Η κλιματική κρίση είναι μία πραγματικότητα όσο και αν υπάρχουν κάποιοι που αμφισβητούν τις αιτίες πίσω από αυτήν ή ακόμη και την ύπαρξή της. Η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια θα βρεθεί στο επίκεντρο αφού η Μεσόγειος θα είναι από τα μέρη του πλανήτη που θα επηρεαστούν πιο βαθιά από τα ακραία καιρικά φαινόμενα που γεννά η νέα συνθήκη. Ήδη φέτος βρεθήκαμε μπροστά σε συνθήκες πρωτόγνωρες. Μεγάλη σε διάρκεια καύσωνες είχαν ως συνέπεια και μέγα-πυρκαγιές ενώ πιο πρόσφατα είχαμε τις πλημμύρες της Θεσσαλίας με την καταστροφή που άφησαν πίσω τους.
Ο Δρ. Απόστολος Βουλγαράκης, Αναπληρωτής Καθηγητής του Πολυτεχνείου Κρήτης για την Κλιματική Αλλαγή – Επιπτώσεις στο Κλίμα και το Ατμοσφαιρικό Περιβάλλον και Κάτοχος Έδρας AXA για τις Πυρκαγιές και το Κλίμα, ειναι ένας επιστήμονας που τυγχάνει διεθνούς αναγνώρισης.
Διευθύνει το Εργαστήριο Ατμοσφαιρικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής του Πολυτεχνείου Κρήτης, το οποίο ειδικεύεται στη χρήση μοντέλων υψηλής πολυπλοκότητας και δορυφορικών παρατηρήσεων για την κατανόηση και την πρόβλεψη του κλίματος της Γης, της σύστασης της ατμόσφαιρας, της ποιότητας του αέρα και του ρόλου των πυρκαγιών στο γήινο σύστημα. Είναι ιδρυτής και ιδρυτικός διευθυντής του Κέντρου Leverhulme για την έρευνα πάνω στις Πυρκαγιές, το Περιβάλλον και την Κοινωνία με έδρα το Λονδίνο, με το Πολυτεχνείο Κρήτης να φέρει τον τίτλο του πρώτου επίσημα Διασυνδεδεμένου Οργανισμού του Κέντρου ενώ έχει συμμετάσχει σε μία σειρά από σημαντικές παγκόσμιες ερευνητικές προσπάθειες για τη μελέτη και την πρόβλεψη του παροντικού και μελλοντικού κλίματος, όπως στη συγγραφή κεφαλαίων των εκθέσεων της Διακυβερνητικής Επιτροπής για τη Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ. Επίσης υπήρξε επικεφαλής ομάδας επιστημόνων του κλίματος για την πρώτη Μελέτη Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής της Κύπρου.
Με αφορμή και τις επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογέςε, προχωρήσαμε σε μία συνέντευξή μαζί του στην οποία ζητήσαμε τη θέση του για μία σειρά ζητήματα. Μας εξήγησε γιατί υπάρχει κλιματική κρίση, και γιατί η Μεσόγειος βρίσκεται ήδη στο επίκεντρο των συνεπειών της.
Σημειώνει ότι οι επιστήμονες της χώρας, μεταξύ αυτών και από το Πολυτεχνείο Κρήτης συλλέγουν και παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες στην πολιτεία, αλλά όπως λέει έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε για να να έχουμε δρόμο ακόμα για να μπορέσουμε να πούμε ότι αυτή η πληροφορία αξιοποιείται από την πολιτεία όπως πρέπει.
Τονίζει με έντονο τρόπο ότι «πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η λήψη μέτρων κατά της κλιματικής υπερ-θέρμανσης (και υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος εν γένει) είναι κάτι που θα ωφελήσει τους πάντες, ξεκινώντας από τα πιο αδύναμα τμήματα της κοινωνίας, τα οποία είναι συχνά πιο ευάλωτα σε κάθε είδους φυσικές καταστροφές».
