Σε ερώτηση που του έγινε αναφορικά με τη δυνατότητα που θα έχουν οι μετανάστες με ελληνική ιθαγένεια να ψηφίσουν για πρώτη φορά σε εθνικές εκλογές, είπε: «Αυτό σίγουρα μετράει πάρα πολύ γιατί ο καθένας έχει λόγο και άποψη. Θυμάμαι όταν ήμασταν και εμείς πιτσιρίκια, έπαιρναν οι φίλοι μας ταυτότητες και τα διαβατήριά τους. Τότε εμείς στο κεφάλι μας δεν καταλαβαίναμε τι γινόταν. Πηγαίναμε και ρωτούσαμε τους γονείς μας, γιατί δεν έχουμε εμείς διαβατήριo; Γιατί δεν έχουμε ταυτότητα; Γιατί δεν μπορούμε να πάμε και εμείς ένα ταξίδι όπως οι φίλοι μας; Δεν μπορούσαν να μας εξηγήσουν κιόλας. Δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να ψηφίσουν, να βγουν να πουν την άποψη τους. Σίγουρα, είναι καταπληκτικό. Παιδιά που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα, να τους δίνεται μια ευκαιρία να είναι σαν τα άλλα τα παιδιά. Ειδικά για τους μετανάστες, χαίρομαι πάρα πολύ για αυτό».
Για το πως φαντάζεται τον εαυτό του σε 20 χρόνια του από τώρα: «Φαντάζομαι τον εαυτό μου σε ένα μεγάλο σπίτι, σε ένα μεγάλο τραπέζι περιτριγυρισμένο από πολλά παιδιά κι εγγόνια να τους διηγούμαι ιστορίες κι εμπειρίες από την καριέρα μου. Θέλω τα παιδιά μου να ξέρουν καλά ελληνικά και να μάθουν την ελληνική κουλτούρα και ιστορία. Μακάρι να έχουν την δική μου νοοτροπία, δηλαδή να είναι ταπεινά και εργατικά, αν και αυτό δεν είναι εύκολο να συμβεί, γιατί μάλλον θα μεγαλώσουν σε πολυόροφα σπίτια, με πισίνες και πολυτελή αυτοκίνητα, οπότε καταλαβαίνετε…»
Για το ξέσπασμα του μετά την ανάδειξή του σε πολυτιμότερου παίκτη στο ΝΒΑ: «Γενικά δεν κλαίω ποτέ σαν άνθρωπος! Μέχρι τότε, μου είχε συμβεί μόλις μία, όταν έφυγε ο πατέρας μου. Μάλιστα είχα βάλει στοίχημα με τα αδέλφια μου, που ήταν σίγουρα ότι θα ξεσπάσω. Όταν ακούστηκε το όνομά μου, όμως κι ανέβηκα στην σκηνή για να παραλάβω το βραβείο, είδα την χαρά ζωγραφισμένη στα πρόσωπα των δικών μου ανθρώπων και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, ήταν σαν να είδα όλη τη ζωή μου να περνάει μπροστά μου. Εκεί δεν μπόρεσε να συγκρατηθώ!»
Για το πότε κατάλαβε ότι θα γίνει καλός μπασκετμπολίστας: «Όταν κάρφωσα για πρώτη φορά πάνω από τον Θανάση! Έφυγα τρέχοντας από το γυμναστήριο του Ζωγράφου και πήγα σπίτι να το πω στον πατέρα μου, που ήμουν σίγουρος ότι δεν θα πιστέψει. Τότε κατάλαβα ότι έχω δυνατότητες.»
Γιατί άρχισε το μπάσκετ: «Πολύ απλά γιατί έπαιζε ο Θανάσης και ήταν καλός! Ο αδελφός ήταν πάντα το μεγάλο μου πρότυπο και ήθελα πάντα να του μοιάσω. Ξαφνικά σταμάτησε το ποδόσφαιρο που παίζαμε κι όχι απλά άρχισε το μπάσκετ, αλλά ξεχώριζε κιόλας. Τότε, λοιπόν, αποφάσισα να ξεκινήσω κι εγώ, πολύ απλά γιατί ήθελα να κάνω ό,τι έκανε και ο Θανάσης και να περνάμε χρόνο μαζί!»