρία Θεοδώρου. (Βλ. Βασίλης Κ. Καλαμαράς, Μιλάει η ποιήτρια και αγωνίστρια Βικτωρία Θεοδώρου. “Η αλήθεια ζητούσε να βγει στο φως”, ο.π.).
[35] λέσκα η: (κρητική διάλεκτος) στενή και απότομη ρεματιά σε ορεινή τοποθεσία ή άλλο απόκρημνο μέρος.
[36] σκήνωμα το: λείψανο αγίου.
[37] κάρα η: κεφαλή ή κρανίο ιερού λειψάνου.
[38] Βικτωρία Θεοδώρου, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Ο.Π., σελ. 231.
[39] Νίκος Σγουρός, Τα αποκαλυπτήρια της προτομής της Μαρίας Λιουδάκη στη Λατσίδα (βίντεο), ο.π..
Τα ξακουστά Ανώγεια «φιγουράρουν» στη λίστα με τα 55 Καλύτερα Τουριστικά Χωριά για το 2024, την οποία παρουσίασε…
Το Εργατ/κό Κέντρο Ν. Χανίων καλεί όλους τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους, τους ανέργους, στην 24ωρη…
Ο Νίκος Αγγελάκης, εκδότης της εφημερίδας "Αγώνας της Κρήτης", μοιράστηκε την προσωπική του εμπειρία μετά…
Την πρώτη τηλεφωνική συνομιλία τους έπειτα από σχεδόν δύο χρόνια είχαν νωρίτερα σήμερα ο Όλαφ Σολτς και…
Στο Ποδηλατοδρόμιο του Δήμου Χανίων στα Καθιανά βρέθηκε σήμερα ο Δήμαρχος Χανίων, Παναγιώτης Σημανδηράκης, με…
Συνελήφθη, χθες (14.11.2024) το απόγευμα στα Χανιά, από αστυνομικούς της Ομάδας Δίκυκλης Αστυνόμευσης του Τμήματος…
This website uses cookies.