Όπως λέει:
“Για να μπορέσει η Ελλάδα και η Κρήτη του μέλλοντος να μειώσει τις ζημιές και να αποκομίσει ίσως και κάποια οφέλη (πχ από νέες καλλιέργειες θερμότερων κλιμάτων ή από επέκταση της τουριστικής περιόδου), απαιτείται στρατηγικό σχέδιο”
Διαβάστε την συνέντευξη του καθηγητή του Πολυτεχνείου Κρήτης κ. Απόστολου Βουλγαράκη:
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ανά καιρούς και στα μέσα ενημέρωσης παρουσιάζονται διαφόρου τύπου σενάρια σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης από άσχημα έως πολύ άσχημα. Αυτό το καλοκαίρι καταγράφονται οι μεγαλύτερες περιοδοι καύσωνα που έχουν καταγραφεί ποτέ. Που θεωρείται ότι βρισκόμαστε; Τι θα είχατε να πείτε σε αυτούς που αμφισβητούν την ύπαρξη κλιματικής κρίσης;
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ: Οι επιστημονικές προβλέψεις για το μέλλον του κλίματος πραγματοποιούνται με τη χρήση υπολογιστικών κλιματικών μοντέλων τελευταίας γενιάς. Τα μοντέλα αυτά έχουν αναπτυχθεί σε διάστημα δεκαετιών (ξεκινώντας περίπου από τη δεκαετία του ’70) με τη συνδρομή εκατοντάδων επιστημόνων από όλο τον κόσμο, οι οποίοι αδιάκοπα τα αξιολογούν συγκρίνοντας τα με πραγματικές μετρήσεις, ώστε να ελέγχεται η αξιοπιστία τους.
Τα μοντέλα αυτά δε χρησιμοποιούνται μόνο για να προβλέψουν το μέλλον, αλλά και για να εξηγήσουν το παρελθόν και το παρόν. Να μας πουν δηλαδή π.χ. ποια είναι τα αίτια της υπερθέρμανσης του πλανήτη που ήδη παρατηρείται.
Βρίσκουμε λοιπόν ότι η ιστορική εξέλιξη της παγκόσμιας θερμοκρασίας για τον τελευταίο αιώνα (θέρμανση), δε μπορεί να αναπαραχθεί από τα κλιματικά μοντέλα παρά μόνο εάν λάβουμε υπόψη μας τον ανθρώπινο παράγοντα – δηλαδή τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη χρήση ορυκτών καυσίμων.
Τα ίδια μοντέλα εκτιμούν, όπως λέτε, ότι το μέλλον μπορεί να είναι από σχετικά διαχειρίσιμο έως ζοφερό, ανάλογα με το αν θα λάβει αποφασιστική δράση η παγκόσμια κοινότητα ή όχι για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Και μάλιστα «βλέπουν» την περιοχή της Μεσογείου ως ένα από τα πιο έντονα επηρεαζόμενα μέρη του πλανήτη από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής (είμαστε σε ένα “climate change hot-spot”).
ΕΡ.: Τα Χανιά είναι ένας τόπος που δύο είναι οι κύριοι πυλώνες που στηρίζεται η οικονομία τους: ο τουρισμός και η αγροτική παραγωγή. Όμως οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης μπορεί να είναι σημαντικότατες τόσο για τον τουρισμό όσο και για την αγροτική παραγωγή. Ήδη διαφαίνονται κάποιες από τις επιπτώσεις. Η διάβρωση των ακτών είναι μία πραγματικότητα που συζητάμε όλο και πιο συχνά ενώ και η αλλαγή των κλιματικών συνθηκών οδηγουν σε μία ανάγκη προσαρμογής της αγροτικής παραγωγής. Υπάρχει μετά η ανάγκη αντιμετώπισης ακραίων φαινομένων όπως οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες. Εσείς βλέπετε οι τοπικές αρχές να κάνουν αυτά που πρέπει; Λ.χ., βλέπετε να υπάρχει κάποιο σχέδιο για το πώς θα μεταλαμπαδευτεί η αναγκαία γνώση για την προσαρμογή της αγροτικής παραγωγής στις νέες συνθήκες; Γίνονται τα απαραίτητα έργα προστασίας και υπάρχουν διαμορφωμένα προληπτικά σχέδια για καταστροφές; Είμαστε έτοιμοι; Τι ρόλο θα μπορούσε να παίξει η τεχνογνωσία που παράγεται στο Πολυτεχνείο Κρήτης;
ΑΠ. Β.: Είναι δύσκολο να βρει κάποιος τομείς της ζωής και της οικονομίας που να μην επηρεάζονται από την κλιματική αλλαγή, αλλά η αγροτική παραγωγή είναι σίγουρα από τους πιο προφανείς. Φέρνει ίσως κάποιες ευκαιρίες, αλλά πρώτα απ’όλα φέρνει μία μεγάλη πρόκληση – αυτήν της προσαρμογής. Ομοίως και για τον τουρισμό.
Για να μπορέσει η Ελλάδα και η Κρήτη του μέλλοντος να μειώσει τις ζημιές και να αποκομίσει ίσως και κάποια οφέλη (πχ από νέες καλλιέργειες θερμότερων κλιμάτων ή από επέκταση της τουριστικής περιόδου), απαιτείται στρατηγικό σχέδιο. Εκεί είναι που σαν χώρα πάσχουμε διαχρονικά.
Από την επιστημονική πλευρά, υπάρχει κινητικότητα τα τελευταία χρόνια ώστε να συλλέγεται και να παρέχεται στην πολιτεία η πληροφορία σχετικά με την κλιματική κρίση, ιδιαίτερα μέσω του Εθνικού Δικτύου για την Κλιματική Αλλαγή και τις Επιπτώσεις της (CLIMPACT), προσπάθεια στην οποία συμμετέχουμε ενεργά και εμείς ως Πολυτεχνείο Κρήτης. Όμως έχουμε δρόμο ακόμα για να μπορέσουμε να πούμε ότι αυτή η πληροφορία αξιοποιείται από την πολιτεία όπως πρέπει.
Το ίδιο ισχύει και για άλλους τομείς όπου η κλιματική κρίση έχει σοβαρές επιπτώσεις, όπως για παράδειγμα μέσω των πυρκαγιών και των πλημμυρών, προβλήματα που μας απασχόλησαν και μας απασχολούν με δραματικό τρόπο αυτό το καλοκαίρι.
ΕΡ.: Αν και η κλιματική κρίση είναι προφανώς ένα πολύ σημαντικό ζήτημα στην περίπτωση της Ελλάδας υπάρχουν και άλλα ζητήματα. Ας πούμε βλέποντας συγκριτικά στοιχεία με χώρες με παρόμοιες κλιματικές συνθήκες, όπως η Ισπανία, φαίνεται ότι στην Ελλάδα έχουμε έναν πολύ μεγαλύτερο αριθμό καταστροφικών πυρκαγιών. Γιατί συμβαίνει αυτό; Και τι είδους μέτρα πρέπει να ληφθούν για να περιοριστεί η καταστροφή, λαμβάνοντας υπόψη και την ολοένα και αυξανόμενη συχνότητα και ένταση αυτών των ακραίων φαινομένων λόγω και της κλιματικής κρίσης;
ΑΠ. Β.: Είναι ένας συνδυασμός πολλών πραγμάτων. Παράγοντες όπως η εγκατάλειψη της υπαίθρου και η κλιματική αλλαγή έχουν συνδράμει σε μεγάλο βαθμό στην επιδείνωση του προβλήματος των πυρκαγιών. Όμως και οι δύο αυτοί παράγοντες ισχύουν επίσης και στις υπόλοιπες μεσογειακές χώρες.
Σε έναν βαθμό, το αν σε μία συγκεκριμένη χρονιά η μία χώρα ή η άλλη έχει περισσότερες καμένες εκτάσεις εξαρτάται και από την τυχαιότητα. Επίσης, σε έναν βαθμό, οι καταστροφές από πυρκαγιές σε ένα μεσογειακό οικοσύστημα είναι αναπόφευκτες. Πιστεύω όμως ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να κάνει πιο αποφασιστικά βήματα ώστε να θωρακιστεί περισσότερο απέναντι στις λεγόμενες «μεγα-πυρκαγιές» (mega-fires), εφαρμόζοντας σχέδια διαχείρισης της καύσιμης ύλης στα δάση, χαράσσοντας πολιτικές οι οποίες θα ενισχύσουν την οικονομία της υπαίθρου και στοχεύοντας σε περαιτέρω μείωση του χρόνου αντίδρασης όταν πλέον εκδηλώνεται μία πυρκαγιά.
ΕΡ.: Παρά την διεξαγωγή δύο εκλογικών διαδικασιών, είδαμε ότι το ζήτημα της κλιματικής κρίσης δεν συζητήθηκε, ενώ υπάρχουν και κόμματα που εισήλθαν στη Βουλή – όπως η «Νίκη» – που αμφισβητεί ανοικτά ακόμη και το αν υπάρχει κλιματική κρίση. Πιστεύετε ότι έχει γίνει η αναγκαία συζήτηση με τους πολίτες; Και αν όχι, με ποιο τρόπο θα κατανοήσουν οι πολίτες την ανάγκη εφαρμογής μέτρων που θα προστατεύουν την αγροτική παραγωγή, τις ακτές, γενικά τις ζωές μας; Αν υπάρχει ένα σημαντικό μερίδιο πολιτών που αμφισβητεί ακόμη και την ύπαρξη κλιματικής κρίσης, πώς θα μπορέσουν αυτά τα μέτρα να εφαρμοστούν αποτελεσματικά;
ΑΠ. Β.: Είναι γεγονός ότι από μερίδα της κοινωνίας υπάρχει δυσπιστία. Όχι μόνο προς την ύπαρξη της κλιματικής κρίσης, αλλά εν γένει προς οτιδήποτε θεωρείται ότι είναι εκπορευόμενο από κάποια «ελίτ», όπως ενδεχομένως μπορεί να θεωρείται και ο επιστημονικός κόσμος. Σε έναν βαθμό, τέτοιου είδους στάσεις είναι κατανοητές, με την έννοια του ότι η Ελλάδα έχει περάσει πολλά ως χώρα και υπάρχει δυσπιστία προς πολλές κατευθύνσεις. Ενισχύονται επίσης από την τάση της αθρόας διασποράς ψευδών ειδήσεων (fake news) στο διαδίκτυο.
Παρόλα αυτά, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η λήψη μέτρων κατά της κλιματικής υπερ-θέρμανσης (και υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος εν γένει) είναι κάτι που θα ωφελήσει τους πάντες, ξεκινώντας από τα πιο αδύναμα τμήματα της κοινωνίας, τα οποία είναι συχνά πιο ευάλωτα σε κάθε είδους φυσικές καταστροφές.
Ως επιστήμονες, οφείλουμε να μιλάμε ανοιχτά και να λύνουμε τις απορίες του κόσμου. Νομίζω ότι οι πολίτες εκτιμούν και καταλαβαίνουν όταν βλέπουν ειλικρινείς φωνές να παρουσιάζουν τα πράγματα όπως είναι. Όταν αυτό παρεμποδίζεται από κάθε είδους παρωπίδες, ενθαρρύνω τους πολίτες να τις πετάξουν, γιατί η γνώση είναι δύναμη.
ΕΡ.: κ. Βουλγαράκη, μου φαίνεται ότι έχουμε το εξής παράδοξο. Ενώ οι χώρες της Δύσης έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για την κλιματική κρίση, βρίσκονται και στην καλύτερη θέση για να την αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά. Όμως η κλιματική κρίση δεν αφορά μόνο τη Δύση αλλά ολόκληρο τον κόσμο. Αρκεί να δημιουργήσουμε αποτελεσματικά σχέδια αντιμετώπισης ακραίων φαινομένων, όταν για τα ίδια ζητήματα σε πολλές χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου δεν υπάρχει παρόμοια δυνατότητα ή τεχνογνωσία; Από εκεί και πέρα, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ένα παγκόσμιο οικοσύστημα, οι καταστροφές σε άλλες χώρες αναπόφευκτα θα έχουν συνέπειες και στη χώρα μας. Λ.χ., για να δώσω ένα παράδειγμα λόγω κλιματικής κρίσης αναμένεται να αυξηθούν κατακόρυφα οι μεταναστευτικές ροές. Πώς αντιμετωπίζεται αυτή η νέα πραγματικότητα; Βλέπετε να γίνονται αυτά που είναι αναγκαία σε εθνικό αλλά και διεθνή επίπεδο;
ΑΠ. Β.: Συμφωνώ απολύτως. Όπως παραπάνω ανέφερα ότι στην κλίμακα μίας χώρας (ή μιας πόλης, ή ενός νησιού) οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης μπορεί να είναι χειρότερες για τα πιο οικονομικά αδύναμα στρώματα της κοινωνίας, έτσι και σε παγκόσμιο επίπεδο, συχνά οι περισσότερο χαμένοι είναι οι πιο οικονομικά αδύναμοι. Όχι μόνο γιατί η κλιματική αλλαγή μπορεί σε κάποιες από αυτές τις περιοχές να δείχνει πιο «άγριο» πρόσωπο, αλλά και επειδή διαθέτουν λιγότερα χρήματα για να θωρακιστούν.
Υπάρχουν ήδη ροές χρημάτων από πιο εύπορες χώρες προς πιο αδύναμες, ώστε να επιταχυνθεί η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης σε ευάλωτα μέρη του πλανήτη. Θα πρέπει όμως να επιταχυνθεί και να αυξηθεί σε κλίμακα, ώστε να μιλάμε για πραγματικά σημαντικά αποτελέσματα και σύγκλιση. Ακόμα και αν η υπερ-θέρμανση συνέβαινε μόνο σε άλλες χώρες, μακριά από τη Δύση, σε μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία δε μπορεί παρά να επηρεάσει και εμάς. Πόσο μάλλον όταν η υπερ-θέρμανση συμβαίνει και στην πόρτα μας…